Verbs Passive - Imperative - Random Flashcards
φαντάζομαι -
I imagine/suppose
φαντάσου - φανταστείτε
πετάγομαι -
I jump up/leap up
πετάξου - πεταχτείτε
συμβαίνει -
it happens/occurs
συναντιέμαι -
I meet
συναντήσου - συναντηθείτε
γεύομαι -
I taste/try
γέψου - γευτείτε
έρχομαι -
I come
έλα - ελάτε
συνεννοούμαι -
I agree/come to an understanding/communicate
συνεννοήσου - συνεννοηθείτε
χαίρομαι -
I am glad
χαρείτε
σκέφτομαι -
I think
σκέψου - σκεφτείτε
παραπονιέμαι -
I complain
παραπονέσου - παραπονεθείτε
ξαφνιάζομαι -
I am taken aback
ξαφνιάσου - ξαφνιαστείτε
αγαπιέμαι -
I am loved
αγαπήσου - αγαπηθείτε
ερωτεύομαι -
I am loved/be in love with
ερωτεύσου - ερωτευτείτε
επισκέφτομαι (or π) -
I visit
επισκέψου - επισκεφτείτε
ξυρίζομαι -
I shave myself
ξυρίσου - ξυριστείτε
συνέρχομαι -
I recover
σύνελθε -συνέλθετε
καθαρίζομαι -
I become clean
καθαρίσου - καθαριστείτε
τραβιέμαι -
I am pulled
τραβήξου - τραβηχτείτε
παραιτούμαι -
I give up/quit/resign
παραιτήσου - παραιτηθείτε
θυμάμαι -
I remember
θυμήσου - θυμηθείτε
απασχολούμαι -
I am occupied with
απασχολήσου - απασχοληθείτε
εργάζομαι -
I work
εργάσου - εργαστείτε
ξεχνιέμαι -
I forget myself
ξεχάσου - ξεχαστείτε
μεταβιβάζομαι -
I be transferred
μεταβιβάσου - μεταβιβαστείτε
ζεσταίνομαι -
I become hot
ζεστάσου - ζεσταθείτε
ισχυρίζομαι -
I claim
ισχυρίσου - ισχυρίστειτε
παντρεύομαι -
I marry
παντρέψου - παντρευτείτε
βρίσκομαι -
I find myself/am situate
βρεθείτε
γίνομαι -
I become/happen
γίνου - γίνετε
συγκινούμαι -
I be moved/touched
συγκινήσου - συγκινηθείτε
επωφελούμαι -
I take advantage of
επωφελήσου - επωφεληθείτε
χρησιμοποιούμαι -
I use
χρησιμοποιήσου - χρησιμοποιηθείτε
ωφελούμαι -
I benefit from
ωφελήσου - ωφεληθείτε
αρνούμαι -
I deny/refuse
αρνήσου - αρνηθείτε
ζαλίζομαι -
I become sea-sick
ζαλίσου - ζαλιστείτε
αγκυλώνομαι -
I get stung
αγκυλώσου - αγκυλωθείτε
στερούμαι -
I lack/am deprived of
στερήσου - στερηθείτε
σχηματίζομαι -
I am formed
σχηματίσου - σχηματιστείτε
ικανοποιούμαι -
I am satisfied
ικανοποιήσου - ικανοποιηθείτε
ετοιμάζομαι -
I get myself ready
ετοιμάσου - ετοιμαστείτε
φταρνίζομαι -
I sneeze
φταρνίσου - φταρνιστείτε
βαριέμαι -
I am bored
βαρέσου - βαρεθείτε
φαίνομαι -
I seem/appear/look
φανού - φανείτε