Vocabulary Χ - 1 Flashcards
χαζός, χαζή, χαζό
silly
χαζούλης, χαζούλα, χαζούλικο
silly (diminutive)
χαϊδεύω
to caress, to stroke, to fondle
χαιρετάω / χαιρετώ
to say hello/goodbye
χαίρετε
hello
χαιρετισμός (ο)
regard, greeting
Δώσε τους χαιρετισμούς μου
Give my regards . . .
χαίρομαι
I am glad
χαίρω πολύ
Nice to meet you
χαλάκι (το)
rug (diminutive)
χαλάρωση (η)
relaxation
χαλάω / χαλώ
to break down; to spend, to waste; to ruin
χαλάει ο καιρός
The weather is getting worse.
χάλια
awful, really bad (adv)
χαμηλά
low (adv)
χαμηλός, χαμηλή, χαμηλό
low (adj)
χαμηλότερος, χαμηλότερη, χαμηλότερο
lower; lowest (w/art.)
χαμογελάω / χαμογελώ
to smile
χαμόγελο (το)
smile
χαμός (ο)
loss
Γίνεται χαμός
is/are very crowded (eg: streets)
χάντρα (η)
bead
χάνω
to lose, to miss
χάθηκα
I was lost
χάος (το)
chaos
χάπι (το)
pill
χαρά (η)
joy, happiness
Μια χαρά.
I’m fine.
χάρακας (ο)
ruler (eg: to draw line)
χαρακτήρας (ο)
character
χαρακτηριστικός, χαρακτηριστική, χαρακτηριστικό
characteristic (adj)
χάραμα (το)
dawn, daybreak
χάρη (η)
favor
για χάρη του
for his sake
χαρούμενος, χαρούμενη, χαρούμενο
happy
χαρτάκι (το)
paper (diminutive)
χαρτάκι για τα ψώνια
shopping list
χάρτης (ο)
map
χαρτί (το)
paper
τa χαρτιά
cards
χάρτινος, χάρτινη, χάρτινο
made of paper (adj)
χασάπικο (το)
butcher’s
χασμουριέμαι
to yawn
χείλος (το)
lip
χειμερία νάρκη (η)
hibernation
χειμώνας (ο)
winter
χειρίζομαι
to handle, to cope with
χειρότερα
worse, worst
χειροτερεύω
to get worse
χειρότερος, χειρότερη, χειρότερο
worse; worst (w/art)