VERBOS (e) Flashcards

1
Q

eclipsar

empañar

A

= προκαλώ έκλειψη

επισκιάζω, εξαφανίζω

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
2
Q

economizar

A

= (εξ)οικονομώ

αποταμιεύω

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
3
Q

echar

  1. (a perder)
  2. (al correo)
  3. (mal de ojo)
  4. (despedir del trabajo)
A

= πετάω, ρίχνω, βάζω

  1. χαλάω
  2. ταχυδρομώ
  3. ματιάζω
  4. απολύω
How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
4
Q

edificar

  1. (moral)
A

= οικοδομώ, κτίζω

  1. διαπαιδαγωγώ
How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
5
Q

editar

A

= εκδίδω

δημοσιεύω

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
6
Q

educar

A

= μορφώνω
ανατρέφω
εκπαιδεύω

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
7
Q

efectuar

A

= κάνω
πραγματοποιώ
φέρω σε πέρας
εκπληρώνω

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
8
Q

egresar

A

= βγαίνω

αποφοιτώ

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
9
Q

ejecutar

  1. (juicio)
  2. (mús.)
  3. (ajusticiar)
A

= εκτελώ, πραγματοποιώ

  1. εκτελώ
  2. εκτελώ, παίζω
  3. εκτελώ, θανατώνω
How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
10
Q

ejemplarizar

A

= παραδειγματίζω

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
11
Q

ejemplificar

A

= εξηγώ με παραδείγματα

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
12
Q

ejercer

A

= (εξ)ασκώ

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
13
Q

ejercitar(se)

A

= (εξ)ασκώ
(εξ)ασκούμαι
γυμνάζω, γυμνάζομαι

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
14
Q

elaborar

A

= επεξεργάζομαι
παρασκευάζω
εκπονώ

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
15
Q

electrificar

A

= ηλεκτροδοτώ

εξηλεκτρίζω

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
16
Q

electrizar

A

= ηλεκτρίζω

διεγείρω

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
17
Q

electrocutar

A

= ηλεκτροπλήττω

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
18
Q

elegir

votar

A

= εκλέγω, επιλέγω, διαλέγω

εκλέγω

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
19
Q

elevar

precio

A

= (αν)υψώνω
ανεβάζω
(τιμή)αυξάνω

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
20
Q

eliminar

A

=διαγράφω
εξαλείφω
αποβάλλω
αποκλείω

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
21
Q

elogiar

A

= επαινώ

εγκωμιάζω

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
22
Q

eludir

A

= υπεκφεύγω

αποφεύγω

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
23
Q

emanar

  1. (derivar)
  2. (olores)
A

= αναβλύζω, πηγάζω

  1. απορρέω
  2. (οσμές) προέρχομαι
How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
24
Q

emancipar(se)

