Grammatik-Formenlehre Flashcards
Optativendungen Präsens
Aktiv + Passiv
παιδεύ-οι-μι, παιδεύ-οι-ς, παιδεύ-οι
παιδεύ-οι- μεν, παιδεύ-οι-τε, παιδεύ-οι-εν
παιδευ-οί-μην, παιδεύ-οι-ο, παιδεύ-οι-το
παιδευ-οί-μεθα, παιδεύ-οι-σθε, παιδεύ-οι-ντο
Optativendungen Aorist
Aktiv + Medium + Passiv
παιδεύ-σ-αιμι, αις, αι (-ειεν)
αιμεν, αιτε, αιεν (-ειαν)
αίμην, αιο, αιτο, αίμεθα, αισθε, αιντο
θείην, θείης, θείη, θεῖμεν, θεῖτε, θεῖεν
Deklination
Sigma-Stämme (εσ-, ος-, ας-)
τὸ γένος, τὸ κρέας
γένος, γένους, γένει, γένος
γένη, γενῶν, γένεσι(ν), γένη
κρέας, κρέως, κρέᾳ, κρέας
κρέα, κρεῶν, κρέασι(ν), κρέα
a-Deklination (1.) m.
ὁ νεανίας
νεανίας, νεανίου, νεανίᾳ, νεανίαν, νεανία
νεανίαι, νεανιῶν, νεανίαις, νεανίας, νεανίαι
νεανί-ᾱ/νεανί-αιν
a-Deklination (1.) m.
ὁ στρατιώτης
στρατιώτης, στρατιώτου, στρατιώτῃ, στρατιώτην, στρατιῶτᾰ
στρατιῶται, στρατιωτῶν, στρατιώταις, στρατιώτας, στρατιῶται
a-Deklination (1.) f.
ἡ στρατιά
στρατιά, στρατιᾶς, στρατιᾷ, στρατιάν, στρατιά
στρατιαί, στρατιῶν, στρατιαῖς, στρατιάς, στρατιαί
στρατι-ά/στρατι-αῖν
a-Deklination (1.) f.
ἡ γλῶσσα
γλῶσσα γλῶσσαι γλώσσης γλωσσῶν γλώσσῃ γλώσσαις γλῶσσαν γλώσσας γλῶσσα γλῶσσαι γλῶττ-α/γλώττ-αιν
o-Deklination (2.) m.
ὁ ἄνθρωπος
ἄνθρωπος, ἀνθρώπου, ἀνθρώπῳ, ἄνθρωπον, ἄνθρωπε
ἄνθρωποι, ἀνθρώπων, ἀνθρώποις, ἀνθρώπους, ἄνθρωποι
ἀνθρώπ-ω/ἀνθρώπ-οιν
o-Deklination (2.) n.
τὸ δῶρον
δῶρον, δώρου, δώρῳ, δῶρον, δῶρον
δῶρα, δώρων, δώροις, δῶρα, δῶρα
δώρ-ω/δώρ-οιν
kons. Deklination (3.)
Muta: Dentalstämme
ἡ ἐλπίς
ἐλπίς, ἐλπίδ- ος, ἐλπίδ- ι, ἐλπίδ- α, ἐλπίς
ἐλπίδ-ες, ἐλπίδ- ων, ἐλπί σι(ν), ἐλπίδ- ας
τὼ ἐλπίδ-ε/τοῖν ἐλπίδ-οιν
kons. Deklination (3.)
Muta: Dentalstämme
ἡ κόρυς
κόρυς, κόρυθ- ος, κόρυθ- ι, κόρυν, κόρυ
κόρυθ-ες, κορύθ- ων, κόρυ σι(ν), κόρυθ- ας
kons. Deklination (3.)
Muta: Dentalstämme
ὁ πούς
πούς, ποδ- ός, ποδ- ί, πόδ- α
πόδ-ες, ποδ- ῶν, ποσί(ν), πόδ- ας
τὼ πόδ-ε/τοῖν ποδ-οῖν
kons. Deklination (3.)
Muta: Dentalstämme
ἡ ἐσθής (Bekleidung/Gewand)
ἐσθής, ἐσθῆτ- ος, ἐσθῆτ- ι, ἐσθῆτ- α, ἐσθής
ἐσθῆτ-ες, ἐσθήτ- ων, ἐσθῆσι(ν), ἐσθῆτ- ας
τὼ ἐσθῆτ-ε/τοῖν ἐσθήτ-οιν
kons. Deklination (3.)
Muta: Dentalstämme
ἡ ἰσότης (Billigkeit/Gleichheit)
ἰσότης, ἰσότητ- ος, ἰσότητ- ι, ἰσότητ- α, ἰσότης
ἰσότητ-ες, ἰσοτήτ- ων, ἰσότησι(ν), ἰσότητ- ας
τὼ ἰσότητ-ε/τοῖν ἰσοτήτ-οιν
kons. Deklination (3.)
Muta: ντ-Stämme
ὁ ὀδούς
ὁ γέρων
ὀδούς, ὀδόντ-ος, ὀδόντ-ι, ὀδόντ-α, ὀδούς
ὀδόντ-ες, ὀδόντ-ων, ὀδοῦσι(ν), ὀδόντ-ας
τὼ ὀδὁντ-ε/τοῖν ὀδόντ-οιν
γέρων, γέροντ-ος, γέροντ-ι, γέροντ-α, γέρον
γέροντ-ες, γερόντ-ων, γέρουσι(ν), γέροντ-ας
τὼ γέροντ-ε/τοῖν γερόντ-οιν
kons. Deklination (3.)
Muta: ντ-Stämme
ὁ γίγας
γίγας, γίγαντ-ος, γίγαντ-ι, γίγαντ-α, γίγαν
γίγαντ-ες, γιγάντ-ων, γίγασι(ν), γίγαντ-ας
τὼ γίγαντ-ε/τοῖν γιγάντ-οιν
kons. Deklination (3.)
Muta: ντ-Stämme
ὁ ἀνδριάς (Standbild)
ἀνδριάς, ἀνδριάντ-ος, ἀνδριάντ-ι, ἀνδριάντ-α, ἀνδριάς
ἀνδριάντ-ες, ἀνδριάντ-ων, ἀνδριᾶσι(ν), ἀνδριάντ-ας
τὼ ἀνδριάντ-ε/τοῖν ἀνδριάντ-οιν
kons. Deklination (3.)
Muta: Neutra der Dentalstämme
τὸ σῶμα
σῶμα, σώματ-ος, σώματ-ι, σῶμα
σώματ-α, σωμάτ-ων, σώμασι(ν), σώματ-α
τὼ σώματ-ε/τοῖν σωμάτ-οιν
kons. Deklination (3.)
Muta: Labialstämme
ὁ γύψ (Geier)
γύψ, γυπ-ός, γυπ-ί, γῦπ-α
γῦπ-ες, γυπ-ῶν, γυψί(ν), γῦπ-ας
τὼ γῦπ-ε/τοῖν γυπ-οῖν
kons. Deklination (3.)
Nasalstämme
ὁ μήν
μήν, μην-ός, μην-ί, μῆν-α, μήν
μῆν-ες, μην-ῶν, μη-σί(ν), μῆν-ας
τὼ μῆν-ε/τοῖν μην-οῖν