3. Συμπεριφορισμός Flashcards
Ποιες κοινές βασικές θεωρίες είχαν μεταξύ τους οι συμπεριφοριστές;
Οι ερευνητές εστίασαν την προσοχή τους κυρίως στη συμπεριφορά- κάτι δηλαδή που μπορούσαν εύκολα να παρατηρήσουν, να περιγράψουν και να μετρήσουν με αντικειμενικό τρόπο. Έτσι, ξεκίνησε το κίνημα του συμπεριφορισμού, το οποίο περιλαμβάνει κάποιες βασικές θέσεις:
♦ Οι αρχές της μάθησης θα πρέπει να εφαρμόζονται εξίσου τόσο σε διαφορετικές συμπεριφορές, όσο και σε μια ποικιλία ζωικών ειδών (+ ισοδυναμικότητα).
♦ Οι διεργασίες της μάθησης μελετώνται αντικειμενικότερα όταν η έρευνα εστιάζει στα ερεθίσματα και στις αντιδράσεις. Οι συμπεριφοριστικές αρχές της μάθησης, πολύ συχνά περιγράφουν μια σχέση μεταξύ ενός ερεθίσματος (Ε) και μιας απόκρισης (Α).
♦ Οι εσωτερικές διεργασίες τείνουν να αποκλείονται ή να ελαχιστοποιούνται στο πλαίσιο θεωρητικών εμπειριών. Ορισμένοι συμπεριφοριστές περιγράφουν τον κάθε οργανισμό ως έναμαύρο κουτί, στο οποίο προσκρούουν πάνω του ερεθίσματα και από το οποίο προκύπτουν οι αντιδράσεις, ενώ όσα συμβαίνουν εντός του παραμένουν μυστικά, καλυμμένα από ένα πέπλο μυστηρίου. Οινεοσυμπεριφοριστές (θεωρητικοί Ε-Ο-Α) θεωρούν ότι ιδιαίτερη σημασία για την κατανόηση και τη συμπεριφορά έχουν ορισμένοι εσωτερικοί παράγοντες των οργανισμών, όπως είναι η κινητήρια ώθηση και η ισχύς των συνδέσεων ερεθίσματος - απόκρισης.
♦ Η μάθηση προϋποθέτει κάποια αλλαγή στη συμπεριφορά. Είναι μοναδικός τρόπος για νααποδειχθεί ότι έχει συντελεστεί η μάθηση.
♦ Οι οργανισμοί γεννιούνται ως άγραφοι πίνακες (tabula rasa). Οι οργανισμοί δεν γεννιούνται με έμφυτη προδιάθεση εκδήλωσης συμπεριφορών. Δημιουργούν συμπεριφορές με βάση τις εμπειρίες από το περιβάλλον τους.
♦ Η μάθηση είναι, εν πολλοίς, το αποτέλεσμα των γεγονότων του περιβάλλοντος. Γίνεται συζήτηση γιαεξαρτημένη μάθηση: ένας οργανισμός είναι εξαρτημένος από τα γεγονότα του περιβάλλοντος. Ορισμένοι επιστήμονες υπήρξαν ντετερμινιστές και πίστευαν πως μπορούμε να προβλέψουμε 100% τις αντιδράσεις ενός οργανισμού αρκεί να γνωρίζουμε πλήρως:
α. τις έμφυτες συμπεριφορές του,
β. τις προηγούμενες εμπειρίες του και
γ. τις συνθήκες που επικρατούν κάθε φορά στο περιβάλλον του.
Παρόλα αυτά, αργότερα απορρίφθηκε η ύπαρξη απόλυτου ντετερμινισμού, καθώς η συμπεριφορά του κάθε οργανισμού αντανακλά ένα συγκεκριμένο ποσοστό μιας συγκεκριμένης ποικιλομορφίας, την οποία ούτε η γενετική προδιάθεση, ούτε η σχέση ερεθίσματος - απόκρισης δεν μπορούν από μόνες τους να εξηγήσουν.
♦ Οι πιο χρήσιμες θεωρίες είναι συνήθως λιτές.
Τι είναι η ισοδυναμικότητα;
Μια βασική θέση του συμπεριφορισμού που αναφέρει ότι τα ανθρώπινα όντα και τα άλλα ζωικά είδη μαθαίνουν με παρόμοιους τρόπους.
Πώς ορίζεται η μάθηση από τους συμπεριφοριστές;
Οι ψυχολόγοι του συμπεριφορισμού ορίζουν τη μάθηση ως αλλαγή της συμπεριφοράς. Και είναι αλήθεια πως ο μόνος τρόπος επαλήθευσης ότι έχει πράγματι συντελεστεί η μάθηση είναι να τη δούμε να αντανακλάται στις πράξεις κάποιου.
