Verbs Active - Imperative - Random Flashcards

1
Q

περιβάλλω -

I envelop/surround

A

περίβαλε - περιβάλετε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
2
Q

σημαίνω -

I signify/mean/sound out/ring alarm

A

σήμανε - σημάνετε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
3
Q

λαμβάνω -

I take/receive

A

λάβε - λάβετε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
4
Q

ουρώ -

I urinate/pee

A

ούρησε - ουρήστε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
5
Q

μεταδίδω -

I broadcast/transmit/spread

A

μετάδωσε - μεταδώστε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
6
Q

συστήνω -

I introduce/recommend

A

σύστησε - συστήστε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
7
Q

στρώνω -

I spread/lay/cover/make the bed

A

στρώσε - στρώστε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
8
Q

επιλέγω -

I choose/select

A

επέλεξε - επιλέξτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
9
Q

ακουμπώ -

I touch/stand/lean/place

A

ακούμπησε - ακουμπήστε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
10
Q

βοηθώ -

I help

A

βοήθησε - βοηθήστε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
11
Q

τσακώνω -

I quarrel/arrest

A

τσάκωσε - τσακώστε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
12
Q

ανακαλύπτω -

I discover/find out

A

ανακάλυψε - ανακαλύψτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
13
Q

καλώ -

I invite

A

κάλεσε - καλέστε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
14
Q

πλένω -

I wash

A

πλύνε - πλύντε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
15
Q

ξαφνιάζω -

I surprise/frighten

A

ξάφνιασε - ξαφνιάστε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
16
Q

σκοτώνω -

I kill

A

σκότωσε - σκοτώστε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
17
Q

γκρινιάζω -

I grumble/nag

A

γκρίνιαξε - γκρινιάξτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
18
Q

ενώνω -

I join/unite

A

ένωσε - ενώστε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
19
Q

συγχωρώ -

I forgive/excuse

A

συγγώρησε - συγγωρήστε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
20
Q

υποθέτω -

I assume/suppose

A

υπόθεσε - υποθέστε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
21
Q

σκεπάζω -

I cover/conceal/shelter

A

σκέπασε - σκεπάστε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
22
Q

συνδέω -

I connect/join/link

A

σύνδεσε - συνδέστε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
23
Q

κουράζω -

I tire

A

κούρασε - κουράστε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
24
Q

χειροτερεύω -

I deteriorate/get worse

A

χειροτέρεψε - χειροτερέψτε

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
25
πηγαίνω/πάω - | I go
πήγαινε - πηγαίνετε
26
λατρεύω - | I adore/worship
λάτρεψε - λατρέψτε
27
εκφράζω - | I express/reveal
έκφρασε - εκφράστε
28
γκρεμίζω - | I demolish/throw down
γκρέμισε - γκρεμίστε
29
θερίζω - | I reap/mow/harvest
θέρισε - θερίσετε
30
προσφωνώ - | I address
προσφώνησε - προσφωνίστε
31
διψώ (άω) - | I am thirsty
δίψασε - διψάστε
32
ταιριάζω - | I fit/belong/match
ταίριαξε - ταιριάξτε
33
μπερδεύω - | I confuse/entangle
μπέρδεψε - μπερδέψτε
34
``` χαίρω - I glad (be) ```
χαρείτε
35
χωρώ - | I hold/contain/fit
χώρεσε - χωρέστε
36
σκοτίζω - | I darken/confuse/worry
σκότισε - σκοτίστε
37
αναπτύσσω - | I develop/unfold
ανέπτυξε - ανεπτύξτε
38
βγαίνω - | I go out
βγές - βγείτε
39
τοποθέτω - | I put in place/position
τοποθέτησε - τοποθετήστε
