Verbs - Active - Eng to Gk - A to Z Flashcards
I abstain/be distant from
απέχω - απείχα -
θα απάσχω
I accompany/escort
συνοδεύω - συνόδεψα -
θα συνοδέψω
I accuse/blame
κατηγορώ - κατηγόρησα -
θα κατηγορήσω
I achieve/manage/succeed/persuade/beat/win
καταφέρνω - κατάφερα -
θα καταφέρω
I add
προσθέτω - πρόσθεσα -
θα προσθέσω
I address
προσφωνώ - προσφώνησα -
θα προσφωνήσω
I adjust (something)
ρυθμίζω - ρύθμισα -
θα ρυθμίσω
I admire/wonder
θαυμάζω - θαύμασα -
θα θαυμάσω
I admit/confess/acknowledge
ομολογώ - ομολόγησα -
θα ομολογήσω
I adopt
υιοθέτω - υιοθέτησα -
θα υιοθετήσω
I adore/worship
λατρεύω - λάτρεψα -
θα λατρέψω
I advertise/make known
διαφημίζω - διαφήμισα -
θα διαφημίσω
I advise/counsel
συμβουλεύω - συμβούλεψα -
θα συμβουλέψω
I agitate/stir/mix//wobble
ανακινώ - ανακίνησα -
θα ανακινήσω
I agree
συμφωνώ - συμφώησα -
θα συμφωνήσω
I allow /permit
επιτρέπω - επέτρεψα -
θα επιτρέψω
I alter/modify/convert
μετατρέπω - μετέτρεψα -
θα μετατρέψω
I am / (to be)
είμαι - ήμουν -
θα είμαι
I am different
διαφέρω - διέφερα -
θα διαφέρω
I am encouraged
αναθαρρεύω - αναθάρρεψα -
θα αναθαρρέψω
I am full/full up/bloated
φουσκώνω - φούσκωσα -
θα φουσκώσω
I am glad
χαίρω - χάρηκα -
θα χαρώ
I am in time/catch up/anticipate
προφταίνω - πρόφτασα -
θα προφτάσω
I am incapable/unable
αδυνατώ - αδυνατούσα -
θα αδυνατώ
I am jealous /envy
ζηλεύω - ζήλεψα -
θα ζηλέψω
I am late
αργώ - άργησα -
θα αργήσω
I am liked
αρέσω - άρεσα -
θα αρέσω
I am responsible/at fault
φταίω - έφταιξα -
θα φταίξω
I am satisfied/have one’s fill
χορταίνω - χόρτασα -
θα χορτάσω
I am sleepy
νυστάζω - νύσταξα -
θα νυστάξω
I am thirsty
διψώ (άω) - δίψασα -
θα διψάσω
I amaze/dazzle
θαμπώνω - θάμπωσα -
θα θαμπώσω
I amuse someone
διασκεδάζω - διασκέδασα -
θα διασκεδάσω
I announce/communicate
ανακοινώνω - ανακοίνωσα -
θα ανακοινώσω
I answer/reply
απαντάω - απάντησα -
θα απαντήσω
I applaud
χειροκροτώ - χειροκρότησα -
θα χειροκροτήσω
I approach/draw near
πλησιάζω - πλησίασα -
θα πλησιάσω
I arrange/settle/regulate
κανονίζω - κανόνισα -
θα κανονίσω
I arrange/put in order
τακτοποιώ - τακτοποίησα -
θα τακτοποιήσω
I arrive/draw near/be enough
φτάνω - έφτασα -
θα φτάσω
I ask (a question)/inquire
ρωτάω - ρώτησα -
θα ρωτήσω
I assign/allocate/delegate
αναθέτω - ανέθεσα -
θα αναθέσω
I assume/suppose
υποθέτω - υπέθεσα -
θα υποθέσω
I avoid/escape
αποφεύγω - απέφυγα -
θα αποφύγω
I bake/roast
ψήνω - έψησα -
θα ψύσω
I banish/exile
εξορίζω - εξόρισα -
θα εξορίσω
I bark
γαβγίζω - γάβγισα -
θα γαβγίσω
I bathe/wash
λούζω - έλουσα -
θα λούσω
I bear/endure/hold/resist
αντέχω - άντεξα -
θα αντέξω
I beat/strike/whip
δέρνω - έδειρα -
θα δειρώ
I begin
αρχίζω - άρχισα -
