Verbs Passive - Imperative - Random Flashcards

1
Q

φαντάζομαι -

I imagine/suppose

A

φαντάσου - φανταστείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
2
Q

πετάγομαι -

I jump up/leap up

A

πετάξου - πεταχτείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
3
Q

συμβαίνει -

it happens/occurs

A
How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
4
Q

συναντιέμαι -

I meet

A

συναντήσου - συναντηθείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
5
Q

γεύομαι -

I taste/try

A

γέψου - γευτείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
6
Q

έρχομαι -

I come

A

έλα - ελάτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
7
Q

συνεννοούμαι -

I agree/come to an understanding/communicate

A

συνεννοήσου - συνεννοηθείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
8
Q

χαίρομαι -

I am glad

A

χαρείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
9
Q

σκέφτομαι -

I think

A

σκέψου - σκεφτείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
10
Q

παραπονιέμαι -

I complain

A

παραπονέσου - παραπονεθείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
11
Q

ξαφνιάζομαι -

I am taken aback

A

ξαφνιάσου - ξαφνιαστείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
12
Q

αγαπιέμαι -

I am loved

A

αγαπήσου - αγαπηθείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
13
Q

ερωτεύομαι -

I am loved/be in love with

A

ερωτεύσου - ερωτευτείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
14
Q

επισκέφτομαι (or π) -

I visit

A

επισκέψου - επισκεφτείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
15
Q

ξυρίζομαι -

I shave myself

A

ξυρίσου - ξυριστείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
16
Q

συνέρχομαι -

I recover

A

σύνελθε -συνέλθετε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
17
Q

καθαρίζομαι -

I become clean

A

καθαρίσου - καθαριστείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
18
Q

τραβιέμαι -

I am pulled

A

τραβήξου - τραβηχτείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
19
Q

παραιτούμαι -

I give up/quit/resign

A

παραιτήσου - παραιτηθείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
20
Q

θυμάμαι -

I remember

A

θυμήσου - θυμηθείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
21
Q

απασχολούμαι -

I am occupied with

A

απασχολήσου - απασχοληθείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
22
Q