A

= χειραφετώ

χειραφετούμαι

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
25
embadurnar(se)
= πασαλείβω, πασαλείβομαι λασπώνω σοβαντίζω
26
embalar
= συσκευάζω, αμπαλάρω (carrera) επιταχύνω
27
embaldosar
= πλακοστρώνω
28
embalsamar
= βαλσαμώνω | ταριχεύω
29
embanderar
= σημαιοστολίζω
30
embarazar
= παρεμποδίζω , παρακωλύω (poner en aprietos) φέρνω σε αμηχανία (mujer) γκαστρώνω
31
embarazarse
= μένω έγκυος
32
embarcar
= επιβιβάζω | φορτώνω
33
embargar
= κατάσχω
34
embarrar(se)
= λασπώνω, λασπώνομαι (met.) δυσφημώ
35
embaucar
= (εξ)απατώ | δελεάζω
36
embeber
= απορροφώ | εμποτίζομαι
37
embelesar
= σαγηνεύω | μαγεύω
38
embellecer
= εξωραΐζω | καλλωπίζω
39
embestir
= εφορμώ επιτίθεμαι συγκρούομαι
40
emblandecer
= μαλακώνω
41
emblanquecer
= ξασπρίζω | λευκαίνω
42
embobar
= καταπλήσσω | ελκύω
43
embolsar
= εισπράττω | τσεπώνω
44
emborrachar(se)
= μεθώ
45
emboscar
= ενεδρεύω στήνω καρτέρι παραμονεύω
46
embotellar
= εμφιαλώνω
47
embragar
= συμπλέκω
48
embravecer
= εξοργίζω, εξαγριώνω (mar) φουρτουνιάζει
49
embrear
= πισσώνω | κατραμώνω
50
embriagar(se)
= μεθώ
51
embrollar
= μπερδεύω
52
embrujar(persona)
= μαγεύω (sitio) στοιχειώνω
53
embutir
= στριμώχνω | μπουκώνω
54
emerger
= αναδύομαι ανακύπτω προκύπτω
55
emigrar
= μεταναστεύω | αποδημώ
56
emitir
= εκδίδω (radio, TV) μεταδίδω, εκπέμπω
57
emocionar(se)
``` = συγκινώ, συγκινούμαι συναρπάζω, συναρπάζομαι διεγείρω, διεγείρομαι ταράζω, ταράζομαι συγκλονίζω ```
58
empacar
= πακετάρω | συσκευάζω
59
empacharse
= παθαίνω δυσπεψία
60
empadronar
= απογράφω
61
empalmar
= ενώνω συνδέω συναρμολογώ
62
empantanarse
= βαλτώνω | κολλάω
63
empañar
= φασκιώνω (vidrio) θαμπώνω (honra) αμαυρώνω
64
empapar
= βρέχω , μουσκεύω , μουλιάζω (inculcar) εμποτίζω
65
empapelar
= καλύπτω με χαρτί (ταπετσαρία κοκ)
66
empaquetar
= πακετάρω
67
emparchar
= μπαλώνω
68
emparejar
= ζευγαρώνω ταιριάζω (suelo) ισοπεδώνω
69
emparentarse
= συγγενεύω
70
empastar
= επαλείφω (libros) βιβλιοδετώ (diente) σφραγίζω
71
empatar
= ισοφαρίζω
72
empecinarse
= πεισμώνω
73
empedrar
= λιθοστρώνω
74
empeñar
= ενεχυριάζω
75
empeñarse
= επιμένω σε κάτι
76
empeorar
= χειροτερεύω
77
empequeñecer
= μικραίνω | ελαχιστοποιώ
78
empezar
= αρχίζω | ξεκινώ
79
empinar(se)
= (αν)υψώνω, (αν)υψώνομαι | ανασηκώνω, ανασηκώνομαι
80
emplazar(lugar)
= τοποθετώ (persona) εγκαλώ
81
emplear
= απασχολώ | χρησιμοποιώ
82
empobrecer(se)
= φτωχαίνω | γίνομαι φτωχός
83
empollar
= επωάζω | κλωσσώ
84
empotrar
= εντοιχίζω | ενσωματώνω
85
emprender
