Vocabulary X - 2 Flashcards
χειρουργός (o/η)
surgeon
χελιδόνι (το)
swallow (bird)
χελώνα (η)
tortoise
χέρι (το)
hand
χήρα (η)
widow
χήρος (ο)
widower
χθες / χτες
yesterday
χθεσινός / χτεσινός, χθεσινή / χτεσινή, χθεσινό / χτεσινό
of yesterday, yesterday’s (adj)
χίλια
a thousand, one thousand
χιλιάδα (η)
thousand
χίλιοι, χίλιες, χίλια
a thousand (num)
χιλιόμετρο (το)
kilometer
χιόνι (το)
snow
χιονίζει
to snow
χιούμορ (το)
humor, sense of humor
χλωρίνη (η)
chlorine
χοιρινός, χοιρινή, χοιρινό
pork (adj)
χοντραίνω
to put on weight, to get fat
χοντρός, χοντρή, χοντρό
fat
χοντρούλης, χοντρούλα, χοντρούλικο
a little fat (diminutive)
χειρουργείο (το)
operating theater, surgery
χορεύω
to dance
χορός (ο)
dance
χορτάρι (το)
grass
χρειάζομαι
to need
χρήμα (το)
money
χρησιμοποιώ
to use; to take advantage of
Χριστούγεννα (τα)
Christmas
χρονιά (η)
year
χρόνος (o)
time; year
Πόσων χρόνων είσαι;
How old are you?
χρυσός, χρυσή, χρυσό
gold, golden (adj)
χρώμα (το)
color
χρωμόσωμα (το)
chromosome
χταποδάκι (το)
octopus (diminutive)
χτενίζω
to comb, to brush one’s hair
χτενίζομαι
I brush my hair
χτυπάω / χτυπώ
to knock, to beat, to ring; to hurt/be hurt; to shake
χυμάω / χυμώ
to rush, to dash
χυμός (o)
juice
χώρα (η)
country
χωράφι (το)
field
χωράω / χωρώ
to fit
χωριάτικος, χωριάτικη, χωριάτικο
village (adj)
χωρίζω
to break up
χωριό (το)
village
χωρίς
without
χωρισμένος, χωρισμένη, χωρισμένο
divorced
χώρος (o)
site, area