English to Greek 3 Flashcards
1
Q
expensive
A
ακριβός, -ή, -ό
2
Q
fever
A
πυρετός (ο)
3
Q
first (adv.)
A
πρώτα
4
Q
fish
A
ψάρι (το)
5
Q
floor
A
πάτωμα (το)
6
Q
food, meal
A
φαγητό (το)
7
Q
for, about
A
για
8
Q
fork
A
πιρούνι (το)
9
Q
French (thing)
A
γαλλικός, -ή, -ό
10
Q
fried
A
τηγανιτός, -ή, -ό
11
Q
from there on, thereafter
A
απ’ εκεί και πέρα
12
Q
full
A
γεμάτος, -η, -ο
13
Q
German (thing)
A
γερμανικός, -ή, -ό
14
Q
gift
A
δώρο (το)
15
Q
hairdresser’s shop, beauty salon
A
κομμωτήριο (το)
16
Q
hall(way)
A
χολ (το)
17
Q
headache
A
πονοκέφαλος (ο)
18
Q
holidays
A
διακοπές (οι fem.)
19
Q
hospital
A
νοσοκομείο (το)
20
Q
hotel
A
ξενοδοχείο (το)
21
Q
I comb myself
A
χτενίζομαι
22
Q
I come
A
έρχομαι
23
Q
I count, measure
A
μετρώ
24
Q
I dress myself, put my clothes on
A
ντύνομαι
25
I drink
πίνω
26
I eat
τρώω / τρώγω
27
I get up, stand up
σηκώνομαι
28
I go
πάω (colloq. for πηγαίνω)
29
I greet
χαιρετώ
30
I help
βοηθώ
31
I hit, knock, ring
χτυπώ
32
I hold
κρατώ
33
I hurt, feel pain
πονώ / πονάω
34
I kiss
φιλώ
35
I meet
συναντώ
36
I pass, spend time
περνώ
37
I pass by; stop by
περνώ από
38
I pay
πληρώνω
39
I prefer
προτιμώ
40
I prepare
ετοιμάζω
41
I rent
ενοικιάζω
42
I say
λέω / λέγω
43
I shave myself
ξυρίζομαι
44
I sit
κάθομαι
45
I stand
στέκομαι
46
I travel
ταξιδεύω
47
I understand
καταλαβαίνω
48
I wait for
περιμένω
49
I wake up
ξυπνώ
50
I wash myself
πλένομαι
51
I work
εργάζομαι
52
I'm hungry
πεινώ
53
I'm named, call myself
ονομάζομαι
54
I'm thirsty
διψώ
55
inexpensive, cheap
φτηνός, -ή, -ό (K. φθηνός)
56
it doesn't matter
δεν πειράζει
57
Italian (thing)
Ιταλικός, -ή, -ό
58
kitchen; cuisine
κουζίνα (η)
59
knife
μαχαίρι (το)
60
last year
πέρσι (K. πέρυσι)
61
let's go
πάμε
62
lira; pound sterling (£)
λίρα (η)
63
list
λίστα (η)
64
little spoon (for tea/coffee)
κουταλάκι (το)
65
living room
σαλόνι (το)
66
lunch; meal
γεύμα (το)
67
mama
μαμά (η, pl. μαμάδες)
68
manager (female)
διευθύντρια (η)
69
marmalade, jam
μαρμελάδα (η)
70
meat
κρέας (το, gen. κρέατος)
71
museum
μουσείο (το)
72
music
μουσική (η)
73
nothing else; anything else?
