Verbs - Active - Eng to Gk Random Flashcards
I see
βλέπω - είδα -
θα δω
I forgive
συγχωρώ - συγχώρησα -
θα συγχωρήσω
I communicate
επικοινωνώ - επικοινώνησα -
θα επικοινωνήσω
I distract
απασχολώ - απασχόλησα -
θα απασχολήσω
I donate
δωρίζω - δώρισα -
θα δωρίσω
I take out/bring/get/take off/remove/put out
βγάζω - έβγαλα -
θα βγάλω
I donate/forgive/give away
χαρίζω - χάρισα -
θα χαρίσω
I hide
κρύβω - έκρυψα -
θα κρύψω
I smile
χαμογελάω - χαμογέλασα -
θα χαμογελάσω
I believe
πιστεύω - πίστεψα -
θα πιστέψω
I buy
αγοράζω - αγόρασα -
θα αγοράσω
I pour/spill
χύνω - έχυσα -
θα χύσω
I hunger/am hungry
πεινάω - πείνασα -
θα πεινάσω
I enclose/obstruct/block
φράζω - έφραξα -
θα φράξω
I arrive/draw near/be enough
φτάνω - έφτασα -
θα φτάσω
I greet
χαιρετώ - χαιρέτησα -
θα χαιρετήσω
I use/afford/ bequeath/dispose
διαθέτω - διέθεσα -
θα διαθέσω
I choose/select/pick
διαλέγω - διάλεξα -
θα διαλέξω
I forget
ξεχνάω - ξέχασα -
θα ξεχάσω
I sadden/distress
λυπώ - λύπησα -
θα λυπήσω
I get old
γερνώ - γέρασα -
θα γεράσω
I ask (a question)/inquire
ρωτάω - ρώτησα -
θα ρωτήσω
I connect/join/link
συνδέω - σύνδεσα -
θα συνδέσω
I perspire/sweat
ιδρώνω - ίδρωσα -
θα ιδρώσω
I provoke/cause/bring about
προκαλώ - προκάλεσα -
θα προκαλέσω
I study (2)
μελετάω - μελέτησα -
θα μελετήσω
I harm/hurt/damage
βλάπτω - έβλαψα -
θα βλάψω
I am liked
αρέσω - άρεσα -
θα αρέσω
I kick
κλωτσώ - κλώτσησα -
θα κλωτσήσω
I broadcast/transmit/communicate
μεταδίδω - μετέδωσα -
θα μεταδώσω
I punish/explain away
κολάζω - κόλασα -
θα κολασώ
I proceed/go on/advance
προχωρώ - προχώρησα -
θα προχωρήσω
I work
δουλεύω - δούλεψα -
θα δουλέψω
I bury
θάβω - έθαψα -
θα θάψω
I declare
δηλώνω - δήλωσα -
θα δηλώσω
I butt
κουτουλάω - κουτούλησα -
θα κουτουλήσω
I am incapable/unable
αδυνατώ - αδυνατούσα -
θα αδυνατώ
I name
ονομάζω - ονόμασα -
θα ονομάσω
I die (of animals)/be crazy about
ψοφώ - ψόφησα -
θα ψοφήσω
I get ready
ετοιμάζω - ετοίμασα -
θα ετοιμάσω
I peel/pare
ξεφλουδίζω - ξεφλούδισα -
θα ξεφλουδίσω
I move/touch (emotionally)
συγκινώ - συγκίνησα -
θα συγκινήσω
I lose/miss
χάνω - έχασα -
θα χάσω
I wake
ξυπνάω (ώ) - ξύπνησα -
θα ξυπνήσω
I educate
μορφώνω - μόρφωσα -
θα μορφώσω
I change
αλλάζω - άλλαξα -
θα αλλάξω
I allow /permit
επιτρέπω - επέτρεψα -
θα επιτρέψω
I am / (to be)
είμαι - ήμουν -
θα είμαι
I get angry
θυμώνω - θύμωσα -
θα θυμώσω
I sweep
σκουπίζω - σκούπισα -
θα σκουπίσω
I redress/ rectify/ restore
επανορθώνω - επανόρθωσα -
θα επανορθώσω
I cry
κλαίω - έκλαψα -
θα κλάψω
I open
ανοίγω - άνοιξα -
θα ανοίξω
I abstain/be distant from
απέχω - απείχα -
θα απάσχω
I keep/hold/maintain/preserve
διατηρώ - διατήρησα -
θα διατηρήσω
I admit/confess/acknowledge
ομολογώ - ομολόγησα -
θα ομολογήσω
I govern/rule
κυβερνάω (ω) - κυβέρνησα -
θα κυβερωήσω
I show/point/indicate
δείχνω - έδειξα -
θα δείξω
I bathe/wash
λούζω - έλουσα -
θα λούσω
I ignite/light/turn on
ανάβω - άναψα -
θα ανάψω
I discuss
συζητώ - συζήτησα -
θα συζητήσω
I inform
πληροφορώ - πληροφόρησα -
θα πληροφορήσω
I grieve/distress/am upset
στεναχωρώ - στεναχώρησα -
θα στεναχωρήσω
I arrange/put in order (2)
τακτοποιώ - τακτοποίησα -
θα τακτοποιήσω
I descend/go down
κατεβαίνω - κατέβηκα -
θα κατεβώ
I decay/rot/decompose
σαπίζω - σάπισα -
θα σαπίσω
I die
πεθαίνω - πέθανα -
θα πεθάνω
I enjoy/relish/gain
απολαμβάνω - απόλαυσα -
θα απολαύσω
I compare with
συγκρίνω - σύγκρινα/συνέκρινα -
θα συγκρίνω
I drive
οδηγώ - οδήγησα -
θα οδηγήσω
I sulk/frown/scowl
κατσουφιάζω - κατσούφιασα -
θα κατσουφιάσω
I lean
γέρνω - έγειρα -
θα γείρω
I squeeze/tighten/clasp/grasp
σφίγγω - έσφιξα -
θα σφίξω
I adore/worship
λατρεύω - λάτρεψα -
θα λατρέψω
I blow
φυσώ (άω) - φύσηξα -
θα φυσήξω
I worry/stress
αγχώνω - άγχωσα -
θα αγχώσω
I deprive
στερώ - στέρησα -
θα στερήσω
I demolish/throw down
γκρεμίζω - γκρέμισα -
θα γκρεμισώ
I know
ξέρω - ήξερα -
θα ξέρω
I forbid
απαγορεύω - απαγόρεψα -
θα απαγορέψω
I gain/benefit
ωφελώ - ωφέλησα -
θα ωφελήσω
I look at
κοιτάζω - κοίταξα -
θα κοιτάξω
I take/receive/get/bring
παίρνω - πήρα -
θα πάρω
I cost
στοιχίζω - στοίχισα -
θα στοιχίσω
I bend/lean/conjugate/decline
κλίνω - έκλισα -
