Greek to English1 Flashcards
αγόρι (το)
boy
ακούω
I hear
άλλος, -η, -ο
other
από (απ’)
from
απόγευμα (το)
afternoon
αριθμός (ο)
number
αριστερός, -ή, -ο
left
άσπρος, -η, -ο
white
αυτί (το)
ear
αυτοί, -ές, -ά
they (m, f, n); these
αυτοκίνητο (το)
car
αυτός, -ή, -ό
he, she, it; this / this one (m, f, n)
βάζο (το)
vase, jar
βάλε
put! (sg. familiar)
βιβλίο (το)
book
βλέπω
I see
βράδυ / βράδι (το)
evening
γάλα (το)
milk
γαλανός, -ή, -ό
light blue (eyes, sky)
Γεια σας
Hi, Hello (sg. polite / pl.)
γκαράζ (το)
garage
γκρίζος, -η, -ο
gray
γραμμόφωνο (το)
record player
γραφείο (το)
desk; office
γράφω
I write
γυρίζω
I turn, return
δάχτυλο (το)
finger, toe
δέκα
ten
δεκαεννιά (also δεκαεννέα)
nineteen
δεκαέξι
sixteen
δεκαεφτά (also δεκαεπτά)
seventeen
δεκαοχτώ (also δεκαοκτώ)
eighteen
δεκαπέντε
fifteen
δεκατέσσερις, δεκατέσσερα
fourteen (m/f, n)
δεκατρείς, δεκατρία
thirteen (m/f, n)
δεν
not
δέντρο (το)
tree
δεξιός, -ά, -ό (N. also δεξί)
right
δεσποινίς (η)
Miss
διαβάζω
I read
δύο (also δυο)
two
δώδεκα
twelve
δωμάτιο (το)
room
εγώ
I
εδώ
here
είκοσι
twenty
είμαι
I am
είμαστε
we are
είναι
he/she/it is; they are
είσαι
you are (sg. familiar)
είσαστε / είστε
you are (sg. polite or pl.)
εκεί
there
εκείνος, -η, -ο
that / that one (m, f, n)
έλα
come! (sg. familiar)
ελάτε
come! (sg. formal / pl.)
εμείς
we
ένας, μία (also μια), ένα
one (m, f, n), a/an
εννιά (also εννέα)
nine
ένδεκα (also έντεκα)
eleven
έξι
six
έξω
out
έξω από
outside of
επαναλαμβάνω
I repeat
εφτά (also επτά)
seven
ερμάρι (το)
cupboard, cabinet, wardrobe
εσείς
you (sg. polite); you (pl.)
εσύ
you (sg. familiar)
ευχαριστώ
Thank you (lit. I thank)
έχει
there is, there are
έχω
I have
ζάχαρη (η)
sugar
ζέστη (η)
heat
η
the (f.)
ή
or
θέλω
I want
και
and, too, also
καινούριος, -α, -ο
new
καλάθι (το)
basket
Καλημέρα
Good morning
Καληνύχτα
Good night
Καλησπέρα
Good evening
κάνει ζέστη
it’s hot
κάνει κρύο
it’s cold
κάνω
I do, make
καπνίζω
I smoke
καρέκλα (η)
chair
καστανός, -ή, -ό
brown (eyes, hair)
κάτω
down
κάτω από
under, underneath
καφέ
brown
καφές (ο)
coffee
κεφάλι (το)
head
κίτρινος, -η, -ο
yellow
κλειδί (το)
key
κόκκινος, -η, -ο
red
κομμάτι (το)
piece
κονιάκ (το)
cognac
κοντά
near
κορίτσι (το)
girl
κουτί (το)
box
κρασί (το)
wine
κρύο (το)
cold
κτίριο (το)
building
κυρία (η)
Mrs.
κύριος (ο)
Mr.
λεωφορείο (το)
bus
λίγα
few (neut.)
λίγο
little (adv.)
λουλούδι (το)
flower
μάγουλο (το)
cheek
μακριά
far
μαλλιά (τα)
hair
μας
our
μάτι (το)
eye
μαύρος, -η, -ο
black
με
with, by
με συγχωρείς
Excuse me (sg. familiar)
με συγχωρείτε
Excuse me (sg. formal / pl.)
μεγάλος, -η, -ο
big, great (in size or stature), grand
μένω
I stay, remain
μέρος (το, pl. τα μέρη)
part, place
μέσα
in
μέσα σε
inside of, within
μεσημέρι (το)
noon
μέτρησε
count! (sg. familiar)
μετρήστε
count! (sg. formal / pl.)