40
προσέχω - | I watch/pay attention
πρόσεξε - προσέξτε
41
κλειδώνω - | I lock
κλείδωσε - κλειδώστε
42
παίζω - | I play
παίξε - παίξτε
43
τρέμω - | I tremble/shake/quiver
τρέμε - τρέμετε
44
``` σχολώ - I finish (work)/dismiss ```
σχόλασε - σχολάστε
45
διστάζω - | I hesitate/doubt
δίστασε - διστάστε
46
ανακοινώνω - | I announce/communicate
ανακοίνωσε - ανακοινώστε
47
αναχωρώ - | I leave/depart
αναχώρησε - αναχώρήστε
48
εξηγώ - | I explain
εξήγησε - εξηγήστε
49
τολμώ - | I dare/risk
τόλμησε - τολμήστε
50
ξυπνάω (ώ) - | I wake
ξύπνησε - ξυπνήστε
51
τρέπω - | I turn/convert
τρείψε - τρείψτε
52
επιβιώνω - | I survive
επιβίωσε - επιβιώστε
53
κερνώ (άω) - | I treat/buy for
κέρασε - κεράστε
54
κυνηγώ - | I hunt/chase
κυνήγησε - κυνηγήστε
55
καθαρίζω - | I clean/clear/settle (account)
καθάρισε - καθαρίστε
56
πειράζω - | I tease/annoy/bother/disagree
πείραξε - πειράξτε
57
μιλάω - | I speak
μίλησε - μιλήστε
58
αγαπώ - | I love
αγάπησε - αγαπήστε
59
διαλέγω - | I choose/select/pick
διάλεξε - διαλέξτε
60
χαμογελάω - | I smile
χαμογέλασε - χαμογελάστε
61
φράζω - | I enclose/obstruct/block
φράξε - φράξτε
62
κατσουφιάζω - | I sulk/frown/scowl
κατσούφιασε - κατσουφιάστε
63
παρατάω - | I abandon/quit
παράτησε - παρατήστε
64
πιάνω - | I catch/take/seize
πιάσε - πιάστε
65
πλημμυρίζω - | I flood
πλημμύρησε - πλημμυρίστε
66
μετράω - | I count
μέτρησε - μετρήστε
67
ανταμώνω - | I meet/come across
αντάμωσε - ανταμώστε
68
γλεντάω - | I celebrate/have fun
γλέντησε - γλεντήστε
69
διδάσκω - | I teach
δίδαξε - διδάξτε
70
τρίζω - | I creak/squeak/crunch/crackle
τρίξε - τρίξτε
71
σχεδιάζω - | I sketch/draw/form/shape
σχεδίασε - σχεδιάστε
72
θυμίζω - | I remind
θύμισε - θυμίστε
73
μοιάζω - | I resemble
μοιάσε - μοιάστε
74
φουσκώνω - | I full/be full up/bloat
φούσκωσε - φουσκώστε
75
εξυπηρετώ - | I serve
εξυπηρέτησε - εξυπηρετήστε
76
μεταβαίνω - | I go/proceed
μετέβε - μετεβείτε
77
ψηφίζω - | I vote for
ψήφισε - ψηφίστε
78
συνομιλώ - | I converse/talk
συνομίλησε - συνομιλήστε
79
στολίζω - | I decorate/adorn
στόλισε - στολίστε
80
πλήττω - | I hit/be bored/strike/wound
πλήξε - πλήξτε
81
κολάζω - | I punish/explain away
κόλασε - κολάστε
82
εννοώ - | I mean/intend
εννόησε - εννοήστε
83
σπάζω/σπάω - | I break
σπάσε - σπάστε
84
σαπίζω - | I decay/rot/decompose
σάπισε - σαπίστε
85
λύνω - | I undo/solve
λύσε - λύστε
86
μένω - | I stay/live
μείνε - μείνετε
87
μεταμορφώνω - | I transform
μεταμόρφωσε - μεταμορφώστε
88
τηγανίζω - | I fry
τηγάνισε - τηγανίστε
89
απλώνω - | I spread/stretch/extend
άπλωσε - απλώστε
90
βαραίνω - | I weigh down/burden
βάρυνε - βαρύνετε
91
γυρεύω - | I search/look for/seek
γύρεψε - γυρέψτε
92
κουρεύω - | I cut hair/mow
κούρεψε - κουρέψτε
93
νοικιάζω - | I rent/hire
νοίκιασε - νοικιάστε
94
τρέχω - | I run
τρέξε - τρέξτε
95
χαιρετώ - | I greet
χαιρέτησε - χαιρετήστε
96
ελπίζω - | I hope/wish for
έλπισε - ελπίσετε
97
παθαίνω - | I suffer/endure
πάθε - πάθετε
98
χαμηλώνω - | I lower, bring down
χαμήλωσε - χαμηλώτε
99
ανάβω - | I ignite/light/turn on
άναψε - ανάψτε
100
πλέω - | I sail
πλεύσε - πλεύστε
101
απέχω - | I abstain/be distant from
άπεχε - απέχετε
102
σώζω - | I rescue/save
σώσε - σώστε
103
διαθέτω - | I use/afford/ bequeath/dispose
διάθεσε - διαθέστε
104
φταίω - | I responsible/fault (be at)
φταίξε - φταίξτε
105
ακολουθώ - | I follow
ακολούθησε - ακολουθήστε
106
διαιρώ - | I divide/split/distribute
διαίρεσε - διαιρέστε
107
αφαιρώ - | I remove/subtract
αφαίρεσε - αφαιρέστε
108
ταξυδρομώ - | I post
ταχυδρόμησε - ταχυδρομήστε
