University Flashcards
1
Q
Καταγωγή
Κατάγομαι από την
A
Origin
2
Q
(η) Κοινωνία
Κοινωνικός, η, ο
A
Society
Social
3
Q
Ημίαιμος, η, ο
A
Half blood
4
Q
Ιστοσελίδα
A
Web page
5
Q
θετικός, η, ο
A
Positive
6
Q
Αρνητικός, η, ο
A
Negative
7
Q
(το) προτέρημα
A
Advantage, asset
8
Q
(το) ελάττωμα
A
Defect, fault
9
Q
Ευγενικός
A
Polite
10
Q
Αγενής
A
Rude
11
Q
Σιχαίνομαι
A
Loathe
12
Q
Μισώ
A
Hate
13
Q
Απεχθάνομαι
A
Dislike
14
Q
(η) αλληλεπίδραση
A
Interaction
15
Q
Σημεία στίξης
A
Punctuation
16
Q
Αποσιωπητικά
A
… dots
17
Q
Ερωτηματικό
A
?
18
Q
Γερός
A
Strong
19
Q
(το) διδακτορικό
A
PHD
20
Q
Έρευνα
A
Research
21
Q
Εφαρμοσμένος
Εφαρμόζω
A
Applied
Apply
22
Q
Μόνιμο προσωπικό
A
Permanent staff
23
Q
Αισιοδοξία
Αισιόδοξος
A
Optimism
Optimistic
24
Q
(η) κατάληξη
A
Ending
25
(ο) υπολογιστής
Computer
26
Κατά τις 10:00
Around 10
27
Επικοινωνώ
Communicate
28
(ο) δορυφόρος
Satellite
29
Σκάω
Overfill, burst
30
Φύλο
Γένος
Gender, sex
31
Συστήνομαι
Introduce
32
(το) υποκοριστικό
| Χαϊδευτικό
Small name (trapezaki)
33
Διάσημος
Famous
34
Δυς.... δυστύχημα
Prefix to indicate Something very bad
35
Ευ.... ευτύχημα
Prefix to indicate something good
36
(η) ανάγνωση
(ο) αναγνώστης
(η) αναγνώστρια
Reading
| Reader
37
(η) αναφορά
Reference, report
38
Μεταφορά
Transfer
39
(η) νόημα
Meaning
40
(ο) συγγραφέας
Author
41
Διαχρονικός, -η, -ο
Timeless
42
(η) εξαίρεση
Exception
43
(ο) ήχος
| Ευηχος, η, ο
Sound
| Well sounding
44
(ο) συνθέτης
Composer
45
Αποτελώ - αποτέλεσα
Make up (create)
46
Ταυτίζομαι
I identify, associate myself
47
Εύηχος
Well sounding
48
Λούζομαι
| Λούζω
Wash my head
49
Στήνω
I set up
50
(ο) μπελάς
Trouble
51
(το) σούρουπο
Dusk
52
(το) χάραμα
| (τα) χαράματα
Dawn
53
(ο, η) συνεπής
Consistent, coming on time
54
Ευαίσθητος, -η, -ο
Sensitive
55
Ανεξάρτητος, ανεξάρτητη
Independent
56
(η) έννοια
Notion
57
Εννοώ
I mean
Εν - inside; Νους - mind
58
Κερνάω - κέρασα
I treat someone (for a meal)
59
Το νόημα
Meaning
60
δίχως
Without
61
Γυρεύω - γύρεψα
I look around
62
(η) έμπνευση
| εμπνέω
Inspiration
I inspire
Εν+πνεύμα
63
ο γιαλός
Shore
64
Ψυχρός, η, ο
Cold
65
ο καύσωνας
Hot day
66
Αστράφτει
Thunder
67
Καλλιεργώ
Cultivate
68
Προστάτης
| Προστάτιδα
Protector
69
(η) ανία
(η) πλήξη
Πληκτικός
Boredom
70
Εκφράζω μια άποψη
Express opinion
71
Επηρεάζω
Effect, influence
72
(η) φυλή
Tribe
73
έγγαμος, -η, -ο
Married
74
(ο) εργένης
| (η) εργένισσα
Bachelor
75
πολύτεκνος
With many children
76
Άτεκνος
άκληρος
Childless
Heirless
77
Άνεργος
(η) ανεργία
Unemployed
Unemployment
78
(Ο, η) έφηβος
Teenager
79
εργατικός
Hard working
80
εργαζόμενος
Employed
81
Φιλαλήθης
Truthful
82
(η) αισιοδοξία
Αισιόδοξος
Optimism
Optimistic
83
(ο, η) πεισματάρης (-α)
ισχυρογνώμων
Ξεροκεφαλος
Stubborn
Headstrong
Δεν συμβιβάζω, δεν υποχωρώ
I don’t reconcile or back up
84
Ισχυρός
Strong
85
(ο, η) ενήλικος
Adult
86
υπηκοότητα
υπήκοος
Citizenship
Citizen
87
Επαγγελματίας
Professional
88
(η) θρησκεία
Religion
89
(η) πίστη
Faith
90
Μετρίου αναστήματος
Medium height
91
Σπαστά μαλλιά
Wavy hair
92
Υφή
Texture
93
Απαισιόδοξος
Pessimistic
94
Γενναιόδωρος
Generous
95
Τσιγκούνης (-a, -ικο)
Φιλάργυρος (-η, -ο)
Cheap, skimpy
96
Δραστήριος
Δυναμικός
Άμεση δράση
Active
Immediate action
97
Ανειλικρινής, -ής, -ές
Dishonest
98
Εξωστρεφής
Εσωστρεφής
Extrovert
Introvert
99
Αναπλήρωση
Replacement
100
Ευαίσθητος
Sensitive
101
(η) αίσθηση
Sense
102
Συναισθηματικός
Sympathetic
103
Καλοπροαίρετος
Well-intended, thinks ahead.