Περίγραψε το συμπεριφοριστικό πείραμα του Pavlov.
- Ο Pavlov παρατηρούσε αν ο σκύλος εξέκρινε ή όχι σίελο, αντιδρώντας σε κάποιο . ερέθισμα (π.χ. σήμανση φωτός, χτύπημα κουδουνιού). Για λόγους απλοποίησης, θα αξιοποιήσουμε ως ερέθισμα το χτύπημα του κουδουνιού. Όπως ήταν αναμενόμενο, ο σκύλος δεν εξέκρινε καθόλου σίελο κατά το χτύπημα του κουδουνιού.
- Ο Pavlov χτύπησε το κουδούνι, αυτή τη φορά, όμως, λίγο πριν από την επίδειξη του κρέατος σε σκόνη. Ο σκύλος εξέκρινε σίελο. Ο Pavlov επανέλαβε αρκετές φορές αυτή τη διαδικασία, φροντίζοντας κάθε φορά αμέσως μετά το χτύπημα του του κουδουνιού να επιδεικνύει το κρέας. Ο σκύλος εξέκρινε σίελο σε όλες τις επαναλήψεις.
- Ο Pavlov χτύπησε το κουδούνι χωρίς να παρουσιάσει το κρέας. Ο σκύλος εξέκρινε σίελο. Τώρα πια ο σκύλος αντιδρούσε σε ένα ερέθισμα στο οποίο, προηγουμένως, έμενε απαθής.
Από τη σκοπιά της συμπεριφοριστικής θεωρίας, επιτελέστηκε μάθηση.
Ερμήνευσε τo πείραμα του Pavlov από τη συμπεριφοριστική σκοπιά της κλασσικής εξαρτημένης μάθησης.
- Αναγνωρίζεται ένα ουδέτερο ερέθισμα - ένα ερέθισμα, δηλαδή, στο οποίο ο οργανισμός δεν αντιδράει με ένα διακριτό τρόπο. Στην εν λόγω περίπτωση, το κουδούνι αντιπροσώπευε αρχικά ένα ουδέτερο ερέθισμα που δεν προκαλέι την αντίδραση έκρισης σίελου.
- Το ουδέτερο ερέθισμα προσφέρεται ακριβώς πριν από ένα άλλο ερέθισμα - ένα ερέθισμα που δεν οδηγεί σε απόκριση. Το δεύτερο αυτό ερέθισμα αποκαλείται ανεξάρτητο ερέθισμα και η απόκριση σε αυτό ονομάζεται αναξάρτητη αντίδραση, επειδή ο οργανισμός αντιδρά στο ερέθισμα ανεξάρτητα (άνευ όρων), δίχως, δηλαδή, να πρέπει να μάθει πώς φτάνει στην απόκριση. Στην περίπτωση των σκύλων του Pavlov, ένα ανεξάρτητο ερέθισμα (το κρέας σε σκόνη) προκαλούσε μια ανεξάρτητη αντίδραση (έκκριση σίελου).
- Αφού συνδεθεί με ένα ανεξάρτητο ερέθισμα, το πρώην ουδέτερο ερέθισμα προκαλεί τώρα πια μια απόκρισει παύοντας έτσι να είναι ουδέτερο. Μετατρέπεται σε εξαρτημένο ερέθισμα, απέναντι στο οποίο ένας οργανισμός έμαθε μια εξαρτημένη αντίδραση. Στο πείραμα του Pavlov ο ήχος του κουδουνιού που ήταν στην αρχή, ένα ουδέτερο ερέθισμα, μετά την επαναλαμβανόμενη χρήση του λίγο πριν εμφανιστή η σκόνη κρέατος, μετατράπηκε σε εξαρτημένο ερέθισμα. Ο σκύλος συνέδεσε τον ήχο του κουδουνιού με το κρέας.
Δώσε 2 παραδείγματα εφαρμογής της κλασσικής εξάρτησης στην ανθρώπινη μάθηση.
- Φοβάμαι τις μέλισσες. Μπορεί κάποτε μια μέλισσα ή πολλές μέλισσες να μου επιτέθηκαν και να έχω συνδέσει τον πόνο από το τσίμπημα της μέλισσας (ανεξάρτητο ερέθισμα) με τη θέαση της μέλισσας (πρότερο ουδέτερο ερέθισμα, κι έπειτα από το συμβάν, εξαρτημένο ερέθισμα).