εργάζομαι -

I work

A

εργάσου - εργαστείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
23
Q

ξεχνιέμαι -

I forget myself

A

ξεχάσου - ξεχαστείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
24
Q

μεταβιβάζομαι -

I be transferred

A

μεταβιβάσου - μεταβιβαστείτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
25
ζεσταίνομαι - | I become hot
ζεστάσου - ζεσταθείτε
26
ισχυρίζομαι - | I claim
ισχυρίσου - ισχυρίστειτε
27
παντρεύομαι - | I marry
παντρέψου - παντρευτείτε
28
βρίσκομαι - | I find myself/am situate
βρεθείτε
29
γίνομαι - | I become/happen
γίνου - γίνετε
30
συγκινούμαι - | I be moved/touched
συγκινήσου - συγκινηθείτε
31
επωφελούμαι - | I take advantage of
επωφελήσου - επωφεληθείτε
32
χρησιμοποιούμαι - | I use
χρησιμοποιήσου - χρησιμοποιηθείτε
33
ωφελούμαι - | I benefit from
ωφελήσου - ωφεληθείτε
34
αρνούμαι - | I deny/refuse
αρνήσου - αρνηθείτε
35
ζαλίζομαι - | I become sea-sick
ζαλίσου - ζαλιστείτε
36
αγκυλώνομαι - | I get stung
αγκυλώσου - αγκυλωθείτε
37
στερούμαι - | I lack/am deprived of
στερήσου - στερηθείτε
38
σχηματίζομαι - | I am formed
σχηματίσου - σχηματιστείτε
39
ικανοποιούμαι - | I am satisfied
ικανοποιήσου - ικανοποιηθείτε
40
ετοιμάζομαι - | I get myself ready
ετοιμάσου - ετοιμαστείτε
41
φταρνίζομαι - | I sneeze
φταρνίσου - φταρνιστείτε
42
βαριέμαι - | I am bored
βαρέσου - βαρεθείτε
43
φαίνομαι - | I seem/appear/look
φανού - φανείτε
44
πρόκειται - | it is about
---
45
δροσίζομαι - | I cool down, relieve thirst
δροσίσου - δροσιστείτε
46
κοιμάμαι - | I sleep
κοιμήσου - κοιμηθείτε
47
εξυπηρετούμαι - | I am attended/served
εξυπηρετήσου - εξυπηρετηθείτε
48
απαγορεύεται - | It is forbidden (3rd person - it)
απαγορεύσου - απαγορευτείτε
49
μπερδεύομαι - | I become confused
μπερδέψου - μπερδευτείτε
50
λέγομαι - | I am called/named
λέξου - λεχθείτε
51
φοριέμαι - | I am worn (usually 3rd Person)
φορέσου - φορεθείτε
52
κολακεύομαι - | I am flattered
κολακέψου - κολακευτείτε
53
προσαρμόζομαι - | adapt oneself
προσαρμόσου - προσαρμοστείτε
54
ρωτιέμαι - | I ask myself
ρωτήσου - ρωτηθείτε
55
κρύβομαι - | I hide myself
κρύψου - κρυφτείτε
56
δικαιολογούμαι - | I excuse myself
δικαιολογήσου - δικαιολογηθείτε
57
ενοχλούμαι - | I am annoyed/bothered
ενοχλήσου - ενοχληθείτε
58
ενδιαφέρομαι - | I am interested in
ενδιαφέρσου - ενδιαφερθείτε
59
υποδέχομαι - | I receive/greet
υποδέξου - υποδεχτείτε
60
εμφανίζομαι - | I appear/seem
εμφανίσου - εμφανιστείτε
61
αφοσιώνομαι - | I concentrate/dedicate myself
αφοσιώσου - αφοσιωθείτε
62
δανείζομαι - | I borrow
δανείσου - δανειστείτε
63
εξαρτιέμαι/ώμαι - | I depend on
εξαρτήσου - εξαρτηθείτε
64
φοβάμαι - | I fear
φοβήσου - φοβηθείτε
65
στηρίζομαι - | I rely/ support/ lean on
στηρίξου - στιριχτείτε
66
κλέβομαι - | I elope
κλέψου - κλεφτείτε
67
παραδέχομαι - | I admit/accept
παραδέξου - παραδεχτείτε
68
στενοχωριέμαι - | I worry/am worried
στεναχωρήσου - στενανχωρηθείτε
69
μπλέκομαι - | I get involved
μπλέξου - μπλεχτείτε
70
γεννιέμαι - | I am born
γεννήσου - γεννηθείτε
71
χασμουριέμαι - | I yawn
χασμουρήσου - χασμουρηθείτε
72
θλίβομαι - | I grieve/sadden
θλίβεστε
73
χάνομαι - | I get lost/disappear/perish
χάσου - χαθείτε
74
λυπάμαι - | I am sorry
λυπήσου - λυπηθείτε
75
βιάζομαι - | I am in a hurry
βιάσου - βιαστείτε
76
εξαφανίζομαι - | I disappear
εξαφανίσου - εξαφανιστείτε
77
μορφώνομαι - | I educate myself
μορφώσου - μορφωθείτε
78
χτυπιέμαι - | I beat myself up
χτυπήσου - χτυπηθείτε
79
ταλαιπωρούμαι - | I am distressed
ταλαιπωπήσου - ταλαιπωπηθείτε
80
ντρέπομαι - | I am embarrassed/ shy/ ashamed
ντραπείτε
81
χτενίζομαι - | I comb
χτενίσου - χτενιστείτε
82
διασκεδάζομαι - | I amused/ be amused
διασκεδαάσου - διασκεδαστείτε
83
νικιέμαι - | I am defeated
νικήσου - νικηθείτε
84
εύχομαι - | I wish, give blessing
ευχήσου - ευχηθείτε
85
δέχομαι - | I accept/receive
δέξου - δεχτείτε
86
πλένομαι - | I wash myself
πλύσου - πλυθείτε
87
ονειρεύομαι - | I dream
ονειρέψου - ονειρευτείτε
88
ασκούμαι - | I practise/excercise
ασκήσου - ασκηθείτε
89
τακτοποιούμαι - | I arrange/settle/put in order
τακτοποιήσου - τακτοποιηθείτε
90
κουράζομαι - | I tire/become tired
κουράσου - κουραστείτε
91
περιποιούμαι - | I tend to/take care of
περιποιήσου - περιποιηθείτε
92
``` ξεκουράζομαι - I rest (myself) ```
ξεκουράσου - ξεκουραστείτε
93
αδικούμαι - | I am wronged
αδικήσου - αδικηθείτε
94
σηκώνομαι - | I get up
σήκω - σηκωθείτε
95
γελιέμαι - | I am deceived/misled
γελάσου - γελαστείτε
96
ασχολούμαι - | I am occupied/involved/work on
ασχολήσου - ασχοληθείτε
97
απογοητεύομαι - | I become disappointed
απογοητεύσου - απογοητευτείτε
98
τσακώνομαι - | I quarrel/scrap/scuffle
τσακώσου - τσακώστε
99
αισθάνομαι - | I feel/sense
αισθανθείτε
100
γυμνάζομαι - | I exercise myself
γυμνάσου - γυμναστείτε
101
ντύνομαι - | I dress
ντύσου - ντυθείτε
102
υπόσχομαι - | I promise
υποσχέσου - υποσχεθείτε
103
στέκομαι - | I stand
στάσου - σταθείτε
104
διηγούμαι - | I relate/tell/narrate
διηγήσου - διηγηθείτε
105
αναρωτιέμαι - | I wonder
αναρωτήσου - αναρωτηθείτε
106
συναισθάνομαι - | I realise/am aware
συναισθάνσου - συναισθανθείτε
107
χρειάζομαι - | I need
χρειάσου - χρειαστείτε
108
κάθομαι - | I sit
κάθισε-ίστε (κάτσε)
109
συγχωρούμαι - | I am excused
συγκχωρήσου/συγχωρηθείτε