θα κλίσω
I continue (1)
συνεχίζω - συνέχισα -
θα συνεχίσω
I steal
κλέβω - έκλεψα -
θα κλέψω
I deliver
παραδίνω - παρέδωσα -
θα παραδώσω
I reveal/uncover/divulge
αποκαλύπτω - αποκάλυψα -
θα αποκαλύψω
I scold/quarrel
μαλώνω - μάλωσα -
θα μαλώσω
I disapprove
αποδοκιμάζω - αποδοκίμασα -
θα αποδοκιμάσω
I sell
πουλώ - πούλησα -
θα πουλήσω
I turn/return/revolve
γυρνάω - γύρισα -
θα γυρίσω
I fish
ψαρεύω - ψάρεψα -
θα ψαρέψω
I disappoint
απογοητεύω - απογοήτεψα -
θα απογοητέψω
I promise/vow
τάζω - έταξα -
θα τάξω
I draw near (1)
κοντεύω - κόντεψα -
θα κοντέψω
I lull (to sleep - as lullaby)
νανουρίζω - νανούρισα -
θα νανουρίσω
I lift/raise
σηκώνω - σήκωσα -
θα σηκώσω
I park
παρκάρω - πάρκαρα -
θα παρκάρω
I snore
ροχαλίζω - ροχάλισα -
θα ροχαλίσω
I show/present/reveal
εμφανίζω - εμφάνισα -
θα εμφανίσω
I am satisfied/have one’s fill
χορταίνω - χόρτασα -
θα χορτάσω
I weigh
ζυγίζω - ζύγισα -
θα ζυγίσω
I transform
μεταμορφώνω - μεταμόρφωσα -
θα μεταμορφώσω
I weigh down/burden
βαραίνω - βάρυνα -
θα βαρύνω
I burn (2)
κατακαίω - κατάκαψα -
θα κατακάψω
I accompany/escort
συνοδεύω - συνόδεψα -
θα συνοδέψω
I kiss
φιλάω - φίλησα -
θα φιλήσω
I fit/belong/match
ταιριάζω - ταίριαξα -
θα ταιριάξω
I burst/crack/explode
σκάζω/σκάω - έσκασα -
θα σκάσω
I destroy
καταστρέφω - κατέστρεψα -
θα καταστρέψω
I think
νομίζω - νόμισα -
θα νομίσω
I win
κερδίζω - κέρδισα -
θα κερδίσω
I determine
προσδιορίζω - προσδιόρισα -
θα προσδιορίσω
I shout/summon
φωνάζω - φώναξα -
θα φωνάξω
I reckon/estimate
υπολογίζω - υπολόγισα -
θα υπολογίσω
I surprise/frighten
ξαφνιάζω - ξάφνιασα -
θα ξαφνιάσω
I mock/make fun of/cheat
κοροϊδεύω - κορόϊδεψα -
θα κοροϊδέψω
I live
ζώ - έζησα -
θα ζήσω
I shake/hurl
τινάζω - τίναξα -
θα τινάξω
I inform
ενημερώνω - ενημέρωσα -
θα ενημερώσω
I look for/seek/search for (1)
ψάχνω - έψαξα -
θα ψάξω
I birth (give)/bear/lay eggs
γεννώ - γέννησα -
θα γεννήσω
I tease/annoy/bother/disagree
πειράζω - πείραξα -
θα πειράξω
I strain/drain/become worn out
στραγγίζω - στράγγισα -
θα στραγγίσω
I close
κλείνω - έκλεισα -
θα κλείσω
I hold/contain/fit
χωρώ - χώρεσα -
θα χωρέσω
I cough
βήχω - έβηξα -
θα βήξω
I erase/put out/extinguish
σβήνω - έσβησα -
θα σβήσω
I bark
γαβγίζω - γάβγισα -
θα γαβγίσω
I stay up late
ξενυχτώ - ξενύχτησα -
θα ξενυχτήσω
I follow/attend
παρακολουθώ - παρακολούθησα -
θα παρακολουθήσω
I bear/endure/hold/resist/withstand/do without
αντέχω - άντεξα -
θα αντέξω
I stir/mix/mingle
ανακατεύω - ανακάτεψα -
θα ανακατέψω
I stay/live/remain
μένω - έμεινα -
θα μείνω
I judge/consider/reason
κρίνω - έκρινα -
θα κρίνω
I fall
πέφτω - έπεσα -
θα πέσω
I know/meet/am aquainted with
γνωρίζω - γνώρισα -
θα γνωρίσω
I am bored (strike/wound/hit?)
πλήττω - έπληξα -
θα πλήξω
I stroke/caress
χαϊδεύω - χάϊδεψα -
θα χαϊδέψω
I express/reveal
εκφράζω - έκφρασα -
θα εκφράσω
I deteriorate/get worse
χειροτερεύω - χειροτέρεψα -
θα χειροτέψω
I return
γυρίζω - γύρισα -
θα γυρίσω
I spread/stretch out/hang out washing
απλώνω - άπλωσα -
θα απλώσω
I spread/lay/cover/make the bed/lay the table
στρώνω - έστρωσα -
θα στρώσω
I walk
περπατάω - περπάτησα -
θα περπατήσω
I distrust
δυσπιστώ - δυσπιστούσα -
θα
I wait/expect
περιμένω - περίμενα -
θα περιμένω
I begin
αρχίζω - άρχισα -
θα αρχίσω
I mop/scrub
σφουγγαρίζω - σφουγγάρισα -
θα σφουγγαρίσω
I can/am able to
μπορώ - μπόρεσα -
θα μπορέσω
I push
σπρώχνω - έσπρωξα -
θα σπρώξω
I sigh
αναστενάζω - αναστέναξα -
θα αναστενάξω
I dare/risk
τολμώ - τόλμησα -
θα τολμήσω
I build
χτίζω - έχτισα -
θα χτίσω
I add
προσθέτω - πρόσθεσα -
θα προσθέσω
I celebrate
γιορτάζω - γιόρτασα -
θα γιορτάσω
I talk/converse
κουβεντιάζω - κουβέντιασα -
θα κουβεντιάσω
I boil
βράζω - έβρασα -
θα βράσω
I guard/protect/watch over
φυλάω - φύλαξα -
θα φυλάξω
I amuse someone
διασκεδάζω - διασκέδασα -
θα διασκεδάσω
I search/look for (2)
γυρεύω - γύρεψα -
θα γυρέψω
I produce/generate
παράγω - παρήγαγα -
θα παραγάγω
I celebrate/have fun
γλεντάω - γλέντησα -
θα γλεντήσω
I plant
φυτεύω - φύτεψα -
θα φυτέψω
I spend
ξοδεύω - ξόδεψα -
θα ξοδέψω
I sting/prick
αγκυλώνω - αγκύλωσα -
θα αγκυλώσω
I decide/resolve
αποφασίζω - αποφάσισα -
