Vocabulary Ε - 6 Flashcards
επώνυμο (το)
surname
εργάζομαι
to work
εργαζόμενος (o)
employee
εργασία (η)
work, labor
εργάτης (o)
worker
έργο (το)
the film, the work, the play
Τα έργα τέχνης
works of art
ερευνάω / ερευνώ
to investigate
ερευνητής (o)
researcher
ερημικά
isolated, solitary
ερμηνεία (η)
performance
έρχομαι
to come
ερχόμενος, ερχόμενη, ερχόμενο
next, following
Το ερχόμενο σαββατοκύριακο
next weekend
έρωτας (o)
love
ερωτευμένος, ερωτευμένη, ερωτευμένο
in love
ερωτηματικό (το)
question mark
ερώτηση (η)
question
έσοδο (το)
income, revenue
εστιατόριο (το)
restaurant
εσωτερικός, εσωτερική, εσωτερικό
indoor, internal, inner
εταιρεία (η)
the company
ετοιμάζω
to prepare, to get ready
έτοιμος, έτοιμη, έτοιμο
ready (adj)