τίποτα άλλο
74
on the left
στα αριστερά
75
on the right
στα δεξιά
76
ouzo
ούζο (το)
77
package, parcel
δέμα (το)
78
pain
πόνος (ο)
79
pair, couple
ζευγάρι (το)
80
papa
μπαμπάς (ο, pl. μπαμπάδες)
81
Paris
Παρίσι (το)
82
party
πάρτι / πάρτυ (το)
83
passenger
επιβάτης (ο)
84
pepper
πιπέρι (το)
85
piece of furniture
έπιπλο (το)
86
furniture
έπιπλα (τα)
87
place, seat
θέση (η)
88
plate
πιάτο (το)
89
police (the)
αστυνομία (η)
90
police station
αστυνομικός σταθμός (ο)
91
policeman
αστυνομικός (ο/η)
92
postman, mailman
ταχυδρόμος (ο)
93
potato
πατάτα (η)
94
previous, last
περασμένος, -η, -ο
95
quite, considerably
αρκετά
96
radio station
ραδιοφωνικός σταθμός (ο)
97
ready
έτοιμος, -η, -ο
98
refrigerator
ψυγείο (το)
99
rent
ενοίκιο (το)
100
restaurant
εστιατόριο (το)
101
restaurant-bar, tavern, pub
ταβέρνα (η)
102
riddle
αίνιγμα (το)
103
right (noun)
δίκιο (το)
104
roast
ψητό (το)
105
roasted
ψητός, -ή, -ό
106
Rome
Ρώμη (η)
107
Russian (thing)
ρωσικός, -ή, -ό
108
salad
σαλάτα (η)
109
salary, wage, pay
μισθός (ο)
110
salt
αλάτι (το)
111
same
ίδιος, -α, -ο
112
saucer
πιατάκι (το)
113
ship
πλοίο (το)
114
shop window
βιτρίνα (η)
115
sick
άρρωστος, -η, -ο
116
sit! (sg. familiar)
κάθισε
117
sit! (sg. polite / pl.)
καθίστε
118
so, thus
έτσι
119
soap
σαπούνι (το)
120
sock, stocking
κάλτσα (η)
121
soup
σούπα (η)
122
Spanish (thing)
ισπανικός, -ή, -ό
123
spoon (for soup)
κουτάλι (το)
124
station
σταθμός (ο)
125
steak
μπριζόλα (η)
126
store
κατάστημα (το)
127
suburb
προάστιο (το)
128
suit
κοστούμι (το)
129
Sweden
Σουηδία (η)
130
Swedish (thing)
σουηδικός, -ή, -ό
131
Switzerland
Ελβετία (η)
132
teacup
φλιτζάνι του τσαγιού (το)
133
theater
θέατρο (το)
134
this year
φέτος (K. εφέτος)
135
tie
γραβάτα (η)
136
time
φορά (η)
137
together with
μαζί
138
toilet (WC)
αποχωρητήριο (το)
139
tonight
απόψε
140
toothache
πονόδοντος (ο)
141
Turkey
Tουρκία (η)
142
Turkish (thing)
τουρκικός, -ή, -ό
143
vegetables
λαχανικά (τα)
144
village
χωριό (το)
145
waiter
γκαρσόν (το) / γκαρσόνι (το)
146
without
χωρίς
147
word
λέξη (η)
148
work
εργασία (η)
149
wrong
άδικο (το)
150
100
εκατό
151
200
διακόσια (διακόσιοι, -ες, -α)
152
300
τριακόσια (τριακόσιοι, -ες, -α)
153
400
τετρακόσια (τετρακόσιοι, -ες, -α)
154
500
πεντακόσια (πεντακόσιοι, -ες, -α)
155
600
εξακόσια (εξακόσιοι, -ες, -α)
156
700
επτακόσια (επτακόσιοι, -ες, -α)
157
800
οκτακόσια (οκτακόσιοι, -ες, -α)
158
900
εννιακόσια (εννιακόσιοι, -ες, -α)
159
1000
χίλια (χίλιοι, -ες, -α)
160
the thousand
χιλιάδα (η)
161
2000
δύο χιλιάδες
162
3000
τρεις χιλιάδες (G. τριών χιλιάδων)
163
4000
τέσσερις χιλιάδες (G. τεσσάρων χιλιάδων)
164
the million
εκατομμύριο (το)
165
1000000
ένα εκατομμύριο (G. ενός εκατομμυρίου)
166
the billion
δισεκατομμύριο (το)
167
1000000000
ένα δισεκατομμύριο (G. ενός δισεκατομμυρίου)
168
a little
λίγος, -η, -ο
169
a lot (of)
πολύς, πολλή, πολύ
170
a short while ago
πριν λίγο
171
airport
αεροδρόμιο (το)
172
all right; OK
εντάξει
173
all, everybody, everything
όλοι, όλες, όλα
174