- Συνδυασμός φαγητού με ναυτία. Όταν ήμουν μικρότερη, η μαμά μου είχε φτιάξει φασολάδα κι αφού φάγαμε, αρρώστησα με αποτέλεσμα να την κάνω εμετό. Από τότε, δεν τρώω φασολάδα κι όποτε την μυρίζω σιχαίνομαι. Η φασολάδα (αρχικά ουδέτερο ερέθισμα) μου προκαλεί ανακατοσούρα (εξαρτημένη αντίδραση) λόγω της ασθένειας μου και του παραπάνω συμβάντος (μετατροπή της “φασολάδας” σε εξαρτημένο ερέθισμα).
Ποια φαινόμενα που σχετίζονται με την κλασική εξαρτημένη μάθηση γνωρίζεις; Ανάφερε παραδείγματα.
- Συνειρμική μεροληψία
Δημιουργούνται συχνότερα συνδέσεις μεταξύ ερεθισμάτων ενός ορισμένου είδους παρά ενός άλλου.
Παράδειγμα: Το φαγητό είναι πιο πιθανό να λειτουργήσει ως εξαρτημένο ερέθισμα για τη ναυτία, παρά το φως ενός φακού ή ένας δυνατός ήχος. - Η σημασία της συνάφειας
Η κλασσική εξαρτημένη μάθηση είναι πιο πιθανό να λάβει χώρα όταν το εξαρτημένο ερέθισμα παρουσιαστεί ακριβώς πριν από το ανεξάρτητο ερέθισμα (γειτνίαση ερεθισμάτων).
Παράδειγμα: Ίσως αν σε πειράξει ένα φαγητό και σε πιάσει ναυτία πολύ αργότερα, τότε να μην συνδυάσεις το φαγητό αυτό με την ναυτία (να μην μετατραπεί το φαγητό από ουδέτερο σε εξαρτημένο ερέθισμα). Παρόλα αυτά, σε ορισμένες περιπτώσεις η χρονική εγγύτητα των ερεθισμάτων δεν παίζει τόσο μεγάλο ρόλο, καθώς μπορεί να συνδυάσεις την ναυτία με το εν λόγω φαγητό, ακόμα κι αν έχουν περάσει 24 ώρες. - Απόσβεση
Οι επαναληπτικές εμφανίσεις του εξαρτημένου ερεθίσματος δίχως το ανεξάρτητο ερέθισμα οδηγούν σε ολοένα και πιο αδύναμες εξαρτημένες αντιδράσεις. Δύο λόγοι για του οποίους οι εξαρτημένες αντιδράσεις δεν εξαφανίζονται, έπειτα από τη διαδικασία της απόσβεσης:
α. λόγω του φόβου, μπορεί να διατηρήσουν την εξαρτημένη αντίδραση και να αποφύγουν ένα ερέθισμα και
β. λόγω της αυθόρμητης ανάκαμψης
Παράδειγμα: Τα σκυλιά έπαψαν να εκκρίνουν σίελο με το άκουσμα του κουδουνιού και η εξαρτημένη αντίδραση εξαλείφθηκε εντελώς. - Αυθόρμητη Ανάκαμψη
Η επανεμφάνιση μιας εξαρτημένης αντίδρασης, η οποία παρατηρείται, όταν την περίοδο της εξάλλειψης διαδέχεται μια περίοδος ηρεμίας. Η εξαρτημένη αντίδραση είναι ιδιαίτερα πιθανό να εκδηλωθεί και πάλι αν η εξάλειψή της συνέβη σε ένα μόνο συγκεκριμένο πλαίσιο, με την έννοια ότι η αντίδραση μπορεί να εκδηλωθεί και πάλι σε πλαίσια όπου η απόσβεση δεν επιτελέστηκε ποτέ.
Παράδειγμα:Ο Pavlov έκανε τη μια μέρα τη διαδικασία της απόσβεσης. Την επόμενη μέρα, το κουδούνι προκαλούσε σιελόρροια στον σκύλο από μόνο του. - Γενίκευση
Όταν αποκρίνομαι σε ένα τρίτο ερέθισμα, όπως θα αποκρινόμουν σε ένα εξαρτημένο ερέθισμα που μοιάζει με αυτό το τρίτο ερέθισμα. Όσο περισσότερο ομοιάζει ένα ερέθισμα με το αρχικό εξαρτημένο ερέθισμα, τόσο μεγαλύτερη είναι και η πιθανότητα εμφάνισης του φαινομένου της γενίκευσης. Η γενίκευση των εξαρτημένων αντιδράσεων απέναντι σε ένα καινούργιο ερέθισμα είναι συνηθισμένη.
