Vocabularium II (4.6-4.10) Flashcards
ἄλλος
ἄλλη, ἄλλο (een) ander
τὸ ὄρος
ὄρους het gebergte, de berg
τὸ πῦρ
πυρός het vuur
ἡ χείρ
χειρός de hand
ὁ φονεύς
φονέως de moordenaar
κράτιστος
κρατίστη, κράτιστον (sup.) zeer sterk, sterkst
ἡ ναῦς
νεώς het schip
τὸ δέρμα
δέρματος de huid
σοφός
σοφή, σοφόν wijs, verstandig
ἕτερος
ἑτέρα, ἕτερον een ander; met lidw.: de andere (van
ὁ βασιλεύς
βασιλέως de koning
πολύς
πολλή, πολύ veel, talrijk
ὁ/ἡ βούς
βοός het rund, de os, de koe
πονηρός
πονηρά, πονηρόν schadelijk, slecht
ῥᾷστος
ῥᾴστη, ῥᾷστον (sup.) zeer gemakkelijk, gemakkelijkst
τὸ ἔθνος
ἔθνους het volk
κρείττων
κρείττων, κρεῖττον (comp.) sterker
ἡ δύναμις
δυνάμεως de macht, de kracht, het leger
εἷς
μία, ἕν (hfdtelw.) één
τὸ σῶμα
σώματος het lichaam
μακρός
μακρά, μακρόν lang, groot
βέλτιστος
βελτίστη, βέλτιστον (sup.) zeer mooi, mooist
πόσος;
πόση; πόσον; hoe groot?
ὁ/ἡ κύων
κυνός de hond
τὸ πάθος
πάθους het leed, de tegenslag
τοιόσδε
τοιάδε, τοιόνδε zodanig, zulk, zo’n
ὑγιής
ὑγιής, ὑγιές gezond
ἀνδρεῖος
ἀνδρεία, ἀνδρεῖον dapper
ἡ ὕβρις
ὕβρεως de overmoed
ὁμοῖος
ὁμοῖα, ὁμοῖον (+ dat.) gelijk (aan), gelijkend (op)
μικρός
μικρά, μικρόν kort, klein
τὸ πλῆθος
πλήθους de menigte
ἕτοιμος
ἑτοίμη, ἕτοιμον (+inf.) gereed, bereid te
τὸ τέλος
τέλους het einde, het doel
ἰσχυρός
ἰσχυρά, ἰσχυρόν sterk
ἡ πρᾶξις
πράξεως de zaak, de daad
πολλοί
πολλαί, πολλά veel, talrijk
τοιοῦτος
τοιαύτη, τοιοῦτο zodaning, zulk, zo’n
ὕστερος
ὑστέρα, ὕστερον later, volgend
μόνος
μόνη, μόνον alleen, enig
τὸ στόμα
στόματος de mond, de monding
πλεῖστος
πλείστη, πλεῖστον (sup.) zeer veel, meest
δίκαιος
δικαία, δίκαιον rechtvaardig
ὁ/ἡ ὄρνις
ὄρνιθος de vogel
τὸ μέρος
μέρους het deel
τὸ κέρδος
κέρδους de winst, het voordeel
τὸ κτήμα
κτήματος het bezit
τὸ πρᾶγμα
πράγματος de handeling, de zaak; mv.: de toestand
δυνατός
δυνατή, δυνατόν machtig, mogelijk
ποῖος;
ποία; ποῖον; hoe(danig)?, welk?