θα αποφασίσω
I mean/intend
εννοώ - εννόησα -
θα εννοήσω
I clean/clear/settle (account)
καθαρίζω - καθάρισα -
θα καθαρίσω
I protect/defend
προστατεύω - προστάτεψα -
θα προστατέψω
I form/constitute
αποτελώ - αποτέλεσα -
θα αποτελέσω
I tread/press
πατώ (άω) - πάτησα -
θα πατήσω
I snatch/grab/seize/carry off
αρπάζω - άρπαξα -
θα αρπάξω
I enjoy/have fun
καλοπερνάω - καλοπέρασα -
θα καλοπεράσω
I scatter/emit/squander
σκορπίζω - σκόρπισα -
θα σκορπίσω
I vote for
ψηφίζω - ψήφισα -
θα ψιφίσω
I mention/report/quote
αναφέρω - ανέφερα -
θα αναφέρω
I speak
μιλάω - μίλησα -
θα μιλήσω
I drown/strangle
πνίγω - έπνιξα -
θα πνίξω
I lend
δανείζω - δάνεισα -
θα δανείσω
I undertake/assume
αναλαμβάνω - ανέλαβα -
θα αναλάβω
I applaud
χειροκροτώ - χειροκρότησα -
θα χειροκροτήσω
I regret/repent/change my mind
μετανιώνω - μετάνιωσα -
θα μετανιώσω
I sing
τραγουδώ - τραγούδησα -
θα τραγουδήσω
I rest (something)
ξεκουράζω - ξεκούρασα -
θα ξεκουράσω
I sip/suck
ρουφώ - ρούφηξα -
θα ρουφήξω
I achieve/manage/succeed/persuade/beat/win
καταφέρνω - κατάφερα -
θα καταφέρω
I eat
τρώω - έφαγα -
θα φάω
I look after/take care of
φροντίζω - φρόντισα -
θα φροντίσω
I have
έχω - είχα -
θα έχω
I wash
πλένω - έπλυνα -
θα πλύνω
I get/gain/acquire/have children
αποκτώ - απέκτησα -
θα αποκτήσω
I go
πηγαίνω/πάω - πήγα -
θα πάω
I hit/beat/strike
βαρώ - βάρεσα -
θα βαρέσω
I spread out/rest/lie down
ξαπλώνω - ξάπλωσα -
θα ξαπλώσω
I hug/embrace/cuddle
αγκαλιάζω - αγκάλιασα -
θα αγκαλιάσω
I exist/it exists
υπάρχω/ει - υπήρξα/ε -
θα υπάρξω/ει
I cook
μαγειρεύω - μαγείρεψα -
θα μαγειρέψω
I give
δίνω - έδωσα -
θα δώσω
I start/set out
ξεκινώ (άω) - ξεκίνησα -
θα ξεκινήσω
I prune/cut back
κλαδεύω - κλάδεψα -
θα κλαδέψω
I confuse/entangle
μπερδεύω - μπέρδεψα -
θα μπερδέψω
I worry
ανησυχώ - ανησύχησα -
θα ανησυχήσω
I swim
κολυμπάω - κολύμπησα -
θα κολυμπήσω
I lower/bring down
χαμηλώνω - χαμήλωσα -
θα χαμηλώσω
I understand
καταλαβαίνω - κατάκαβα -
θα καταλάβω
I continue (2)
εξακολουθώ - εξακολούθησα -
θα εξακολουθήσω
I cultivate
καλλιεργώ - καλλιέργησα -
θα καλλιεργήσω
I improve
βελτιώνω - βελτίωσα -
θα βελτιώσω
I turn
στρέφω - έστρεψα -
θα στρέψω
I phone
τηλεφωνώ - τηλεφώνησα -
θα τηλεφωνήσω
I am thirsty
διψώ (άω) - δίψασα -
θα διψάσω
I fight
πολεμώ (άω) - πολέμησα -
θα πολεμήσω
I climb up/get held up
σκαλώνω - σκάλωσα -
θα σκαλώσω
I fit in /settle/accommodate/make do
βολεύω - βόλεψα -
θα βολέψω
I shine on/give light to/illuminate
φωτίζω - φώτισα -
θα φωτίσω
I prefer
προτιμώ (άω) - προτίμησα -
θα προτιμήσω
I send
στέλνω - έστειλα -
θα στείλω
I dig over/search/rummage/pick
σκαλίζω - σκάλισα -
θα σκαλίσω
I scrape/grate/sharpen
ξύνω - έξυσα -
θα ξύσω
I end/expire
λήγω - έληξα -
θα λήξω
I signify/mean/sound out/ring alarm
σημαίνω - σήμανα -
θα σημάνω
I justify/excuse
δικαιολογώ - δικαιολόγησα -
θα δικαιολογήσω
I cry/shed tears
δακρύζω - δάκρυσα -
θα δακρύσω
I am full/am full up/bloat
φουσκώνω - φούσκωσα -
θα φουσκώσω
I emphasise/stress
τονίζω - τόνισα -
θα τονίσω
I put in place/position
τοποθέτω - τοποθέτησα -
θα τοποθετήσω
I explain
εξηγώ - εξήγησα -
θα εξηγήσω
I punish
τιμωρώ - τιμώρησα -
θα τιμωρήσω
I perform/do
τελώ - τέλεσα -
θα τελέσω
I admire/wonder
θαυμάζω - θαύμασα -
θα θαυμάσω
I quarrel/arrest
τσακώνω - τσάκωσα -
θα τσακώσω
I get drunk
μεθώ - μέθυσα -
θα μεθύσω
I like/sympathise
συμπαθώ - συμπάθησα -
θα συμπαθήσω
I deposit/put down/testify
καταθέτω - κατέθεσα -
θα καταθέσω
I prevent/anticipate/have time
προλαβαίνω - πρόλαβα -
θα προλάβω
I nail
καρφώνω - κάρφωσα -
θα καρφώσω
I am responsible/at fault
φταίω - έφταιξα -
θα φταίξω
I describe
περιγράφω - περιέγραψα -
θα περιγράψω
I cut hair/mow
κουρεύω - κούρεψα -
θα κουρέψω
I organise
διοργανώνω - διοργάνωσα -
θα διοργανώσω
I tremble/shake/quiver
τρέμω - έτρεμα -
θα τρέμω
I print/publish
τυπώνω - τύπωσα -
θα τυπώσω
I check/test/control
ελέγχω - έλεγξα -
θα ελέγξω
I move away from
απομακρύνω - απομάκρυνα -
θα απομακρύνω
I receive
παραλαμβάνω - παρέλαβα -
θα παραλάβω
I last/endure/continue/carry on
διαρκώ - διάρκεσα -
θα διαρκέσω
I say
λέω - είπα -
θα πω
I discover/find out
ανακαλύπτω - ανακάλυψα -