Παράδειγμα: Ένα παιδί που φοβάται ένα βίαιο συγγενή του μπορεί να γενικεύσει το φόβο αυτό και απέναντι σε άτομα του ίδιου φύλου με αυτόν τον συγγενή. - Διάκριση ερεθισμάτων
Η διάκριση των ερεθισμάτων παρατηρείται όταν ένα ερέθισμα (εξαρτημένο ερέθισμα 1) παρουσιάζεται σε σύνδεση με ένα ανεξάρτητο ερέθισμα, ενώ ένα άλλο εξαρτημένο ερέθισμα (εξαρτημένο ερέθισμα 2) παρουσιάζεται εν απουσία του ανεξάρτητου ερεθίσματος.
Παράδειγμα: Όταν ο Pavlov έμαθε στον σκύλο να εκκρίνει σίελο ως αντίδραση σε έναν οξύ ήχο, ο σκύλος γενίκευε την εξαρτημένη αυτή αντίδραση περιλαμβάνοντας και χαμηλούς ήχους. Θέλοντνας να διδάξει τη διαφορά ανάμεσα στον οξύ και χαμηλό ήχο, παρουσίαζε στο σκύλο την σκόνη κρέατος σε συνδυασμό με τον υψηλό ήχο, ενώ όταν ακουγόταν ο χαμηλός ήχος δεν του παρουσίαζε τίποτα. Έτσι ο σκύλος έμαθε να εκκρίνει σίελο μόνο όταν άκουγε τον υψηλό ήχο. - Εξαρτημένη μάθηση υψηλότερης τάξης
Αρχικά, ένα ουδέτερο ερέθισμα μετατρέπεται σε εξαρτημένο ερέθισμα με τη σύνδεσή του με ένα ανεξάρτητο ερέθισμα, έτσι που σύντομα προκαλεί μια εξαρτημένη αντίδραση. Έπειτα, ένα δεύτερο ουδέτερο ερέθισμα συνδέεται με το πλέον εξαρτημένο ερέθισμα, προκαλώντας μια εξαρτημένη αντίδραση και στη συνέχεια, μετατρέπεται κι αυτό σε εξαρτημένο ερέθισμα.
Παράδειγμα: Ένας μαθητής μπορεί να συσχετίσει την αποτυχία (αρχικό ουδέτερο ερέθισμα) με την επώδυνη σωματική τιμωρία (ένα ανεξάρτητο ερέθισμα που προκαλεί την ανεξάρτητη αντίδραση του φόβου) μέχρι του σημείου που η αποτυχία (τώρα το εξαρτημένο ερέθισμα) αρχίζει να προκαλεί σημαντικό άγχος. Τότε, αυτό που συμβαίνει είναι ένα ή περισσότερα ερεθίσματα (δύσκολα διαγωνίσματα, προφορικές παρουσιάσεις ή το ευρύτερο σχολικό περιβάλλον) να συνδέονται συχνά με την αποτυχία.
Πώς μπορούμε να εξαλείψουμε μη παραγωγικές εξαρτημένες αντιδράσεις;
Μια απλή διαδικασία της απόσβεσης δεν οδηγεί πάντα στην εξάλειψη ορισμένων εξαρτημένων αντιδράσεων και μέσω της αυθόρμητης ανάκαμψης μπορούμε να αντιληφθούμε ότι η σύνδεση εξαρτημένου ερεθίσματος - εξαρτημένης αντίδρασης δεν απομαθαίνεται - μπορεί να επανεμφανιστεί ανά πάσα στιγμή. Για να εξαλειφθεί με επιτυχία μια εξαρτημένη αντίδραση, θα πρέπει η ήδη υπάρχουσα σύνδεση εξαρτημένου ερεθίσματος με εξαρτημένης αντίδρασης να εξουδετερωθεί από μια άλλη ισχυρότερη σύνδεση εξαρτημένου ερεθίσματος με εξαρτημένη αντίδραση.
Στρατηγική αντι-εξάρτησης:
α) Επιλέγεται μια ασύμβατη αντίδραση προς την ήδη υπάρχουσα εξαρτημένη αντίδραση. Δύο αντιδράσεις είναι ασύμβατες μεταξύ τους όταν είναι αδύνατη η ταυτόχρονη εκδήλωσή τους. Συχνά, (λόγω κλασσικής εξαρτημένης μάθησης) μια ασύμβατη αντίδραση αποτελεί ένα είδος μιας αντίθετης συναισθηματικής αντίδρασης.
β) Πρέπει να ταυτοποιηθεί ένα ερέθισμα που να επιφέρει την ασύμβατη αντίδραση. Αν πρόκειται να αναπτύξουμε σε κάποιον μια εύθυμη αντίδραση, θα πρέπει το ερέθισμα να προκαλεί ήδη τέρψη.
γ) Το ερέθισμα που προκαλεί τη νέα αντίδραση παρουσιάζεται στο άτομο και το εξαρτημένο ερέθισμα που προκαλεί μια ανεπιθύμητη εξαρτημένη αντίδραση εισάγεται σταδιακά στην κατάσταση.