= επιχειρώ αναλαμβάνω παίρνω ξεκινώ
86
empujar
= σπρώχνω | σκουντώ
87
empuñar
= αρπάζω, γραπώνω (las armas) παίρνω τα όπλα
88
emulsionar
= γαλακτωματοποιώ
89
enajenar
= τρελαίνω (bienes) εκποιώ , απαλλοτριώνω
90
enajenarse
= τρελαίνομαι, παραφρονώ
91
enaltecer
= εξυψώνω, επαινώ
92
enamorar(se)
= ερωτεύω, ερωτεύομαι
93
enardecer
= εξάπτω διεγείρω ενθουσιάζω
94
encabezar
= ηγούμαι, μπαίνω επικεφαλής (texto) βάζω επικεφαλλίδα
95
encadenar
= αλυσοδένω | συνδέω
96
encajar
= εισάγω προσαρμόζω , εφαρμόζω ενθέτω
97
encallar
= εξοκέλλω
98
encaminar
= καθοδηγώ | κατευθύνω
99
encandilar
= εκθαμβώνω
100
encanecer
= γκριζάρω | ασπρίζουν τα μαλλιά μου
101
encantar
= γοητεύω σαγηνεύω συνεπαίρνω
102
encañonar
= σημαδεύω με όπλο
103
encapricharse
= πεισμώνω | ξελογιάζομαι
104
encaramar
= ανεβάζω | εγκωμιάζω
105
encaramarse
= σκαρφαλώνω | αναρριχώμαι
106
encarar
= αντι-μετωπ-ίζω
107
encarcelar
= φυλακίζω
108
encarecer(recomendar)
= προτείνω συνιστώ (precios) ακριβαίνω
109
encargar
= αναθέτω | συστήνω
110
encariñarse
= δείχνω στοργή αφοσιώνομαι αγαπώ
111
encarnar(idea)
= ενσαρκώνω (teatro) παίζω ρόλο (rel. ) ενανθρωπίζω
112
encarnizar(se)
= εξαγριώνω | εξαγριώνομαι
113
encarpetar
= ταξινομώ | αρχειοθετώ
114
encasillar
= ταξινομώ αρχειοθετώ casilla = θυρίδα, κουτάκι (case)
115
encausar
= ενάγω | μηνύω
116
encauzar
= κατευθύνω | διευθύνω
117
encender
= ανάβω (ánimo) διεγείρω, προκαλώ (luz, radio) ανοίγω (motor) βάζω μπρος
118
encenderse
= κοκκινίζω
119
encerar
= στιλβώνω, γυαλίζω παρκέ, κερώνω
120
encerrar
= κλείνω , εγκλείω , περικλείω (incluir) υποδηλώνω
121
encerrarse
= κλείνομαι (recluirse) απομονώνομαι
122
enchufar
= συνδέω, συναρμόζω, βάζω στην πρίζα
123
enclaustrar
= κλείνω σε μοναστήρι
124
encoger
= μπαίνω/στενεύω στο πλύσιμο
125
encogerse-de-hombros
= αδιαφορώ
126
encolerizar(se)
= εξοργίζω , εξοργίζομαι
127
encomendar
= αναθέτω, εμπιστεύομαι
128
encomendarse
= εμπιστεύομαι | βλ. encomienda
129
encomiar
= εγκωμιάζω | επαινώ
130
encontrar
= βρίσκω, συναντώ | αντιμετωπίζω
131
encontrarse
= βρίσκομαι συναντιέμαι είμαι
132
encrespar(mar)
= κατσαρώνω, σγουραίνω (θαλ.) φουρτουνιάζω
133
encuadernar
= βιβλιοδετώ
134
encuadrar
= πλαισιώνω | κορνιζάρω
135
encubrir
= συγκαλύπτω υποθάλπω παρέχω βοήθεια σε εγκληματία
136
encuestar
= δημοσκοπώ | σφυγμομετρώ
137
encumbrar
= εξυψώνω, εγκωμιάζω
138
enderezar
= ισιώνω, διορθώνω, ανορθώνω
139
endeudar(se)
= χρεώνω, χρεώνομαι
140
endosar
= οπισθογραφώ (traspasar a otro una obligación) μεταβιβάζω υποχρέωση