μέτρο (το)
meter
μέτωπο (το)
forehead
μικρός, -ή, -ό
small
μικρόφωνο (το)
microphone
μίλι (το)
mile
μολύβι (το)
pencil
μου
my
μπλε
blue
μπουκάλι (το)
bottle
μπροστά
in front
μύτη (η)
nose
να
here is
ναι
yes
νερό (το)
water
νομίζω
I think
νύχτα (η)
night
ξανθός, -ή/-ιά, -ό
blonde
ξέρω
I know
o
the (m.)
οχτώ (also οκτώ)
eight
όλος, -η, -ο
all, entire
όμορφος, -η, -ο
beautiful
όνομα (το)
name
όχι
no
παιδί (το)
child
πάλι
again
παλιός, -ά, -ό
old
παλτό (το)
overcoat
παντελόνι (το)
(pair of) pants
πάνω
up
πάνω σε
on, on top of
πάνω από
above, over
παπούτσι (το)
shoe
παράθυρο (το)
window
παρακαλώ
Please (lit. I beg, implore)
πάτωμα (το)
floor
πένα / πέννα (η)
fountain pen
πέντε
five
περιοδικό (το)
magazine
πηγαίνω
I go
πηγούνι (το)
chin
πίσω
behind
ποδήλατο (το)
bicycle
πόδι (το)
foot, leg
πολλά
many (neut.)
πολύ
very; much (adv.)
πόρτα (η)
door
πόσα
how many? (neut.)
πότε
when?
ποτήρι (το)
glass
πού
where?
πουκάμισο (το)
shirt
πράγμα (το)
thing
πράσινος, -η, -ο
green
πρόσωπο (το)
face; person
πρωί (το)
morning
πώς
how?
ραδιόφωνο (το)
radio
ρολόι (το)
clock, watch
σακάκι (το)
jacket
σας
your (sg. polite / pl.)
σε (σ’)
in, on, at, to
στον, στην, στο
in, on, at, to the (m, f, n)
σελίνι (το)
schilling
σινεμά (το)
cinema
σου
your (sg. familiar)
σπίρτο (το)
match
σπίτι (το)
house, home
στόμα (το)
mouth
στον, στην, στο
in, on, at (m, f, n)
στούντιο (το)
studio
συγχωρώ
I forgive, excuse
σχολείο (το)
school
ταβάνι (το)
ceiling
ταξί (το)
taxi
τέσσερις, τέσσερα
four (m/f, n)
τηλεόραση (η)
television
τηλέφωνο (το)
telephone
της
her
Τι γίνεσαι;
How are you? (sg. familiar)
τι
what?
τοίχος (ο)
wall
το
the (neut.)
του
his
τους
their
τραπέζι (το)
table
τρεις, τρία
three (m/f, n)
τσάι (το)
tea
τσιγάρο (το)
cigarette
τώρα
now
φόρεμα (το)
dress
Χαίρετε
Greetings! Hello!
χαρτί (το)
paper
χέρι (το)
hand, arm
χρώμα (το)
color
ωραία
good (adv.)
ωραίος, -α, -ο
beautiful
ως (also έως)
up to, until, by (a time)
αγαπώ
I love
Aγγλία (η)
England
Αγγλίδα (η)
English (female)
αγγλικά (τα)
English language
Άγγλος (ο)
English (male)
αγοράζω
I buy
αδερφή (η)
sister
αδερφός (ο)
brother
ακόμα (K. ακόμη)
still, yet, some more, further
Αμερικανίδα (η)
American (female)
Αμερικανός (ο)
American (male)
Αμερική (η)
America
άνθρωπος (ο)
man, human, person
ανοίγω
I open; turn/switch on
άνοιξη (η)
spring
ανοιχτός, -ή, -ό
open
άντρας (ο)
man, male; husband
απέναντι
opposite
Απρίλιος (ο)
April
αρέσει/αρέσουν
is/are pleasing to
αρχίζω
I begin
άσχημος, -η, -ο
bad, ugly
Αύγουστος (ο)
August
αύριο
tomorrow
βάζω
I put, I put on (clothing)
βέβαια
of course
βεράντα (η)
veranda
βιβλιοθήκη (η)
bookcase, library
βουνό (το)
mountain
βρέχει
it rains, it’s raining
βροχή (η)
rain
Γαλλία (η)
France
Γαλλίδα (η)
French (female)
γαλλικά (τα)
French language
Γαλλός (ο)
French (male)
γελώ
I laugh
γενέθλια (τα)
birthday
Γερμανία (η)
Germany
Γερμανίδα (η)
German (female)
γερμανικά (τα)
German language
Γερμανός (ο)
German (male)
γιαγιά (η, pl. γιαγιάδες)
grandmother
γιατί
why, because
γιατρός (ο)
doctor
γιος (ο)
son
γλώσσα (η)
language
γράμμα (το)
letter
γραμματέας (ο/η)
secretary (noun of common gender, used for both men & women)
γραμματόσημο (το)
stamp
γυαλιά (τα)
glasses
γυναίκα (η)
woman
γωνία (η)
corner, angle
δασκάλα (η)
teacher (female)
δάσκαλος (ο)
teacher (male)
δείχνω
I show, point
δείχτης (ο)
pointer, indicator, index
δέκατος, -η, -ο
tenth (10th)
Δεκέμβριος (ο)
December
Δευτέρα (η)
Monday
δεύτερος, -η, -ο
second (2nd)
διδάσκω
I teach
διεύθυνση (η)
address, direction
διευθυντής (ο)
manager (male)
δικός, -ή, -ό
one’s own
δίνω
I give
δίσκος (ο)
disc, record; serving tray
δουλειά (η)
work, job
δουλεύω
I work
δρόμος (ο)
street, road
δροσερός, -ή, -ό
cool (adj.)