Το κόλπο στην στρατηγική αυτή είναι να είναι κανείς σίγουρος ότι το ερέθισμα που είναι υπεύθυνο για την επιθυμητή αντίδραση έχει πάντα ένα ισχυρότερο αποτέλεσμα από το ερέθισμα που προκαλεί την ανεπιθύμητη αντίδραση.
♦ Συστηματική απευαισθητοποίηση
Μια θεραπευτική τεχνική που αξιοποιεί την αντιεξάρτηση με σκοπό να αντιμετωπίσει πολλές εξαρτημένες αντιδράσεις άγχους. Στο πλαίσιο αυτής της προσέγγισης, άτομα υπερβολικά αγχώδη στην παρουσία συγκεκριμένων ερεθισμάτων πρέπει να προσπαθήσουν να χαλαρώσουν ενόσω φαντάζονται τους εαυτούς τους να βρίσκοναι σε καταστάσεις έντονου άγχους.
Ποιες αντιδράσεις ονομάζουμε ασύμβατες;
Ασύμβατες αντιδράσεις είναι οι αντιδράσεις που είναι αδύνατη η ταυτόχρονη εκδήλωσή τους.
Πώς εξελίχθηκε η συντελεστική εξαρτημένη μάθηση και ποιοι είναι οι υποστηρικτές της;
Thorndike
♦ Νόμος Αποτελέσματος: Αντιδράσεις ακολουθούμενες από ικανοποίηση ενισχύονται. Αντιδράσεις ακολουθούμενες από δυσφορία εξασθενούν.
♦ Μετέπειτα έρευνα: Η τιμωρία μπορεί να μην είναι και τόσο αποτελεσματική στην εξασθένιση μιας αντίδρασης.
♦ Αναθεωρημένος νόμος αποτελέσματος: Εξακολουθούσε να πιστεύει στη δυνατότητα των ανταμοιβών να ενδυναμώσουν συμπεριφορές που συνοδεύουν, αλλά ελλάτωσε τη σημασία του ρόλου της τιμωρίας.
Skinner
♦ Οι οργανισμοί αποκτούν συμπεριφορές των οποίων έπονται συγκεκριμένα επακόλουθα. (“κλουβί του Skinner”)
♦ Συντελεστική εξαρτημένη μάθηση: Μία αντίδραση που ακολουθείται από έναν ενισχυτή ενδυναμώνεται και είναι συνεπώς πιθανότερο να εκδηλωθεί εκ νέου.
♦ Επιλογή του όρου “ενισχυτή”
Ο Skinner επέλεξε σκοπίμως τον όρο ενισχυτή έναντι του όρου ανταμοιβή. Ένας ενισχυτής είναι ένα ερέθισμα ή γεγονός που αυξάνει τη συχνότητα μιας αντίδρασης, την οποίτα ακολουθεί. Η ανταμοιβή υπονοεί ότι το γεγονός ή το ερέθισμα που έπεται μιας συμπεριφοράς είναι με έναν τρόπο τόσο ευχάριστο όσο και επιθυμητό. Ήθελε να αποφήγει αυτή την ορολογία γιατί:
α. Ορισμένα άτομα επιδιώκουν αυτό που κάποιοι άλλοι θεωρούν δυσάρεστο.
β. Προτιμούσε να περιορίζει τις αρχές της ψυχολογίας στη σφαίρα των αντικειμενικών αντιληπτών γεγονότων.
Υπάρχει ένας κυκλικός συλλογισμός γύρω από αυτή τη θεωρία. Η συντελεστική εξαρτημένη μάθηση είναι η αύξηση της συχνότητας μιας συμπεριφοράς που ακολουθείται από έναν ενισχυτή, αλλά δεν είναι δυνατό να ορίσουμε έναν ενισχυτή με κανένα άλλο τρόπο παρά λέγοντας ότι αυξάνει τη συμπεριφορά.
Λύση του κυκλικού συλλογισμού:
Σε πολλές καταστάσεις επέρχεται η γενίκευση: Κάθε μεμονωμένος ενισχυτής μπορεί να ενισχύσει πολλές διαφορετικές συμπεριφορές σε εντελώς διαφορετικές καταστάσεις.
Ποιες συνθήκες θεωρούνται απαραίτητες για τη συντελεστική εξαρτημένη μάθηση;
Υπάρχουν τρεις συνθήκες - κλειδιά για την επίτευξη της συντελεστικής εξαρτημένης μάθησης.
- Ο ενισχυτής πρέπει να ακολουθεί την αντίδραση.