104
Κουτσομπόλης
(το) κουτσομπολιό
Gossiper
105
Υπερόπτης
Αλαζόνας
Arrogant
106
σεμνός
Modest, humble
107
Ψύχραιμος
ψυχρός
Cool, calculated (good meaning)
Cold person (negative meaning)
108
Ψυχρός δολοφόνος
Cold-blooded killer
109
Αγχωτικός
Makes someone nervous
110
Συμμετέχω
Take part
111
Αγώνας
Competition
112
Διασχίζω
Pass by
Περνάω από Α στο Β
113
Πετυχαίνω
I succeed
114
Ρεαλιστής
Realist
115
Αφοσιωμένος
Devoted
Αφοσιωμένος στον καριέρα
116
(η) πειθαρχία
Discipline
117
Σέβομαι
I respect
118
Αντίπαλος
Opponent
Στην άλλη ομάδα
119
Αφιερώνω
I take away
Αφιερώνω χρόνο -spend time (positive meaning)
Ξοδεύω - waist (time)
120
(η) εκπαίδευση
Education
Το εκπαιδευτικό σύστημα
121
Ιδανικός, -η, - ο
Ideal
122
Εύθραυστος, η, ο
Fragile
123
Όρθιος, -α, -ο
Standing UP
Καθιστός, η, ο - standing
124
(η) κληρονομικότητα
Heredity
125
(το) γονίδιο
(τα) γονίδιά
Gens
126
Πολυμελής, -ης, -ες
Multi-membered (family)
127
Αναφέρω
I mention
Λέω, παρουσιάζω
128
(η) ευθύνη
Responsibility
Υπεύθυνος - responsible
Υπ (υπ) - prefix means over, on top
129
Δήλωση
Statement, declaration
130
Εκδηλωτικός
Demonstrative
εκ - prefix showing “out” έξω
131
Εκφράζω
Express
132
Φιλόδοξος
(η) φιλοδοξία
Ambitious
Ambition
133
Τολμηρός
(η) τόλμη
Τολμώ
Daring
Boldness
I dare
134
Μελετηρός
(η) μάθηση
Studious
Learning
135
Άριστος
Excellent
136
(ο) παράγοντας
Factor
137
Ισχύει
Correct/ this stands
138
Ετεροθαλής αδερφός
Half-brother
139
Ώριμος, -η, -ο
Mature
140
Φλύαρος, -η, -ο
Talkative
141
Εύστροφος
Agile
142
(η) εξυπνάδα
Intelligent
143
Πολυμήχανος
Resourceful
144
(Οι) περίφημες
Attractions
145
Όλες τις ανέσεις
(η) άνεση
Comforts
146
(ο) ανεμιστήρας
Fan
147
Ανταλλάζω
Exchange
148
Ανατροφή = (το) μεγάλωμα
Growing
149
(το) αντικείμενο
αντικειμενικός, η, ο (πολλά άτομα)
υποκειμενικός, η, ο (μόνο εγώ)
Object
Objective
Subjective
150
(το) ερέθισμα
Stimulus
151
Ευρηματικός, η, ο
Inventive
152
(ο) ειδικός
Specialist
153
(η) μοίρα
Degree (measure)
154
(η) δικαιοσύνη
Justice
155
(η) νοικοκυρά
Housewife
156
Απαιτητικός
Demanding
157
(η) ισορροπία
Balance
158
Αποτελεσματικός
Effective
159
Διακριτικός
Distinctive
160
Πειθαρχημένος
Disciplined
161
Εκτελώ - εκτέλεσα
Execute, perform
162
Αγγελιαφόρος
Messenger
163
(το) γλέντι
Γλεντάω
Celebration
164
Σοφός
Wise
165
Ξεφεύγω
Get away
166
Γονιμότητα
Fertility
167
(η) θύελλα
Storm
168
Κουτσός, -η, -ο
Lame
Δεν περπατάει καλά
169
(ο) οιωνός
Sign, omen
170
(η) εμπειρία
Ζωής, επαγγελματική
(η) πείρα = σοφια
Experience
171
Θυσιάζω
Sacrifice
172
Ιερός, -η, -ο
Sacred
173
Κηδεία
Funeral
174
Οργάνωση
Organization
175
Δεχτώ
Δέχεται ξένους/φιλοξενούμενους
Accept, host
Принимать (гостей)
176
Παρουσία
Presence
177
(η) στέγη
Roof
178
(η) ισότητα
Ισότητα των δυο φύλων
Equality
179
(το) δικαίωμα
(τα) δικαιώματα
Ίσες ευκαιρίες
Rights
180
(η) ψήφος
| (οι) ψήφοι
Vote
181
(η) μόρφωση - έχει γνώσεις
(η) διαπαιδαγώγηση - (η) μέθοδος, αποτέλεσμα
(η) εκπαίδευση - το εκπαιδευτικό σύστημα
(η) παιδεία - καλλιέργεια της προσωπικότητας
Education, upbringing
Воспитание as opposed to εκπαίδευση
182
Επίσημα
Επίσημος
Officially
Formal
183
(ο) πεθερός
(η) πεθερά
(τα) πεθερικά
In laws
184
(η) έλλειψη
Έλλειψη βιταμινών
Έλλειψη κατανόησης
Lack of
185
(ο) βίος
Συμβίωση
Life
Life together
186
Πληγώνω
(η) πληγή
Hurt, wound
187
(η) συντροφικότητα
Companionship
188
(η) Τρυφερότητα
Tenderness
189
Μαλώνω - του κάνω παρατήρηση
Τσακώνομαι
Καβγαδίζω
Fight
190
Ανάμεσα μας/ σε/ στους (αιτιατική )
Μεταξύ του/των (γενική)
Among
191
Εξαρτημένος
Dependent
192
Συμπεριφέρομαι
Συμπεριφορά
Behave
Behavior
193
η απιστία
Infidelity
194
Αστικός
Άστυ = πόλη
Το προάστια
Υπεραστικές συγκοινωνίες
Urban
195
Θρησκευτικός
Θρησκευτικός γάμος
(η) θρησκεία
Religious
Religion
196
Ώριμος, η
Mature
197
(η) αρχή
Να έχει τις ίδιες αρχές
Value
198
Γοητευτικός, -η, -ο
Charming
199
Υπομονετικός
Patient
200
Εκμετάλλευση
Exploitation
201
(ο) προορισμός
Φτάνω στον προορισμό μου
Destination
202
(το) επίδομα
Χρηματικό βοήθημα
Allowance
203
(ο, η, το) πρώην
Former
204
Υπόσχομαι
Δίνω μια υπόσχεση
I promise
205
(η) βία
Βιαστής
Violence
206
(η) εγκληματικότητα
Πολύ βία και εγκληματικότητα στην εποχή μας
Crime
207
Εναντίον
Against
208
Προαίσθημα
Premonition
209
Λαχταρώ
Crave
210
Άλγος
(το) αναλγητικό = το παυσίπονο
Pain, painkillers
211
Δέχομαι
| (η) υποδοχή
Accept
Reception
212
(η) ανθοδέσμη
Small bouquet
213
(το) κουφέτα
Candy
214
(η) βέρα
Wedding band
215
Γαμήλιο πάρτι = δεξίωση
Τελετή γάμου
Wedding party = reception
Wedding ceremony
216
Καθώς
| Την ώρα που
While, as
217
Στραβό
| Δεν είναι ίσιο
Wrong
218
Αθεράπευτος
| Χωρίς θεραπεία
Without cure
Αθεράπευτη αγάπη
219
Μίγμα
Mixture
220
(η) νοοτροπία
Mentality
221
Βελτιώνω
Improve
222
(η) σύγκριση
Comparison
223
Απολύτως # εντελώς
Έχεις απολύτως δίκιο
Completely # at all
224
Εν μέρει
Partially
225
Αλλά, όμως, ωστόσο
But
226
