Vocabulary Π -5 Flashcards
πλένομαι
to wash myself
πλευρά (η)
side
πλέω
to sail
πληγή (η)
wound, injury, cut
πληγώνω
to hurt (someone)
πληκτρολόγιο (το)
keyboard
πληκτρολογώ
to type
πλήρης, πλήρης, πλήρες
full (adj)
πληροφορία (η)
information
πληροφορική (η)
computer science
πληρωμή (η)
payment
πληρώνω
to pay
πλοίο (το)
boat, ship
πλούσιος, πλούσια, πλούσιο
rich, wealthy
πλουσιότερος, πλουσιότερη, πλουσιότερο
richer; richest (w/art.)
πλυντήριο (το)
washing machine
πνευμονία (η)
pneumonia
ποδήλατο (το)
bicycle
πλένω
to wash (something/someone)
πόδι (το)
foot
με τα πόδια
on foot
ποδόσφαιρο (το)
football (soccer)
ποίημα (το)
poem
ποιητής (ο)
poet
ποικιλία (η)
variety
ποιος, ποια, ποιο
who
ποιότητα (η)
quality
πολεμάω / πολεμώ
to make war, to fight
πόλεμος (ο)
war
πόλη (η)
city
πολιτικός (ο/η)
politician
πολιτικός, πολιτική, πολιτικό
civil (wedding, etc.)
πολιτισμός (ο)
civilization, culture
πόλος (ο)
pole
κράτησε πολύ
it lasted long
πολυθρόνα (η)
armchair
πολυκατάστημα (το)
department store
πολυκατοικία (η)
block of flats
πολύς, πολλή, πολύ
much
πολυτέλεια (η)
luxury