also
επίσης
175
always, every time
πάντοτε / πάντα
176
any(body), any(one)
κανένας, καμία/καμιά, κανένα
177
anywhere
πουθενά
178
apple
μήλο (το)
179
aspirin
ασπιρίνη (η)
180
at once
αμέσως
181
attention, notice, care
προσοχή (η)
182
aunt
θεία (η)
183
calendar
ημερολόγιο (το)
184
careful, attentive
προσεχτικός, -ή, -ό (K. προσεκτικός)
185
carefully
προσεχτικά (K. προσεκτικά)
186
careless, inattentive
απρόσεχτος, -η, -ο (K. απρόσεκτος)
187
carelessly
απρόσεχτα (K. απρόσεκτα)
188
cat
γάτα (η)
189
chocolate
σοκολάτα (η)
190
clean, clear, pure; net
καθαρός, -ή, -ό
191
clearly
καθαρά
192
climate
κλίμα (το)
193
cough
βήχας (ο)
194
dance
χορός (ο)
195
dirty, unclear
ακάθαρτος, -η, -ο
196
drawer
συρτάρι (το)
197
driver
οδηγός (ο)
198
early
νωρίς
199
elsewhere
αλλού
200
ever
ποτέ
201
everywhere
παντού
202
few
λίγοι, -ες, -α
203
for this (reason)
για αυτό
204
govt. minister
πουργός (ο/η)
205
happens, happen
συμβαίνει, συμβαίνουν
206
he/she/it seems to me
μου φαίνεται
207
How do you do?, Glad to meet you.
Χαίρω πολύ
208
how much? (non-countable)
πόσος, -η, -ο
209
how many? (countable)
πόσοι, -ες, -α
210
how, that
πως
211
hurried
βιαστικός, -ή, -ό
212
hurriedly
βιαστικά
213
I agree
συμφωνώ
214
I am late (habitually)
αργώ
215
I am/was late (once)
άργησα
216
I answer
απαντώ
217
I appear, seem
φαίνομαι
218
I arrive, reach
φτάνω (K. φθάνω)
219
I ask
ρωτώ
220
I ask for, look for
ζητώ
221
I bring
φέρνω
222
I dance
χορεύω
223
I decide
αποφασίζω
224
I drive
οδηγώ
225
I find
βρίσκω
226
I have a bath, bathe
κάνω μπάνιο
227
I have a good time
περνώ καλά
228
I hope
ελπίζω
229
I hurry
βιάζομαι
230
I lie down, I go to bed
πλαγιάζω
231
I phone
τηλεφωνώ
232
I remember
θυμάμαι / θυμούμαι
233
I run
τρέχω
234
I send
στέλνω (K. στέλλω)
235
I sleep
κοιμάμαι / κοιμούμαι
236
I start, begin, commence, set off (on a trip)
ξεκινώ
237
I stop
σταματώ
238
I'm acquainted with
γνωρίζω
239
I'm afraid
φοβάμαι / φοβούμαι
240
I'm careful, pay attention, watch out
προσέχω
241
I'm sorry
λυπάμαι / λυπούμαι
242
Is something the matter?
Συμβαίνει τίποτα;
243
It's (running) fast
πάει μπροστά
244
It's (running) slow
πάει πίσω
245
lastly; recently
τελευταία
246
late; slowly
αργά (< αργός, -ή, -ό slow)
247
lemon
λεμόνι (το)
248
low (things)
χαμηλός, -ή, -ό
249
lunchtime
ώρα του φαγητού (η)
250
many
πολλοί, -ές, -ά
251
market; purchase
αγορά (η)
252
moment
στιγμή (η)
253
money (colloq.)
λεφτά (τα)
254
mouse
ποντικός (ο)
255
(N. diminutive suffix)
-άκι/-τάκι (το)
256
never
δεν … ποτέ
257
news
νέα (τα)
258
next
ερχόμενος, -η, -ο
259
next year
χρόνου (του)
260
no(body), no(one)
δεν … κανένας
261
not (neg. commands); non-, un-
μη
262
nowhere
δεν … πουθενά
263
often, frequently
συχνά (< συχνός, -ή, -ό)
264
on time
στην ώρα
265
orange
πορτοκάλι (το)
266
other times
άλλες φορές
267
page
σελίδα (η)
268
picnic, outing, excursion
εκδρομή (η)
269
pleasant
ευχάριστος, -η, -ο
270
pleased
ευχαριστημένος, -η, -ο
271
prime minister
πρωθυπουργός (o/η)
272
quick, fast (adj.)