θα ανακαλύψω
I reject/repel/repulse
αποκρούω - απέκρουσα -
θα αποκρούσω
I intend/point/aim
σκοπεύω/σκοπώ - σκόπευσα -
θα σκοπεύσω
I complete
ολοκληρώνω - ολοκλήρωσα -
θα ολοκληρώσω
I have to/must/it is necc
πρέπει - έπρεπε - πρέπαν -
θα πρέπει
I put down/deposit/confide
αποθέτω - απέθεσα -
θα αποθέσω
I ignore
αγνοώ - αγνόησα -
θα αγνοήσω
I sew
ράβω - έραψα -
θα ράψω
I finish/end
τελειώνω - τελείωσα -
θα τελειώσω
I paint
βάφω - έβαψα -
θα βάψω
I look for/seek/ask for
ζητάω - ζήτησα -
θα ζητήσω
I develop/unfold
αναπτύσσω - ανέπτυξα -
θα ανεπτύξω
I burn (1)
καίω - έκαψα -
θα κάψω
I mourn/lament
θρηνώ - θρήνησα -
θα θρηνήσω
I calculate
λογαριάζω - λογάριασα -
θα λογαριάσω
I order/command
παραγγέλνω - παράγγειλα -
θα παραγγείλω
I guess
μαντεύω - μάντεψα -
θα μαντέψω
I miss/am absent
λείπω - έλειψα -
θα λείψω
I go a long way (usually 3rd person)
φτουράω - φτούρησα -
θα φτουρήσω
I eliminate/make disappear
εξαφανίζω - εξαφάνισα -
θα εξαφανίσω
I stick/glue/fix/attach
κολλώ - κόλλησα -
θα κολλήσω
I select/choose
επιλέγω - επέλεξα -
θα επιλλέξω
I collect/gather
μαζεύω - μάζεψα -
θα μαζέψω
I note/mark
σημειώνω - σημείωσα -
θα σημειώσω
I break
σπάζω / σπάω - έσπασα -
θα σπάσω
I shake/stir/move
κουνάω - κούνησα -
θα κουνήσω
I put/place
βάζω - έβαλα -
θα βάλω
I am late
αργώ - άργησα -
θα αργήσω
I bring/carry
κουβαλώ - κουβάλησα -
θα κουβαλήσω
I reap/mow/harvest
θερίζω - θέρισα -
θα θερίσω
I leave/depart
αναχωρώ - αναχώρησα -
θα αναχωρήσω
I howl
σκούζω - έσκουξα -
θα σκούξω
I write
γράφω - έγραψα -
θα γράψω
I follow
ακολουθώ - ακολούθησα -
θα ακολουθήσω
I hold/keep/maintain/rule/book
κρατάω - κράτησα -
θα κρατήσω
I tire
κουράζω - κούρασα -
θα κουράσω
I feel/notice/understand
νιώθω - ένιωσα -
θα νιώσω
I tear/rip
σκίζω - έσκισα -
θα σκίσω
I learn
μαθαίνω - έμαθα -
θα μάθω
I rehearse
προβάρω - πρόβαρα -
θα προβάρω
I paint/draw/depict
ζωγραφίζω - ζωγράφισα -
θα ζωγραφίσω
I flood
πλημμυρίζω - πλημμύρησα -
θα πλημμυρίσω
I undo/solve
λύνω - έλωσα -
θα λύσω
I collide with
τρακάρω - τράκαρα -
θα τρακάρω
I impress
εντυπωσιάζω - εντυπωσίασα -
θα εντυπωσιάσω
I define
ορίζω - όρισα -
θα ορίσω
I try on/taste
δοκιμάζω - δοκίμασα -
θα δοκιμάσω
I share/divide/distribute
μοιράζω - μοίρασα -
θα μοιράσω
I owe/be indebted
οφείλω - όφειλα -
θα οφείλω
I travel
ταξιδεύω - ταξίδεψα -
θα ταξιδέψω
I study (1)
σπουδάζω - σπούδασα -
θα σπουδάσω
I endure/put up with/suffer
παθαίνω - έπαθα -
θα πάθω
I knit/braid
πλέκω - έπλεξα -
θα πλέξω
I throw
ρίχνω - έριξα -
θα ρίξω
I turn/convert
τρέπω - έτρεψα -
θα τρέψω
I pass/cross/spend time
περνώ - πέρασα -
θα περάσω
I feel cold
κρυώνω - κρύωσα -
θα κρυώσω
I talk/speak/play/sing (birds)
λαλώ - λάλησα -
θα λαλήσω
I rescue/save
σώζω - έσωζα -
θα σώσω
I blow/breathe
πνέω - έπνευσα -
θα επνεύσω
I play
παίζω - έπαιξα -
θα παίξω
I amaze/dazzle
θαμπώνω - θάμπωσα -
θα θαμπώσω
I tidy up
συγυρίζω - συγύρισα -
θα συγυρίσω
I announce/communicate
ανακοινώνω - ανακοίνωσα -
θα ανακοινώσω
I beat/strike/whip
δέρνω - έδειρα -
θα δειρώ
I bring/carry/bear
φέρνω - έφερα -
θα φέρω
It rains
βρέχει - έβρεξε -
θα βρέξει
I meet
συναντώ (άω) - συνάντησα -
θα συναντήσω
I function
λειτουργώ - λειτούργησα -
θα λειτουργήσω
I use
χρησιμοποιώ - χρησιμοποίησα -
θα χρησιμοποιήσω
I run
τρέχω - έτρεξα -
θα τρέξω
I watch/pay attention
προσέχω - πρόσεξα -
θα προσέξω
I graze/wander aimlessly
βόσκω - βόσκησα -
θα βοσκήσω
I suggest
προτείνω - πρότεινα -
θα προτείνω
I cover/conceal/shelter
σκεπάζω - σκέπασα -
θα σκεπάσω
I take a long time/ drag on
χρονίζω - χρόνισα -
θα χρονίσω
I go out
βγαίνω - βγήκα -
θα βγω
I consider/regard/think
θεωρώ - θεώρησα -
θα θεωρήσω
I hope/wish for
ελπίζω - ήλπισα -
θα ελπίσω
I hear/listen
ακούω - άκουσα -
θα ακούσω
I water/irrigate
ποτίζω - πότισα -
θα ποτίσω
I fold/wrap
διπλώνω - δίπλωσα -
θα διπλώσω
I assume/suppose
υποθέτω - υπέθεσα -
θα υποθέσω
I agree
συμφωνώ - συμφώησα -
θα συμφωνήσω
I pull/drag
τραβάω - τράβηξα -
θα τραβήξω
I fill in/replenish/complete/supplement
συμπληρώνω - συμπλήρωσα -
θα συμπληρώσω
I address
προσφωνώ - προσφώνησα -
θα προσφωνήσω
I wonder/be amazed
απορώ - απόρησα -