(το) σημείο
Point, place
227
Έργο τέχνης
Work of art
228
Νυφικό πέπλο
Vail
229
(το) έθιμο
| (τα) έθιμα
Custom
230
Κάνω ποδαρικό = φέρνω καλή τύχη/γούρι
Bring good luck
231
Προληπτικός, -η, -ο
Preventive
232
(η) προίκα
Dowry
233
(η) ευλογία
Blessing
234
Ομοφυλόφιλος
Homosexual
235
(ο) έλεγχος
Control
236
(η) αγνότητα
Purity
237
(οι) νεόνυμφοι
Newlyweds
238
Αρρένων - θηλέων
Male- female
239
(το) θρανίο
Student’s desk
240
Συγκοινωνία
Transportation
241
(η) εκπομπή
Εκ+ πέμπω = στείλω κάτι έξω
Episode
242
(το) δοκιμαστήριο
Changing room
243
Παραδίδω
Deliver
244
(το) σκάκι
Chess
245
(η) νίκη # (η) ήττα
Win # defeat
246
(η) περιουσία
Possession, property
247
(το) τρελοκομείο
Insane asylum
248
(ο) εφιάλτης
Nightmare
249
Καθοριστικός, η, ο
Καθορίζω
Crucial, important
To determine
250
Στύβω
Squeeze
251
Αλείφω
(η) αλοιφή
Spread
Ointment, salve
252
(ο) θησαυρός
Treasure
253
Θάβω
Bury
254
(το) σημείο
Point
255
Μπλέκω
Entangle
256
(η) συγκέντρωση
Meeting
257
Καταλήγω
Ο άρρωστος κατέληξε
(η) λήξη, κατάληξη
Ο διαιτητής έληξε το παιχνίδι
Ended up
Τελετή έναρξης # λήξης Ολυμπιακών Αγώνων
258
Σώζω
(η) σωτηρία
Χριστο - ο σωτήρας του κόσμου
Save
Salvation
259
Πειθώ, πειστικός
Πιέσω - έπεισα (η) πίεση
Convince
Push
260
Δύω
(ο) δύτης (η) κατάδυση
Dive Погружаюсь
Diver Ныряльщик
Погружение
261
Κατά = εναντίον
Κατά = σύμφωνα
Κατά του πολέμου
Κατά τα λεγόμενα σου = σύμφωνα
262
Εφευρίσκω = ανακαλύπτω
(η) ανακάλυψη
Discover
263
Κάδο απορριμμάτων
Trash can
264
(η) συγκέντρωση
Concentration
265
(ο) βοσκός
Shepherd
266
(η) πεζοπορία
Hike
267
Απρόσμενος
Απροσδόκητος
Unexpected
268
Βραβεύω
(το) βραβείο
To award
award, prize
Βραβείο Νόμπελ
269
Ελέγχω
Control, check
270
Στριμώχνω
Corner (someone)
Βάζω πολύ κόσμο σε έναν μικρό χώρο
271
Αράζω
Το πλοίο αράζει
Moor (a boat), dock
272
Ταράζω
Agitate
273
Παιδεύω
Pester
κουράζω
274
Ξοδεύω
Spend, waste
275
(η) διαθεσιμότητα
Availability
276
Σπάταλος
Wasteful
277
(ο) ρατσισμός
Racism
278
(ο) κόμπος
Knot
279
Εξιχνιάζω
Solve
Εξιχνιάζω έναν φόνο
280
(η) υπηρεσία
Η πυροσβεστική υπηρεσία
Service
281
Εκδηλωτικός
Demonstrative
282
(ο) τερματοφύλακας
(ο) διαιτητής
Goalkeeper
Referee
283
Σφύζω
(ο) σφυγμός
(ο) σφιγκτήρας
Pulse rate
Clamp
284
(η) λάμψη
Glamour, spark
285
(η) ενημέρωση
Update
286
(η) παύση
Ανάπαυση
Pause
Rest
287
Κατεύθυνση
Direction
288
Βουρκώνω
Cloud
Τα μάτια μου βουρκώνουν από τα δάκρυα
289
(το) φέρσιμο
(η) συμπεριφορά
Behavior
290
(το) κουρέλι
Rag
Είμαι κομμάτια
291
Χυμάω - χύμηξα
| = ορμάω
Fall with force
292
Επαινώ - επαίνεσα
(ο) έπαινος
Praise
With excellent grades
293
Εφαρμογή
Execute, effect
Θέτω ένα συμβόλαιο σε εφαρμογή/ σε ισχύ
294
Εξαπατώ
Cheat
Γελάω κάποιον = τον κοροϊδεύω, τον εξαπατώ
295
Σχολάω - σχόλασα (ποτέ σχολάς από δουλειά)
Σχολιάζω (κάποιον για κάτι)
Finish
Criticize
296
Η θανατική ποινή
Capital punishment
297
μεθώ - μέθυσα
| Μεθυσμένος
Drunk
298
(η) νάρκωση
Sedation
299
(η) δικαιολογία
Excuse
300
(το) εγχειρίδιο
Manual
301
Σκηνή ζηλοτυπίας
Scene of jealousy
302
Κατάθλιψη
Depression
303
(η) περίληψη
Summary
304
Αναφέρομαι
Refer
Το τραγούδι αυτό αναφέρεται σε μια ...
305
Παρατάω
Abandon, quit
306
Προτείνω - πρότεινα = συστήνω
Suggest, offer
307
Λαμβάνω - έλαβα
Παραλαμβάνω
Receive, take
Take into hands
Έλαβα ένα μήνυμα
308
Απολαμβάνω
| (η) απόλαυση
Enjoy
309
Απαρηγόρητος
Παρήγορων κάποιον
Inconsolable
310
Εύσωμος
Full-bodied
311
Αφηρημένος
Abstract, inattentive
312
Ανεύθυνος
Irresponsible
313
Προσκύνημα
Pilgrimage
314
(τα) γενιά
(το) μούσι
Beard
Αφήσω γένια
315
Αργκό
Slang
316
Απειλώ
| (η) απειλή
Threaten
| Threat
317
Παρηγορώ
Απαρηγόρητος
Console
Inconsolable
318
Ξένοιαστος
έγνοια
Carefree
Problem
ξε εκ έγνοια
319
Το αδέσποτο ζώο
Άστεγος άνθρωπος (η) στέγη
Homeless animal
Homeless person
320
Άπταιστα
Without errors
321
Μιλάω με άνεση/ έχω ευφράδεια λόγου, με ακρίβεια, άπταιστα
Fluent
322
Προσαρμόζομαι, προσαρμόζω
η προσαρμογή
Adapt, adjust
Συνηθίζω για την καινούργια ...
Προσαρμόζω το λεξιλόγιο μου στο επίπεδο σας
323
(η) πρόσβαση
| προσβάσιμος, η, ο
Access
324
Γέννημα θρέμμα
Born and raised
325
(η) λατρεία
Worship
326
(η) πορεία
(η) πρωτοπορία
Πρωτοπόρος
Course
Avant-garde
Pioneer
327
(το) γεγονός
Fact, factor
328
Άλλωστε - εξάλλου
Besides
329
Ιδανικός, η, ο
Ideal
330
Διεύθυνση
| Οργάνωση διοίκηση
Business administration
331
(η) ομοιότητα
Similarity
332
(η) εκδοχή
Version
333
(η) έριδα
Dispute
334
(η) εξουσία
Power, authority
335
(η) ικανότητα
Skill
Η δυνατότητα να κάνει κανείς κάτι
336
Τάζω - έταξα
Promise, vow
337
Αντικρίζω
I face
338
Άψογος, η, ο
Perfect, flawless
339
Κοινός, κοινή, κοινό
Κοινά
Common
Commonalities
340
Συγκινώ
Συγκινητικός, η, ο
Move
Moving
Συγκίνω κάποιον
341
Ο σεναριογράφος γράφει σενάριο
Scenarist
342
Ο θεατής, οι θεατές
Viewer
343
Ο, η κριτικός
Critic
344
Προβάλλω
Project
Ένας κινηματογράφος προβάλλει μια ταινία. Δείχνει, παίζει.