(γρήγορος, -η, -ο)
273
quickly, fast (adv.)
γρήγορα
274
recently
τώρα τελευταία
275
sandwich
σάντουιτς (το)
276
seldom
σπάνια (< σπάνιος, -α, -ο)
277
(sleep)
(o ύπνος)
278
slowly; quietly
σιγά
279
smoking
κάπνισμα (το)
280
some
μερικοί, -ές, -ά
281
some times
μερικές φορές
282
somebody, someone
κάπιος, κάποια, κάποιο
283
something
κάτι
284
sometimes
κάποτε
285
somewhere
κάπου
286
speech
ομιλία (η)
287
tangerine
μανταρίνι (το)
288
they seem to me
μου φαίνονται
289
throat
λαιμός (ο)
290
ticket
εισιτήριο (το)
291
time for …
ώρα για + acc.
292
to your health
στην υγειά σου
293
tourist
τουρίστας (ο)
294
uncle
θείος (ο)
295
usually
συνήθως
296
welcome!
καλωσόρισες / καλώς όρισες
297
What do you say (about …)?
Τι λες (για … );
298
What's the matter?
Τι συμβαίνει;
299
when, whenever
όταν
300
with pleasure
ευχαρίστως
301
wonderful
θαυμάσιος, -α, -ο
302
about the same
περίπου το ίδιο
303
(absolute superlatives -- a very high degree of)
πάρα πολύ, πολύ πολύ, -ότατος, -η, -ο
304
animal
ζώο (το)
305
appetite
όρεξη (η)
306
as usual
ως συνήθως
307
as, like
σαν
308
at least
τουλάχιστο(ν)
309
at that time
την ώρα εκείνη
310
at the time when
την ώρα που
311
baker
ψωμάς (ο, pl. ψωμάδες)
312
bird
πουλί (το)
313
brief, short
σύντομος, -η, -ο
314
briefly, soon
σύντομα
315
butcher
κρεοπώλης (ο, g.pl. -ών)
316
butcher
χασάπης (ο, pl. χασάπηδες)
317
camera
φωτογραφική (μηχανή) (η)
318
certainly
βεβαίως (K.)
319
chat
κουβέντα (η)
320
clever, smart
έξυπνος, -η, -ο
321
collection
συλλογή (η)
322
cousin (m.)
ξάδερφος / ξάδελφος (ο)
323
cousin (f.)
ξαδέρφη / ξαδέλφη (η)
324
cucumber
αγγουράκι (το)
325
dialogue
διάλογος (ο)
326
difficult
δύσκολος, -η, -ο
327
east (noun)
ανατολή (η)
328
easy
εύκολος, -η, -ο
329
enough (adv.)
αρκετά
330
enough, sufficient
αρκετός, -ή, -ό
331
entrance, entry
είσοδος (η)
332
etc., and so forth
και λοιπά (κ.λπ. / κλπ) και τα λοιπά (κ.τ.λ. / κτλ)
333
exceptionally
εξαιρετικά (< εξαιρετικός, -ή, -ό)
334
exhibition, display
έκθεση (η)
335
exit
έξοδος (η)
336
food
τροφή (η)
337
for the time being
προς το παρόν (< παρών, παρούσα, παρόν) ευτυχώς
338
fortunately
ευτυχώς
339
free; single
ελεύθερος, -η, -ο
340
game, toy
παιχνίδι (K. παιγνίδι) (το)
341
grass, weeds
χόρτα (τα)
342
greengrocer
μανάβης (ο, pl. μανάβηδες)
343
hard, stiff (adj.)
σκληρός, -ή, -ό
344
hard (adv.)
σκληρά
345
Hercules
Ηρακλής (ο)
346
hobby
χόμπι (το, indecl.)
