Ch 9: Η ΠΑΝΗΓΥΡΙΣ (α) Flashcards

1
Q

participles

A
How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
2
Q

Participles in this chapter

A
How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
3
Q

η στοα
της στοας

A

the walkway

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
4
Q

πειναω, πεινωσιν

A

i hunger, they hunger

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
5
Q

ἐναντίος, ἐναντία, ἐναντίον

A

opposite

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
6
Q

σκοτεινός, σκοτεινή, σκοτεινόν

A

that has no light : dark

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
7
Q

τὸ ἄγαλμα, τοῦ ἀλγάλματος

A

image, statue

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
8
Q

ὁ ἀλλᾶς, τοῦ ἀλλᾶντος
τους αλλαντας

A

sausage

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
9
Q

ὠθίζει (ὠθίζομαι)

A

i push

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
10
Q

ὁ αλλαντοπωλης
του αλλαντοπωλου

A

the vendor

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
11
Q

ενοπλιος, ενοπλιον

A

armored

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
12
Q

ὠνεῖται (ὠνέομαι)

A

he buys, i buy

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
13
Q

πίνει (πίνω, a: ἔπιον )

A

i drink

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
14
Q

τὰ ὤνια, τῶν ὠνίων

A

produce

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
15
Q
A

participles

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
16
Q
A

Participles in this chapter

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
17
Q

the walkway

A

η στοα
της στοας

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
18
Q

i hunger, they hunger

A

πειναω, πεινωσιν

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
19
Q

opposite

A

ἐναντίος, ἐναντία, ἐναντίον

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
20
Q

that has no light : dark

A

σκοτεινός, σκοτεινή, σκοτεινόν

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
21
Q

image, statue

A

τὸ ἄγαλμα, τοῦ ἀλγάλματος

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
22
Q

sausage

A

ὁ ἀλλᾶς, τοῦ ἀλλᾶντος
τους αλλαντας

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
23
Q

i push

A

ὠθίζει (ὠθίζομαι)