θα αρχίσω
I believe
πιστεύω - πίστεψα -
θα πιστέψω
I believe/think
φρονώ - φρόνησα -
θα φρονήσω
I bend/curl/make crooked/blind
στραβώνω - στράβωσα -
θα στραβώσω
I bend/curve/fold up/give in
λυγίζω - λύγισα -
θα λυγίσω
I bend/lean/conjugate/decline
κλίνω - έκλισα -
θα κλίσω
I bend/stoop
σκύβω - έσκυψα -
θα σκύψω
I birth (give)/bear/lay eggs
γεννώ - γέννησα -
θα γεννήσω
I bite
δαγκώνω - δάγκωσα -
θα δαγκώσω
I bite/peck/nip/have a bite of (food)
τσιμπαώ - τσίμπησα -
θα τσιμπήσω
I bleat
βελάζω - βέλαξα -
θα βελάξω
I blossom/bloom/thrive/flourish
ανθίζω - άνθισα -
θα ανθίσω
I blow
φυσώ (άω) - φύσηξα -
θα φυσήξω
I blow up/blast
ανατινάζω - ανατίναξα -
θα ανατινάξω
I blow/breathe
πνέω - έπνευσα -
θα επνεύσω
I boil
βράζω - έβρασα -
θα βράσω
I bother/disturb/ annoy
ενοχλώ - ενόχλησα -
θα ενοχλήσω
I brake
φρενάρω - φρέναρα -
θα φρενάρω
I break
σπάζω / σπάω - έσπασα -
θα σπάσω
I break into pieces
κομματιάζω - κομμάτισα -
θα κομματιάσω
I bring/carry/transport
κουβαλώ - κουβάλησα -
θα κουβαλήσω
I bring/carry/bear
φέρνω - έφερα -
θα φέρω
I broadcast/transmit/communicate
μεταδίδω - μετέδωσα -
θα μεταδώσω
I build
χτίζω - έχτισα -
θα χτίσω
I burn
καίω - έκαψα -
θα κάψω
I burn
κατακαίω - κατάκαψα -
θα κατακάψω
I burst/crack/explode
σκάζω/σκάω - έσκασα -
θα σκάσω
I bury
θάβω - έθαψα -
θα θάψω
I butt
κουτουλάω - κουτούλησα -
θα κουτουλήσω
I buy
αγοράζω - αγόρασα -
θα αγοράσω
I calculate/count
λογαριάζω - λογάριασα -
θα λογαριάσω
I can/am able to
μπορώ - μπόρεσα -
θα μπορέσω
I cancel/invalidate
ακυρώνω - ακύρωσα -
θα ακυρώσω
I cancel/abort/frustrate
ματαιώνω - ματαίωσα -
θα ματαιώσω
I raise/carry/lift up
ανεβάζω - ανέβασα -
θα ανεβάσω
I carry/transport/convey
μεταφέρω - μετέφερα -
θα μεταφέρω
I cash/redeem
εξαργυρώνω - εξαργάρωσα -
θα εξαργυρώσω
I catch/seize/arrest
συλλαμβάνω - συνέλαβα -
θα συλλάβω
I catch/take/seize
πιάνω - έπιασα -
θα πιάσω
I celebrate
γιορτάζω - γιόρτασα -
θα γιορτάσω
I celebrate/have fun
γλεντάω - γλέντησα -
θα γλεντήσω
I change
αλλάζω - άλλαξα -
θα αλλάξω
I charge (electrically)
φορτίζω - φόρτισα -
θα φορτίσω
I charm/attract
γοητεύω - γοήτεψα -
θα γοητέψω
I chase/pursue(career)/expel/prosecute
διώκω - δίωξα -
θα διώξω
I cheat/deceive
εξαπατάω - εξαπάτησα -
θα εξαπατήσω
I check/test/control
ελέγχω - έλεγξα -
θα ελέγξω
I chew
μασάω - μάσησα -
θα μασήσω
I choose/select/pick
διαλέγω - διάλεξα -
θα διαλέξω
I circulate/go about
κυκλοφορώ - κυκλοφόρησα -
θα κυκλοφορήσω
I clarify/settle/become clear
ξεκαθαρίζω - ξεκαθάρισα -
θα ξεκαθαρίσω
I clean/clear/settle (account)
καθαρίζω - καθάρισα -
θα καθαρίσω
I climb up/get held up
σκαλώνω - σκάλωσα -
θα σκαλώσω
I close
κλείνω - έκλεισα -