345
Η αυτοσυγκέντρωση
Self concentration
Δεν έχουν αυτοί που έχουν διάσπαση προσοχής
346
(η) ανατροπή
| Κάτι γυρίζει ανάποδα
Overthrow
347
Η τελικά συμπέρασμα
Final conclusion
348
Τα κοινά = οι ομοιότητες
Similarities
349
Εστιάζω
Focus
Εστιάζω στο απόλυτο παρόν - focus on absolute present
350
Αποκτώ
| Αποκτώ νέες εμπειρίες
Get
351
Αυτοπεποίθηση
Self confidence
352
Οικοτροφείο
Boarding school
353
Επιτηρητής
Supervisor
354
Αντιλαμβάνομαι = κατανοώ
Realize
355
Πληροφορούμαι
Getting informed
356
Ισχυρίζομαι
```
Ισχυρός = δυνατός
Ισχύει = είναι αλήθεια
```
I claim
357
Εμμονικός
Obsessive
358
Εκτιμώ
I appreciate
Έχω θετική γνώμη για κάποιον
359
(η) αμφιβολία
Doubt
360
Η οικιακή βοηθός
Home help
361
(το) ενθύμιο - (τα) ενθύμια
Souvenir
362
Πολυτελές
Luxurious
Πολυτελές ξενοδοχείο με πολλές ανέσεις
363
Νωθρός
Lazy
364
Θαρραλέος
Brave
365
αδιακρίτως
Not discreet
| Που επεμβαίνει στην προσωπική ζωή των άλλων
366
διαιρώ - διαίρεσα / διά 2/2
(η) διαίρεση
Divide
Деление
367
= ίσον
Equals
368
Αφαιρώ / μίν 2-2
(η) αφαίρεση
Remove
Вычитание
369
προσθέτω / σύν 2+2
(η) πρόσθεση
Add
| Прибавление
370
πολλαπλασιάζω / επί 2х2
(ο) πολλαπλασιασμός
Multiply
Умножение
371
Θερμές ακτίνες
Heat rays
372
Όποτε = κάθε φορά που
Every time when, while
Όποτε οδηγούσε φοβόμουν
373
Εγκαταλείπω
| Εγκατέλειψα
Gave up
| Απομακρύνομαι
374
Τα προσωπικά μου είδη
Personal things/belongings
375
Ερημικός, απομονωμένος
Quiet
376
Εξοικονομώ
Save (money)
377
Συνάπτω, δημιουργώ
Create
378
(η) επαφή
Contact
Έρχομαι σε επαφή με νέες μορφές (forms) τέχνης
379
Ψυχαγωγώ
| (η) αναψυχή
Rest, entertain
Recreation
Με το ψυχή
380
(το) κατάλυμα (τα) καταλύματα
Accommodation
381
Σαλπάρω
Sail
Λύνω τους κάβους, σηκώνω την άγκυρα και αποπλέω
382
Αρμενίζω
Sail
Ταξιδεύω στην θάλασσα
383
Σκούζω
Yell
Φωνάζω δυνατά και άσχημα
384
Αίσθηση αυτάρκειας
Sense of self-sufficiency
385
(η) άμμος
| Την άμμο
Sand
386
(η) αναμονή
Stand-by
Αίθουσα αναμονής
Η αναμονή στο αεροδρόμιο
Η κλήση σας είναι σε αναμονή
387
(ο) συνωστισμός
συνωστίζομαι
Crowding
Στριμώχνω σε περιορισμένο χώρο
388
(το) είδος (τα) είδη
Things, belongings
389
(το) όρος - βουνό
ορεινό
(η) ορειβασία
Mountain
| Climbing
390
Μπρούμυτα # ανάσκελα
Face down - up
391
(ο) ρηχός
Shallow water
392
(η) μπάντα = το μουσικό συγκρότημα
Band
393
Επιθυμώ
Wish
394
Άμα = Αν
If
395
(η) αποσκευή
Luggage
396
(το) εντομοαπωθητικό
Bug repellent
397
(ο) προβολέας
Lamp, projector
398
(η) συσκευή
Device
399
Αποκλείω
| Αποκλείεται
Exclude
| No way
400
Χειμερινός # θερινός
(το) θέρος
Παραθερίζω
Wintery # summary
| Summer
401
Επίκαιρος -η -ο
| (η) επικαιρότητα
Timely
Timeliness
Που ταιριάζει με αυτή τη στιγμή
402
(η) κόλαση
Hell
| Πύλες της κόλασης
403
Αρχοντικός, -η -ο
(ο) άρχοντας
(ο) αρχηγός έχει μεγαλοπρέπεια
(το) αρχοντικό σπίτι
Lordly
Lord
Chief
404
Ηγούμαι
(ο) ηγέτης
Καθηγητής
Lead
Leader
Professor
405
Αεροπορικός
Ακτοπλοϊκώς
Οδικώς
By air
By boat
By car
406
(ο) ξενώνας
(το) καταφύγιο
(το) πανδοχείο
(το) κάμπινγκ
Καταλύματα
| Accommodation types
407
Ονομαστός, η, ο
Famous
408
(το) βότσαλο
Smooth rock
409
Εστιάζω
Focus
410
(το) στέκι
Hang out place
| Μέρος που συχνάζω με τους φίλους μου
411
(η) κλίνη
| (η) κλινική
Bed (αρχαία Ελληνικά)
412
(η) ανταπόκριση
| Ανταποκρίνομαι
Correspondence, correspond (maybe with actions) connect
| Συμφωνώ με κάτι
413
(ο) ιστός
| (η) ιστοσελίδα
Web
| Webpage
414
(η) αναζήτηση (οι) αναζητήσεις
Search
415
(η) αναχώρηση # (η) άφιξη
Departure # arrival
416
Επειτοπου
On the other hand
417
Επιβιβάζομαι # αποβιβάζομαι
| (η) κάρτα επιβίβασης
Board # debark
| Boarding ticket
418
Απολυμαίνω
| (η) λοίμωξη
Disinfect
| Infection
419
(το) φαράγγι
Canyon
| Βαθύ ρήγμα σε βουνά
420
Η Πίνδος οροσειρά
Mountain range in Greece
421
(η) επανάληψη
Repetition
422
ωμός, η, ο
| (ο) ώμος
Raw
| Shoulder
423
Απαράδεκτος, η, ο
Inadmissible
424
Αδιάκριτος # διακριτικός
Indiscreet
| Επεμβαίνει στην προσωπική ζωή των άλλον
425
Δεκτικός
Accepting
426
(ο) ξεναγός = τουριστικός οδηγός
Tour guide
427
(η) εκτέλεση
Execution, implementation
428
(ο) προπονητής
| (η) προπόνηση
Coach
| Training
429
Απευθείας (επίρρημα)
Direct
| Χωρίς ανταπόκριση
430
(η) προσγείωση # απογείωση
Landing # take off
431
(η) άνοδος # (η) κάθοδος
Rise # fall/descent
432
(το) αδιέξοδο
Deadlock
433
(η) έρημος
Desert
434
(η) ύπαιθρος
| (το) ύπαιθρο = (η) εξοχή
Countryside
| Outdoors
435
Τον 13 (δέκατο τρίτο) αιώνα
Century
436
(τα) ερείπια
Ruins
437
(η) ρυτίδα
Wrinkle
438
(το) πέλαγος - (τα) πελάγη
Open sea
439
(το) ίχνος (τα) ίχνη
Trace
440
(το) κάλλος (τα) κάλλη
Beauty
| η χάρη, η ομορφιά
441
(η) παροιμία
Proverb
442
(το) στέλεχος - (τα) στελέχη
Stem, executive (CEO)
| Столб, банка
443
(το) έδαφος - (τα) εδάφη
Soil
444
Εντυπωσιάζομαι
I’m impressed
445
(η) προκατάληψη
Prejudice
| Γκρεμίζω μια προκατάληψη
446
(η) γενίκευση
Generalization
447
Φιλόμουσος
Loves music
448
(η) ήπειρος
Continent
449
(το) έθνος - (τα) έθνη
Nation
Ενωμένα Έθνη
450
Αντιπροσωπεύω
Εκπροσωπώ
(ο) αντιπρόσωπος
Represent
451
(ο) παμφάγος
Omnivore
452
(η) επιρροή
Influence
453
Αποσυνδεδεμένος
Disconnected
454
(το) κέφι
Mood
| Η χαρούμενη και εύθυμη διάθεση
455
Πλημμυρίζω
| (η) πλημμύρα
Flood
| Πλημμυρίζω από την μπόρα
456
(η) πρόοδος - (οι) πρόοδοι
Progress
457
Αμήχανος
Confused, lost, embarrassed
458
Καθώς / ενώ / όταν
Διάρκεια
As
459
(η) τομή
Section
Сечение
Χρυσή τομή
460
όποτε
Κάθε φορά που ...