109
ρουφώ - | I sip/suck
ρούφηξε - ρουφήξτε
110
σκούζω - | I howl
σκούξε - σκούξτε
111
αποκρούω - | I reject/repel/repulse
απόκρουσε - αποκρούστε
112
δένω - | I tie/bind/link
δέσε - δέστε
113
απομακρύνω - | I move away from
απομάκρυνε - απομακρύνετε
114
έχω - | I have
έχε - έχετε
115
υπογράφω - | I sign
υπέγραψε - υπεγράψτε
116
συμφωνώ - | I agree
συμφώησε - σθμφωνήστε
117
καταπίνω - | I swallow/gulp down
κατάπιε - καταπιείτε
118
χαϊδεύω - | I stroke/caress
χάϊδεψε - χαϊδέψτε
119
κυκλοφορώ - | I circulate/go about
κυκλοφόρησε - κυκλοφορήστε
120
ψάχνω - | I look for/seek/search for
ψάξε - ψάξτε
121
σιδερώνω - | I iron
σιδέρωσε - σιδερώστε
122
βαρώ - | I hit/beat/strike (hard)
βάρεσε - βαρέστε
123
εξετάζω - | I examine
εξέτασε - εξετάστε
124
μπαίνω - | I enter/go in
μπες - μπείτε
125
χειροκροτώ - | I applaud
χειροκρότησε - χειροκροτήστε
126
αδειάζω - | I empty/unpack/evacuate
άδειασε - αδειάστε
127
σχηματίζω - | I form/shape
σχημάτισε - σχηματίστε
128
ψηλώνω - | I grow taller/rise
ψήλωσε - ψηλώστε
129
σφίγγω - | I tighten
σφίξε - σφίξτε
130
αποτελώ - | I form/constitute
αποτέλεσε - αποτελέστε
131
γέρνω - | I lean/sag/incline
γείρε - γείρτε
132
αγκυλώνω - | I sting/prick
αγκύλωσε - αγκυλώστε
133
ράβω - | I sew
ράψε - ράψτε
134
προβάλλω - | I display/put up
πρόβαλε - προβάλετε
135
φρονώ - | I believe/think
φρόνησε - φρονήστε
136
σημειώνω - | I note/mark
σημείωσε - σημειώστε
137
ξενυχτώ - | I stay up late
ξενύχτησε - ξενυχτήστε
138
αναλαμβάνω - | I assume/undertake
ανάλαβε - αναλάβετε
139
ωριμάζω - | I ripen/ mature
ωρίμασε - ωριμάστε
140
παρκάρω - | I park
παρκάρισε - παρκάρετε
141
κολακεύω - | I flatter
κολάκεψε - κολακέψτε
142
αγοράζω - | I buy
αγόρασε - αγοράστε
143
τρέφω - | I feed, nourish
θρέψε - θρέψτε
144
κουβεντιάζω - | I talk/converse
κουβέντιασε - κουβεντιάστε
145
κερδίζω - | I win/gain/earn/profit
κέρδισε - κερδίστε
146
παρουσιάζω - | I introduce/present/display
παρουσίασε - παρουσιάστε
147
συνεχίζω - | I continue
συνέχισε - συνεχίστε
148
λέω - | I say
πες - πείτε (πέστε)
149
προκαλώ - | I provoke/cause/bring about
προκάλεσε - προκαλέστε
150
φιλάω - | I kiss
φίλησε - φιλήστε
151
ξεφλουδίζω - | I peel/pare
ξεφλούδισε - ξεφλουδίστε
152
απορώ - | I wonder/be amazed
απόρησε - απορήστε
153
λυγίζω - | I bend/curve/fold up/give in
λύγισε - λυγίστε
154
``` ψοφώ - I die (of animals)/be crazy about ```
ψόφησε - ψοφήστε
155
ψήνω - | I bake/roast
ψήσε - ψήστε
156
γυρνάω - | I turn/return/revolve
γύρισε - γυρίστε
157
κομματιάζω - | I shatter/break into pieces
κομμάτιασε - κομματιάστε
158
ταϊζω - | I feed
τάϊσε - ταϊστε
159
επιμένω - | I insist
επέμεινε - επιμείνετε
160
μετακομίζω - | I move house/re-locate
μετακόμισε - μετακομίστε
161
παλεύω - | I struggle/wrestle
πάλεψε - παλέψτε
162
τινάζω - | I shake/hurl
τίναξε - τινάξτε
163
καρφώνω - | I nail
κάρφωσε - καρφώστε
164
γερνώ - | I get old
γέρασε - γεράστε
165
περιλαμβάνω - | I include/comprise
περίλαβε - περιλάβετε
166
σκοπεύω/σκοπώ - | I intend/point/aim
σκόπευσε - σκοπεύστε
167
γλείφω - | I lick
γλείψε - γλείψτε
168
αναμένω - | I expect/wait
ανάμεινε - αναμείνετε
169
καταφέρνω - | I achieve/manage/succeed
κατάφερε - καταφέρτε
170
φοράω - | I wear
φόρεσε - φορέστε
171
πέφτω - | I fall
πέσε - πέστε
172
ακυρώνω - | I cancel/invalidate
ακύρωσε - ακυρώστε
173
αναφέρω - | I mention/report/quote
ανάφερε - αναφέρετε
174
υποστηρίζω - | I support/sponsor
υποστήριξε - υποστηρίξτε
175
περπατάω - | I walk
περπάτησε - περπατήστε
176
γλιστρώ - | I slide/slip