θα απορήσω
I cut
κόβω - έκοψα -
θα κόψω
I stop/ cease
σταματάω - σταμάτησα -
θα στματήσω
I bake/roast
ψήνω - έψησα -
θα ψύσω
I remove
αφαιρώ - αφαίρεσα -
θα αφαιρέσω
I wear
φοράω - φόρεσα -
θα φορέσω
I examine
εξετάζω - εξέτασα -
θα εξετάσω
I insist/persist
επιμένω - επέμεινα -
θα επιμείνω
I finish (work)/dismiss
σχολώ - σχόλασα -
θα σχολάσω
I try
προσπαθώ - προσπάθησα -
θα προσπαθήσω
I enter/go in
μπαίνω - μπήκα -
θα μπω
I love
αγαπώ - αγάπησα -
θα αγαπήσω
I creak/squeak/crunch/crackle
τρίζω - έτριξα -
θα τρίξω
I dip/dive/plunge
βουτώ (άω) - βούτηξα -
θα βουτήξω
I display/put up
προβάλλω - πρόβαλα -
θα προβάλω
I make/put right/arrange/fix
φτιάχνω - έφτιαξα -
θα φτιάξω
I dismantle
ξηλώνω - ξήλωσα -
θα ξηλώσω
I hunt/chase
κυνηγώ - κυνήγησα -
θα κυνηγήσω
I turn/twist
στρίβω - έστριψα -
θα στρίψω
I darken/confuse/worry
σκοτίζω - σκότισα -
θα σκοτίσω
I tie
δένω - έδεσα -
θα δέσω
I help
βοηθώ - βοήθησα -
θα βοηθήσω
I disagree
διαφωνώ - διαφώνησα -
θα διαφωνήσω
I obey/abide
υπακούω - υπάκουσα -
θα υπακούσω
I struggle/wrestle
παλεύω - πάλεψα -
θα παλέψω
I jump/leap
πηδώ (άω) - πήδηξα -
θα πηδήξω
I shop
ψωνίζω - ψώνισα -
θα ψωνίσω
I carry/lift up/raise
ανεβάζω - ανέβασα -
θα ανεβάσω
I introduce/present/display
παρουσιάζω - παρουσίασα -
θα παρουσιάσω
I empty/unpack
αδειάζω - άδειασα -
θα αδειάσω
I place/stand/lean/touch
ακουμπώ - ακούμπησα -
θα ακουμπήσω
I owe/am in debt
χρωστάω - χρωστούσα -
θα χρωστώ
I arrange
κανονίζω - κανόνισα -
θα κανονίσω
I perform/execute/carry out
εκτελώ - εκτέλεσα -
θα εκτελέσω
I recognise
αναγνωρίζω - αναγνώρισα -
θα αναγνωρίσω
I smoke
καπνίζω - κάπνισα -
θα καπνίσω
I get used to
συνηθίζω - συνήθισα -
θα συνηθίσω
I slide
γλιστρώ - γλίστρησα -
θα γλιστρήσω
I resemble
μοιάζω - έμοιασα -
θα μοιάσω
I remind
θυμίζω - θύμισα -
θα θυμίσω
I bite
δαγκώνω - δάγκωσα -
θα δαγκώσω
I overtake
προσπερνάω - προσπέρασα -
θα προσπεράσω
I fly/throw
πετάω - πέταξα -
θα πετάξω
I freeze
παγώνω - πάγωσα -
θα παγώσω
I answer
απαντάω - απάντησα -
θα απαντήσω
I hang
κρεμάω (ώ) - κρέμασα -
θα κρεμάσω
I feed
ταϊζω - τάϊσα -
θα ταϊσω
I post
ταχυδρομώ - ταχυδρόμησα -
θα ταχυδρομήσω
I hurt/ache
πονάω - πόνεσα -
θα πονέσω
I go up/ascend
ανεβαίνω - ανέβηκα -
θα ανέβω
I separate/divide
χωρίζω - χώρισα -
θα χωρίσω
I treat/buy for
κερνώ (άω) - κέρασα -
θα κεράσω
I support
υποστηρίζω - υποστήριξα -
θα υποστηρίξω
I entertain
ψυχαγωγώ - ψυχαγώγησα -
θα ψυχαγωγήσω
I sail
πλέω - έπλευσα -
θα πλεύσω
I hit/knock/beat
χτυπώ - χτύπησα -
θα χτυπήσω
I live/reside
κατοικώ - κατοίκησα -
θα κατοικήσω
I cost/honour
τιμώ - τίμησα -
θα τιμήσω
I smell sweetly
μοσκοβολώ - μοσκοβόλησα -
θα μοσκοβολήσω
I plead/beg/request/ask
παρακαλώ - παρακάλεσα -
θα παρακαλέσω
I drink
πίνω - ήπια -
θα πιώ
I invite
καλώ - κάλεσα -
θα καλέσω
I fry
τηγανίζω - τηγάνισα -
θα τηγανίσω
I move house/re-locate
μετακομίζω - μετακόμισα -
θα μετακομίσω
I surrender
παραδίδω - παράδωσα (or έ) -
θα παραδώσω
I ignore/disregard/neglect
αδιαφορώ - αδιαφόρησα -
θα αδιαφορήσω
I ripen/ mature
ωριμάζω - ωρίμασα -
θα ωριμάσω
I kill
σκοτώνω - σκότωσα -
θα σκοτώσω
I smell
μυρίζω - μύρισα -
θα μυρίσω
I hurry/dart/dash/rush
ορμώ - όρμησα -
θα ορμήσω
I talk too much/rave
παραμιλώ - παραμίλησα -
θα παραμιλήσω
I bite/peck/nip/have a bite of (food)
τσιμπαώ - τσίμπησα -
θα τσιμπήσω
I want
θέλω - θέλησα/ήθελα -
θα θελήσω/θέλω
I believe/think
φρονώ - φρόνησα -
θα φρονήσω
I circulate/go about
κυκλοφορώ - κυκλοφόρησα -
θα κυκλοφορήσω
I pay
πληρώνω - πλήρωσα -
θα πληρώσω
I offer/present/give
προσφέρω - πρόσφερα -
θα προσφέρω
I bleat
βελάζω - βέλαξα -
θα βελάξω
I imprison
φυλακίζω - φυλάκισα -
θα φυλακίσω
I rent
νοικιάζω - νοίκιασα -
θα νοικιάσω
I create
δημιουργώ - δημιούργησα -
θα δημιουργήσω
I do/make
κάνω - έκανα -
θα κάνω
I sketch/draw/form/shape
σχεδιάζω - σχεδίασα -
θα σχεδιάσω
I touch
αγγίζω - άγγιξα -
θα αγγίξω
I grow/raise
μεγαλώνω - μεγάλωσα -
θα μεγαλώσω
I leave
φεύγω - έφυγα -
θα φύγω
I teach
διδάσκω - δίδαξα -
θα διδάξω
I cancel/invalidate
ακυρώνω - ακύρωσα -
θα ακυρώσω
I am glad
χαίρω - χάρηκα -
θα χαρώ
I put/place/set
θέτω - έθεσα -
θα θέσω
I dance
