Verbs - Passive - Gk to Eng - A to Ω Flashcards
αγαπιέμαι - αγαπήθηκα -
θα αγαπηθώ
I am loved
αγκυλώνομαι - αγκυλώθηκα -
θα αγκυλωθώ
I get stung
αδικούμαι - αδικήθηκα -
θα αδικηθώ
I am wronged
αισθάνομαι - αισθάνθηκα -
θα αισθανθώ
I feel/sense
ανακουφίζομαι - ανακουφίστηκα -
θα ανακουφιστώ
I am relieved/comforted/eased
αναρωτιέμαι - αναρωτήθηκα -
θα αναρωτηθώ
I ask myself/wonder
απαγορεύεται - απαγορεύτηκε -
θα απαγορευτεί
It is forbidden (3rd person - it)
απασχολούμαι - απασχολήθηκα -
θα απασχοληθώ
I am occupied with
αποβιβάζομαι - αποβιβάστηκα -
θα αποβιβαστώ
I disembark
απογοητεύομαι - απογοητεύηκα -
θα απογοητευτώ
I become disappointed
αποκοιμάμαι - αποκοιμήθηκα -
θα αποκοιμηθώ
I nod off/go to sleep
αρνούμαι - αρνήθηκα -
θα αρνηθώ
I deny/refuse
ασκούμαι - ασκήθηκα -
θα ασκηθώ
I practise/excercise
ασχολούμαι - ασχολήθηκα -
θα ασχοληθώ
I am occupied/involved/work on
αφιερώνομαι - αφιερώθηκα -
θα αφιερωθώ
I am dedicated/devoted to
I dedicate/devote myself to
αφοσιώνομαι - αφοσιώθηκα -
θα αφοσιωθώ
I concentrate/dedicate myself
βαριέμαι - βαρέθηκα -
θα βαρεθώ
I am bored
βασίζομαι - βασίστηκα -
θα βασιστώ
I rely on /count on
βεβαιώνομαι - βεβαιώθηκα -
θα βεβαιωθώ
I ensure/make certain
βιάζομαι - βιάστηκα -
θα βιαστώ
I am in a hurry
βρέχομαι - βράχηκα -
θα βραχώ
I get wet
βρίσκομαι - βρέθηκα -
θα βρεθώ
I find myself/am situate
γαργαλιέμαι - γαργαλήθηκα -
θα γαργαληθώ
I am ticklish
γελιέμαι - γελάστηκα -
θα γελαστώ
I am deceived/misled