γλίστρησε - γλιστρήστε
177
ομολογώ - | I admit/confess/acknowledge
ομολόγησε - ομολογήστε
178
δίνω - | I give
δώσε-δώστε
179
στριμώχνω - | I squeeze/squash/huddle
στρίμωξε - στριμώξτε
180
κυβερνάω (ω) - | I govern/rule
κυβέρνησε - κυβερνήστε
181
κατεβαίνω - | I descend/go down
κατέβα - κατεβείτε
182
υποχωρώ - | I retreat/withdraw/recede/relent/give way
υποχώρησε - υποχωρήστε
183
βόσκω - | I graze/wander aimlessly
βόσκησε - βοσκήστε
184
διατηρώ - | I keep/hold/maintain/preserve
διατήρησε - διατηρήστε
185
καταθέτω - | I deposit/put down/testify
κατάθεσε - καταθέστε
186
γοητεύω - | I charm/attract
γοήτεψε - γοητέψτε
187
αλείφω - | I wipe/ grease/smear/spread
άλειψε - αλείψτε
188
θρηνώ - | I mourn/lament
θρήνησε - θρηνήστε
189
επανορθώνω - | I redress/rectify/restore/make up
επανόρθωσε - επανορθώστε
190
πληρώνω - | I pay
πλήρωσε - πληρώστε
191
ελέγχω - | I check/test/control
έλεγξε - ελέγξτε
192
τελειώνω - | I finish/end
τελείωσε - τελειώστε
193
ανεβάζω - | I raise/lift up
ανέβασε - ανεβάστε
194
βλέπω - | I see
δες - δείτε
195
τάζω - | I promise/vow
τάξε - τάξτε
196
``` θυμώνω - I angry (become) ```
θύμωσε - θυμώστε
197
χύνω - | I pour/spill
χύσε - χύστε
198
προχωρώ - | I go on/advance
προχώρησε - προχωρήστε
199
σκίζω - | I tear/rip
σκίσε - σκίστε
200
μεγαλώνω - | I grow/raise
μεγάλωσε - μεγαλώστε
201
καταστρέφω - | I destroy/ruin
κατέστρεψε - κατεστρέψτε
202
ξαπλώνω - | I spread out/rest/lie down
ξάπλωσε - ξαπλώστε
203
προσφέρω - | I offer/present/give
πρόφερε - προσφέρτε
204
πεθαίνω - | I die
πέθανε - πεθάνετε
205
διαβάζω - | I read
διάβασε - διαβάστε
206
στεναχωρώ - | I grieve/distress/upset
στεναχώρησε - στεναχωρήστε
207
λαχταρώ - | I yearn for/long for
λαχτάρησε - λαχταρήστε
208
πολεμώ (άω) - | I fight
πολέμησε - πολεμήστε
209
καίω - | I burn
κάψε - κάψστε
210
υπολογίζω - | I reckon/estimate/calculate
υπολόγισε - υπολογίστε
211
εντυπωσιάζω - | I impress
εντυπωσίασε - εντυπωσιάστε
212
μοιράζω - | I share/divide/distribute
μοίρασε - μοιράστε
213
μπαλώνω - | I repair/mend/patch
μπάλωσε - μπαλώστε
214
κελαηδώ - | I sing/twitter/warble
κελάηδησε - κελαηδήστε
215
παράγω - | I produce/generate
παράγαγε - παραγάγετε
216
στρέφω - | I turn
στρέψε - στρέψτε
217
σκουπίζω - | I sweep
σκούπισε - σκουπίστε
218
φτάνω - | I arrive/draw near/be enough
φτάσε - φτάστε
219
χαρίζω - | I donate/forgive/give away
χάρισε - χαρίστε
220
ψωνίζω - | I shop
ψώνισε - ψωνίστε
221
καπνίζω - | I smoke
κάπνισε - καπνίστε
222
ενημερώνω - | I inform/update
ενημέρωσε - ενημερώστε
223
παραδίδω - | I surrender
παράδωσε - παραδώστε
224
χωρίζω - | I separate/divide
χώρισε - χωρίστε
225
κοιτάζω - | I look at
κοίταζε - κοιτάξτε
226
μαζεύω - | I collect/gather
μάζεψε - μαζέψτε
227
διώκω - | I chase/expel
δίωξε - διώξτε
228
αρέσω - | I am liked
άρεσε - αρέστε
229
δέρνω - | I beat/strike/whip
δείρε - δείρετε
230
βράζω - | I boil
βράσε - βράστε
231
ανοίγω - | I open
άνοιξε - ανοίξτε
232
αγγίζω - | I touch
άγγιξε - αγγίξτε
233
αφήνω - | I let/allow/leave
άφησε - αφήστε - άσε?
234
πνέω - | I blow/breathe
πνεύσε - πνεύστε
235
εκτελώ - | I perform/execute/carry out
εκτέλεσε - εκτελέστε
236
διπλώνω - | I fold/wrap
δίπλωσε - διπλώστε
237
συγχαίρω - | I congratulate
συγχαρείτε
238
απολαμβάνω - | I enjoy/relish/gain
απόλαυσε - απολαύστε
239
δακρύζω - | I cry/shed tears
δάκρυσε - δακρύστε
240
πλησιάζω - | I approach/draw near
πλησίασε - πλησιάστε
241
φωνάζω - | I shout/summon
φώναξε - φωνάξτε
242
είμαι - | I am / (to be)
είσαι - είστε
243
σκορπίζω - | I scatter/emit/squander
