La Banca Y El Comercio Flashcards

0
Q

abastecer

A

= προμηθεύω,

εφοδιάζω

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
1
Q

abastecedor

A

= προμηθευτής

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
2
Q

acción

A

= η μετοχή

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
3
Q

accionista

A

= μέτοχος

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
4
Q

acreedor, -a

acreedor hipotecario

A

= πιστωτής, δανειστής

πιστωτής έναντι υποθήκης

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
5
Q

activo

A

= το ενεργητικό

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
6
Q

administración

A

= η διοίκηση,
η διεύθυνση,
η διαχείριση

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
7
Q

administrador, -a

A

= διοικητής, διευθυντής, διαχειριστής

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
8
Q

administrativo, -a

A

= διοικητικός, -ή, -ό

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
9
Q

administrar

A

= διοικώ,
διευθύνω,
διαχειρίζομαι

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
10
Q

aduana

A

= τελωνείο

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
11
Q

aduanero, -a

A

= τελωνειακός

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
12
Q

agencia

agencia de aduana

agencia de viajes

A

= πρακτορείο | υποκατάστημα

εκτελωνιστικό γραφείο

γραφείο ταξιδίων

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
13
Q

agente

agente de aduana

agente de bolsa

A

= ο πράκτορας

ο εκτελωνιστής

ο χρηματιστής

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
14
Q

agenciar

A

= πραγματοποιώ | εκτελώ |

πρακτορεύω

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
15
Q

ahorro

A

= αποταμίευση |

οικονομία

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
16
Q

ahorrativo, -a

A

= οικονόμος |

σφιχτοχέρης

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
17
Q

ahorrar

A

= αποταμιεύω,

(εξ)οικονομώ

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
18
Q

alcancía

A

= κουμπαράς

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
19
Q

almacén

A

= αποθήκη ||

μπακάλικο

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
20
Q

almacenero

A

= μπακάλης,

παντοπώλης

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
21
Q

almacenar

A

= αποθηκεύω |

φυλάσσω

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
22
Q

alza (de precios o intereses)