141
endulzar
= γλυκαίνω (ánimo) μαλακώνω, ανακουφίζω
142
endurecer
= σκληραίνω
143
endurecerse
= σκληραίνω | σκληραγωγούμαι
144
enemistarse
= εχθρεύομαι
145
energizar
= ενεργοποιώ
146
enervar(se)
= εκνευρίζω, εκνευρίζομαι | νευριάζω
147
enfadar(se)
= θυμώνω, εξοργίζω
148
enfatizar
= δίνω έμφαση , υπογραμμίζω | τονίζω
149
enfermar(se)
= αρρωσταίνω, ασθενώ
150
enfervorizar(se)
= ενθουσιάζω, ενθουσιάζομαι | φανατίζω, φανατίζομαι
151
enflaquecer
= αδυνατίζω | εξασθενώ
152
enfocar
= εστιάζω, | επικεντρώνω την προσοχή
153
enfrentar
= αντιμετωπίζω | αναμετρούμαι
154
enfrentarse
= αντιμετωπίζω, | βρίσκομαι αντιμέτωπος με...
155
enfriar(se)
= ψυχραίνω, κρυώνω κτ, κρυώνω (relación) ψυχραίνομαι
156
enfundar
= βάζω στην θήκη
157
enfurecer(se)
= εξοργίζω, εξοργίζομαι
158
engalanar
= στολίζω | ντύνω πολυτελώς
159
engañar
= ξεγελάω , παραπλανώ | (εξ)απατώ
160
enganchar
= αγκιστρώνω, γαντζώνομαι (mil. ) στρατολογώ (caballos) ζεύω
161
engastar
= μοντάρω πολύτιμους λίθους | δένω
162
engatusar
= κολακεύω | καλοπιάνω
163
engendrar
= αναπαράγω, τεκνοποιώ παράγω, προξενώ
164
engordar
= παχαίνω | εκτρέφω
165
engranar
= συμπλέκω γρανάζια (persona) συνδέω
166
engrandecer
= μεγεθύνω (alabar) επαινώ
167
engrasar
= λιπαίνω, γρασάρω
168
engreírse
= ξιπάζομαι | κομπάζω
169
engrosar
= παχαίνω | εξογκώνω
170
engullir
= καταβροχθίζω | καταπίνω
171
enhebrar
= βελονιάζω
172
enjabonar(se)
= σαπουνίζω | σαπουνίζομαι
173
enjaular
= εγκλωβίζω
174
enjuagar
= ξεπλένω | ξεβγάζω
175
enjuiciar
= ενάγω σε δίκη, απαγγέλλω κατηγορία εκδικάζω
176
enlatar
= κονσερβοποιώ
177
enlazar
= δένω, συνδέω ενώνω
178
enlodar ...(honra)
= λασπώνω | ... = αμαυρώνω
179
enloquecer(se)
= τρελαίνω ξετρελαίνομαι παραφρονώ
180
enlosar
= πλακοστρώνω
181
enlozar
= σμαλτώνω
182
enlucir
= σοβαντίζω
183
enlutar
πενθώ || βυθίζω σε πένθος (ropa) φοράω μαύρα
184
enmarcar
πλαισιώνω, κορνιζάρω (delimitar) πλαισιώνω
185
enmascarar
= συγκαλύπτω | μεταμφιέζω, μασκαρεύω
186
enmendar
= διορθώνω, αποζημιώνω | βλ. και amendments
187
enmohecerse
= σκουριάζω | μουχλιάζω
188
enmudecer
= σωπαίνω | σιωπώ
189
ennegrecer
= μαυρίζω | αμαυρώνω
190
ennoblecer
= εξευγενίζω
191
enojarse
= θυμώνω | εξοργίζομαι
192
enorgullecerse
= υπερηφανεύομαι, καμαρώνω | κομπάζω
193
enredar(se)
= μπλέκω | εμπλέκομαι | μπερδεύω | μπερδεύομαι
194
enrejar
= βάζω κάγκελα
195
enriquecer(se)
= (εμ)πλουτίζω
196
enrojecer(se)
= κοκκινίζω
197
enrolar(se)
= κατατάσσω | κατατάσσομαι
198
enrollar
= (περι)τυλίγω | βλ. και ρολό