“Ενισχυτές” που προηγούνται μιας αντίδρασης σπανίως έχουν το οποιοδήποτε αποτέλεσμα στην αντίδραση. - Ιδανικά, ο ενισχυτής θα πρέπει να ακολουθεί αμέσως.
- Ο ενισχυτής πρέπει να εξαρτάται από την αντίδραση.
Ιδανικά, ο ενισχυτής πρέπει να παρουσιάζεται μετά την επιθυμητή αντίδραση αποκλειστικά - πρέπει δηλαδή να είναι εξαρτώμενος από την αντίδραση.
Σε τι διαφέρει η κλασική εξαρτημένη μάθηση από τη συντελεστική εξαρτημένη μάθηση;
Κλασσική Εξαρτημένη Μάθηση
♦ Αποτέλεσμα σύνδεσης δύο ερεθισμάτων: ένα ανεξάρτητο κι ένα αρχικά ουδέτερο, που μετατρέπεται σε εξαρτημένο.
♦ Ο οργανισμός μαθαίνει μια νέα, εξαρτημένη αντίδραση απέναντι στο εξαρτημένο ερέθισμα.
♦ Ακούσια: Προκαλούμενη από ένα ερέθισμα
Συντελεστική Εξαρτημένη Μάθηση
♦ Μια αντίδραση ακολουθείται από ένα ενισχυτικό ερέθισμα.
♦ Ο οργανισμός συσχετίζει μια αντίδραση με ένα συγκεκριμένο επακόλουθο, αποκτώντας έτσι μια σύνδεση Αντίδρασης - Ερεθίσματος Ενίσχυσης.
♦ Εκούσια: Προκαλούμενη από τον οργανισμού (εξού και ο όρος συντελεστική).
Ποιες μορφές μπορεί να λάβει η ενίσχυση;
Μπορούμε να διακρίνουμε δύο κύριες κατηγορίες ενισχυτών: πρωτογενείς και δευτερογενείς. Παράλληλα, υποστηρίζεται ότι η ενίσχυση μπορεί να είναι είτε θετική είτε αρνητική.
Πρωτογενής ενισχυτής
Ικανοποιεί μια έμφυτη, ενδεχομένως βιολογική ανάγκη ή επιθυμία. Τέτοιοι ενισχυτές είναι απαραίτητοι για τη σωματική ευρωστία (π.χ. φαγητό, νερό, ζεστασιά).
Δευτερογενής ενισχυτής
Αλλιώς εξαρτημένος ενισχυτής. Ένα ερέθισμα που ήταν προηγουμένως ουδέτερο και κατέληξε να ενισχύει ένα μαθητή μέσω της επαναλαμβανόμενης σύνδεσης του με έναν άλλο ενισχυτή (π.χ. έπαινος, καλοί βαθμοί, χρήματα).
► Οι δευτερογενείς ενισχυτές αποκτούν την ενισχυτική τους αξία:
- είτε μέσω της κλασικής εξαρτημένης μάθησης: Ένα αρχικά ουδέτερο ερέθισμα συνδέεται με έναν ήδη υπάρχοντα ενισχυτή, ο οποίος προκαλεί ένα συναίσθημα ικανοποίησης, με αποτέλεσμα να αρχίζει η πρόκληση της ίδιας εκείνης αίσθησης ικανοποίησης.
- είτε θεωρείται ότι οι δευτερογενείς ενισχυτές παρέχουν πληροφορίες τέτοιες που προειδοποιούν ότι ακολουθεί ένας πρωτογενής ενισχυτής.
Θετική Ενίσχυση
Η θετική ενίσχυση προϋποθέτει την παρουσίαση του ερεθίσματος μετά την αντίδραση και μπορεί να λάβει πολλές μορφές. Έχουμε εξωγενείς ενισχυτές, που παρέχονται από το εξωτερικό περιβάλλον και ενδογενείς ενισχυτές που αποτελούν εσωτερικές διαδικασίες του μαθητή. Ειδικότερα, γνωρίζουμε τους παράκτω ενισχυτές:
♦ Υλικοί Ενισχυτές
Πρόκειται συνήθως για ένα απτό αντικείμενο. Ύστατο εργαλείο στα χέρια των εκπαιδευτικών του σχολείου.
♦ Κοινωνικοί Ενισχυτές
Μια χειρονομία ή ένα σήμα που δείχνει θετική αναγνώριση. Η ένδειξη προσοχής ή ενδιαφέροντος και η αποδοχή από το φιλικό περιβάλλον συνιστούν επίσης συχνά συμπεριφορές εξαιρετικά ενισχυτικές.