A

= αύξηση |

υπερτίμηση

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
23
Q

alzamiento de hipoteca

A

= άρσις υποθήκης

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
24
alzar hipoteca
= αίρω υποθήκη
25
amortización
= απόσβεση χρέους || | εξόφληση δανείου
26
amortizable
= εξαγοράσιμος
27
amortizar
= αποσβήνω || | εξοφλώ δάνειο
28
árbitro = arbitrador
= διαιτητής
29
arbitraje
= διαιτησία | | μεσολάβηση
30
arbitrar
= διαιτητεύω, κρίνω ως διαιτητής || λαμβάνω μέτρα
31
arqueo
= έλεγχος ταμείου
32
auditor
= ελεγκτής | | ορκωτός λογιστής
33
auditoría auditoría contable
= έλεγχος | επιθεώρηση οικονομική επιθεώρηςη
34
auditar
= ελέγχω | | επιθεωρώ
35
autoservicio
= self-service store
36
aval
= εγγυητής || εγγύηση
37
avalar
= εγγυώμαι || οπισθογραφώ
38
avalúo avalúo fiscal
= εκτίμηση || αξιολόγηση φορολογική αξία | αντικειμενική αξία
39
avaluar
= εκτιμώ | αξιολογώ
40
baja (de precios o intereses)
= πτώση | | ύφεση
41
bajar (precio, valor)
= κατεβάζω, μειώνω (αξία, τιμή)
42
banca banca electrónica
= τράπεζες ηλεκτρονικές τραπεζικές συναλλαγές
43
bancarrota
= πτώχευση | | χρεοκοπία
44
declararse en bancarrota
= κηρύσσω πτώχευση, πτωχεύω
45
banco ~ agrícola ~ central ~ comercial ~ de ahorros
= τράπεζα αγροτική τρ. κεντρική τρ. εμπορική τρ. ταμιευτήριο
46
banco ~ de crédito ~ de fomento ~ de inversiones ~ del estado
= τράπεζα πιστωτική τρ. αναπτυξιακή τρ. τρ. επενδύσεων κρατική τρ.
47
banco ``` ~ hipotecario ~ industrial ~ Mundial ~ nacional ~ popular ```
= τράπεζα τρ. ενυπόθηκων δανείων βιομηχανική τρ. Παγκόσμια Τρ. εθνική τρ.
48
banquero
= τραπεζίτης
49
bancario, -a
= τραπεζικός, -ή, -ό
50
billete
= χαρτονόμισμα || | σημείωμα
51
bolsa de valores
= χρηματιστήριο | | χρηματαγορά
52
bono ~ del estado
= ομόλογο κρατικό ομόλογο
53
bonificación
= βελτίωση του κέρδους || | χορήγηση μπόνους
54
bonificar
= βελτιώνω το κέρδος || | χορηγώ μπόνους
55
botillería
= κάβα | | ποτοπωλείο
56
cafetería
= καφενείο, καφετέρια
57
caja — fuerte
= ταμείο χρηματοκιβώτιο | θησαυροφυλάκιο
58
cajero, -a
= ταμίας
59
cajero automático
= ΑΤΜ (Αυτόματη Ταμειολογιστική Μηχανή)
60
cambio (monedas)
= συνάλλαγμα | | ρέστα
61
cambiar (monedas)
= αλλάζω, ανταλλάσσω
62
cantina
= καντίνα
63
capital — activo — de acciones, accionario
= κεφάλαιο ενεργό κεφάλαιο μετοχικό κεφάλαιο
64
capitalismo
= καπιταλισμός
65
capitalista (1)
= καπιταλιστής
66
capitalización
= κεφαλαιοποίηση
67
capitalista (2)
= καπιταλιστικός, ή, ό
68
capitalizar
= κεφαλαιοποιώ
69
carnicería
= κρεοπωλείο, χασάπικο
70
carnicero
= κρεοπώλης, χασάπης
71
cartera de clientes — de valores — vencida
= πελατειακή βάση, χαρτοφύλακας πελατών, πελατολόγιο επένδυση σε μετοχές σύνολο μη εξοφλήσιμων δανείων
72
casa de cambio
= γραφείο συναλλάγματος
73
casa de empeños
= ενεχυροδανειστήριο
74
casa de la moneda