199
enroncharse
= σπυριάζω
200
enronquecer
= βραχνιάζω
201
enroscar
κουλουριάζω, στρίβω, τυλίγω (tornillo) βιδώνω
202
ensalmar
= θεραπεύω με μάγια
203
ensalzar
= εξυμνώ, εξυψώνω εγκωμιάζω επαινώ
204
ensamblar
= συναρμολογώ | μοντάρω
205
ensanchar
= διευρύνω, φαρδαίνω | επεκτείνω
206
ensagrentar
= ματώνω | λεκιάζω με αίμα
207
ensañarse
= εξαγριώνομαι | μεταχειρίζομαι βάναυσα
208
ensartar
= σουβλίζω | περνώ σε κλωστή / σύρμα
209
ensayar
= δοκιμάζω , προβάρω | πειραματίζομαι
210
enseñar
= διδάσκω | εκπαιδεύω
211
ensillar
= σελώνω
212
ensimismarse
= κλείνομαι στον εαυτό μου | αποτραβιέμαι
213
ensoberbecerse
= υπερηφανεύομαι γίνομαι αλαζόνας < soberbio
214
ensordecer
= ξεκουφαίνω | βλ. και Σουρδία = Κοζάνη
215
ensuciar
= λερώνω | βρωμίζω
216
entender
= καταλαβαίνω | κατανοώ
217
enterar(se)
= πληροφορώ πληροφορούμαι μαθαίνω
218
enternecer(se)
= συγκινώ συγκινούμαι μαλακώνω τρυφεραίνω
219
enterrar
= θάβω
220
entibar
= υποστηλώνω
221
entibiar
= χλιαίνω (moderar) κατευνάζω, μετριάζω
222
entintar
= βάζω μελάνι | λεκιάζω με μελάνι
223
entonar
= τραγουδώ αρμονικά
224
entornar
= μισανοίγω (puerta, ventana)
225
entorpecer
= επιβραδύνω | εμποδίζω
226
entrañar
= έχω στα σωθικά μου | εμπεριέχω
227
entrar
= μπαίνω, εισβάλλω
228
entreabrir
= μισανοίγω
229
entrecortar
= διακόπτω
230
entrecruzar(se)
= διασταυρώνω, διασταυρώνομαι | συναντώ, συναντιέμαι
231
entregar
= δίνω | παραδίδω
232
entregarse
= παραδίδομαι
233
entrelazar
= συνυφαίνω | συνδέω
234
entrenar(se)
= προπονώ | προπονούμαι
235
entresacar
= κορφολογώ | διαλέγω
236
entretener
= διασκεδάζω | ψυχαγωγώ
237
entretenerse
= διασκεδάζω ψυχαγωγούμαι χασομεράω
238
entrevistar
= παίρνω συνέντευξη
239
entristecer(se)
= στεναχωρώ, στεναχωρούμαι λυπώ, λυπάμαι, θλίβω, θλίβομαι
240
entrometerse
= ανακατεύομαι αναμειγνύομαι παρεμβάλλομαι
241
entroncar
= συνδέω, | συγγενεύω
242
enturbiar
= θολώνω συσκοτίζω (βλ. τουρμπίνα... < λατ. turba)
243
entusiasmar(se)
= ενθουσιάζω | ενθουσιάζομαι
244
enumerar
= (απ)αριθμώ | λογαριάζω
245
enunciar
= διατυπώνω | διακηρύσσω
246
envainar
= βάζω στην θήκη
247
envanecerse
= ματαιοδοξώ | επαίρομαι
248
envasar
= συσκευάζω σε βάζο | κονσερβοποιώ
249
envejecer
= γερνώ, | γεράζω
250
envenenar
= δηλητηριάζω
251
enviar
= στέλνω | αποστέλλω
252
enviciar(se)
= διαφθείρω | διαφθείρομαι
253
envidiar
= φθονώ | ζηλεύω
254
envilecer(se)
= διαφθείρω, -ομαι | ταπεινώνω, -ομαι
255
enviudar
= χηρεύω
256
envolver
= τυλίγω , πακετάρω συσκευάζω (mil.) περικυκλώνω
257
envolverse