σκόρπισε - σκορπίστε
244
χτυπώ - | I hit/knock/beat/ring
χτύπησε - χτυπήστε
245
μπορώ - | I can/am able to
μπόρεσε - μποράστε
246
καλλιεργώ - | I cultivate
καλλιέργησε - καλλιεργήστε
247
αναθαρρεύω - | I am encouraged
αναθάρρεψε - αναθαρρέψτε
248
νομίζω - | I think
νόμισε - νομίσετε
249
χρησιμοποιώ - | I use
χρησιμοποίησε - χρησιμοποιήστε
250
πεινάω - | I hunger/be hungry
πείνασε - πεινάστε
251
συγκινώ - | I move/touch
συγκίνησε - συγκινήστε
252
αργώ - | I am late
άργησε - αργήστε
253
επικοινωνώ - | I communicate
επικοινώνησε - επικοινωνήστε
254
συγκρίνω - | I compare
σύγκρινε - συγκρίνετε
255
μετανιώνω - | I regret/repent/change one's mind
μετάνιωσε - μετανιώστε
256
κλίνω - | I bend/lean/conjugate/decline
κλίσε - κλίστε
257
φέρνω - | I bring/carry/bear
φέρε - φέρτε
258
νικώ - | I defeat/win/conquer
νίκησε -νικήστε
259
καλοπερνάω - | I enjoy/have fun
καλοπέρασε - καλοπεράστε
260
θαυμάζω - | I admire/wonder
θαύμασε - θαυμάστε
261
ορμώ - | I hurry/dart/dash/rush
όρμησε - ορμήστε
262
βγάζω - | I put out/off/remove
βγάλε - βγάλτε
263
χορεύω - | I dance
χόρεψε - χορέψτε
264
σκάβω - | I dig
σκάψε - σκάψτε
265
σπουδάζω - | I study
σπούδασε - σπουδάστε
266
αναγνωρίζω - | I recognise
αναγνώρισε - αναγνωρίστε
267
νιώθω - | I feel/notice/understand
νιώσε - νιώστε
268
δωρίζω - | I donate/offer
δώρισε - δωρίστε
269
ανησυχώ - | I worry
ανησύχησε - ανησυχήστε
270
μαντεύω - | I guess/predict
μάντεψε - μαντέψτε
271
ανεβαίνω - | I go up/ascend
ανέβε-ανεβείτε
272
σπρώχνω - | I push
σπρώξε - σπρώξτε
273
κλέβω - | I steal
κλέψε - κλέψτε
274
παρατηρώ - | I observe/notice/remark
παρατήρησε - παρατηρήστε
275
οδηγώ - | I drive
οδήγησε - οδηγήστε
276
αποθέτω - | I put down/deposit/confide
απέθεσε - απεθέστε
277
προσθέτω - | I add
πρόσθεσε - προσθέστε
278
ταξιδεύω - | I travel
ταξίδεψε - ταξιδέψτε
279
εμφανίζω - | I show/present/reveal
εμφάνισε - εμφανίστε
280
κλείνω - | I close
κλείσε - κλείστε
281
λαλώ - | I talk/speak/play/sing (birds)
λάλησε - λαλήστε
282
τυπώνω - | I print/publish
τύπωσε - τυπώστε
283
παραδίνω - | I deliver
παράδωσε - παραδώστε
284
ροχαλίζω - | I snore
ροχάλισε - ροχαλίστε
285
μυρίζω - | I smell
μύρισε - μυρίστε
286
σβήνω - | I erase/put out/extinguish
σβήσε - σβηστε
287
επισκευάζω - | I repair/mend
επισκεύασε - επισκευάστε
288
τραγουδώ - | I sing
τραγούδησε - τραγουδήστε
289
``` ξεκουράζω - I rest (something) ```
ξεκούρασε - ξεκουράστε
290
``` ζηλεύω - I jealous (be)/envy ```
ζήλεψε - ζηλέψτε
291
πληροφορώ - | I inform/advise
πληροφόρησε - πληροφορήστε
292
σχολιάζω - | I comment/criticise
σχολίασε - σχολιάστε
293
απαγορεύω - | I forbid/ban/prohibit
απαγόρεψε - απαγορέψτε
294
ψυχαγωγώ - | I entertain
ψυχαγώγησε - ψυχαγωγήστε
295
πλέκω - | I knit/braid
πλέξε - πλέξτε
296
προσπερνάω - | I overtake
προσπέρασε - προσπεράστε
297
περιγράφω - | I describe
περίγραψε - παριγράψτε
298
λήγω - | I end/expire
λήξε - λήξτε
299
χαλάω - | I spoil/ruin
χάλασε - χαλάστε
300
``` ηχογραφώ - I record (audio) ```
ηχογράφησε - ηχογραφήστε
301
αδιαφορώ - | I ignore/disregard/neglect
αδιαφόρησε - αδιαφορήστε
302
ξέρω - | I know/be aware
ξέρε - ξέρετε
303
θέλω - | I want
θέλησε - θελήστε
304
θεωρώ - | I consider/regard/think
θεώρησε - θεωρήστε
305
ικανοποιώ - | I satisfy
ικανοποίησε - ικανοποιήστε
306
κρυώνω - | I feel cold
κρύωσε - κρυώστε
307
γεμίζω - | I fill/stuff
γέμισε - γεμίστε
308
διαρκώ - | I last/endure/continue/carry on
διάρκεσε - διαρκέστε
309
χτίζω - | I build
χτίσε - χτίστε
310
εξερευνώ - | I explore