= νομισματοκοπείο
75
caudal(es)
= περιουσία
76
caja de caudales = caja fuerte
= θησαυροφυλάκειο, χρηματοκιβώτιο
77
centro comercial
= εμπορικό κέντρο
78
cerrajería
= κλειδαράδικο
79
cerrajero
= κλειδαράς
80
cervecería
= ζυθοποιείο, ζυθοπωλείο, | μπυραρία
81
cervecero
= ζυθοποιός
82
cliente
= πελάτης
83
clientela
= πελατεία
84
cobranza
= είσπραξη
85
cobrar — precio — cheque
= εισπράττω χρεώνω εξαργυρώνω
86
comerciante — ambulante — detallista
= έμπορος πλανόδιος πωλητής έμπορος λιανικής
87
comercio exterior — mayorista — minorista
= εξωτερικό εμπόριο χονδρεμπόριο λιανεμπόριο
88
compra
= η αγορά (κπ πράγματος)
89
comprador
= αγοραστής, | πελάτης
90
compraventa
= αγοραπωλησία
91
comprar
= αγοράζω
92
comprar al contado
= αγοράζω τοις μετρητοίς
93
comprar al fiado
= αγοράζω επί πιστώσει
94
comprar a plazo
= αγοράζω με δόσεις
95
confitería
= ζαχαροπλαστείο
96
conservador de bienes raíces
= υποθηκοφύλακας
97
oficína del conservador de bienes raíces
= υποθηκοφυλάκειο
98
contabilidad
= τα λογιστικά, | η τήρηση βιβλίων
99
contador, -a
= λογιστής
100
contable
= λογιστικός, ή, ό
101
CONTRABANDO
= λαθρεμπόριο
102
contrabandista
= λαθρέμπορος
103
contrabandear
= κάνω λαθρεμπόριο
104
contrato
= συμβόλαιο, | σύμφωνο
105
prórroga de contrato
= παράταση του συμβολαίου
106
prorrogar contrato
= παρατείνω συμβόλαιο
107
contratar
= συμβάλλομαι || | προσλαμβάνω
108
corredor de bolsa
= χρηματομεσίτης
109
corredor de propiedades
= μεσίτης
110
costo
= κόστος, | έξοδα
111
costear
= χρηματοδοτώ
112
cotización
= τρέχουσα τιμή αγαθών
113
cotizar
= καθορίζω την τιμή
114
crédito
= πίστωση
115
crédito a corto plazo — a largo plazo — de consumo — para la vivienda
= βραχυπρόθεσμη πίστωση μακροπρόθεσμη πίστωςη καταναλωτικό δάνειο στεγαςτικό δάνειο
116
crediticio, -a
= πιστωτικός, ή , ό
117
dar a crédito
= πιστώνω
118
acreditar
= πιστοποιώ | | εγγυώμαι
119
cristalería
= υαλοπωλείο
120
cuenta
= λογαριασμός
121
cuenta a plazo
= λογαριασμός καταθέσεων
122
cuenta corriente
= τρέχων λογαριασμός
123
cuenta de ahorros
= λογαριασμός ταμιευτηρίου
124
abrir cuenta
= ανοίγω λογαριασμό
125
cheque a fecha
= μεταχρονολογημένη επιταγή
126
cheque abierto
= επιταγή χωρίς όνομα δικαιούχου
127
cheque al portador
= επιταγή στον κομιστή
128
cheque cruzado
= δίγραμμη επιταγή
129
cheque de viajero
= ταξιδιωτική επιταγή
130
cheque en blanco
= ανοιχτή επιταγή
131
cheque enmendado
= αλλοιωμένη επιταγή
132
cheque protestado
= σφραγισμένη επιταγή
133
cheque sin fondos
= ακάλυπτη επιταγή
134
orden de no pago de cheque
= ανάκληση / μπλοκάρισμα επιταγής
135
chequera
= μπλοκ επιταγών
136
debe
= παθητικό
137
deber
= χρωστώ
138
déficit
= έλλειμμα
139
depósito
= (τραπεζική) κατάθεση
140
depositar
= καταθέτω
141
deuda
= χρέος
142
deuda exterior
= εξωτερικό χρέος
143
deuda pública
= δημόσιο χρέος
144