= ανακατεύομαι
258
enyesar
= γυψώνω γύψος = yeso
259
enyugar
= ζεύω
260
equilibrar(se)
= (εξ)ισορροπώ
261
equipar
= εξοπλίζω | εφοδιάζω
262
equiparar
= παραβάλλω συγκρίνω εξισώνω (equi-par-ar)
263
equivaler
= ισοδυναμώ | αντιστοιχώ
264
equivocarse
= κάνω λάθος σφάλλω απατώμαι
265
erguir
= ανορθώνω | υψώνω
266
erigir
= ανεγείρω (fundar) ιδρύω, θεμελιώνω
267
erosionar
= διαβρώνω | κατατρώγω
268
erradicar
= ξεριζώνω (población) εκτοπίζω
269
errar
= κάνω λάθος, αποτυγχάνω (vagar) περιπλανώμαι
270
eructar
= ρεύομαι
271
esbozar
= διαγράφω, σκιαγραφώ | σκιτσάρω, περιγράφω
272
escabechar
= ξιδιάζω | κάνω τουρσί
273
escabullirse
= ξεγλιστράω ξεφεύγω το σκάω
274
escalar
= σκαρφαλώνω αναρριχώμαι (posición) προάγομαι
275
escampar3a.p.
= ξανοίγει ο ουρανός
276
escandalizar(se)
= σκανδαλίζω | σκανδαλίζομαι
277
escapar
= ξεφεύγω δραπετεύω (líquido, gas) διαρρέω
278
escarbar
= σκαλίζω (inquirir) ψάχνω
279
escarchar3a.p.
= πέφτει παγετός
280
escardar
= ξεχορταριάζω
281
escarmentar
= διορθώνω | τιμωρώ
282
escarnecer
= χλευάζω | γελοιοποιώ
283
escasear
= σπανίζω | υπάρχει έλλειψη
284
escatimar
= τσιγγουνεύομαι | φείδομαι
285
escayolar
= γυψώνω
286
escenificar
= δραματοποιώ υποδύομαι ρόλο
287
escindir
= αποσχίζομαι | διασπώ
288
esclarecer
= (δια)φωτίζω (asunto) διευκρινίζω, διασαφηνίζω, ξεκαθαρίζω
289
esclavizar
= υποδουλώνω σκλαβώνω εξανδραποδίζω
290
escobillar
= βουρτσίζω
291
escocer
= τσούζω (ánimo) τσούζω, ενοχλώ
292
escoger
= επιλέγω διαλέγω εκλέγω
293
escoltar
= συνοδεύω | προστατεύω
294
esconder(se)
= κρύβω | κρύβομαι
295
escoriar(se)
= γδέρνω, -ομαι γρατζουνίζω, -ομαι (σκώρος?)
296
escribir
= γράφω
297
escrutar
= εξετάζω προσεκτικά (conteo votación) μετρώ ψήφους
298
escuchar
= ακούω | προσέχω
299
escudar
= υπερ-ασπίζω προ-ασπίζω προφυλάσσω
300
escudriñar
= εξερευνώ | εξετάζω
301
esculpir(piedra)
= λαξεύω σμιλεύω (madera) σκαλίζω
302
escupir
= φτύνω (ηφαίστειο) ξερνάει
303
escurrir
= στραγγίζω στάζω Στύβω
304
escurrirse
= (ξε)γλιστρώ
305
esforzar
= εμψυχώνω | ενθαρρύνω
306
esforzarse
= προσπαθώ
307
esfumar
= απαλύνω μετριάζω ξεθωριάζω
308
esgrimir
= ξιφομαχώ (επιχείρημα) χρησιμοποιώ
309
esmaltar
= σμαλτώνω
310
esmerarse
= επιμελούμαι φροντίζω (“con gran esmero”)
311
espaciar
= διαχωρίζω | απομακρύνω
312
espantar
= τρομάζω ξαφνιάζω σκιάζω , φοβίζω
313
esparcir
= σκορπίζω (φήμη) διαδίδω (ánimo) διασκεδάσζω
314
especializar(se)
= εξειδικεύω, -ομαι
315
especificar
= προσδιορίζω, ειδικεύω εκπονώ προδιαγραφές συγκεκριμενοποιώ
316