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
24
Q

the vendor

A

ὁ αλλαντοπωλης
του αλλαντοπωλου

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
25
armored
ενοπλιος, ενοπλιον
26
he buys, i buy
ὠνεῖται (ὠνέομαι)
27
i drink
πίνει (πίνω, a: ἔπιον )
28
the goods, the wares, produce
τὰ ὤνια, τῶν ὠνίων
29
τὸ δόρυ, τοῦ δόρατος
spear
30
τὸ ἱερόν, τοῦ ἱεροῦ
temple
31
ἡ πομπή, τῆς πομπῆς
escort, procession
32
τὰ προπύλαια, τῶν προπυλαίων
before the gate
33
οἱ τεκόντες, τῶν τεκόντων
parents
34
ἀνέχει (ἀνέχω, f: ἀνέξω, a: ἀνέσχον)
hold up
35
εἰσκαλεῖ (εἰσκαλέω, a: εἰσεκάλεσα)
to call someone
36
καθίζεται (καθίζομαι)
sit
37
καθορᾷ (καθοράω, a: κατεῖδον)
to look downwards
38
κοσμεῖ (κοσμέω)
to bring order or beauty to something: orders, arranges
39
λάμπεται (λάμπομαι)
shines
40
πεινῇ (πεινάω, f: πεινήσω, a: ἐπείνησα)
is hungry
41
συλλέγεται (συλλέγομαι)
collect
42
(τὸ χρῆμα, τοῦ χρήματος)
money
43
η εικων της εικονος
image
44
ειμι
ὤν ουσα ον οντος ουσης οντος
45
καλλιστος, καλλιστη, καλλιστον
bellissimo
46
relative pronoun neuter nominative plural
47
η ασπις της ασπιδος
the shield
48
ανεχω
αιρω
49
εισω
ενδον εντος
50
οργιλως εχει
χαλεπαινει αγαναχτει
51
ἕτοιμος, ἑτοίμη, ἕτοιμον
ready, prepared
52
ἥσυχος, ἥσυχος, ἥσυχον
silent
53
τελευταῖος, τελευταία, τελευταῖον
last
54
ἄριστος, ἀρίστη, ἄριστον
noble
55
ἐκποδών
split, away from
56
χαμαί
on the ground
57
ὥστε
so that
58
τὸ κρέας, τοῦ κρέατος
meat, flesh
59
ὁ βοτρυς, του βοτρυος
Grapes
60
το κανουν, του κανου, τα κανα
basket
61
ο μετοικος, του μετοικου
Foreigner residing in Athens
62
το σκαφιον, του σκαφιου
the bowl
63
ο ὑπηρέτης, του υπηρετου
slave, servant
64
ο ιερευς, του ιερεως
priest
65
αυξανω
πληθυνω
66
ὁ δημος, του δημου
the people
67
το ιερειον, του ιερειου
animal sacrifice
68
κατατεμνουσιν
they slice, they cut
69
σπενδω, σπενδει
i make a drink offering, he makes drink offering
70
κωμαζουσιν, κωμαζειν
they revel, to revel
71
spear
τὸ δόρυ, τοῦ δόρατος
72
temple
τὸ ἱερόν, τοῦ ἱεροῦ
73
escort, procession
ἡ πομπή, τῆς πομπῆς
74
before the gate
τὰ προπύλαια, τῶν προπυλαίων
75
parents
οἱ τεκόντες, τῶν τεκόντων
76
hold up
ἀνέχει (ἀνέχω, f: ἀνέξω, a: ἀνέσχον)
77
to call someone
εἰσκαλεῖ (εἰσκαλέω, a: εἰσεκάλεσα)
78
sit
καθίζεται (καθίζομαι)
79
to look downwards
καθορᾷ (καθοράω, a: κατεῖδον)
80
to bring order or beauty to something: orders, arranges
κοσμεῖ (κοσμέω)
81
shines
λάμπεται (λάμπομαι)
82
is hungry
πεινῇ (πεινάω, f: πεινήσω, a: ἐπείνησα)
83
collect
συλλέγεται (συλλέγομαι)
84
money
(τὸ χρῆμα, τοῦ χρήματος)
85
image
η εικων της εικονος
86
ὤν ουσα ον οντος ουσης οντος
ειμι
87
bellissimo
καλλιστος, καλλιστη, καλλιστον
88
relative pronoun neuter nominative plural
89
the shield
η ασπις της ασπιδος
90
αιρω
ανεχω
91
ενδον εντος
εισω
92
χαλεπαινει αγαναχτει
οργιλως εχει
93
ready, prepared
ἕτοιμος, ἑτοίμη, ἕτοιμον
94
silent
ἥσυχος, ἥσυχος, ἥσυχον
95
last
τελευταῖος, τελευταία, τελευταῖον
96
noble
ἄριστος, ἀρίστη, ἄριστον
97
split, away from
ἐκποδών
98
on the ground
χαμαί
99
so that
ὥστε
100
meat, flesh
τὸ κρέας, τοῦ κρέατος
101
Grapes
ὁ βοτρυς, του βοτρυος
102
basket
το κανουν, του κανου, τα κανα
103
Foreigner residing in Athens
ο μετοικος, του μετοικου
104
the bowl
το σκαφιον του σκαφιου
105
slave, servant
ο ὑπηρέτης, του υπηρετου
106
priest
ο ιερευς, του ιερεως
107
πληθυνω
αυξανω
108
the people
ὁ δημος, του δημου
109
animal sacrifice
το ιερειον, του ιερειου
110
they slice, they cut
κατατεμνουσιν
111
i make a drink offering, he makes drink offering
σπενδω, σπενδει
112
they revel, to revel
κωμαζουσιν, κωμαζειν
113
ανεωγμεναι
it opens
114
πωλέω
i sell
115
ὁ ἱερευς, του ἱερεως
the priest
116
εὐφημεῖ (εὐφημέω)
ησυχαζετε, σιγατε
117
ο γερων, του γεροντος
old man.
118
προςηκει
it is fitting
119
τεμνω, τεμνει
i cut, he cuts
120
παρα + δατ
προς + δατ
121
δοκεῖ (δοκέω, a: ἔδοξε)
imagines, seems
122
διηγεῖται (διηγέομαι)
εξηγεομαι
123
τάδε
these things, this
124
γεροντα ιερεα
old man, acc
125
γηράσκει (γηράσκω)
γερων γιγνομαι
126
απιθι
απ-ιθι!
127
ἡ θυσια (της θυσιας)
offering, sacrifice.
128
διαιρεῖ (διαιρέω, f: διαιρήσω, a: διεῖλον, ap: διῃρέθην)
i split they split
129
τέρπεται (τέρπομαι, f: τέρψομαι, a: ἐτερψάμην, ap: ἐτέρφθην)
χαιρω
130
η δαις (της δαιτος)
feast, banquet
131
οικτιρουσι
they pity
132
τὸ ὄναρ, τοῦ ὀνείρατος
dream
133
πολιουχος, ον,
guardian.