Vocabulary Π - 4 Flashcards
πιάνω
to touch; to catch
Το κινητό δεν πιάνει.
The mobile has no signal.
Έπιασα σειρά στο ταχυδρομείο.
I queued up at the post office.
πιάνο (το)
piano
Τον έπιασα στα πράσα.
I caught him red-handed.
πιάτο (το)
the plate, dish
πιγκ-πογκ (το)
ping-pong, table tennis
πιθανός, πιθανή, πιθανό
possible, likely
πικνίκ (το)
picnic
πικάντικος, πικάντικη, πικάντικο
spicy (adj)
πιλοτάρω
to pilot (plane)
πιλότος (ο/η)
a pilot
πίνακας (ο)
table; painting
πινακίδα (η)
the sign
πίνω
to drink
πιο
more; most (w/art.)
πιπέρι (το)
pepper (salt & )
πιπεριά (η)
pepper (fruit)
πιρούνι (το)
fork
πισίνα (η)
swimming pool
πιστεύω
to believe, to think
πιστωτικός, πιστωτική, πιστωτικό
credit (adj)
πιστωτική κάρτα
credit card
πίσω
back, behind
Θα γυρίσω πίσω σε δυο ώρες.
I’ll be back in two hours.
πίτα (η)
pie
πίτσα (η)
pizza
πιτσαρία (η)
pizzeria
πλαγιά (η)
the slope
πλάι
beside, next to
πλάκα (η)
fun, joke
Ήταν μόνο μια πλάκα.
It was only a joke.
Μην θυμώνεις.
Don’t be angry.
Κάνει πλάκα.
He’s joking.
Δεν το εννοεί.
He doesn’t mean it.
πλαστικός, πλαστική, πλαστικό
plastic (adj)
πλατεία (η)
the square, plaza
πλάτη (η)
the back
πλατύς, πλατιά, πλατύ
wide, broad
πλέκω
to knit
πλευρά (η)
side