χορεύω - χόρεψα -
θα χορέψω
I iron
σιδερώνω - σιδέρωσα -
θα σιδερώσω
I introduce/recommend
συστήνω - σύστησα -
θα συστήσω
I join/unite
ενώνω - ένωσα -
θα ενώσω
I bend/stoop
σκύβω - έσκυψα -
θα σκύψω
I invite/call
προσκαλώ - προσκάλεσα -
θα προσκαλέσω
I count
μετράω - μέτρησα -
θα μετρήσω
I laugh
γελάω - γέλασα -
θα γελάσω
I bend/curve/fold up/give in
λυγίζω - λύγισα -
θα λυγίσω
I lick
γλείφω - έγλειψα -
θα γλείψω
I am jealous /envy
ζηλεύω - ζήλεψα -
θα ζηλέψω
I retreat/withdraw/back down/give way/relent
υποχωρώ - υποχώρησα -
θα υποχωρήσω
I grow taller/rise
ψηλώνω - ψήλωσα -
θα ψηλώσω
I bother/disturb/ annoy
ενοχλώ - ενόχλησα -
θα ενοχλήσω
I read
διαβάζω - διάβασα -
θα διαβάσω
I chase/pursue(career)/expel/persecute
διώκω - δίωξα -
θα διώξω
I lock
κλειδώνω - κλείδωσα -
θα κλειδώσω
I rub/brush/grind
τρίβω - έτριψα -
θα τρίψω
I take/receive
λαμβάνω - έλαβα -
θα λάβω
I fill/stuff
γεμίζω - γέμισα -
θα γεμίσω
I approach/draw near
πλησιάζω - πλησίασα -
θα πλησιάσω
I catch/take/seize
πιάνω - έπιασα -
θα πιάσω
I let/allow/leave
αφήνω - άφησα -
θα αφήσω
I take pride in
καμαρώνω - καμάρωσα -
θα καμαρώσω
I dig
σκάβω - έσκαψα -
θα σκάψω
I dislike
αντιπαθώ - αντιπάθησα -
θα αντιπαθήσω
I spoil/ruin
χαλάω - χάλασα -
θα χαλάσω
I defeat/win/conquer
νικώ - νίκησα -
θα νικήσω
I observe
παρατηρώ - παρατήρησα -
θα παρατηρήσω
I include/comprise
περιλαμβάνω - περίλαβα -
θα περιλάβω
I sign
υπογράφω - υπέγραψα -
θα υπογράψω
I wipe/grease/smear/spread
αλείφω - άλειψα -
θα αλείψω
I feed/nourish
τρέφω - έθρεψα -
θα θρέψω
I find
βρίσκω - βρήκα -
θα βρω
I translate
μεταφράζω - μετάφρασα -
θα μεταφράσω
I confirm
επιβεβαιώνω - επιβεβαίωσα -
θα επιβεβαιώσω
I omit
παραλείπω - παρέλειψα -
θα παραείψω
I carry/transport/convey
μεταφέρω - μετέφερα -
Θα μεταφέρω
I comment on/criticise
σχολιάζω - σχολίασα -
θα σχολιάσω
I give up/abandon
παρατάω - παράτησα -
θα παρατήσω
I divide/part
διαιρώ - διαίρεσα -
θα διαιρέσω
I scratch/scrape/skin
γδέρνω - έγδαρα -
θα γδάρω
I charm/attract
γοητεύω - γοήτεψα -
θα γοητέψω
I satisfy
ικανοποιώ - ικανοποιήσα -
θα ικανοποιήσω
I sing/twitter/warble
κελαηδώ - κελάηδησα -
θα κελαηδήσω
I remind/bring to mind
ενθυμίζω - ενθύμισα -
θα ενθυμίσω
I squash/squeeze/huddle
στριμώχνω - στρίμωξα -
θα στριμώξω
I defrost/thaw
ξεπαγώνω - ξεπάγωσα -
θα ξεπαγώσω
I repair/mend/patch
μπαλώνω - μπάλωσα -
θα μπαλώσω
I repair/mend
επισκευάζω - επισκεύασα -
θα επισκευάσω
I show/display/express/manifest
εκδηλώνω - εκδήλωσα -
θα εκδηλώσω
I wrap/enfold/envelop
τυλίγω - τύλιξα -
θα τυλίξω
I garnish
γαρνίρω - γαρνίρισα -
θα γαρνίρω
I urinate/pee
ουρώ - ούρησα -
θα ουρήσω
I shatter/break into pieces
θρυμματίζω - θρυμμάτισα -
θα θρυμματίσω
I expect/wait
αναμένω - ανέμενα -
θα αναμείνω
I grumble/nag
γκρινιάζω - γκρίνιαξα -
θα γκρινιάξω
I record (sound)
ηχογραφώ - ηχογράφησα -
θα ηχογραφήσω
I meet/come across
ανταμώνω - αντάμωσα -
θα ανταμώσω
I decorate/adorn
στολίζω - στόλισα -
θα στολίσω
I doubt
αμφιβάλλω - αμφέβαλα -
θα αμφιβάλω
I hesitate/doubt
διστάζω - δίστασα -
θα διστάσω
I converse/talk
συνομιλώ - συνομίλησα -
θα συνομιλήσω
I reveal/show
φανερώνω - φανέρωσα -
θα φανερώσω
I form/shape
σχηματίζω - σχημάτισα -
θα σχηματίσω
I explore
εξερευνώ - εξερεύνησα -
θα εξερευνήσω
I am encouraged
αναθαρρεύω - αναθάρρεψα -
θα αναθαρρέψω
I serve/assist/be of help to
εξυπηρετώ - εξυπηρέτησα -
θα εξυπηρετήσω
I warm/heat
ζεσταίνω - ζέστανα -
θα ζεστάνω
I swallow/gulp down
καταπίνω - κατάπια -
θα καταπιώ
I break into pieces
κομματιάζω - κομμάτισα -
θα κομματιάσω
I flatter/compliment
κολακεύω - κολάκεψα -
θα κολακέψω
I yearn for/long for
λαχταρώ - λαχτάρησα -
θα λαχταρήσω
I envelop/surround
περιβάλλω - περιέβαλα -
θα περιβάλω
I adjust (something)
ρυθμίζω - ρύθμισα -
θα ρυθμίσω
I congratulate
συγχαίρω - συγχάρηκα -
θα συγχαρώ
I agitate/stir/mix/wobble
ανακινώ - ανακίνησα -
θα ανακινήσω
I represent
αντιπροσωπεύω - αντιπροσώπευσα -
θα αντιπροσωπεύσω
I prevent/hinder/obstruct
εμποδίζω - εμπόδισα -
θα εμποδίσω
I change/shift position of
μετακινώ - μετακίνησα -
θα μετακινήσω
I induce/prompt
παρακινώ - παρακίνησα -
θα παρακινήσω
I roll