εξερεύνησε - εξερευνήστε
311
κολυμπάω - | I swim
κολύμπησε - κολυμπήστε
312
ιδρώνω - | I perspire/sweat
ίδρωσε - ιδρώστε
313
αποδοκιμάζω - | I disapprove/dislike
αποδοκίμασε - αποδοκιμάστε
314
προστατεύω - | I protect/defend
προστάτεψε - προστατέψτε
315
στραγγίζω - | I strain/drain/become worn out
στράγγισε - στραγγίστε
316
απογοητεύω - | I disappoint/fail
απογοήτεψε - απογοητέψτε
317
βελάζω - | I bleat
βέλαξε - βελάξτε
318
ενθυμίζω - | I remind/bring to mind
ενθύμισε - ενθυμίστε
319
σηκώνω - | I lift/raise
σήκωσε - σηκώστε
320
μαγειρεύω - | I cook
μαγείρεψε - μαγειρέψτε
321
τρίβω - | I rub/brush/grind
τρίψε - τρίψετε
322
φτιάχνω - | I make/put right/arrange/fix
φτιάξε - φτιάξτε
323
απαντάω - | I answer/reply
απάντησε - απαντήστε
324
ανακατεύω - | I stir/mix/mingle
ανακάτεψε - ανακατέψτε
325
δαγκώνω - | I bite
δάγκωσε - δαγκώστε
326
μεταφέρω - | I transport
μετάφερε - μεταφέρετε
327
ζώ - | I live
ζήσε - ζήστε
328
βολεύω - | I fit in/settle/accommodate/make do
βόλεψε - βολέψτε
329
σφουγγαρίζω - | I mop/scrub
σφουγγάρισε - σφουγγαρίστε
330
τελώ - | I perform/do
τέλεσε - τελέστε
331
λείπω - | I miss/be absent
λείψε - λείψτε
332
ψαρεύω - | I fish
ψάρεψε - ψαρέψτε
333
κουνάω - | I shake/stir/move
κούνησε - κουνήστε
334
αδυνατώ - | I incapable/be unable
αδυνατείτε
335
ενοχλώ - | I bother/ disturb/ annoy
ενόχλησε - ενοχλήστε
336
παραλείπω - | I omit
παράλειψε - παραλείψτε
337
τηλεφωνώ - | I phone
τηλεφώνησε - τηλεφωνήστε
338
καταλαβαίνω - | I understand
κατάλαβε - καταλάβετε
339
βρίσκω - | I find
βρες-βρείτε
340
παγώνω - | I freeze
πάγωσε - παγώστε
341
θρυμματίζω - | I shatter/break into pieces
θρυμμάτισε - θρυμματίστε
342
παραλαμβάνω - | I receive
παράλαβε - παραλάβετε
343
μελετάω - | I study
μελέτησε - μελετήστε
344
ορίζω - | I define
όρισε - ορίστε
345
υπάρχω/ει - | I exist
υπάρξτε
346
μορφώνω - | I educate/form/shape
μόρφωσε - μορφώστε
347
φτουράω - | I go a long way
φτούρησε - φτουρήστε
348
αρχίζω - | I begin
άρχισε - αρχίστε
349
αμφιβάλλω - | I doubt
αμφίβαλε - αμφιβάλετε
350
τιμώ - | I cost/honour
τίμησε - τιμήστε
351
πονάω - | I hurt
πόνετε - πονέστε
352
ξεκινώ (άω) - | I start/set out
ξεκίνησε - ξεκινήστε
353
αναστενάζω - | I sigh
αναστέναξε - αναστενάξτε
354
ξηλώνω - | I distmantle
ξήλωσε - ξηλώστε
355
αποφασίζω - | I decide/resolve
αποφάσισε - αποφασίστε
356
μαλώνω - | I scold/quarrel/reprimand
μάλωσε - μαλώστε
357
φυλάω - | I guard/protect/watch over
φύλαξε - φυλάξτε
358
συγυρίζω - | I tidy up
συγύρισε - συγυρίστε
359
τιμωρώ - | I punish
τιμώρησε - τιμωρίστε
360
λογαριάζω - | I calculate
λογάριασε - λογαριάστε
361
σκάζω/σκάω - | I burst/crack/explode
σκάσε - σκάστε
362
οφείλω - | I owe/be indebted
όφειλε - οφείλετε
363
κόβω - | I cut
κόψε - κόψτε
364
κρεμάω (ώ) - | I hang
κρέμασε - κρεμάστε
365
παραμιλώ - | I talk too much/rave
παραμίλησε - παραμιλήστε
366
ωφελώ - | I gain/benefit
ωφέλησε - ωφελήστε
367
διασκεδάζω - | I amuse someone
διασκέδασε - διασκεδάστε
368
φεύγω - | I leave
φύγε - φύγετε
369
συναντώ (άω) - | I meet
συνάντησε - συναντήστε
370
συζητώ - | I discuss
συζήτησε - συζητήστε
371
καμαρώνω - | I take pride in
καμάρωσε - καμαρώστε
372
βάφω - | I paint
βάψε - βάψτε
373
συγχύζω - | I confuse
σύγχυσε - συγχύστε
374
γαρνίρω - | I garnish
γάρνιρε - γαρνίρετε
375
κάνω - | I do/make
κάνε - κάντε
376
διαφωνώ - | I disagree
διαφώνησε - διαφωνήστε
377
πίνω - | I drink
πιές - πιείτε
378
δανείζω - | I lend
δάνεισε - δανείστε
379
φανερώνω - | I reveal/show
φανέρωσε - φανερώστε
380
συμπληρώνω - | I fill in
