Paradigms | Duff Chapter 16 Flashcards
standard verb (λυω)
perfect indicative active
- singular:
- λελυκα
- λελυκας
- λελυκεν
- plural:
- λελυκαμεν
- λελυκατε
- λελυκασιν
standard verb (λυω)
perfect indicative passive
- singular:
- λελυμαι
- λελυσαι
- λελυται
- plural:
- λελυμεθα
- λελυσθε
- λελυνται
standard verb (λυω)
perfect participle active masculine
- singular:
- λελυκως
- λελυκοτος
- λελυκοτι
- λελυκοτα
- plural:
- λελυκοτες
- λελυκοτων
- λελυκοσιν
- λελυκοτας
standard verb (λυω)
perfect participle active feminine
- singular:
- λελυκυια
- λελυκυιας
- λελυκυιᾳ
- λελυκυιαν
- plural:
- λελυκυιαι
- λελυκυιων
- λελυκυιαις
- λελυκυιας
standard verb (λυω)
perfect participle active neuter
- singular:
- λελυκος
- λελυκοτος
- λελυκοτι
- λελυκος
- plural:
- λελυκοτα
- λελυκοτων
- λελυκοσιν
- λελυκοτα
standard verb (λυω)
perfect participle passive masculine
- singular:
- λελυμενος
- λελυμενου
- λελυμενῳ
- λελυμενον
- plural:
- λελυμενοι
- λελυμενων
- λελυμενοις
- λελυμενους
standard verb (λυω)
perfect participle passive feminine
- singular:
- λελυμενη
- λελυμενης
- λελυμενῃ
- λελυμενην
- plural:
- λελυμεναι
- λελυμενων
- λελυμεναις
- λελυμενας
standard verb (λυω)
perfect participle passive neuter
- singular:
- λελυμενον
- λελυμενου
- λελυμενῳ
- λελυμενον
- plural:
- λελυμενα
- λελυμενων
- λελυμενοις
- λελυμενα
standard verb (λυω)
pluperfect indicative active
- singular:
- (ἐ)λελυκειν
- (ἐ)λελυκεις
- (ἐ)λελυκει
- plural:
- (ἐ)λελυκειμεν
- (ἐ)λελυκειτε
- (ἐ)λελυκεισαν
standard verb (λυω)
pluperfect indicative passive
- singular:
- (ἐ)λελυμην
- (ἐ)λελυσο
- (ἐ)λελυτο
- plural:
- (ἐ)λελυμεθα
- (ἐ)λελυσθε
- (ἐ)λελυντο
standard εω-verb (φιλ_ε_ω)
perfect indicative active
- singular:
- πεφιληκα
- πεφιληκας
- πεφιληκεν
- plural:
- πεφιληκαμεν
- πεφιληκατε
- πεφιληκασιν
standard εω-verb (φιλ_ε_ω)
perfect indicative passive
- singular:
- πεφιλημαι
- πεφιλησαι
- πεφιληται
- plural:
- πεφιλημεθα
- πεφιλησθε
- πεφιληνται
standard εω-verb (φιλ_ε_ω)
perfect participle active masculine
- singular:
- πεφιληκως
- πεφιληκοτος
- πεφιληκοτι
- πεφιληκοτα
- plural:
- πεφιληκοτες
- πεφιληκοτων
- πεφιληκοσιν
- πεφιληκοτας
standard εω-verb (φιλ_ε_ω)
perfect participle active feminine
- singular:
- πεφιληκυια
- πεφιληκυιας
- πεφιληκυιᾳ
- πεφιληκυιαν
- plural:
- πεφιληκυιαι
- πεφιληκυιων
- πεφιληκυιαις
- πεφιληκυιας
standard εω-verb (φιλ_ε_ω)
perfect participle active neuter
- singular:
- πεφιληκος
- πεφιληκοτος
- πεφιληκοτι
- πεφιληκος
- plural:
- πεφιληκοτα
- πεφιληκοτων
- πεφιληκοσιν
- πεφιληκοτα