especular
= εικάζω, πιθανολογώ (bienes) κερδοσκοπώ , σπεκουλάρω
317
esperar
= ελπίζω, ευελπιστώ | προσδοκώ, περιμένω, προσμένω
318
espesar
= πήζω | πυκνώνω
319
espiar
= κατασκοπεύω | παρατηρώ
320
espolvorear
= πασπαλίζω
321
esquiar
= κάνω σκι
322
esquilar
= κουρεύω πρόβατα
323
esquivar
= αποφεύγω, | ξεφεύγω
324
estabilizar
= σταθεροποιώ | στερεώνω
325
establecer
= εγκαθιστώ θεμελιώνω ιδρύω
326
estacionar(se)
= σταθμεύω
327
estafar
= (εξ)απατώ
328
estallar
= εκρήγνυμαι, σκάω ανατινάζω (πρόσωπο) ξεσπάω
329
estampar
= σταμπάρω χαράζω τυπώνω (denuncia) καταγγέλλω
330
estancar
= λιμνάζω βαλτώνω (αιμορραγία) σταματώ
331
estandarizar
= τυποποιώ
332
estar
= είμαι, βρίσκομαι estoy agradecido (ευγνωμονώ), estoy de guardia (είμαι σε επιφυλακή), estoy en auge (ευημερώ, ακμάζω), estoy en guerra (είμαι σε εμπόλεμη κατάσταση), estoy de turno (έχω βάρδια)
333
estatizar
= κρατικοποιώ
334
estatuir
= (εγκαθ)ιδρύω (νόμο) θεσπίζω
335
estatuir(leg.)
= θεσπίζω
336
esterilizar
= (απο)στειρώνω | απολυμαίνω
337
estibar
= στοιβάζω
338
estibar(nave)
= φορτώνω
339
estigmatizar
= στιγματίζω
340
estimar
= εκτιμώ | υπολογίζω
341
estimular
= παροτρύνω διεγείρω ερεθίζω
342
estipular
= συνομολογώ | συμφωνώ
343
estirar
= τεντώνω
344
estirar(ropa)
= σιδερώνω
345
estofar
= μαγειρεύω στιφάδο
346
estorbar
= παρενοχλώ | παρεμποδίζω
347
estornudar
= φτερνίζομαι
348
estrangular
= στραγγαλίζω | πνίγω
349
estratificar
= διαστρωματώνω
350
estrechar
= στενεύω | σφίγγω
351
estrellarse
= συγκρούομαι
352
estremecer
= δονώ | ταράζω
353
estremecerse
= ταράζομαι | τρέμω , ριγώ
354
estrenar
= ντεμπουτάρω | πρωτοβάζω
355
estreñirse
= υποφέρω από δυσκοιλιότητα
356
estresar(se)
= στρεσάρω, -ομαι, | αγχώνω, -ομαι
357
estriar
= ραβδώνω, αυλακώνω
358
estribar
= βασίζω , στηρίζω
359
estropear
= χαλάω , καταστρέφω
360
estructurar
= δομώ | βασίζω
361
estrujar
= στίβω
362
estudiar
= φοιτώ, σπουδάζω | μελετώ
363
eternizar
= διαιωνίζω | τρενάρω
364
evacuar
= εκκενώνω
365
evacuar(leg.)
= εκδίδω
366
evadir(se)
= αποφεύγω | δραπετεύω
367
evaluar
= αξιολογώ | εκτιμώ αξία
368
evangelizar
= ευαγγελίζω
369
evaporar
= εξατμίζω
370
evidenciar
= καθιστώ εμφανές | καταδεικνύω | αποδεικνύω
371
evitar
= αποφεύγω αποτρέπω
372
evocar
= αναπολώ , ανακαλώ , θυμάμαι
373
evocar(espíritus)
= επικαλούμαι
374
evolucionar
= εξελίσσομαι μετασχηματίζομαι αναπτύσσομαι
375
exacerbar
= εξοργίζω κάνω έξω φρενών παροξύνω
376
exagerar
= υπερβάλλω
377
exaltar
= εξυψώνω συγκινώ παθιάζω
378
examinar
= εξετάζω