θα κλείσω
I coax/cajole/humour/get around/wheedle
καλοπιάνω - καλόπιασα -
θα καλοπιάσω
I collect/gather
μαζεύω - μάζεψα -
θα μαζέψω
I collide with
τρακάρω - τράκαρα -
θα τρακάρω
I combine/match
συνδυάζω - συνδύασα -
θα συνδυάσω
I comment on/criticise
σχολιάζω - σχολίασα -
θα σχολιάσω
I communicate
επικοινωνώ - επικοινώνησα -
θα επικοινωνήσω
I compare with
συγκρίνω - σύγκρινα/συνέκρινα -
θα συγκρίνω
I complete
ολοκληρώνω - ολοκλήρωσα -
θα ολοκληρώσω
I concentrate/gather/centralise
συγκεντρώνω - συγκέντρωσα -
θα συγκεντρώσω
I confirm
επιβεβαιώνω - επιβεβαίωσα -
θα επιβεβαιώσω
I confirm/assure/affirm
βεβαιώνω - βεβαίωσα -
θα βεβαιώσω
I confuse
συγχύζω - σύγχυσα -
θα συγχύσω
I confuse/entangle
μπερδεύω - μπέρδεψα -
θα μπερδέψω
I congratulate
συγχαίρω - συγχάρηκα -
θα συγχαρώ
I connect/join/link
συνδέω - σύνδεσα -
θα συνδέσω
I consider/regard/think
θεωρώ - θεώρησα -
θα θεωρήσω
I consume
καταναλώνω - κατανάλωσα -
θα καταναλώσω
I continue
συνεχίζω - συνέχισα -
θα συνεχίσω
I continue/go on
εξακολουθώ - εξακολούθησα -
θα εξακολουθήσω
I converse/talk
συνομιλώ - συνομίλησα -
θα συνομιλήσω
I cook
μαγειρεύω - μαγείρεψα -
θα μαγειρέψω
I copy/duplicate
αντιγράφω - αντέγραψα -
θα αντιγράψω
I correct/fix
διορθώνω - διόρθωσα -
θα διορθώσω
I correspond/write to
αλληλογραφώ - αλληλογράφησα -
θα αλληλογραφήσω
I cost
στοιχίζω - στοίχισα -
θα στοιχίσω
I cost/honour
τιμώ - τίμησα -
θα τιμήσω
I cough
βήχω - έβηξα -
θα βήξω
I count
μετράω - μέτρησα -
θα μετρήσω
I cover/conceal/shelter
σκεπάζω - σκέπασα -
θα σκεπάσω
I creak/squeak/crunch/crackle
τρίζω - έτριξα -
θα τρίξω
I create/construct
δημιουργώ - δημιούργησα -
θα δημιουργήσω
I cry
κλαίω - έκλαψα -
θα κλάψω
I cry out/call out
κράζω - έκραξα -
θα κράξω
I cry/shed tears
δακρύζω - δάκρυσα -
θα δακρύσω
I cultivate
καλλιεργώ - καλλιέργησα -
θα καλλιεργήσω
I cure/heal
γιατρεύω - γιάτρεψα -
θα γιατρέψω
I cut
κόβω - έκοψα -
θα κόψω
I cut hair/mow
κουρεύω - κούρεψα -
θα κουρέψω
I dance
χορεύω - χόρεψα -
θα χορέψω
I dare/risk
τολμώ - τόλμησα -
θα τολμήσω
I darken/confuse/worry
σκοτίζω - σκότισα -
θα σκοτίσω
I decay/rot/decompose
σαπίζω - σάπισα -
θα σαπίσω
I decide/resolve
αποφασίζω - αποφάσισα -
θα αποφασίσω
I declare/proclaim/state
δηλώνω - δήλωσα -
θα δηλώσω
I decorate/adorn
στολίζω - στόλισα -
θα στολίσω
I decrease/diminish/lessen
μειώνω - μείωσα -
θα μειώσω
I dedicate/devote
αφιερώνω - αφιέρωσα -
θα αφιερώσω
I defeat/win/conquer
νικώ - νίκησα -
θα νικήσω
I define
ορίζω - όρισα -
θα ορίσω
I defrost/thaw
ξεπαγώνω - ξεπάγωσα -
θα ξεπαγώσω
I delete/erase/cross out
διαγράφω - διέγραψα -
θα διαγράψω
I deliver
παραδίνω - παρέδωσα -
θα παραδώσω
I demand/claim
