Chapter11_Updated_Detailed_Flashcards_ACS_Greek
Ερώτηση
Απάντηση
Ποια είναι η αρχική διαχείριση για έναν ασταθή ασθενή με ταχυαρρυθμία;
Η διαχείριση PEA και ασυστολίας περιλαμβάνει CPR υψηλής ποιότητας, χορήγηση αδρεναλίνης κάθε 3-5 λεπτά, και ταχεία αντιμετώπιση αναστρέψιμων αιτίων (4H/4T). Η επιβεβαίωση της απουσίας σφυγμού είναι κρίσιμη πριν τη διάγνωση ασυστολίας. Η συνεχής παρακολούθηση ECG βοηθά στην ανίχνευση οποιουδήποτε οργανωμένου ρυθμού που μπορεί να απαιτεί διαφορετική προσέγγιση.
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά των βραδυαρρυθμιών και πώς αντιμετωπίζονται;
Οι ταχυκαρδίες με στενά QRS (<120 ms) περιλαμβάνουν SVT και AF με ταχεία αγωγή. Αντιμετωπίζονται με βαγοτονικούς χειρισμούς, αδενοσίνη, ή φάρμακα όπως βεραπαμίλη και β-αναστολείς. Οι ταχυκαρδίες με ευρέα QRS (≥120 ms) μπορεί να είναι VT ή SVT με ανώμαλη αγωγή και απαιτούν διαφορετική φαρμακευτική ή ηλεκτρική θεραπεία.
Πότε ενδείκνυται η χρήση αδενοσίνης για ταχυκαρδία;
Η υποκαλιαιμία μπορεί να προκαλέσει παράταση QT και κοιλιακές αρρυθμίες όπως torsades de pointes. Η υπερκαλιαιμία επηρεάζει το ECG με αιχμηρά κύματα T, ευρέα QRS, και καταστολή της ηλεκτρικής δραστηριότητας. Η θεραπεία περιλαμβάνει διόρθωση ηλεκτρολυτών, όπως χορήγηση καλίου, γλυκονικό ασβέστιο ή ινσουλίνη με γλυκόζη.
Ποια είναι τα σημάδια ασυστολίας στο ECG και ποια η διαχείρισή της;
Αντιαρρυθμικά όπως η αμιωδαρόνη μπορούν να προκαλέσουν πνευμονική ίνωση ή ηπατοτοξικότητα. Η λιδοκαΐνη μπορεί να προκαλέσει νευρολογικά συμπτώματα, ενώ φάρμακα όπως το dofetilide παρατείνουν QT, αυξάνοντας τον κίνδυνο torsades de pointes. Η τακτική παρακολούθηση ECG και ηλεκτρολυτών είναι απαραίτητη.
Ποια φάρμακα είναι κατάλληλα για τη διαχείριση κολπικής μαρμαρυγής σε ACS;
Η πολύμορφη VT (π.χ., torsades de pointes) χαρακτηρίζεται από κυματοειδές ECG με εναλλαγές QRS. Αντιμετωπίζεται με απινίδωση εάν είναι ασυσφιγμική, χορήγηση μαγνησίου, και διόρθωση ηλεκτρολυτικών ανωμαλιών. Σε περιπτώσεις που οφείλονται σε QT παράταση, η διακοπή αντιαρρυθμικών είναι κρίσιμη.
Ποια είναι η διαφορά μεταξύ ασυστολίας και PEA;
Η ασυστολία χαρακτηρίζεται από πλήρη απουσία ηλεκτρικής δραστηριότητας στο ECG, ενώ στην PEA υπάρχει οργανωμένος ηλεκτρικός ρυθμός χωρίς μηχανική καρδιακή παροχή. Η διαχείριση είναι παρόμοια με CPR και διόρθωση αιτίων.
Ποια είναι τα βήματα για τη συγχρονισμένη καρδιομετατροπή σε ασταθή ταχυαρρυθμία;
Η συγχρονισμένη καρδιομετατροπή περιλαμβάνει εφαρμογή ηλεκτρικού σοκ συγχρονισμένου με το κύμα R του QRS, χρησιμοποιώντας αρχική ενέργεια 50-100 Joules για υπερκοιλιακές ταχυκαρδίες και 100-200 Joules για VT με σφυγμό.
Ποια είναι η διαχείριση κοιλιακής ταχυκαρδίας χωρίς σφυγμό (pVT);
Η pVT αντιμετωπίζεται με άμεση απινίδωση και CPR. Φάρμακα όπως η αμιωδαρόνη μπορούν να χρησιμοποιηθούν για σταθεροποίηση εάν συνεχίζεται η αρρυθμία.
Ποιος είναι ο ρόλος των βαγοτονικών χειρισμών στις υπερκοιλιακές ταχυκαρδίες;
Οι βαγοτονικοί χειρισμοί όπως ο ελιγμός Valsalva διεγείρουν το πνευμονογαστρικό νεύρο, επιβραδύνοντας την καρδιακή αγωγή και τερματίζοντας υπερκοιλιακές ταχυκαρδίες σε 20-40% των περιπτώσεων.
Πώς διακρίνονται οι ταχυκαρδίες με στενά QRS από τις ταχυκαρδίες με ευρέα QRS;
Οι ταχυκαρδίες με στενά QRS (<120 ms) προέρχονται από υπερκοιλιακές περιοχές, ενώ οι ευρέα QRS (≥120 ms) μπορεί να υποδηλώνουν κοιλιακή αρρυθμία ή ανώμαλη αγωγή μέσω του δεματίου His.
Ποια είναι η σημασία της μαγνησίας σε αρρυθμίες όπως torsades de pointes;
Η μαγνησία είναι αποτελεσματική σε torsades de pointes και αρρυθμίες που σχετίζονται με υπομαγνησιαιμία. Βοηθά στη σταθεροποίηση της ηλεκτρικής δραστηριότητας του μυοκαρδίου.
Ποια είναι τα σημεία που δείχνουν ανάγκη για άμεση απινίδωση;
Σημάδια όπως VF, pVT ή επιμονή σε ταχυαρρυθμία με ασταθή αιμοδυναμική απαιτούν άμεση απινίδωση.
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του ECG σε πολυμορφική κοιλιακή ταχυκαρδία;
Η πολυμορφική κοιλιακή ταχυκαρδία χαρακτηρίζεται από συνεχείς αλλαγές στο σχήμα και μέγεθος του QRS. Συχνά συνδέεται με QT παράταση και υποκείμενες ηλεκτρολυτικές διαταραχές.
Πώς αντιμετωπίζεται η βραδυκαρδία που δεν ανταποκρίνεται στην ατροπίνη;
Εάν η βραδυκαρδία δεν ανταποκρίνεται στην ατροπίνη, ενδείκνυται διαδερμική βηματοδότηση, ενώ εναλλακτικά χρησιμοποιούνται φάρμακα όπως η δοπραμίνη ή η αδρεναλίνη.