Every time
461
Παρατείνω
(ο) παρατατικός
(η) παράταση
Extend
Past continues
Extension
Παρατείνουμε την ζωή μας
462
(η) εξέλιξη - (οι) εξελίξεις
Evolution
463
Όσο = όση ώρα
Ενώ, καθώς, την ώρα που
While
464
Κάνω κοπάνα - την κοπανάω
Skip
| Φεύγω κρυφά χωρίς να πρέπει
465
Σκαρώνω
Knock off
466
(το) μεροκάματο
Per diem
467
(το) σκαρί
| (η) πρυμστσα, πρύμνη
Ship base
Σκελετός πλοίου
Το πίσω μέρος του πλοίου
468
(η) λαιμαργία
| λαίμαργος, -η, -ο
Greedy
Δεν χορταίνει να τρώει
Η συνεχόμενη ανάγκη να τρώει
469
άσχετος # σχετικός
Irrelevant # relevant
470
(το) μειονέκτημα # (το) πλεονέκτημα
Disadvantage (makes Inferior) # advantage
471
(η) αντίρρηση
Objection
Η έκφραση αντίθετης άποψης
Φέρνω αντίρρηση
472
(η) επέτειος
Anniversary
η επέτειος - οι επέτειοι
την επέτειο - τις επετείους
της επετείου - των επετείων
473
όλος, όλη, όλο
Όλοι οι
Όλα τα
All
474
(το) στήθος (ο) θώρακας
Chest
475
Σιωπηλός
Σιωπώ
Ένας νεκρός σιωπηλός κόσμος
Silent
476
(ο) αετός
Eagle
477
στάζω
Drip
478
σπέρνω
Sow
479
Θερίζω
Ότι σπέρνεις θερίζεις
Mowing
480
Καυτός, η, ο
Dumb
481
(το) χτυπητήρι
| (το) αναδευτηρι
Beater
| Stirrer
482
(ο) άβακας
Abacus
| Счеты
483
(το) ζάρα - (τα) ζάρες
| Ζαρωμένα ρούχα
Wrinkles on clothes
484
Περίπλοκος
Complicated
485
(το) ράμφος - (τα) ράμφη
Beak
486
(ο) φεγγίτης
Sky light
487
(η) ηλιοροφή
Sun roof in a car
488
(η) ίδρυση
| (το) ίδρυμα
Establishment
489
Επικράτηση
Prevalence, predominance
490
γνήσιος, α, ο
Genuine
491
Κοπιάζω
| Κόπος
Labor, make effort
Toil
Οποίος κοπιάζει, αμείβετε
492
ασταθής, -ης, -ες
| (η) αστάθεια
Unstable
| Instability
493
(η) προσπέραση
Overtaking
494
Δωροδοκώ
| (η) δωροδοκία
Bribe
| Λαδώνω
495
(η) επιμονή
| Επιμένω
Persistence
| Insist
496
Υποτιμώ
Underestimate
| Μιν υποτιμάς ποτέ τον αντίπαλο σου
497
Μέτρον Άριστον
Moderation
498
(η) κολακεία
Flattery
499
Το άγιο δισκοπότηρο
Sacred, holy grail
500
(ο) κότσυφας
Blackbird
501
(το) ξίφος = (το) σπαθί
Sword
502
(η) αποταμίευση
Savings
503
(ο) αμμόλοφος
Dunes
504
(ο) απόγονος
Descendant
505
(ο) εισβολέας
Εισβάλω
(η) εισβολή
Intrude
| Intrusion
506
(η) ανάμνηση
Memory
507
Ενθαρρύνω
Encourage
508
Επιβραβεύω = επαινώ
Reward
509
Εμπεδώνω = καταλαβαίνω σε βάθος
Consolidated (knowledge)
510
Χωνεύω
Digest
511
Ομογενής
Expat
| Άτομο που έχει την ίδια καταγωγή η εθνικότητα με εμάς αλά ζει στο εξωτερικό
512
Προσεγμένος
Careful
513
(ο) αφηγητής (οι) αφηγητές
(γ) αφηγήτρια
Αφηγούμαι = διηγούμαι
Narrator
| Το πρόσωπο που διηγείται ιστορία
514
Ανακουφισμένος
(η) ανακούφιση
Ανακουφίζω
Relieved
(η) απαλλαγή - η αίσθηση που νιώθει κανείς μετά από απαλλαγή
515
(το) συνέδριο
Congress
516
Μέσα μαζικής ενημέρωσης
Mass media
517
(το) κίνητρο
Motivation
518
(ο) διορισμός
Διορίζω / διορίζομαι
Πρωτοδιοριστος
Appointment
Appoint someone
Το κράτος θα διορίσει 2000 εκπαιδευτικούς
519
(η) ένταση
Intensity
| Έχω πάθει υπερένταση
520
Αυτενεργώ
Act on my own/ proactive
521
Σιδερένιος, α, ο
Iron
522
Εκτονώσω
Relax
523
(η) αναστάτωση
| Κομφούζιο
Upheaval
524
Οργισμένος, η, ο
Angry
525
(το) πείραμα
| (η) δοκιμή
Experiment
526
(η) κατάληψη
Conquest (of schools)
Μέσα διαμαρτυρίας
Καταργώ το πανεπιστημιακό άσυλο
Abolish university asylum
527
(η) αναστάτωση
| Αναστατώνω
Commotion
| I stir
528
(η) οργή
Οργίζομαι / εξοργίζω/ εξοργίζομαι
Οργισμένος
Rage
| Enraged, angry
529
(ο) σιδηρουργός
Blacksmith
| Кузнец
530
(ο) μπογιατζής = ελαιοχρωματιστής
Painter
531
Σπουδαίος
Great
532
Η ταν ή επί τας
| Πλούταρχο
Come back with your shield or on it.
533
Σκληραγωγώ
| η σκληραγώγηση
Toughen up
| Κάνω κάποιον πιο σκληρό
534
(το) κριθάρι
Barley
| Ячмень
535
(η) ευγονία
Ugenics
Η απόκτηση πολλών υγιών απογόνων
Ευ + γίνομαι
536
(η) πειθαρχία
Πειθαρχώ
Είμαι πειθαρχημένος
Persuasion
537
(η) μάχη
Μάχομαι
(ο) μαχητής
Battle, fight
538
Η ισχύς εν τη ενώσει
The strength/power in unity
539
(η) προμήθεια
(ο) προμηθευτής
Προμηθεύω/ προμηθεύομαι
Provision
| Supplier
540
(ο) Ανιχνευτής
(η) ανίχνευση
Ανιχνεύω
Detector (сопер)
Detection
Από ίχνος
541
(η) ηθική
Morality
| Σύνολο κανόνων και αξιών με τους οποίους ορίζεται τι επιτρέπεται τι απαγορεύεται
542
(ο) πολίτης
Citizen
| Житель гражданин
543
(ο) πωλητής
Seller, merchant
544
Αντικατάσταση
| Αντικαταστώ
Replacement
545
Προαιρετικός, η, ο
Optional
546
Ανήλικος, η, ο
| Κάτι από 18 ετών
Minor
547
Παρομοιάζω
Empathize
Сочувствовать
Λέω ότι μοιάζει
548
(η) βέργα
Pointer
| Указка / κομμένο λεπτό κλαδί χωρίς φύλλα
549
Πρωτόγονος
Primitive
| Πρωτόγονος άνθρωπος
550
(ο) κρίκος = χαλκός
Link (from chain)
551
(τα) δίδακτρα
Tuition fees
| Only mult.