δροσιά (η)
cool (noun), coolness
εβδομάδα / βδομάδα (η)
week
εβδομήντα
seventy (70)
έβδομος, -η, -ο
seventh (7th)
εικόνα (η)
picture, image
εκατό
one hundred (100)
έκτος, -η, -ο
sixth (6th)
Ελλάδα (η)
Greece
Έλληνας (ο)
Greek (male)
Ελληνίδα (η)
Greek (female)
ελληνικά (τα)
Greek language
εμπρός
forward
ένατος, -η, -ο
ninth (9th)
ενδιαφέρον
interesting
ενενήντα
ninety (90)
εξήντα
sixty (60)
εποχή (η)
season; era, epoch
ευχαριστημένος, -η, -ο
pleased (adj.)
εφημερίδα (η)
newspaper
ήλιος (ο)
sun
ημερομηνία (η)
date
θα
(future particle)
θάλασσα (η)
sea
θεσσαλονίκη (η)
Thessalonika
Ιανουάριος (ο)
January
ινστιτούτο (το)
institute
Ιούλιος (ο)
July
Ιούνιος (ο)
June
Ισπανία (η)
Spain
Ισπανίδα (η)
Spanish (female)
ισπανικά (τα)
Spanish language
Ισπανός (ο)
Spanish (male)
Ιταλία (η)
Italy
Ιταλίδα (η)
Italian (fem.)
ιταλικά (τα)
Italian language
Ιταλός (ο)
Italian (masc.)
κάθε
each
καιρός (ο)
weather
κακός, -ή, -ό
bad, wicked, evil (adj.)
καλοκαίρι (το)
summer
καλός, -ή, -ό
good (adj.)
κήπος (ο)
garden
κλείνω
I close; turn/switch off; hang up (phone)
κλειστός, -ή, -ό
closed
κοιτάζω
I look at
κοντός, -ή, -ό
short, near (adj.)
κόρη (η)
daughter
κόσμος (ο)
world; people, crowd
κουρτίνα (η)
curtain
κρύος, -α, -ο
cold (adj.)
Κυριακή (η)
Sunday
λάμπα (η)
lamp
λεπτό (το)
minute
λεπτοδείκτης (ο)
minute hand
λοιπόν
now, so
μαγαζί (το)
shop
μαθαίνω
I learn
μαθητής (ο)
pupil (male)
μαθήτρια (η)
pupil (female)
Μάιος (ο)
May
μάλιστα
yes indeed!, that’s right!, very much so!
Μάρτιος (ο)
March
μεθαύριο
the day after tomorrow
μελαχροινός, -ή, -ό
brunette
μέρα (η)
day
μερικός, -ή, -ό
some
μετά
after
μηδέν
zero
μήνας (ο)
month
μητέρα (η)
mother
μιλώ
I speak, talk
μισός, -ή, -ό
half (adj.)
μόνος, -η, -ο
only (adj.)
μουσική (η)
music
μπακάλης (ο, pl. μπακάληδες)
grocer
μπλούζα (η)
blouse
νέος, -α, -ο
new, young
Νοέμβριος (ο)
November
νύχτα (η)
night
ξένος (ο)
stranger, foreigner; guest
ογδόντα
eighty (80)
όγδοος, -η, -ο
eighth (8th)
οδός (η)
street
οικογένεια (η)
family
Οκτώβριος (ο)
October
ουρανός (ο)
sky
όχι ακόμα
not yet
παίρνω
I take; get, receive
παππούς (ο, pl. παππούδες)
grandfather
παρά
less
Παρασκευή (η)
Friday
πάρτι (also πάρτυ) (το)
party
πατέρας (ο)
father
Πέμπτη (η)
Thursday, fifth
πέμπτος, -η, -ο
fifth (5th)
πενήντα
fifty (50)
περίπατος (ο)
walk
πηγαίνω περίπατο
I go for a walk
περίπου
about, approximately
περπατώ
I walk
πλούσιος, -α, -ο
rich (adj.)