απαιτώ - απαίτησα -
θα απαιτήσω
I demolish/throw down
γκρεμίζω - γκρέμισα -
θα γκρεμισώ
I deposit/put down/testify
καταθέτω - κατέθεσα -
θα καταθέσω
I deprive
στερώ - στέρησα -
θα στερήσω
I descend/go down
κατεβαίνω - κατέβηκα -
θα κατεβώ
I describe
περιγράφω - περιέγραψα -
θα περιγράψω
I deserve/am worth
αξίζω - άξιζα -
θα αξίζω
I destroy/ruin
καταστρέφω - κατέστρεψα -
θα καταστρέψω
I deteriorate, get worse
χειροτερεύω - χειροτέρεψα -
θα χειροτέψω
I determine
προσδιορίζω - προσδιόρισα -
θα προσδιορίσω
I develop/unfold
αναπτύσσω - ανέπτυξα -
θα ανεπτύξω
I die
πεθαίνω - πέθανα -
θα πεθάνω
I die (of animals)/be crazy about
ψοφώ - ψόφησα -
θα ψοφήσω
I dig
σκάβω - έσκαψα -
θα σκάψω
I dig over/search/rummage/pick
σκαλίζω - σκάλισα -
θα σκαλίσω
I dip/dive/plunge
βουτώ (άω) - βούτηξα -
θα βουτήξω
I direct/guide
κατευθύνω - κατεύθυνα -
θα κατευθύνω
I disagree
διαφωνώ - διαφώνησα -
θα διαφωνήσω
I disappoint/fail
απογοητεύω - απογοήτεψα -
θα απογοητέψω
I disapprove/dislike
αποδοκιμάζω - αποδοκίμασα -
θα αποδοκιμάσω
I discover/find out
ανακαλύπτω - ανακάλυψα -
θα ανακαλύψω
I discuss
συζητώ - συζήτησα -
θα συζητήσω
I disembark
αποβιβάζω - αποβίβασα -
θα αποβιβάσω
I dislike
αντιπαθώ - αντιπάθησα -
θα αντιπαθήσω
I dismiss/fire/sack
απολύω - απέλυσα -
θα απολύσω
I display/put up
προβάλλω - πρόβαλα -
θα προβάλω
I dismantle
ξηλώνω - ξήλωσα -
θα ξηλώσω
I distract
απασχολώ - απασχόλησα -
θα απασχολήσω
I distrust
δυσπιστώ - δυσπιστούσα -
θα
I divert/deviate/deflect
εκτρέπω - εξέτρεψα -
θα εκτρέψω
I divide/part/split/distribute
διαιρώ - διαίρεσα -
θα διαιρέσω
I do/make
κάνω - έκανα -
θα κάνω
I donate/offer
δωρίζω - δώρισα -
θα δωρίσω
I donate/forgive/give away
χαρίζω - χάρισα -
θα χαρίσω
I doubt
αμφιβάλλω - αμφέβαλα -
θα αμφιβάλω
I draw near
κοντεύω - κόντεψα -
θα κοντέψω
I drink
πίνω - ήπια -
θα πιώ
I drip/leak
στάζω - έσταξα -
θα στάξω
I drive
οδηγώ - οδήγησα -
θα οδηγήσω
I drown/strangle
πνίγω - έπνιξα -
θα πνίξω
I eat
τρώω - έφαγα -
θα φάω
I educate/form/shape
μορφώνω - μόρφωσα -
θα μορφώσω
I eliminate/make disappear
εξαφανίζω - εξαφάνισα -
θα εξαφανίσω
I emphasise/stress
τονίζω - τόνισα -
θα τονίσω
I empty/unpack/evacuate
αδειάζω - άδειασα -
θα αδειάσω
I enclose/obstruct/block
φράζω - έφραξα -
θα φράξω
I end in/result in/ terminate
καταλήγω - κατέληξα -
θα καταλήξω
I end/expire
λήγω - έληξα -
θα λήξω
I enjoy/have fun
καλοπερνάω - καλοπέρασα -
θα καλοπεράσω
I enjoy/relish/gain
απολαμβάνω - απόλαυσα -
θα απολαύσω
I enrage
φρενιάζω - φρένιασα -
θα φρενιάσω
I enrich
εμπλουτίζω - εμπλούτισα -
θα εμπλουτίσω
I enter/go in
μπαίνω - μπήκα -
θα μπω
I entertain
ψυχαγωγώ - ψυχαγώγησα -
θα ψυχαγωγήσω