552
(η) προσέλευση
Attendance
553
Κυριολεκτικός
Literal
| Μιλάω χρησιμοποιώντας κάθε λέξη η φράση με την κυρία σημασία τους
554
Ασυνήθιστος, η, ο
Unusual
| Συνηθώ
555
Καταρχάς
First of all
556
Αναγκάζω
| εξαναγκάζω
Force
| Κάποιον να κάνει κάτι
557
Συνέλευση
Meeting
| Συγκέντρωση μιας ομάδας ανθρώπων
558
(η) κατανάλωση
(η) καταναλωτισμό
Καταναλωτική τάση
Consumption
Η κατανάλωση καυσίμου
Trend consumption
559
Κατάλληλος, η, ο
Suitable
560
Απότομος
| Απότομα
Steep
| Abruptly
561
Ανάφλεξη
Ignition
562
(ο) ελιγμός
Maneuver
563
Φώτα τροχοπεδήσεως
Breaking lights
564
(η) προσέγγιση
Approach
565
Προσωρινά
Temporarily
566
(η) ιππασία
Horseback riding
567
Οι απολυτήριες εξετάσεις
| (το) απολυτήριο
Graduation exam/ certificate
568
Εισαγωγή
Introduction (муз вступление)
569
(το) διήγημα
| (η) αφήγηση - (ο) αφηγητής
Short story
| Narrator
570
(η) κόλλα
Glue/sheet of paper
571
(το) σημείωμα
Note
| Άφησα ένα σημείωμα στον άντρα
572
Αντλώ
| (η) αντλία
Extract, pump, Извлекать
| Συσκευή η όργανο που αντλεί ένα υγρό η αέριο
573
Επιεικής
| (η) επιείκεια
Lenient, forgiving
| Indulgence
574
(η) έδρα
Teachers desk
| Кафедра
575
(η) προκαταβολή
Deposit, down payment
576
(η) ευγνωμοσύνη
Gratitude
| Η αναγνώριση κάποιου καλού που μου έχουν κάνει
577
(η) θλίψη
| Θλιβερός, η, ο
Affliction, dreary
Ο ψυχικός πόνος/πίεση
Αυτός που προκαλεί στεναχώρια
578
(το) βλέμμα
View, look
| η ματιά/ η στροφή των ματιών σε κάποιον
579
Συναισθήματα - αγάπη, ευτυχία, έκπληξη
| η αίσθηση - οι αισθήσεις: όραση, όσφρηση, ακοή, αφή, γεύση
Feelings
| Scenes/sensation
580
Δια ζώσης
In person
581
Φοιτητική εστία
Dorm
582
Α.Ε.Ι. Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα
| ΑΤΕΙ Τεχνολογικά
College
583
(τα) εξέταστρα
Exam fee
584
(η) φοίτηση
Studies
| Η φοίτηση στην ιατρική σχολή διαρκεί 6 έτη
585
(η) επιστήμη
| (η, ο) επιστήμονας
Science
| Scientist
586
(το) σοκάκι
Small narrow road
587
(το) κομπολόι
Rosary
| Чётки
588
(το) υφαντό
Textile
589
(ο) τομίας = ευνούχος
Eunuch
590
(η) παρενέργεια - (οι) παρενέργειες
Side effects
| Οι παρενέργειες των φαρμάκων
591
Παρόλο (αν και)
Despite, even if
592
Απολύω /απολύομαι
| (το) απολυτήριο
Terminate/ graduation (аттестат)
| Διώχνω εργαζόμενο από την εργασία του
593
(η) μεταρρύθμιση
Reform
| Μεγάλη οργανωμένη αλλαγή
594
Η συντριπτική πλειοψηφία
The absolute majority
595
(η) απαλλαγή
| Απαλλάσσω
Exemption
| Απαλλάχτηκα από τα χρέη
596
(η) προοπτική
Perspective
| Καλύτερες προοπτικές στον Ελλάδα
597
Εισαχθώ - εισάγομαι
Admit
| Η εισαγωγή σε πανεπιστήμιο
598
Υποδεικνύω
Indicate
599
(το) απόσπασμα
Excerpt
| Είναι τμήμα ενός συνόλου
600
Σκοντάφτω
Stumble
| Χτυπώ το πόδι μου πανό σε ένα χαμηλό εμπόδιο, χάνο την ισορροπία
601
(το) σύνθημα
Slogan
| Φράση με πολιτικό περιεχόμενο που τη φωνάζουν ρυθμικά
602
Οφείλω - οφείλονται
Owe- obligated
Χρωστώ, έχω ηθική υποχρέωση
Σου οφείλω μια συγγνώμη
603
Ψηφιακός, η, ο (το) ψηφίο
Ψηφίζω - (η) ψήφος
(το) ψηφιδωτό
Εικονική πραγματικότητα
Digital/ digit/ vote
Mosaic piece
Virtual reality
604
(η) γενιά
| Το χάσμα των γενεών
Generation gap
605
χρηστικός, η, ο # άχρηστος
Used easily
| πρακτικός
606
Φοιτώ - (ο) φοιτητής
| Απόφοιτος
Graduate
| Αυτός που έχει αποφοιτήσει
607
(η) υποδομή
Infrastructure
608
(ο) κόπος
| Κοπιάζω
Attempt - η προσπάθεια
Τα πάντα θέλουν τρόπο και όχι κόπο
Ποσό κάνει ο κόπος σας/τι σας οφείλω
609
Παθιαζομαι
Passionate
610
Κομψός, η, ο
Elegant
| Που διαθέτει επιμελημένη και καλαίσθητη εμφάνιση
611
(η) ένταξη (οι) εντάξεις
Integration
| Η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του εντάσσω
612
(η) πυξίδα
Compass
613
Αυθόρμητος, η, ο
Spontaneous
| Που γίνει χωρίς να υπάρχει πολλή σκέψη
614
Πολύτιμος
Precious, valuable
| Πολύ σημαντικός
615
(η) ξεγνοιασιά
| Ξέγνοιαστος
Carefree
616
(η) άγνοια
| αγνοώ - αρνούμαι
Ignorance, ignore
| αγνοημένος - ignored
617
Πρόσφατος, η, ο
Recent
618
(ο) πυρήνας
Πυρηνική
Πυρκαγιά
Atom, core
| Atomic
619
(το) διάστημα
| διαστημικός
Space (skies and break)
Ένα διάστημα μετά το κόμμα
Στο διάστημα υπάρχουν χιλιάδες αστέρια
620
(η) περιπλάνηση
| Περιπλανιέμαι
Wander around, travel, rotate
621
Εναλλακτικός
Alternative
| Εναλλακτικές πηγές ενέργειας
622
ό, τι = όποτε = οποία ώρα
Whatever
623
(η) ίωση = (η) ασθένεια
| (ο) ιός
Viral infection, virus
Περνάω μια ίωση.
(το) κοινό κρυολόγημα
624
(το) αγαθό - (τα) αγαθά
| αγαθός, η, ο
The goods
αξία
Naive = αφελής και απλοϊκός
625
ερμηνεύω
Read, исполнять изображать
626
(η) άμυνα
Defense
| Στρατός
627
Θολώνω
| Θόλος, η, ο
Obscure, cloud (judgment), muddle
| Χάνω διαύγεια (clarity), δεν έχει η ευκρίνεια
628
(το) κενό
| Συμπληρώνω το κενό
Vacuum
629
Διαδίδω - Διαδίδομαι = συμβάλλω
Spread, transfer, contribute
630
(η) ξενιτιά
Foreign lands
631
Αναλύω
Analyze
632
Μειώνω = ελαττώνω
Reduce
633
γνήσιος
genuine
634
(η) ίδρυση
Establishment
635
Αμοιβώ
| (η) αμοιβή
Payment
636
(το) σκαμπό (τα) σκαμπό
Small chair
637
(η) επιβίωση
Survival
638
Άφθονος, η, ο
Abundant, plenty