♦ Ενισχυτές Δραστηριοτήτων
Μια ευκαιρία προκειμένου να εμπλακούμε σε μια αγαπημένη δραστηριότητα. Αρχή του Premack - Όταν μια ευκαιρία για μια αντίδραση υψηλής συχνότητας εξαρτάται από μια προηγούμενη αντίδραση χαμηλής συχνότητας, η πιο συχνά εκδηλούμενη αντίδραση θα αυξήσει τη συχνότητα της λιγότερο συχνά εμφανιζόμενης αντίδρασης. Δηλαδή, εμπλοκή των μαθητών σε λιγότερο επιθυμητές, αλλά εκπαιδευτικές- απαραίτητες δραστηριότητες για να εμπλακούν έπειτα σε περισσότερες επιθυμητές.
♦ Συμβολικοί Ενισχυτές
Ένα μικρό ασήμαντο αντικείμενο που ένας μαθητής μπορεί να συλλέξει χρησιμοποιώντας έπειτα για να “αγοράσει” επιθυμητά αντικείμενα ή άλλα προνόμια.
♦ Θετική Ανατροφοδότηση
Καμιά φορά, οι υλικοί και κοινωνικοί ενισχυτές βελτιώνουν τη σχολική συμπεριφορά, οδηγώντας σε μια πληρέστερη κατανόση των σχολικών δεξιοτήτων, γιατί περνούν το μήνυμα πως η επίδοση των μαθητών είανι καλή ή πως η εκπαίδευση τους σημείωνει πρόοδο. Η ανατροφοδότηση αυτή γίνεται εξαιρετικά αποτελεσματική όταν μπορεί να μεταδώσει τι έχουν και τι δεν έχουν μάθει οι μαθητές, κατώς και όταν τους προσφέρει καθοδήγηση γύρω από το πως μπορούν να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους.
♦ Ενδογενείς Ενισχυτές
Εσωτερικά, καλά συναισθήματα που επιφέρουν αποτέλεσμα στους μαθητές κι ενισχύουν τις “καλές” αντιδράσεις τους. Η ιδέα των εσωτερικών ενισχυτών δεν ταιριάζει με τον παραδοσιακό συμπεριφορισμό που ασχολείται με απτά, εξωτερικά γεγονότα. Όμως, για πολλούς μαθητές οι αληθινοί ενισχυτές είναι μάλλον οι εσωτερικοί, που ακολουθούν την εκπλήρωση των στόχων τους (αίσθημα επιτυχίας, περηφάνια κτλπ.).
!!! Τόσο η θετική ανατροφοδότηση, όσο και η εσωτερική ενίσχυση που αυτή επιφέρει αποτελούν πιθανώς τις πιο παραγωγικές μορφές ενίσχυσης μέσα στη σχολική τάξη.
Αρνητική Ενίσχυση
Αυξάνει μια αντίδραση μέσω της απομάκρυνσης ενός συνήθως αποστροφικού ή δυσάρεστου ερεθίσματος. Δεν πρόκειται για αξιολογική κρίση, ούτε σημαίνει την ανάμειξη μιας ανεπιθύμητης συμπεριφοράς. Αναφέρεται απλώς στο γεγονός πώς κάτι απομακρύνεται από την κατάσταση. π.χ. η απομάκρυνση των ενοχών ή του άγχους μπορεί να είναι ένας πολύ ισχυρός αρνητικός ενισχυτής.
♦ Η αρνητική ενίσχυση ίσως εξηγεί πολλές συμπεριφορές διαφυγής, δηλαδή συμπεριφορές που αξιοποιούν οι ανθρώπινοι και μη οργανισμοί για να διαφύγουν μιας κατάστασης. π.χ. “Δε το έκανα εγώ.”, “Ο σκύλος μου έφαγε την εργασία!”.
Πώς αποκτούν οι δευτερογενείς ενισχυτές την ενισχυτική τους αξία;
Οι δευτερογενείς ενισχυτές αποκτούν την ενισυτική τους αξία:
- είτε μέσω της κλασικής εξαρτημένης μάθησης: Ένα αρχικά ουδέτερο ερέθισμα συνδέεται με έναν ήδη υπάρχοντα ενισχυτή, ο οποίος προκαλεί ένα συναίσθημα ικανοποίησης, με αποτέλεσμα να αρχίζει η πρόκληση της ίδιας εκείνης αίσθησης ικανοποίησης.
- είτε θεωρείται ότι οι δευτερογενείς ενισχυτές παρέχουν πληροφορίες τέτοιες που προειδοποιούν ότι ακολουθεί ένας πρωτογενής ενισχυτής.