379
exasperar(se)
= εξοργίζω, -ομαι | εξαγριώνω, -ομαι
380
excarcelar
= αποφυλακίζω
381
excavar
= σκάβω , ανασκάφτω
382
exceder(se)
= υπερβαίνω ξεπερνώ πλεονάζω
383
exceptuar
= εξαιρώ
384
excitar
= διεγείρω | παθιάζω
385
exclamar
= αναφωνώ
386
excluir
= εξαιρώ | αποκλείω
387
excomulgar
= αφορίζω
388
excretar
= εκκρίνω
389
exculpar
= αθωώνω
390
excursionar
= εκδράμω
391
excusar
= συγχωρώ | δικαιολογώ
392
excusar(se)
= δικαιολογούμαι | ζητώ συγγνώμη
393
execrar
= απεχθάνομαι | μισώ
394
exhalar
= εκπνέω | αναστενάζω
395
exhibir
= εκθέτω | παρουσιάζω
396
exhibir(película)
= προβάλλω
397
exhortar
= προτρέπω παροτρύνω ενθαρρύνω
398
exhumar
= ξεθάβω | ανασύρω
399
exigir
= (απ)αιτώ | ζητώ
400
exiliar(se)
= εξορίζω, -ομαι
401
eximir
= απαλλάσσω | εξαιρώ
402
existir
= υπάρχω
403
exonerar
= απαλλάσσω | απολύω
404
exorcizar
= εξορκίζω
405
expandir
= εξαπλώνω επεκτείνω αναπτύσσω
406
expatriarse
= εκπατρίζομαι
407
expectorar
= αποπτύω , φτύνω | pectus , pecho...
408
expedir
= αποστέλλω εκδίδω εντολή/ειςιτήριο διεκπεραιώνω
409
expeler
= αποπέμπω εκδιώκω αποβάλλω
410
expender
= πουλάω λιανικά
411
experimentar
= δοκιμάζω πειραματίζομαι αισθάνομαι
412
expiar
= εξαγνίζω εξιλεώνομαι επανορθώνω
413
expirar
= λήγω εκπνέω ξεψυχώ
414
explayarse
= επεκτείνω | παρατείνω ομιλία
415
explicar
= εξηγώ | διευκρινίζω
416
explorar
= εξερευνώ | ανιχνεύω
417
explotar
= εκμεταλλεύομαι | αξιοποιώ
418
explotar(ánimo, risa)
= ξεσπάω
419
exponer
= εκθέτω | παρουσιάζω
420
exportar
= εξάγω
421
expresar
= εκφράζω εκδηλώνω διατυπώνω
422
exprimir
= στίβω
423
exprimir(persona)
= υπερεκμεταλλεύομαι κάποιον
424
expropiar
= απαλλοτριώνω
425
expugnar
= κυριεύω | εκπορθώ
426
expulsar
= διώχνω αποβάλλω απελαύνω
427
extasiar(se)
= εκστασιάζω, -ομαι
428
extender
= επεκτείνω , διευρύνω , μεγαλώνω απλώνω , τεντώνω
429
extender(documento)
= εκδίδω
430
extenuar(se)
= εξασθενώ | αποδυναμώνω, -ομαι
431
exteriorizar
= εξωτερικεύω
432
exterminar
= εξολοθρεύω | εξαφανίζω
433
extinguir
= σβήνω | λήγω
434
extinguirse
= σβήνω
435
extinguirse(persona)
= πεθαίνω , αποβιώνω
436
extirpar
= εξαλείφω | ξεριζώνω
437
extraditar
= εκδίδω
438
extraer
= αφαιρώ , βγάζω , εξορύσσω
439
extralimitarse
= υπερβαίνω
440
extrañar
= εκπλήσσς , παραξενεύω
441
extrañar(persona)
= εξορίζω
442
extrañar(recuerdo)
= νοσταλγώ
443
extrañarse
= εκπλήσσομαι | παραξενεύομαι
444
extraviar(se)
= αποπροσανατολίζω, -ομαι | χάνω, -ομαι
445
extremar
= φτάνω σε ακρότητες
446
exudar
= ιδρώνω
447
eyacular
= εκσπερματώνω