639
(η) πλήμμη
High tide
| Прилив
640
Αρκώ - άρκεσα - αρκέστηκα (εξαίρεση από εθηκα)
Enough
(αρκούμαι σε ένα πιάτο μακαρόνια)
(αρκώ, τελώ, καλώ)
641
συντελώ = συμβάλλω
Contribute
| Βοηθάω
642
(η) Μετανάστευση
Μεταναστεύω
(ο) μετανάστης
Immigration, immigrant
643
(γ) λογοκρισία
| διακρίνω (=βλέπω)
Censorship, цензура
644
Κυλάω - κύλησα - κυλίστηκα (εξαίρεση από ηθηκα)
Roll, flow
| Ο χρόνος κυλάει γρήγορα
645
βρίζω
| (η) βρισιά
Insult
| χρησιμοποιώ υβριστικές εκφράσεις
646
Όργανα: πνευστά, έγχορδα, κρουστά, πληκτροφορα
Pneumatic, string, percussion, key(board) instruments
647
(ο) ναργιλές
| τεκές
Hookah
| Hookah bar
648
(το) περιθώριο
| Περιθωριακός, η, ο
Margin, outsiders
| Δεν υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης
649
(το) τύμπανο
Drum
650
(ο) όρκος
| Ορκίζομαι
Swear
| Η τελετή της ορκομωσίας swearing-in ceremony
651
χλωμός, η, ο
Pale
652
(η) επιχείρηση
| (το) επιχείρημα = συλλογισμός
Business
| Argument (reasoning)
653
στερώ
Deprive
| Αφαιρώ ένα στοιχείο που θεωρείται απαραίτητο
654
ένοχος, η, ο # αθώος, α, ο
| (η) ενοχή
Guilty # innocent
| Guilt
655
επιταγή
Check
656
προβάλλομαι - προβλήθηκα
Show-off, I’m projected
| Του αρέσει να προβάλλεται δείχνοντας πολυτελή σπίτια
657
(ο) τσαγκάρης
Shoemaker сапожник
658
Παρ´ όλο
Despite
659
Εξαιτίας/λόγω
Because, due to
| Η συναυλία ακυρώθηκε εξαιτίας κακοκαιρίας
660
άκυρος, η, ο
| Άκυρο = ακατάλληλο, άσχετο
Canceled
| Δεν ισχύει, δεν υπάρχει,δεν θα γίνει
661
(η) στεριά # (η) θάλασσα
Land суша
662
(το) βαπόρι
Ship
| Το καράβι
663
(η) ερμηνεία
Execution of a song
664
(το) λαϊκό (έντεχνο), δημοτικό τραγούδι - εξέλιξη από Ρεμπέτικα
Народные песни
665
(η) φαγούρα = (ο) κνησμός
| Με τρώει
itch
666
Ταχεία ανάρρωση = περαστικά
Get well soon
Άρρωστος = α (χωρίς) + ρώμη (δύναμη)
Άδεια αναρρωτική
667
δεδομένα
data
668
(η) διάκριση
Διακρίνω
Διακριτός, η, ο
Set apart, distinction
| Αυτός που μπορώ να διακρίνω
669
(η) πυγμαχία (ο) πυγμάχος
| Πυξ = μπουνιά
Box, boxer
| Kick
670
(το) ακροατήριο
Audience
671
ηπειρώτικος - αυτός από Ήπειρο
| ηπειρωτικός - ηπειρωτική # νησιωτική Ελλάδα
Continental # islander
672
Αποθεώνω
Glorify
673
διαλύω - διέλυσα - διαλύθηκα
| (το) διάλυμα
Dissolve
| Solution
674
(το) αφιέρωμα - η έκδοση προς τιμήν κάποιον
| (η) αφιέρωση - αποτέλεσμα του αφιερώνω
Dedication
675
(ο) παραλήπτης (η) παραλήπτρια
Receiver, recipient
676
Προορίζομαι
Destined, intended
| Δέμα προορίζεται για μένα
677
(η) συνέντευξη
Interview
678
Καθετί
| Κάθε πράγμα, οτιδήποτε
Everything
679
(το) καθεστώς
Regime
| το πολιτικό σύστημα
680
(ο) διανοούμενος (οι) διανοούμενοι
| (ο) νους
Intellectual интеллигенция
| Mind
681
(η) επιδρομή
Raid
| Εισβολή
682
Κομψός, η, ο
Elegant
| Με προσεγμένη εμφάνιση
683
Σε αντίθεση με/ αντίθετα
On the contrary
684
(η) απώλεια όρασης = τυφλός, η, ο
Vision loss, blind
685
συνεννοούμαι
Communicate
686
Φιλάω - φιλάκια
| φυλάω - κρύβω, στο κρυφτώ
Kiss
| Set aside, hide, count (in game)
687
(οι) ώρες αιχμής
Rush hour
| Η αιχμή του δόρατος - tip of the spear
688
(η) έναρξη (εν+αρχή) # (η) λήξη
Inception # expiration
689
Εισπράττω - εισέπραξα - εισπράχθηκα
| Εισπράκτορας
Earn
Collector
Παίρνω τα χρήματα
690
έστω = ακόμα
At least
691
(το) σύνολο
| Συνολικός
Total
692
(η) βήμα
| (ο) βηματισμός
Step, pacing
693
Ελαττώνω - ελάττωσα - ελαττώθηκα
Reduce
694
(η) αμοιβή
| Αμείβω
Payment
| Get paid for work
695
(η) διαδικασία
Procedure
696
Επιβάλλω
| (η) επιβολή
Impose
Enforcement
Επιβάλλεται να γίνει = πρέπει
697
Οδυνηρός, η, ο
(η) οδύνη
Επώδυνος, η
Painful, pain
| Προκαλεί οδύνη, μεγάλο πόνο
698
Ραγίζω
Crack
699
Παραμελώ - παραμέλησα - παραμεληθηκα
(η) επιμέλεια # (η) αμέλεια
Επιμελής
Neglect # diligence
| Diligence
700
(ο) πόρος
| Άπορος
Resource
| Φτωχός
701
Ασκώ / ασκούμαι
Exercise
702
Ωφελώ # βλάπτω
Benefit # harm
703
(το) λαχείο
Lottery ticket
704
(η) δόξα = (η) φήμη
Glory - fame
705
Άσε που/ επίσης /επιπλέον / εξάλλου
Moreover, additionaly
706
(η) πρόποση
Toast
707
Ικανοποιώ
| (η) ικανοποίηση
Satisfy, satisfaction
Δίνω σε κάποιον ικανοποίηση
Ικανοποιήθηκα με/από κάτι
708
ωφελώ
| Ωφελούμαι
Help, benefit from
| Προσφέρω κάποια ωφέλεια (βοήθεια) σε κάποιον
709
υποφέρω
Suffer
710
(τα, οι) εξής
Following
| Έλειπαν οι εξής ...
711
(η) απελπισία
| Απελπίζομαι - απελπίστηκα
Hopeless, desperate
| Χωρίς ελπίδα
712
(η) καρφίτσα
Pin, brooch
713
ματαιώνω = ανακαλώ, ακυρώνω
Abort, cancel, call off.
714
(το) χασμουρητό
Yawn
715
Εκφωνητης (εκ + φωνή)
Broadcaster, радиоведущий
716
Άθλιος, -α, ο
οι άθλοι
(η) αθλιότητα
(ο) άσλη= αγώνας
Miserable
| misery
717
Αντικειμενικός, η, ο = από πολλά
| Υποκειμενικός, η, ο = από μένα
Objective, fair
| Subjective, personal
718
Καταβάλλω = πληρώνω
Pay
719
Προσβάλλω
Offend
720
(η) μόλυνση
μολυσμένος, η, ο
η ατμοσφαιρική ρύπανση
Infection, pollution
721
(η) διάδοση = εξάπλωση
Spread, pass around, распространение
722
Ψηφιακός, η, ο
Digital
723
(ο) χαβαλές = πλάκα
Fun
724
(η) Σαρακοστή
| Καλά κούλουμα!