συμπλήρωσε - συμπληρώστε
381
συνηθίζω - | I get used to
συνήθισε - συνηθίστε
382
φωτίζω - | I shine on/light/illuminate
φώτισε - φωτίστε
383
ξεχνάω - | I forget
ξέχασε - ξεχάστε
384
πηδώ (άω) - | I jump/leap
πήδηξε - πηδήξτε
385
σταματάω - | I stop, cease
σταμάτησε - σταματήστε
386
προσκαλώ - | I invite/call
προσκάλεσε - προσκαλέστε
387
χορταίνω - | I have one's fill/satisfy
χόρτασε - χορτάστε
388
βλάπτω - | I harm/hurt/damage
βλάψε - βλάψτε
389
κανονίζω - | I arrange/settle/regulate
κανόνισε - κανονίστε
390
μεταφράζω - | I translate
μετάφρασε - μεταφράστε
391
κοροϊδεύω - | I mock/make fun of/cheat
κορόϊδεψε - κοροϊδέψτε
392
τρακάρω - | I collide with
τράκαρε - τρακάρετε
393
αλλάζω - | I change
άλλαξε - αλλάξτε
394
θαμπώνω - | I amaze/dazzle
θάμπωσε - θαμπώστε
395
περνώ - | I pass/cross/spend time
πέρασε - περάστε
396
ζεσταίνω - | I heat/warm/make hot
ζέστανε - ζεστάνετε
397
μεθώ - | I drunk/get drunk
μέθυσε - μεθύστε
398
προβάρω - | I rehearse
πρόβαρε - προβάρετε
399
χάνω - | I lose/miss
χάσε - χάστε
400
βήχω - | I cough
βήξε - βήξστε
401
λυπώ - | I sadden/distress
λύπησε - λυπήστε
402
πετάω - | I fly/throw
πέταξε - πετάξτε
403
βελτιώνω - | I improve
βελτίωσε - βελτιώστε
404
προτείνω - | I suggest
πρότεινε - προτείνετε
405
λειτουργώ - | I function
λειτούργησε - λειτουργήστε
406
προλαβαίνω - | I prevent/anticipate/have time
πρόλαβε - προλάβετε
407
φυσώ (άω) - | I blow
φύσηξε - φυσήξτε
408
στέλνω - | I send
στείλε - στείλτε
409
δηλώνω - | I declare/proclaim/state
δήλωσε - δηλώστε
410
μοσκοβολώ - | I smell sweetly
μοσκοβόλησε - μοσκοβολήστε
411
ξύνω - | I scrape/grate/sharpen/scratch
ξύσε - ξύστε
412
παραγγέλνω - | I order/command
παράγγειλε - παραγγείλτε
413
τσιμπαώ - | I bite/peck/nip/have a bite of (food)
τσίμπησε - τσιμπήστε
414
παρακαλώ - | I plead/beg/request/ask
παραλκάλεσε - παρακαλέστε
415
ξοδεύω - | I spend
ξόδεψε - ξοδέψτε
416
παίρνω - | I take/receive/get/bring
πάρε - πάρτε
417
κουτουλάω - | I butt
κουτούλησε - κουτουλήστε
418
θέτω - | I put/place/set
θέσε - θέστε
419
εξαφανίζω - | I eliminate/make disappear
εξαφάνισε - εξαφανίστε
420
γράφω - | I write
γράψε - γράψτε
421
ρίχνω - | I throw
ρίξε - ρίξτε
422
δουλεύω - | I work
δούλεψε - δουλέψτε
423
σκύβω - | I bend/stoop
σκύψε - σκύψτε
424
τακτοποιώ - | I arrange/put in order
τακτοποίησε - τακτοποιήστε
425
στοιχίζω - | I cost
στοίχισε - στοιχίστε
426
πρέπει - | I have to/must/is necc
--
427
εκδηλώνω - | I show/display/express/manifest
εκδήλωσε - εκδηλώστε
428
``` νανουρίζω - I lull (to sleep - as lullaby) ```
νανούρισε - νανουρίστε
429
λούζω - | I bathe/wash
λούσε - λούστε
430
γαβγίζω - | I bark
γάβγισε - γαβγίστε
431
ζητάω - | I look for/seek/ask for
ζήτησε - ζητήστε
432
χρωστάω - | I owe/be in debt
χρώστα - χρωστάτε
433
φυλακίζω - | I imprison
φυλάκισε - φυλακίστε
434
γυρίζω - | I return
γύρισε - γυρίστε
435
δημιουργώ - | I create/construct
δημιούργησε - δημιουργήστε
436
μαθαίνω - | I learn
μάθε - μάθετε
437
κρύβω - | I hide/conceal
κρύψε - κρύψτε
438
γδέρνω - | I scratch/scrape/skin
γδάρε - γδάρτε
439
πιστεύω - | I believe
πίστεψε - πιστέψτε
440
επιβεβαιώνω - | I confirm
επιβεβαίωσε - επιβεβαιώστε
441
κρίνω - | I judge/consider/reason
κρίνε - κρίνετε
442
φυτεύω - | I plant
φύτεψε - φυτέψτε
443
δικαιολογώ - | I justify/excuse
δικαιολόγησε - δικαιολογήστε
444
προσδοκώ - | I expect
προσδόκησε - προσδοκήστε
445
κατοικώ - | I live/reside/stay/inhabit
κατοίκησε - κατοικήστε
446
προσδιορίζω - | I determine
προσδιόρισε - προσδιορίστε
447
κλαίω - | I cry