deudor
= χρεωστής, οφειλέτης, χρεοφειλέτης
145
deudor hipotecario
= χρεωστής με υποθήκη
146
deudor moroso
= εκπρόθεσμος οφειλέτης
147
adeudar
= χρωστώ
148
devaluación
= υποτίμηση
149
devaluar
= υποτιμώ
150
dinero
= το χρήμα
151
dirección
= διεύθυνση | | διοίκηση
152
director, -a
= διευθυντής
153
directorio
= διοικητικό συμβούλιο
154
dirigir
= διευθύνω, | διοικώ
155
dividendo
= μέρισμα
156
dólar
= δολλάριο
157
dulcería = confitería
= ζαχαροπλαστείο
158
economía
= οικονομία
159
economista
= οικονομολόγος
160
económico, -a
= οικονομικός
161
economizar
= (εξ)οικονομώ | | αποταμιεύω
162
egresos
= έξοδα
163
ejecutivo de cuentas
= τραπεζικός σύμβουλος
164
emisión
= έκδοση
165
emitir
= εκδίδω
166
empeño
= ενέχυρο
167
empeñar
= ενεχυριάζω
168
empleado de banco
= τραπεζικός υπάλληλος
169
emporio
= εμπορικό κέντρο
170
empresa
= επιχείρηση
171
empresa de cobranza
= εισπρακτική εταιρεία
172
empresario, -a
= επιχειρηματίας
173
empresarial
= επιχειρηματικός
174
endosar endoso
= οπισθογραφώ οπισθογράφηση
175
erario
= κρατική περιουσία, δημόσιος θησαυρός, θησαυροφυλάκιο
176
especulación bursátil
= κερδοσκοπία, | σπέκουλα (στο χρηματιστήριο)
177
especulador, -a
= κερδοσκόπος
178
especular
= κερδοσκοπώ
179
evaluación = avalúo
= εκτίμηση | | αξιολόγηση
180
evaluar = avaluar
= εκτιμώ | | αξιολογώ
181
expendio
= κέντρο διανομής προϊόντων | | κατάστημα
182
expender
= πουλάω στην λιανική
183
exportación
= εξαγωγή
184
exportador
= εξαγωγέας
185
exportar
= εξάγω
186
fábrica
= εργοστάσιο
187
fabricación
= κατασκευή
188
fabricante
= κατασκευαστής
189
fabricar
= κατασκευάζω
190
FACTURA
= τιμολόγιο | | λογαριασμός χρέωςης
191
FACTURAR
= τιμολογώ
192
farmacéutico, -a
= (1) φαρμακευτικός, ή , ό (2) φαρμακοποιός
193
farmacia
= φαρμακείο
194
FERIA
= λαϊκή αγορά, εμποροπανήγυρις
195
fiador
= εγγυητής
196
fiambrería
= αλλαντοπωλείο
197
filial
= θυγατρική εταιρεία
198
finanzas
= τα οικονομικά
199
financiamiento
= χρηματοδότηση
200
financista
= χρηματοδότης
201
financiero, -a
= οικονομικός, ή, ό
202
financiar
= χρηματοδοτώ
203
florería
= ανθοπωλείο
204
florista
= ανθοπώλης
205
Fondo Monetario Internacional
= IMF Διεθνές Νομισματικό Ταμείο
206
frutería
= οπωροπωλείο, | μανάβικο
207
frutero, -a
= οπωροπώλης, | μανάβης
208
funeraria
= γραφείο κηδειών, | γραφείο τελετών
209
ganancia — líquida
= το κέρδος το καθαρό κέρδος
210
ganar
= κερδίζω
211
gasto
= δαπάνη | έξοδο
212
gastar
= ξοδεύω, | δαπανώ
213
gerencia
= διεύθυνση, διαχείριση || το γραφείο του διευθυντή | η θέση του διευθυντή
214
gerente
= διευθυντής, | διαχειριστής
215
gerente general
= γενικός διευθυντής
216
giro bancario
= τραπεζική επιταγή || | έμβασμα
217
girar
= εκδίδω επιταγή || εισπράττω | κάνω ανάληψη χρημάτων
218
haber
= το ενεργητικό
219
haberes
= η περιουσία
220
heladería
= παγωτατζίδικο
221
heladero, -a