40 days before Easter
725
συναρπαστικός, η, ο
Catchy, Увлекательный
726
(το) διάστημα
| (το) διαστημόπλοιο
Space
727
(η) επίθεση
| (η) βία
Aggression
η άσκηση έντονης κριτικής εναντίον κάποιου
Violence
728
(η) εγκληματικότητα
| εγκληματικός
Criminality
| Criminal
729
Εθίζομαι
Get addicted
730
(το) δελτίο
Bulletin
| το δελτίο ειδήσεων
731
(η) χάντρα
Bead
Πέτρα από μπιζού
Η θαλάσσια χαντρα φοριέται
732
(το) δελτίο
Bulletin
733
(η) πρόγνωση
Forecast
734
(η) χάντρα (οι) χάντρες
Bead
735
Δεν πετυχαίνω = αποτυγχάνω
Fail
736
Έγκαιρος
Timely, on time
737
Υποβάλλω
Submit
υποβάλλω παραίτηση, αίτηση
Καταθέτω
738
(τα) προσόντα
Qualifications
739
Βιογραφικό σημείωμα
CV
740
(η) προϋπηρεσία = επαγγελματική εμπειρία
Experience
741
(η) προαγωγή
Promotion
742
OAEΔ Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού = γραφείο εύρεσης εργασίας
Employment office
743
Επιχειρηματίας ο, η
Businessman
744
Τομέας
Sector
745
(η) βιομηχανία
Industry
| Βιοτεχνία = small industry
746
Εταιρία = επιχείρηση
Business
747
Αργία
Public holiday
748
(η) πρόληψη (οι) προλήψεις
Predictions
| Πίστη του λαού
749
(ο) γόης
| γοητευτικός
Charmer
| Ο ωραίος άντρας
750
Εκτονώνω/ εκτονώνομαι
| (η) εκτόνωση
Relax/ I relax
Relaxation
Ξεσκάω
751
Άκεφος
| Δεν έχω διάθεση
Cheerless
752
(η) ανάληψη (να πάρω)
| η) κατάθεση (να βάλω χρήματα
Withdrawal, deposit
753
Να βάλω υποθήκη την περιουσία μου
Mortgage my property
754
(η) συνάλλαγμα
Exchange
| Κάνω συνάλλαγμα
755
ΑΤΜ (Αυτόματη Ταμειακή Μηχανή)
ATM
756
(η/ο) αποστολέας
Sender
757
(ο) παραλήπτης
| (η) παραλήπτρια
Receiver
| Παραλαβή ενός δέματος
758
(το) γράμμα = (η) επιστολή
Letter
| Μπορώ να το στείλω απλό, συστημένο (registered), κατεπείγον
759
ΑΦΜ αριθμός φορολογικού μητρώου
SSN
760
(το) εκκαθαριστικό σημείωμα της Εφορίας
Tax clearance note (справка налоговой инспекции)
761
πλην (-)
Minus
762
(το) όριο (τα) όρια
Limit
763
(η) επισκευή
Repair
764
Προσέγγιση
Approach
765
(η) διάβαση (οι) διαβάσεις
Passage
η ενέργεια του διαβαίνω, το πέρασμα
η διάβαση του ποταμού ήταν δύσκολη σε αυτό το σημείο
766
Κακομεταχειρίζομαι
Mistreat
767
Εγκαταλείπω
| εγκαταλελειμμένος
Abandoned, I quit
768
Το πειραματόζωο
Test animal
769
Η ανάπτυξη πρωτοβουλιών
Development of initiatives
770
Απόκτηση υπευθυνότητας
Acquisition of responsibilities
771
(η) δέσμευση
Commitment
772
(η) επιβάρυνση
Charge
| Οικονομική επιβάρυνση
773
(η) διέλευση
Transit
| Απαγορεύεται η διέλευση χωρίς στάση
774
πρατήριο καυσίμων
Gas station
775
(η) στάση - σταματάω
| (η) στάθμευση - παρκάρω
Stop
| Parking
776
επιταχύνω
| Επιτάχυνση
Accelerate, acceleration
777
(το) εργοτάξιο
Construction site
778
ραγδαίος, η, ο
Fast, abrupt
779
(ο) υποσιτισμός
Malnutrition
780
Καταργώ κάτι
Stop, cancel
| Το σταματάω να λυτουργεί
781
αφελής, ης, ες/εις, εις, η
(αίτ. η, η, ες/ γεν. ους, ους, ους)
(Πληθ. εις, εις, η/ων, ων, ων)
Naive
782
διαμπερής, ης, ες
| διαμπερές διαμέρισμα (το)
Bright
783
ευάερος, η, ο
Airy (apartment)
784
ευρύχωρος, η, ο
Spacious
785
Πλήρως ανακαινισμένος, η, ο
Completely renovated
786
(η) διαρρύθμιση
Layout
| Το διαμέρισμα έχει κακή διαρρύθμιση
787
Οι κοινόχρηστοι χώροι
Common areas
788
(ο) φωταγωγός
Skylight
789
Ο χώρος υποδοχής
Reception area
790
(το) καθιστικό = (το) σαλόνι
Leaving room
791
(ο) ημιυπαίθριους χώρος
Semi-outdoor space
792
(το) πατάρι
Loft
793
(η) σοφίτα
Attic
794
Λιτός, λιτή, λιτό
Simple
| Η λιτή επίπλωση
795
εντοιχισμένος, η, ο
Wall-in, built in
| Οι εντοιχισμένες συσκευές
796
(ο) ένοικος
Tenant
| Ο ένοικος πολυκατοικίας
797
(ο) διαχειριστής, η διαχειρίστρια
| (η) διαχείριση
Administrator/administration
| Αναλαμβάνω τη διαχείριση της πολυκατοικίας
798
(η) εγγύηση
Warranty
| δίνω προκαταβολικά δυο ενοίκια ως εγγύηση
799
Εξοφλώ
Pay
| Εξοφλώ λογαριασμούς
800
(η) συντήρηση
Maintenance
801
Ανθεκτικός, η, ο
Durable, resistant
802
Ελαττωματικός, η, ο
Defective
803
Οι άτοκες δόσεις
Interest free installments
804
Τα ναύλα
The fares
805
(η) πτήση απευθείας
Direct flight
| Χωρίς την ανταπόκριση (connection)
806
(η) καμπύλη
Curve
807
(η) κλίση
Slope
| η πλαγιά είχε μεγάλη κλίση και μας δυσκόλεψε πολύ στην ανάβαση
808
(η) σήραγγα
Tunnel
809
Εκρηκτικός ή εύφλεκτος
Explosive and flammable
810
(η) αποβάθρα
Dock (loading)
811
(η) όχθη
River bank
812
ήπιος, ια, ο
Mild
813
(ο) παραβάτης
Offender, violator
814
διαδοχικός, η, ο
Consecutive
| Διαδοχικές πιέσεις στο ποδοφρενο
815
καλύπτω
Cover
816
Μηδενίζω
Eliminate
817
(η) πέδηση
Braking
| Φρενάρισμα
818
διανύω
Going through
| διασχίζω
819
Συρμός
Train
820
Ευάλωτος, η, ο
Vulnerable
821
Κωφός
Deaf
822
Διατηρώ
Maintain
823
Επισημαίνω
Point out, indicate
824
Θαμπώνω
| (το) θάμπωμα
Blure out
| Blure
825
(ο) ανεμοθώρακας
Windshield
826
Αμυντικός, η, ο
Defensive
| Αμυντική οδήγηση
827
(η) μέριμνα
| Λαμβάνω μέριμνα
Concern, protection
| Take care
828
(το) σφάλμα (τα) σφάλματα
Error, mistake, отклонение
| Αμαρτία, λάθος, η παραβίαση ενός ηθικού κανόνα
829
Απερίσκεπτος, η, ο
Reckless
| Απερίσκεπτη συμπεριφορά
830
(Οι) κινητήριοι τροχοί
| (ο) κινητήριος (η) κινητήρια
Motor wheels
| Motor
831
όπισθεν
Revers
| Η ταχύτητα του αυτοκινήτου που εξαναγκάζει το όχημα σε κίνηση προς τα πίσω
832
Ολισθαίνω
Skid, slide
833
δυσμενώς
Unfavorably (επίρρημα)
834
(ο, η) επαρκής (το) επαρκές
Enough, sufficient
835
(η) συμφόρηση
Congestion
836
(ο) επίδεσμος
Bandage
837
(η) υπνηλία
Sleepiness
838
Πρόσφυση
Traction
839
(η) κόπωση
Fatigue
840
υπαίτιος, υπαίτια, υπαίτιο
Guilty
841
αδίκημα φυγής
Fugitive offense
842
(η) φθορά
Wear, damage
| ζημιά
843
Προξενώ
Cause
844
Δεν συνιστάται
Not recommend
845
(η) λυχνία
Lamp
846
Εκκίνησης
Starter, ignition
847
συσσωρευτής
Accumulator
848
Συνειδητοποιούμαι
| Συνειδητοποιήσει
Realize
| Awareness
849
υπερυψωμένος, η, ο
Elevated