I envelop/surround
περιβάλλω - περιέβαλα -
θα περιβάλω
I erase/put out/extinguish
σβήνω - έσβησα -
θα σβήσω
I erode/eat away
κατατρώγω - κατέφαγα -
θα καταφάω
I escape/avoid/run away/slip out
ξεφεύγω - ξέφυγα -
θα ξεφύγω
I examine
εξετάζω - εξέτασα -
θα εξετάσω
I exchange/swap
ανταλλάζω - αντάλλαξα -
θα ανταλλάξω
I exist
υπάρχω/ει - υπήρξα/ε -
θα υπάρξω/ει
I expect/anticipate
προσδοκώ - προσδοκούσα -
θα προσδοκώ
I expect/wait
αναμένω - ανέμενα -
θα αναμείνω
I expel/dismiss/send away/shoo/chase away
διώχνω - έδιωξα -
θα διώξω
I explain
εξηγώ - εξήγησα -
θα εξηγήσω
I explore
εξερευνώ - εξερεύνησα -
θα εξερευνήσω
I express/reveal
εκφράζω - έκφρασα -
θα εκφράσω
I face/front/stand opposite
αντικρίζω - αντίκρισα -
θα αντικρίσω
I fall
πέφτω - έπεσα -
θα πέσω
I feed
ταϊζω - τάϊσα -
θα ταϊσω
I feed/nourish
τρέφω - έθρεψα -
θα θρέψω
I feel cold
κρυώνω - κρύωσα -
θα κρυώσω
I feel/notice/understand
νιώθω - ένιωσα -
θα νιώσω
I fight
πολεμώ (άω) - πολέμησα -
θα πολεμήσω
I fill in/complete/supplement
συμπληρώνω - συμπλήρωσα -
θα συμπληρώσω
I fill/stuff
γεμίζω - γέμισα -
θα γεμίσω
I find
βρίσκω - βρήκα -
θα βρω
I finish (work)/dismiss
σχολώ - σχόλασα -
θα σχολάσω
I finish/end
τελειώνω - τελείωσα -
θα τελειώσω
I fish
ψαρεύω - ψάρεψα -
θα ψαρέψω
I fit in /settle/accommodate/make do
βολεύω - βόλεψα -
θα βολέψω
I fit/belong/match
ταιριάζω - ταίριαξα -
θα ταιριάξω
I flap/flutter
φτερουγίζω - φτερούγησα -
θα φτερουγήσω
I flatter/compliment
κολακεύω - κολάκεψα -
θα κολακέψω
I flood
πλημμυρίζω - πλημμύρησα -
θα πλημμυρίσω
I fly/throw
πετάω - πέταξα -
θα πετάξω
I fold/wrap
διπλώνω - δίπλωσα -
θα διπλώσω
I follow
ακολουθώ - ακολούθησα -
θα ακολουθήσω
I follow/attend
παρακολουθώ - παρακολούθησα -
θα παρακολουθήσω
I forbid/ban/prohibit
απαγορεύω - απαγόρεψα -
θα απαγορέψω
I force/compel/assault/rape
βιάζω - βίασα -
θα βιάσω
I force/oblige/compel
αναγκάζω - ανάγκασα -
θα αναγκάσω
I forget
ξεχνάω - ξέχασα -
θα ξεχάσω
I forgive
συγχωρώ - συγχώρησα -
θα συγχωρήσω
I form/constitute
αποτελώ - αποτέλεσα -
θα αποτελέσω
I form/shape
σχηματίζω - σχημάτισα -
θα σχηματίσω
I freeze
παγώνω - πάγωσα -
θα παγώσω
I frighten/scare
τρομάζω - τρόμαξα -
θα τρομάξω
I fry
τηγανίζω - τηγάνισα -
θα τηγανίσω
I function/operate/work
λειτουργώ - λειτούργησα -
θα λειτουργήσω
I get/gain/aquire/have children
αποκτώ - απέκτησα -
θα αποκτήσω
I gain/benefit
ωφελώ - ωφέλησα -
θα ωφελήσω
I gape/hang around/idle away the time
χαζεύω - χάζεψα -
θα χαζέψω
I garnish
γαρνίρω - γαρνίρισα -
θα γαρνίρω
I get angry
θυμώνω - θύμωσα -
θα θυμώσω
I get drunk
μεθώ - μέθυσα -
θα μεθύσω
I get fat
παχαίνω - πάχυνα -
θα παχύνω
I get old
γερνώ - γέρασα -
θα γεράσω