κλάψε - κλάψτε
448
κλωστώ - | I kick
κλώτσησε - κλωτήστε
449
γιορτάζω - | I celebrate
γιόρτασε - γιορτάστε
450
ακούω - | I hear/listen
άκουσε - ακούστε
451
πατώ (άω) - | I tread/press
πάτησε - πατήστε
452
ονομάζω - | I name
ονόμασε - ονομάστε
453
βάζω - | I put/place
βάλε - βάλτε
454
θάβω - | I bury
θάψε - θάψτε
455
δείχνω - | I show/point/indicate
δείξε - δείξτε
456
δοκιμάζω - | I try on/taste
δοκίμασε - δοκιμάστε
457
πουλώ - | I sell
πούλησε - πουλήστε
458
επιτρέπω - | I allow /permit
επίτρεψε - επιτρέψτε
459
φροντίζω - | I look after/take care of
φρόντισε - φροντίστε
460
συμπαθώ - | I like/sympathise
συμπάθησε - συμπαθήστε
461
αγνοώ - | I ignore
αγνόησε - αγνούστε
462
σκαλίζω - | I dig over/search/rummage/pick
σκάλισε - σκαλίστε
463
προσπαθώ - | I try
προσπάθησε - προσπαθήστε
464
ρυθμίζω - | I adjust
ρύθμισε - ρυθμίστε
465
απασχολώ - | I distract/occupy
απασχόλησε - απασχολήστε
466
βουτώ (άω) - | I dip/dive/plunge
βούτηξε - βουτήξτε
467
κοντεύω - | I draw near
κόντεψε - κοντέψτε
468
ποτίζω - | I water/irrigate
πότισε - ποτίστε
469
γελάω - | I laugh
γέλασε - γελάστε
470
ζωγραφίζω - | I paint/draw/depict
ζωγράφισε - ζωγραφίστε
471
τυλίγω - | I wrap/enfold/envelop
τύλιξε - τυλίξτε
472
στρίβω - | I turn/twist
στρίψε - στρίψτε
473
αρπάζω - | I snatch/grab/seize/carry off
άρπαξε - αρπάξτε
474
ξεπαγώνω - | I thaw/defrost
ξεπάγωσε - ξεπαγώστε
475
``` ρωτάω - I ask (a question)/inquire ```
ρώτησε - ρωτήστε
476
αποκαλύπτω - | I reveal/uncover/divulge
αποκάλυψε - αποκαλύψετε
477
κουβαλώ - | I bring/carry/transport
κουβάλησε - κουβαλήστε
478
τραβάω - | I pull/drag
τράβηξε - τραβήξτε
479
περιμένω - | I wait
περίμενε - περιμένετε
480
χρονίζω - | I take a long time, drag on
χρόνισε - χρονίστε
481
εξακολουθώ - | I continue/go on
εξακολούθησε - εξακολουθήστε
482
παρακολουθώ - | I follow/attend
παρακολούθησε - παρακολουθήστε
483
κρατάω - | I hold/keep/maintain/rule/book
κράτησε - κρατήστε
484
ετοιμάζω - | I get ready/prepare/plan
ετοίμασε - ετοιμάστε
485
τρώω - | I eat
φάε - φάτε
486
συνοδεύω - | I accompany/escort
συνόδεψε - συνοδέψτε
487
αγχώνω - | I worry/stress
άγχωσε - αγχωρώστε
488
στερώ - | I deprive
στέρισε - στερήστε
489
πνίγω - | I drown/strangle
πνίξε - πνίξτε
490
ζυγίζω - | I weigh
ζύγισε - ζυγίστε
491
βρέχει - | I rain
βρέχε - βρέχετε (cont)
492
αντιπαθώ - | I dislike
αντιπάθησε - αντιπαθήστε
493
γνωρίζω - | I know/meet/be aquainted with
γνώρισε - γνωρίστε
494
σκαλώνω - | I climb up/get held up
σκάλωσε - σκαλώστε
495
δυσπιστώ - | I distrust
δυσπίστησε - δυσπιστήστε
496
κολλώ - | I stick/glue/fix/attach
κόλλησε - κολλήστε
497
αποκτώ - | I get/gain/aquire/have children
απόκτησε - αποκτήστε
498
κλαδεύω - | I prune/cut back
κλάδεψε - κλαδέψτε
499
αντέχω - | I bear/endure/hold/resist
άντεξε - αντέξετε
500
προτιμώ (άω) - | I prefer
προτίμασε - προτιμήστε
501
υπακούω - | I obey/abide
υπάκουσε - υπακούστε
502
διοργανώνω - | I organise
διοργάνωσε - διοργανώστε
503
κατακαίω - | I burn
κατάκαψε - κατακάψτε
504
τονίζω - | I emphasise/stress
τόνισε - τονίστε
505
αγκαλιάζω - | I hug/embrace/cuddle
αγκάλιασε-αγκαλιάστε
506
ολοκληρώνω - | I complete
ολοκλήρωσε - ολοκληρώστε
507
αντιπροσωπεύω - | I represent
αντιπροσώπευσε - αντιπροσωπεύστε
508
ανακινώ - | I stir/mix up/agitate/wobble
ανακίνησε - ανακινήστε
509
εμποδίζω - | I prevent/hinder/obstruct
εμπόδισε - εμποδίστε
510
κυλώ - | I roll
κύλησε - κυλήστε
511
μετακινώ - | I change position/shift
μετακίνησε - μετακινήστε
512
παρακινώ - | I induce/prompt
παρακίνησε - παρακινήστε