Πώς μπορούμε να εφαρμόσουμε θετική και αρνητική ενίσχυση αντίστοιχα;
Θετική Ενίσχυση
Η θετική ενίσχυση προϋποθέτει την παρουσίαση του ερεθίσματος μετά την αντίδραση και μπορεί να λάβει πολλές μορφές. Έχουμε εξωγενείς ενισχυτές, που παρέχονται από το εξωτερικό περιβάλλον και ενδογενείς ενισχυτές που αποτελούν εσωτερικές διαδικασίες του μαθητή. Ειδικότερα, γνωρίζουμε τους παράκτω ενισχυτές:
♦ Υλικοί Ενισχυτές
Πρόκειται συνήθως για ένα απτό αντικείμενο. Ύστατο εργαλείο στα χέρια των εκπαιδευτικών του σχολείου.
♦ Κοινωνικοί Ενισχυτές
Μια χειρονομία ή ένα σήμα που δείχνει θετική αναγνώριση. Η ένδειξη προσοχής ή ενδιαφέροντος και η αποδοχή από το φιλικό περιβάλλον συνιστούν επίσης συχνά συμπεριφορές εξαιρετικά ενισχυτικές.
♦ Ενισχυτές Δραστηριοτήτων
Μια ευκαιρία προκειμένου να εμπλακούμε σε μια αγαπημένη δραστηριότητα. Αρχή του Premack - Όταν μια ευκαιρία για μια αντίδραση υψηλής συχνότητας εξαρτάται από μια προηγούμενη αντίδραση χαμηλής συχνότητας, η πιο συχνά εκδηλούμενη αντίδραση θα αυξήσει τη συχνότητα της λιγότερο συχνά εμφανιζόμενης αντίδρασης. Δηλαδή, εμπλοκή των μαθητών σε λιγότερο επιθυμητές, αλλά εκπαιδευτικές- απαραίτητες δραστηριότητες για να εμπλακούν έπειτα σε περισσότερες επιθυμητές.
♦ Συμβολικοί Ενισχυτές
Ένα μικρό ασήμαντο αντικείμενο που ένας μαθητής μπορεί να συλλέξει χρησιμοποιώντας έπειτα για να “αγοράσει” επιθυμητά αντικείμενα ή άλλα προνόμια.
♦ Θετική Ανατροφοδότηση
Καμιά φορά, οι υλικοί και κοινωνικοί ενισχυτές βελτιώνουν τη σχολική συμπεριφορά, οδηγώντας σε μια πληρέστερη κατανόση των σχολικών δεξιοτήτων, γιατί περνούν το μήνυμα πως η επίδοση των μαθητών είανι καλή ή πως η εκπαίδευση τους σημείωνει πρόοδο. Η ανατροφοδότηση αυτή γίνεται εξαιρετικά αποτελεσματική όταν μπορεί να μεταδώσει τι έχουν και τι δεν έχουν μάθει οι μαθητές, κατώς και όταν τους προσφέρει καθοδήγηση γύρω από το πως μπορούν να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους.
♦ Ενδογενείς Ενισχυτές
Εσωτερικά, καλά συναισθήματα που επιφέρουν αποτέλεσμα στους μαθητές κι ενισχύουν τις “καλές” αντιδράσεις τους. Η ιδέα των εσωτερικών ενισχυτών δεν ταιριάζει με τον παραδοσιακό συμπεριφορισμό που ασχολείται με απτά, εξωτερικά γεγονότα. Όμως, για πολλούς μαθητές οι αληθινοί ενισχυτές είναι μάλλον οι εσωτερικοί, που ακολουθούν την εκπλήρωση των στόχων τους (αίσθημα επιτυχίας, περηφάνια κτλπ.).
!!! Τόσο η θετική ανατροφοδότηση, όσο και η εσωτερική ενίσχυση που αυτή επιφέρει αποτελούν πιθανώς τις πιο παραγωγικές μορφές ενίσχυσης μέσα στη σχολική τάξη.
Αρνητική Ενίσχυση
Αυξάνει μια αντίδραση μέσω της απομάκρυνσης ενός συνήθως αποστροφικού ή δυσάρεστου ερεθίσματος. Δεν πρόκειται για αξιολογική κρίση, ούτε σημαίνει την ανάμειξη μιας ανεπιθύμητης συμπεριφοράς. Αναφέρεται απλώς στο γεγονός πώς κάτι απομακρύνεται από την κατάσταση. π.χ. η απομάκρυνση των ενοχών ή του άγχους μπορεί να είναι ένας πολύ ισχυρός αρνητικός ενισχυτής.
♦ Η αρνητική ενίσχυση ίσως εξηγεί πολλές συμπεριφορές διαφυγής, δηλαδή συμπεριφορές που αξιοποιούν οι ανθρώπινοι και μη οργανισμοί για να διαφύγουν μιας κατάστασης. π.χ. “Δε το έκανα εγώ.”, “Ο σκύλος μου έφαγε την εργασία!”.