ποιος, -α, -ο
who?, which?
πολλοί, -ές, -ά
many
πολύς, πολλή, πολύ
much (adj.)
πουλώ
I sell
πριν
before
πρόγευμα (το)
breakfast
προχτές
the day before yesterday
πρώτος, -η, -ο
first (1st)
Ρωσία (η)
Russia
Ρωσίδα (η)
Russian (female)
ρωσικά (τα)
Russian language
Ρώσος (ο)
Russian (male)
Σάββατο (το)
Saturday
σαράντα
forty (40)
Σεπτέμβριος (ο)
September
σήμερα
today
σκύλος (ο)
dog
σύννεφο (το)
cloud
ταξίδι (το)
journey
ταχυδρομείο (το)
post office
τελειώνω
I end
τελευταία
finally, recently
τελευταίος, -α, -ο
last (adj.), latter; recent
Τετάρτη (η)
Wednesday
τέταρτος, -η, -ο
fourth (4th)
τίνος;
whose?
τίποτα (K. τίποτε)
nothing
τραγούδι (το)
song
τραγουδώ
I sing
τράπεζα (η)
bank
τριάντα
thirty (30)
Τρίτη (η)
Tuesday
τρίτος, -η, -ο
third (3rd)
τσάντα (η)
bag, handbag/purse, backpack, briefcase, satchel, carrying case
τσέπη (η)
φάκελος (ο)
envelope, folder; file, dossier
Φεβρουάριος (ο)
February
φεύγω
I leave
φθινόπωρο (το)
autumn
φίλη (η)
friend (female)
φίλος (ο)
friend (male)
φούστα (η)
skirt
φρούτα (τα)
fruit
φτωχός, -ή, -ό
poor (adj.)
φωνή (η)
voice
φωτογραφεία (η)
photograph
χαμογελώ
I smile
χειμώνας (ο)
winter
χιόνι (το)
snow
χιονίζει
it snows, it’s snowing
χρήματα (τα)
money
Χριστούγεννα (τα)
Christmas
χρόνος (ο)
year
χτες
yesterday
χώρα (η)
country
ψηλός, -ή, -ό
tall (adj.)
ώρα (η)
hour
ωροδείκτης (ο)
hour hand
αγγλικός, -ή, -ό
English (thing)
άδικο (το)
wrong
αεροπλάνο (το)
airplane
αίνιγμα (το)
riddle
-άκι
(diminutive N. suffix)
ακριβός, -ή, -ό
expensive
ακριβώς
exactly
αλάτι (το)
salt
αμερικανικός, -ή, -ό
American (thing)
απ’ εκεί και πέρα
from there on, thereafter
αποχωρητήριο (το)
toilet (WC)
απόψε
tonight
αρκετά
quite, considerably
άρρωστος, -η, -ο
sick
αστυνομία (η)
the police
αστυνομικός σταθμός (ο)
police station
αστυνομικός (ο/η)
policeman
αυγό / αβγό (το)
egg
βέβαιος, -η, -ο
certain
βιτρίνα (η)
shop window
βοηθώ
I help
βούτυρο (το)
butter
βραστός, -ή, -ό
boiled
γαλλικός, -ή, -ό
French (thing)
γεμάτος, -η, -ο
full
γερμανικός, -ή, -ό
German (thing)
γεύμα (το)
lunch; meal
για
for, about
γκαρσόν / γκαρσόνι (το)
waiter
γλύκισμα (το)
dessert, cake
γραβάτα (η)
tie
δείπνο (το)
dinner, supper
δέμα (το)
package, parcel
δεν πειράζει
it doesn’t matter
διακοπές (οι, fem.)
holidays
διαμέρισμα (το)
apartment, flat
διευθύντρια (η)
manager (female)
δίκιο (το)
right (noun)
διψώ
I’m thirsty
δώρο (το)
gift
εκκλησία (η)
church
Ελβετία (η)
Switzerland
ενοικιάζω
I rent
ενοίκιο (το)
rent
επιβάτης (ο)
passenger
έπιπλο (το)
piece of furniture
έπιπλα (τα)
furniture