= παγωτατζής
222
hipoteca hipotecario, -a hipotecar
= υποθήκη ενυπόθηκος, η , ο υποθηκεύω
223
importación importador importar
= εισαγωγή εισαγωγέας εισάγω
224
imprenta
= τυπογραφείο
225
impuesto imponer
= φόρος επιβάλλω | καταθέτω
226
industria industrial (1) industrialización
= βιομηχανία βιομήχανος εκβιομηχάνιση | μηχανοποίηση
227
industrial (2) industrializar
= βιομηχανικός, ή, ό εκβιομηχανίζω
228
inflación
= πληθωρισμός
229
ingresos ingresar
= έσοδα || εισερχόμενα || κατάθεση καταγράφω
230
interés
= τόκος || επιτόκιο || κέρδος
231
inventario inventariar
= απογραφή κάνω απογραφή, απογράφω
232
inversión — de capitales inversionista invertir
= επένδυση επένδυση κεφαλαίων επενδυτής επενδύω
233
jefe jefatura
= διευθυντής διεύθυνση | αρχηγία | αρχηγείο
234
joyería joyero
= κοσμηματοπωλείο κοσμηματοπώλης
235
juguetería juguete jugar
= κατάστημα παιδικών παιχνιδιών το παιχνίδι παίζω
236
lechería lechero
= γαλακτοπωλείο || γαλακτοκομείο γαλακτοπώλης, γαλατάς || γαλακτοκόμος
237
letra de cambio
= γραμμάτιο | | συναλλαγματική
238
libra esterlina
= στερλίνα, | λίρα Αγγλίας
239
librería librero
= βιβλιοπωλείο βιβλιοπώλης
240
libreta de ahorro
= βιβλιάριο ταμιευτηρίου
241
liquidación liquido liquidar
= ρευστοποίηση | εκκαθάριση ρευςτό | καθαρό κέρδος ρευςτοποιώ | εκποιώ || χρεοκοπώ
242
lucro lucrativo, -a lucrar
= κέρδος || όφελος κερδοφόρος | προσοδοφόρος κερδίζω || επωφελούμαι
243
MATUTERO
= λαθρέμπορος
244
mercado — de capitales
= η αγορά | το παζάρι κεφαλαιαγορά
245
MERCERÍA
= ψιλικατζίδικο
246
MINORISTA
= λιανοπωλητής
247
moneda monetario, -a monedero electrónico
= νόμισμα νομισματικός, ή, ό ηλεκτρονικό πορτοφόλι
248
mueblería
= επιπλοποιείο, | επιπλοπωλείο
249
negocio negociación negociador negociable negociar
= εμπόριο || επιχειρηση διαπραγμάτευση διαπραγματευτής διαπραγματεύσιμος, η, ο διαπραγματεύομαι
250
oficina principal
= έδρα | | κεντρικό γραφείο
251
óptica
= κατάστημα οπτικών
252
pagaré
= χρεωστικό γραμμάτιο | γραμμάτιο πληρωμής | υποσχετικό έγγραφο πληρωμής
253
pago — anticipado pagar
= πληρωμή | ανταμοιβή προεξόφληση | προπληρωμή πληρώνω | εξοφλώ || ανταμοίβω
254
panadería panadero
= αρτοποιείο αρτοποιός
255
papel moneda
= χαρτονόμισμα
256
papelería
= χαρτοπωλείο
257
pastelería pastelero
= ζαχαροπλαστείο ζαχαροπλάστης
258
peluquería peluquero, -a
= κομμωτήριο κομμωτής
259
pérdida perder
= απώλεια χάνω
260
perfumería
= αρωματοπωλείο, | μυροπωλείο
261
pescadería mercado de pescados pescadero
= ψαράδικο, ιχθυοπωλείο ψαραγορά ιχθυοπώλης | ψαράς
262
póliza de garantía póliza de seguro
= εγγύηση | δελτίο εγγύησης ασφαλιστήριο | έγγραφο ασφάλισης
263
presidencia presidente presidir presidencial
= προεδρία || γραφείο προέδρου πρόεδρος προεδρεύω | προΐσταμαι
264
préstamo préstamo hipotecario préstamo preaprobado
