Ομαδα Flashcards
Οντολογικότητα
Ο βαθμός στον οποίο οποιοδήποτε σύνολο ατόμων μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει χαρακτηριστικά ομάδας
Φάσεις εξέλιξης
Caple, 1978
- Φάση προσανατολισμού
- Φάση σύγκρουσης
- Φάση σύνθεσης
- Φάση απόδοσης
- Στατική φάση
Στάδια εξέλιξης
Tuckman, 1965
- Διαμόρφωσης
- Θύελλας
- Κανονιστικό
- Απόδοσης
- Διακοπής εργασιών
Τύπος ομάδας
- Ομάδες οικειότητας
- Ομάδες έργου
- Κοινωνικές κατηγορίες
- Χαλαροί δεσμοί
Χαμηλός βαθμός οργάνωσης + νέα ομάδα
Μέχρι και 2η φάση
Οργανωμένη + ανοιχτή ομάδα
Μέχρι και 4η φάση
Οργανωμένη + περιορισμένα ανοιχτή (δέχεται μεμονωμένα μέλη)
5η: Δέχονται δύσκολα νέα μέλη + ακολουθούν ισχύοντες κανόνες και ρόλους
Κοινωνική διευκόλυνση
Allport, 1920 + Zajonc, 1965
Κοινωνική διευκόλυνση πείραμα
Triplett, 1897: ποδηλάτες
Μικρές ομάδες / ζευγάρια: ανταγωνισμός —> μεγαλύτερη απόδοση > ατομική συνθήκη
Travis, 1925: Μικροί μαθητές τυλίγουν πετονιά
Κοινωνική αναστολή
Παρουσιάζεται μείωση της απόδοσης όταν υπάρχει κοινό που παρακολουθεί έστω και παθητικά.
Θεωρία των ορμών
Zajonc, 1965
Παρουσία άλλων ατόμων –> Διέγερση (ορμές/ενορμήσεις) –> Αύξηση απόδοσης για κυρίαρχες αποκρίσεις:
1. Σωστή απόκριση => Κοινωνική διευκόλυνση
2. Λανθασμένη απόκριση => Κοινωνική αναστολή
Κοινωνική διευκόλυνση: ειδήμονες
Michaels et al., 1982:
Μπροστά σε κοινό:
1. ΜΟ+ βελτίωση απόδοσης
2. ΜΟ- επιδείνωση απόδοσης (κοινωνική αναστολή = παρουσία κοινού σε δύσκολο έργο)
Μοντέλο συναίσθηςης αξιολόγησης
Cottrell et al., 1968: Οι συμμετέχοντες προφέρουν δυνατά λέξεις χωρίς νόημα: μόνοι τους και με παρουσία κοινού (με δεμένα μάτια / που μπορούσα να τους δει => κοινωνική διευκόλυνση -> μεγαλύτερη απόδοση)
Το άγχος που μας διακατέχει ότι το ακροατήριο θα αξιολογήσει την επίδοση μας –> καλύτερη απόδοση
Θεωρία αντιπερισπασμού – σύγκρουσης
Baron, 1986 / Baron & Byrne, 1987:
Μεγαλύτερη δυσκολία έργου: ορμή < σύγκρουση -> χαμηλότερη απόδοση
Κοινωνική ολιγωρία / οκνηρία
Latin et al., 1979, 1984:
Ατομικά μεγαλύτερη προσπάθεια από ομαδικά: στην ομάδα τεμπελιάζει, υπολογίζοντας ότι οι άλλοι θα κάνουν κυρίως τη δουλειά. Ισχύει όταν ταυτίζεται κανείς με την ομάδα και τις αξίες της. ΑΠΛΑ ΕΡΓΑ.
Comer, 1995: Κοινωνική ολιγωρία < Διάχυση ευθύνης (Φαινόμενο αμέτοχου παρατηρητή: ίδια διαδικασία σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης)
Φαινόμενο κοινωνικής προσπάθειας / αντιστάθμισης: Το άτομο καταβάλει περισσότερη προσπάθεια ατομικά.
Ομαδική συνεκτικότητα
Η συναισθηματική σύνδεση που βιώνουν τα μέλη της ομάδας μεταξύ τους και με όλη την ομάδα, αντλώντας αίσθηση αλληλεγγύης και ενότητας.
Fine & Holyfield, 1996: Συνεκτικές ομάδες: Μεγαλύτερη κοινωνική επιρροή – μέλη αφοσιωμένα στην ομάδα
Συνοχή
Συναισθηματική ενότητα που έχουν τα μέλη μιας ομάδας / κοινωνίας: μεταβλητή που διαφέρει ως προς το βαθμό και ανακριβής ως προς την μέτρηση της
Έλξη στην ομάδα
Hogg, 1992, 1993:
Είναι κοινωνική έλξη = αρέσκεια για μέλος/μέλη ομάδας που καθορίζεται από το πόσο είναι πρότυπο για την ομάδα (πρωτοτυπικότητα)
Νόρμες
Garfinkel, 1967:
= Κοινές πεποιθήσεις σε κάθε κοινωνία για το τι αποτελεί αρμόζουσα συμπεριφορά σε μια ομάδα – σαφής κανονιστικός χαρακτήρας. Λειτουργούν ως κοινό πλαίσιο αναφοράς για τα μέλη σε κάθε κοινωνία.
Ρητές - άρρητες
Περιγραφικές: Περιγραφή ομοιομορφιών των ομάδων
Κανονιστικές: ρητός ορισμός για το ποια είναι η αρμόζουσα συμπεριφορά
Τελετές μύησης
Champion:
Γιατί κάποιος δέχεται να συμμετάσχει σε ένα δυσάρεστο τελετουργικό προκειμένου να γίνει μέλος ομάδας;
1. Έχουμε ιδιαίτερη προτίμηση προς ανθρώπους που μας μοιάζουν (σύνηθες σε μέλη ομάδων)
2. Τελετές μύησης -> ομαδική συνεκτικότητα (γνωστική ασυμφωνία)
Campo et al., 2005:
1. Ισχυρό δίκτυο φιλίας έξω από την ομάδα -> λιγότερη πιθανότητα να υποστούν καψόνια
2. Φίλοι στην ομάδα -> λιγότερη πιθανότητα να υποβάλουν άλλους σε καψόνια
=> Πρέπει να αλλάξουν οι νόρμες των συνομηλίκων !