τὸ χρῆμα
χρήματος het voorwerp; mv.: de rijkdom, het geld
ἀσθενής
ἀσθενής, ἀσθενές zwak, ziek
αἰσχρός
αἰσχρά, αἰσχρόν schandelijk, lelijk
κακός
κακή, κακόν slecht
ἐλεύθερος
ἐλευθέρα, ἐλεύθερον vrij
νέος
νέα, νέον nieuw, jong
εὐδαίμων
εὐδαίμων, εὔδαιμον gelukkig
ῥᾴων
ῥᾴων, ῥᾷον (comp.) gemakkelijker
τὸ γόνυ
γόνατος de knie
τὸ ἔπος
ἔπους het woord, het verhaal
ἀφανής
ἀφανής, ἀφανές onzichtbaar
γυμνός
γυμνή, γυμνόν naakt, onbeschut
θερμός
θερμή, θερμόν warm, heet
λευκός
λευκή, λευκόν wit
ἡ φύσις
φύσεως de natuur, de werkelijkheid
βελτίων
βελτίων, βέλτιον (comp.) mooier
οὐδείς
οὐδεμία, οὐδέν zelfst.: niemand, niets; bijv.: geen
μέλας
μέλαινα, μέλαν zwart
θεῖος
θεία, θεῖον goddelijk
μέγας
μεγάλη, μέγα groot
τὸ ψεῦδος
ψεύδους de leugen
πρότερος
προτέρα, πρότερον eerder, vroeger
ἄξιος
ἀξία, ἄξιον (+ gen.) waard, waardig
ἅπας
ἅπασα, ἅπαν geheel en al; mv.: alle(n) samen
ἀγαθός
ἀγαθή, ἀγαθόν goed, edel
ἡ τάξις
τάξεως de slagorde, de rangschikking
καινός
καινή, καινόν nieuw
μέσος
μέση, μέσον in het midden, middelste
ἡ τριήρης
τριήρεος het oorlogschip met drie rijen roeiers,
de drieriemer
τὸ γράμμα
γράμματος de letter; mv.: het boek, het geschrift
τὸ ὕδωρ
ὕδατος het water
εὔνους
εὔνους, εὔνουν welgezind, genegen
ὀλίγος
ὀλίγη, ὀλίγον weinig
ὁ ἱππεύς
ἱππέως de ruiter
τὸ τεῖχος
τείχους de stadsmuur
ἔνιοι
ἔνιαι, ἔνια sommige(n), enige(n)
βάρβαρος
βάρβαρος, βάρβαρον niet-Grieks, buitenlands
τὸ αἷμα
αἵματος het bloed
τὸ ἔτος
ἔτους het jaar
ἀθάνατος
ἀθάνατος, ἀθάνατον onsterfelijk
μηδείς
μηδεμία, μηδέν zelfst.: niemand, niets; bijv.: geen
σώφρων
σώφρων, σῶφρον verstandig, gematigd
πρῶτος
πρώτη, πρῶτον eerste
πᾶς
πᾶσα, πᾶν ieder, geheel; mv.: alle(n)
καλός
καλή, καλόν mooi
ἱκανός
ἱκανή, ἱκανόν (+ inf.) voldoende, in staat (te)
ὁ/ἡ παῖς
παιδός het kind
χρυσοῦς
χρυσῆ, χρυσοῦν gouden
τὸ νέκταρ
νέκταρος de nectar
ἄδικος
ἄδικος, ἄδικον onrechtvaardig
ξένος
ξένη, ξένον vreemd
ὅλος
ὅλη, ὅλον geheel
δεινός
δεινή, δεινόν verschrikkelijk, ontzagwekkend
ἑκών
ἑκοῦσα, ἑκόν vrijwillig
τὸ μάθημα
μαθήματος de wetenschap, het onderricht
πλήρης
πλήρης, πλῆρες (+ gen.) vol (van)
ἐχθρός
ἐχθρά, ἐχθρόν vijandig
σαφής
σαφής, σαφές duidelijk, zeker
χρήσιμος
χρήσιμος/χρησίμη, χρήσιμον nuttig
κενός
κενή, κενόν leeg
μέγιστος
μεγίστη, μέγιστον zeer groot, grootst
ῥᾴδιος
ῥᾳδία, ῥᾴδιον gemakkelijk
τὸ στράτευμα
στρατεύματος het leger
ὀρθός
ὀρθή, ὀρθόν recht, juist
ἡ κρίσις
κρίσεως de beslissing, het oordeel
πλεῖστος
πλείστη, πλεῖστον (sup.) zeer veel, meest
ἱερός
ἱερά, ἱερόν heilig
δυστυχής
δυστυχής, δυστυχές ongelukkig
αἴτιος
αἰτία, αἴτιον (+ gen.) verantwoordelijk (voor), schuldig (aan)
ἀκριβής
ἀκριβής, ἀκριβές nauwkeurig, zorgvuldig
ἕκαστος
ἑκάστη, ἕκαστον elk, ieder
τὸ ἄνθος
ἄνθους de bloem
χαλεπός
χαλεπή, χαλεπόν moeilijk, lastig
ἀληθής
ἀληθής, ἀληθές waar
τὸ ὄνομα
ὀνόματος de naam
τὸ οὖς
ὠτός het oor
ἀσφαλής
ἀσφαλής, ἀσφαλές stevig, veilig
φρόνιμος
φρονίμη, φρόνιμον verstandig
ἄφρων
ἄφρων, ἄφρον dwaas
φανερός
φανερά, φανερόν zichtbaar, duidelijk
κοινός
κοινή, κοινόν gemeenschappelijk
ἀμφότεροι
ἀμφότεραι, ἀμφότερα beide
ἴδιος
ἰδία, ἴδιον eigen
ἡ πόλις
πόλεως de stad
ἐλάττων
ἐλάττων, ἔλαττον (comp.) minder talrijk