κυλώ - κύλησα
θα κυλήσω
I happen
τυχαίνω - έτυχα -
θα τύχω
I confuse
συγχύζω - σύγχυσα -
θα συγχύσω
I expect
προσδοκώ - προσδοκούσα -
θα προσδοκώ
I go/proceed
μεταβαίνω - μετέβηκα -
θα μετεβώ
I survive
επιβιώνω - επιβίωσα -
θα επιβιώσω
I tickle
γαργαλώ - γαργάλησε -
θα γαργαλήσω
I dismiss/send away/shoo
διώχνω - έδιωξα -
θα διώξω
I cash/redeem
εξαργυρώνω - εξαργάρωσα -
θα εξαργυρώσω
I make certain/ensure/book/reserve
εξασφαλίζω - εξασφάλισα -
θα εξασφαλίσω
I combine
συνδυάζω - συνδύασα -
θα συνδυάσω
I suffer/endure (illness)
υποφέρω - υπέφερα -
θα υποφέρω
I cancel/abort/frustrate
ματαιώνω - ματαίωσα -
θα ματαιώσω
I warn/forewarn
προειδοποιώ - προειδοποίησα -
θα προειδοποιήσω
I accuse/blame/criticise
κατηγορώ - κατηγόρησα -
θα κατηγορήσω
I mess up/ruffle/upset
αναστατώνω - αναστάτωσα -
θα αναστατώσω
I shiver/shudder
ανατριχιάζω - ανατρίχιασα -
θα ανατριχιάσω
I unwrap/unwind/unfold
ξετυλίγω - ξετύλιξα -
θα ξετυλίξω
I include/contain
περιέχω - περιείχα -
θα περιέχω
I wander around/roam/surround
τριγυρίζω - τριγύρισα -
θα τριγυρίσω
I adopt
υιοθέτω - υιοθέτησα -
θα υιοθετήσω
I whisper/mutter
ψιθυρίζω - ψιθύρισα -
θα ψιθυρίσω
I dismiss/fire/sack
απολύω - απέλυσα -
θα απολύσω
I report/account for
λογοδοτώ - λογοδότησα -
θα λογοδοτήσω
I alter/modify/convert
μετατρέπω - μετέτρεψα -
θα μετατρέψω
I smooth/polish
λειαίνω - λείανα -
θα λειάνω
I investigate/inquire/research
ερευνώ - ερεύνησα -
θα ερευνήσω
I clarify/settle/become clear
ξεκαθαρίζω - ξεκαθάρισα -
θα ξεκαθαρίσω
I shoot
πυροβολώ - πυροβόλησα -
θα πυροβολήσω
I delete/erase/cross out
διαγράφω - διέγραψα -
θα διαγράψω
I pass/cross
διαβαίνω - διάβηκα -
θα διαβώ
I deserve/am worth
αξίζω - άξιζα -
θα αξίζω
I consume
καταναλώνω - κατανάλωσα -
θα καταναλώσω
I save/economise
εξοικονομώ - εξοικονόμησα -
θα εξοικονομήσω
I install
εγκαθιστώ - εγκατέστηρα -
θα εγκαταστίσω
I advise/counsel
συμβουλεύω - συμβούλεψα -
θα συμβουλέψω
I migrate/immigrate/emigrate
μεταναστεύω - μετανάστευσα -
θα μεταναστεύσω
I reward/compensate/remunerate
ανταμείβω - αντάμειψα -
θα ανταμείψω
I dedicate/devote
αφιερώνω - αφιέρωσα -
θα αφιερώσω
I prepare
προετοιμάζω - προετοίμασα -
θα προετοιμάσω
I oppose/object/contrast
αντιθέτω - αντέθεσα -
θα αντιθέσω
I threaten/menace
απειλώ - απείλησα -
θα απειλήσω
I force/oblige/compel
αναγκάζω - ανάγκασα -
θα αναγκάσω
I interrupt/break off
διακόπτω - διέκοψα -
θα διακόψω
I advertise/make known
διαφημίζω - διαφήμισα -
θα διαφημίσω
I realise/ascertain/make sure of
διαπιστώνω - διαπίστωσα -
θα διαπιστώσω
I repeat
επαναλαμβάνω - επανέλαβα -
θα επαναλάβω
I decrease/diminish/lessen
μειώνω - μείωσα -
θα μειώσω
I miaow/meow/mew
νιαουρίζω - νιαούρισα -
θα νιαουρίσω
I escape/avoid/run away/slip out
ξεφεύγω - ξέφυγα -
θα ξεφύγω
I leaf/flick/flip through
ξεφυλλίζω - ξεφύλλισα -
θα ξεφυλλίσω
I catch/seize/arrest
συλλαμβάνω - συνέλαβα -
θα συλλάβω
I shorten
συντομεύω - συντόμευσα -
θα συντομεύσω
I reconcile
συμβιβάζω - συμβίβασα -
θα συμβιβάσω
I bend/curl/make crooked/blind
στραβώνω - στράβωσα -
θα στραβώσω
I brake
φρενάρω - φρέναρα -
θα φρενάρω
I enrage
φρενιάζω - φρένιασα -
θα φρενιάσω
I blossom/bloom/thrive/flourish
ανθίζω - άνθισα -
θα ανθίσω
I stagger/totter/flounder
παραπαίω - παρέπαια -
θα παραπαίω
I show off
επιδεικνύω - επέδειξα -
θα επιδείξω
I move aside/make way
μεριάζω - μέριασα -
θα μεριάσω
I sell off
ξεπουλώ - ξεπούλησα -
θα ξεπουλήσω
I get fat
παχαίνω - πάχυνα -
θα παχύνω
I am different
διαφέρω - διέφερα -
θα διαφέρω
I shine
λάμπω - έλαμψα -
θα λάμψω
I mark/take aim at
σημαδεύω - σημάδεψα -
θα σημαδέψω
I plane/shave/gnaw/nibble at
ροκανίζω - ροκάνισα -
θα ροκανίσω
I gape/hang around/idle away the time
χαζεύω - χάζεψα -
θα χαζέψω
I weed
βοτανίζω - βοτάνισα -
θα βοτανίσω
I return/come back/give back
επιστρέφω - επέστρεψα -
θα επιστρέψω
I involve/entangle/complicate
μπλέκω - έμπλεξα -
θα μπλέξω
I howl/wail
ουρλιάζω - ούρλιαξα -
θα ουρλιάξω
I strain/filter
σουρώνω - σούρωσα -
θα σουρώσω
I half-close
μισοκλείνω - μισόκλεισα -
θα μισοκλείσω
I turn on and off/flicker
αναβοσβήνω - αναβόσβησα -
θα αναβοσβήσω
I erode/eat away
κατατρώγω - κατέφαγα -