= δάνειο | δανεισμός ενυπόθηκο δάνειο προεγκεκριμένο δάνειο
265
prestamista prestatario, -a prestar
= δανειστής | τοκογλύφος οφειλέτης | δανειζόμενος δανείζω
266
procurador
= πληρεξούσιος || δικογράφος || εισαγγελέας
267
procurar(se)
= παρέχω, προμηθεύω || | προσπαθώ
268
producción producto productividad productivo, -a producir
= παραγωγή προϊόν | όφελος | κέρδος παραγωγικότητα παραγωγικός | κερδοφόρος παράγω | αποφέρω
269
protesto protestar un cheque protestar una letra de cambio
= διαμαρτύρηση επιταγής / συναλλαγματικής / γραμματίου διαμαρτυρώ μια επιταγή διαμαρτυρώ ένα γραμμάτιο
270
quesería
= τυροκομείο | | τυροπωλείο
271
quiebra
= πτώχευση
272
quebrar
= πτωχεύω, | χρεοκοπώ
273
quiosco quiosquero, -a
= περίπτερο, κιόσκι περιπτερούχος, περιπτεράς
274
recibo recibir
= απόδειξη δέχομαι, λαμβάνω
275
rédito redituable redituar
= εισόδημα | κέρδος επικερδής αποφέρω εισόδημα
276
redituar
= αποφέρω εισόδημα
277
reembolso
= εξόφληση
278
contra reembolso
= εξόφληση επί αντικαταβολής | εξόφληση αντί καταβολής
279
reembolsar
= πληρώνω | εξοφλώ
280
relojería relojero
= ωρολογοποιείο ρολογάς
281
renta rentabilidad rentista
= εισόδημα | κέρδος αποδοτικότητα εισοδηματίας
282
rentar rentista
= παράγω εισόδημα εισοδηματίας
283
reparadora de calzado reparar
= τσαγκαράδικο επιδιορθώνω
284
restaurante
= εστιατόριο
285
saldo acreedor
= πιστωτικό υπόλοιπο
286
saldo deudor
= χρεωστικό υπόλοιπο
287
saldar (deuda)
= ξεπληρώνω, εξοφλώ χρέος
288
sastrería sastre
= ραφείο ράφτης
289
sede
= έδρα, | κεντρικό γραφείο
290
seguro asegurar
= ασφάλεια | ασφαλιστήριο ασφαλίζω
291
sobregiro sobregirar
= υπερανάληψη κάνω υπερανάληψη
292
sombrerería sombrerero, -a
= καπελάδικο, πιλοποιείο καπελάς, πιλοποιός
293
sucursal
= υποκατάστημα
294
superávit
= πλεόνασμα
295
supermercado
= σούπερ μάρκετ, | υπεραγορά
296
talonario de cheques = chequera
= μπλοκ επιταγών
297
tarjeta de crédito tarjeta de débito
= πιστωτική κάρτα χρεωστική κάρτα
298
tasa
= τέλος | δασμός | φόρος
299
tasa de interés
= επιτόκιο
300
tasación tasador tasar
= εκτίμηση | αποτίμηση | διατίμηση εκτιμητής | διατιμητής διατιμώ, καθορίζω την τιμή
301
tesorería tesorero tesoro atesorar
= θησαυροφυλάκιο || ταμείο θησαυροφύλακας || ταμίας θησαυρός
302
tienda tendero
= εμπορικό κατάστημα καταστηματάρχης, μαγαζάτορας
303
tintorería tintorero
= βαφείο βαφέας
304
limpieza en seco
= στεγνοκαθαριστήριο
305
titular
= κάτοχος (τίτλου)
306
transacción comercial
= εμπορική συναλλαγή
307
USURA usurero
= τοκογλυφία τοκογλύφος
308
venta venta a plazo vendedor, -a vender (a plazo)
= πώληση πώληση με δόσεις πωλητής πωλώ (με δόσεις)
309
verdulería verdulero, -a
= οπωροπωλείο, μανάβικο οπωροπώλης, μανάβης
310
vidriería
= κατάστημα πώλησης τζαμιών
311
zapatería zapatero zapatero remendón
= υποδηματοπωλείο υποδηματοποιός, παπουτσής τσαγκάρης