Σώμα (Body) και Υγεία (Health) και Δράση (action) Flashcards
- I had to stand on the bus because there were no seats.
- I’m standing (pv)
- Έπρεπε να σταθώ στο λεωφορείο γιατί δεν υπήρχαν θέσεις.
- στέκομαι/στέκω, θα σταθώ, στάθηκα, στεκόμουν/έστεκα, στάσου/στέκα, στέκεστε/στέκετε
- She was completely naked.
- naked (adj)
- completely, totally (adv)
- Ήταν εντελώς γυμνή.
- ο γυμνός, του γυμνού, γυμνέ, των γυμνών, η γυμνή, οι γυμνές
- εντελώς/τελείως
mouth (n)
το στόμα, του στόματος, τα στόματα, των στομάτων
nose (n)
η μύτη, της μύτης, τη μύτη, οι μύτες, των μυτών
tongue (n)
η γλώσσα, τη γλώσσα, οι γλώσσες, των γλωσσών
teeth (n)
το δόντι, του δοντιού, τα δόντια, των δοντιών
ear (n)
το αυτί, του αυτιού, τα αυτιά, των αυτιών
eye (n)
το μάτι, του ματιού, τα μάτια, των ματιών
face (n)
το πρόσωπο, του προσώπου/πρόσωπου, τα πρόσωπα, των προσώπων
head (n)
το κεφάλι, του κεφαλιού, τα κεφάλια, των κεφαλιών
neck (n)
ο λαιμός, του λαιμού, λαιμέ, οι λαιμοί, των λαιμών, τους λαιμούς, τα λαιμά
arm (n)
το μπράτσο, του μπράτσου, τα μπράτσα, των μπράτσων
shoulder (n)
ο ώμος, του ώμου, ώμε, οι ώμοι, των ώμων, τους ώμους
chest (n)
το στήθος, του στήθους, το στήθος, στήθος, τα στήθη/στήθια, των στηθών/στηθιών, τα στήθη/στήθια
back (n)
η πλάτη, οι πλάτες, των πλατών
finger (n)
το δάχτυλο, του δάχτυλου/δαχτύλου, τα δάχτυλα, των δάχτυλων/δαχτύλων
foot (n)
το πόδι, του ποδιού, τα πόδια, των ποδιών
hair (n)
το μαλλί, του μαλλιού, τα μαλλιά, των μαλλιών
hand (n)
το χέρι, του χεριού, τα χέρια, των χεριών
heart (n)
η καρδιά, οι καρδιές, των καρδιών
leg (n)
το πόδι, του ποδιού, τα πόδια, των ποδιών
stomach (n)
το στομάχι, του στομαχιού, τα στομάχια, των στομαχιών
He feels with his hand.
Αισθάνεται με το χέρι του.
You hear with your ears.
Ακούς με τα αυτιά σου.