θα καταφάω
I track down
ιχνηλατώ - ιχνηλατούσα -
θα ιχνηλατώ
I soak
μουσκεύω - μούσκεψα -
θα μουσκέψω
I shiver
τουρτουρίζω - τουρτούρισα -
θα τουτουρίσω
I stain/make dirty
λερώνω - λέρωσα -
θα λερώσω
I demand/claim
απαιτώ - απαίτησα -
θα απαιτήσω
I disembark
αποβιβάζω - αποβίβασα -
θα αποβιβάσω
I increase/augment
αυξάνω - αύξησα -
θα αυξήσω
I confirm/assure/affirm
βεβαιώνω - βεβαίωσα -
θα βεβαιώσω
I enrich
εμπλουτίζω - εμπλούτισα -
θα εμπλουτίσω
I direct/guide
κατευθύνω - κατεύθυνα -
θα κατευθύνω
I inform/notify
ειδοποιώ - ειδοποίησα -
θα ειδοποιήσω
I stumble
σκοντάφτω - σκόνταψα -
θα σκοντάψω
I revise/review
αναθεωρώ - αναθεώρησα -
θα αναθεωρήσω
I assign/allocate/delegate
αναθέτω - ανέθεσα -
θα αναθέσω
I shock/upset/disturb/shake
συνταράζω - συντάραξα -
θα συνταράξω
I chew
μασάω - μάσησα -
θα μασήσω
I frighten/scare
τρομάζω - τρόμαξα -
θα τρομάξω
I blow up/blast
ανατινάζω - ανατίναξα -
θα ανατινάξω
I force/compel/assault/rape
βιάζω - βίασα -
θα βιάσω
I murder (1)
φονεύω - φόνευσα -
θα φονεύσω
I murder (2)
δολοφονώ - δολοφόνησα -
θα δολοφονήσω
I testify/witness/reveal/inform against
μαρτυρώ - μαρτύρησα -
θα μαρτυρήσω
I banish/exile
εξορίζω - εξόρισα -
θα εξορίσω
I avoid/escape
αποφεύγω - απέφυγα -
θα αποφύγω
I am sleepy
νυστάζω - νύσταξα -
θα νυστάξω
I drip/leak
στάζω - έσταξα -
θα στάξω
I persuade
πείθω - έπεισα -
θα πείσω
I limp
κουτσαίνω - κούτσανα -
θα κουτσάνω
I copy/duplicate
αντιγράφω - αντέγραψα -
θα αντιγράψω
I cure/heal
γιατρεύω - γιάτρεψα -
θα γιατρέψω
I hate
μισώ - μίσησα -
θα μισήσω
I torment/afflict/am cruel to
ταλαιπωρώ - ταλαιπώρησα -
θα ταλαιπωρήσω
I shiver
ριγώ (άω) - ρίγησα -
θα ριγήσω
I recite
απαγγέλλω - απήγγειλα -
θα απαγγείλω
I step/stride/pace/march
βαδίζω - βάσισα -
θα βαδίσω
I insult/abuse/swear/call names
βρίζω - έβρισα -
θα βρίσω
I relax/loosen
χαλαρώνω - χαλάρωσα -
θα χαλαρώσω
I melt/dissolve
λειώνω - έλειωσα -
θα λειώσω
I moisten/make damp
υγραίνω - ύγρανα -
θα υγράνω
I stammer/stutter
τραυλίζω - τραύλισα -
θα τραυλίσω
I tend/lean to/stretch out
τείνω - έτεινα -
θα τείνω
I relate to /associate with
σχετίζω - σχέτισα -
θα σχετίσω
I press/squeeze
πιέζω - πίεσα -
θα πιέσω
I weaken/fail (in health)
αδυνατίζω - αδυνάτισα -
θα αδυνατίσω
I correspond/write to
αλληλογραφώ - αλληλογράφησα -
θα αλληλογραφήσω
I exchange/swap
ανταλλάζω - αντάλλαξα -
θα ανταλλάξω
I face/front/stand opposite
αντικρίζω - αντίκρισα -
θα αντικρίσω
I isolate
απομονώνω - απομόνωσα -
θα απομονώσω
I smooth
γαληνεύω - γαλήνεψα -
θα γαληνέψω
I spend the night/stay up all night
διανυκτερεύω - διανυκτέρευσα -
θα διανυκτερεύσω
I vindicate/side with/justify
δικαιώνω - δικαίωσα -
θα δικαιώσω
I correct/fix
διορθώνω - διόρθωσα -
θα διορθώσω
I irritate
εκνευρίζω - εκνεύρισα -
θα εκνευρίσω
I cheat/deceive
εξαπατάω - εξαπάτησα -
θα εξαπατήσω
I coax/cajole/humour/get around/wheedle
καλοπιάνω - καλόπιασα -
θα καλοπιάσω
I end in/result in/ terminate
καταλήγω - κατέληξα -
θα καταλήξω
I inherit
κληρονομώ - κληρονόμησα -
θα κληρονομήσω
I cry out/call out
κράζω - έκραξα -
θα κράξω
I smell good
μοσχομυρίζω - μοσχομύρισα -
θα μοσχομυρίσω
I unload
ξεφορτώνω - ξεφόρτωσα -
θα ξεφορτώσω
I separate/distinguish/put aside
ξεχωρίζω - ξεχώρισα -
θα ξεχωρίσω
I go astray
παραστρατώ - παραστράτησα -
θα παραστρατήσω
I restrict/limit/confine
περιορίζω - περιόρισα -
θα περιορίσω
I progress/flourish
προοδεύω - προόδεψα -
θα προοδέψω
I am in time/catch up/anticipate
προφταίνω - πρόφτασα -
θα προφτάσω
I concentrate/gather/centralise
συγκεντρώνω - συγκέντρωσα -
θα συγκεντρώσω
I stretch/tighten
τεντώνω - τέντωσα -
θα τεντώσω
I raise
υψώνω - ύψωσα -
θα υψώσω
I flap/flutter
φτερουγίζω - φτερούγησα -
θα φτερουγήσω
I insult
προσβάλλω - πρόσβαλα -
θα προσβάλω
I charge (electrically)
φορτίζω - φόρτισα -
θα φορτίσω
I prepare
παρασκευάζω - παρασκεύασα -
θα παρασκευάσω
I divert/deviate/deflect
εκτρέπω - εξέτρεψα -
θα εκτρέψω
I reinforce/strengthen/confirm
ενισχύω - ενίσχυσα -
θα ενισχύσω
I wave/ripple/flutter
ανεμίζω - ανέμισα -
θα ανεμίσω
I mourn
πενθώ - πένθησα -
θα πενθήσω
I wave/undulate/float
κυματίζω - κυμάτισα -
θα κυματίσω