347
I beg
παρακαλώ (ά/εί), παρακάλεσα
348
I believe
πιστεύω, πίστεψα
349
I can
μπορώ (εί), μπόρεσα
350
I change
αλλάζω, άλλαξα
351
I chat
κουβεντιάζω, κουβέντιασα
352
I clean
καθαρίζω, καθάρισα
353
I collect
μαζεύω, μάζεψα
354
I come down, descend; get out of a vehicle
κατεβαίνω, κατέβηκα
355
I come out, exit
βγαίνω, βγήκα
356
I cook
μαγειρεύω, μαγείρεψα
357
I cost
κοστίζω
358
Ι decline, fade
δύω, έδυσα
359
I die
πεθαίνω, πέθανα
360
I excuse, forgive
συγχωρώ (εί), συγχώρεσα
361
I extinguish; turn/switch off
σβήνω, έσβησα
362
I fell
έπεσα
363
I forget
ξεχνώ (ά), ξέχασα
364
I go in, enter
μπαίνω, μπήκα
365
I go in, then come out
μπαινοβγαίνω, μπαινοβγήκα
366
I go up, climb; get into a vehicle
ανεβαίνω, ανέβηκα
367
I go up, then come down
ανεβοκατεβαίνω, ανεβοκατέβηκα
368
I invite
προσκαλώ (εί), προσκάλεσα
369
I leave (s.t.); let, allow
αφήνω, άφησα
370
I light; turn/switch on
ανάβω, άναψα
371
I live
ζω (εί)
372
I lose
χάνω, έχασα
373
I mail, post
ταχυδρομώ (εί), ταχυδρόμησα
374
I need
χρειάζομαι, χρειάστηκα
375
I offer
προσφέρω, πρόσφερα
376
I photograph
φωτογραφίζω, φωτογράφισα
377
I play
παίζω, έπαιξα
378
I prefer (A) to (B)
προτιμώ (A) από (B)
379
Ι rise, appear
ανατέλλω, ανάτειλα (K. ανέτειλα)
380
I shout, yell, call out
φωνάζω, φώναξα
381
I slip, slide
γλιστρώ (ά), γλίστρησα
382
I study (book, lesson)
μελετώ, μελέτησα
383
I take out/off
βγάζω, έβγαλα
384
I take photos
παίρνω (or βγάζω) φωτογραφίες
385
I tidy up
συγυρίζω, συγύρισα
386
I try (attempt, make an effort)
προσπαθώ (εί), προσπάθησα
387
I try (find out; taste)
δοκιμάζω, δοκίμασα
388
I wash
πλένω, έπλυνα
389
I water
ποτίζω, πότισα
390
I would like
θα 'θελα / θάθελα (= θα ήθελα)
391
I'm ahead of someone
περνώ κάποιον
392
I'm interested
ενδιαφέρομαι, ενδιαφέρθηκα
393
I'm older than him
τον περνώ στα χρόνια
394
in advance
μπροστά
395
in monthly installments
με τον μήνα
396
in weekly installments
με τη βδομάδα
397
kitten
γατάκι (το)
398
lawn
χορτάρι (το)
399
leaf; sheet (paper, foil, pastry)
φύλλο (το)
400
lemonade
λεμονάδα (η)
401
less ...
λιγότερο + adj.
402
life
ζωή (η)
403
light
φως (το)
404
lucky
τυχερός, -ή, -ό
405
main, chief
κύριος, -α (K. κυρία), -ο
406
main entrance
κυρία είσοδος (η)
407
main street
κύριος δρόμος (ο)
408
married
παντρεμένος, -η, -ο
409
me too
και εγώ το ίδιο
410
meow
νιάου (το)
411
middle; waist
μέση (η)
412
midnight
μεσάνυχτα (τα)
413
milkman
γαλατάς (ο, pl. γαλατάδες)
414
modern
μοντέρνος, -α, -ο
415
more ... (than ...)
πιο ... (από + acc.)
416
more ...
πιο + adj. -ότερος, -η, -ο
417
must, has/have to; should, ought
πρέπει να
418
must not, should not
δεν πρέπει να
419
nearly, almost
σχεδόν
420
next to
πλάι (+ gen.)
421
noise
θόρυβος (ο)
422
old man
γέρος (ο)
423
old lady
γριά (η)
424
older
πιο μεγάλος
425
on the ground, down
χάμω
426
parents
γονείς (οι)
427
perhaps (wishful)
ίσως
428
photographer
φωτογράφος (ο/η)
429
professor (m.)
καθηγητής (ο)
430
professor (f.)
καθηγήτρια (η)
431
quiet (adj)
ήσυχος, -η, -ο
432
quiet (noun)
ησυχία (η)
433
rather
μάλλον
434
really?
αλήθεια;
435
regards
τους χαιρετισμούς
436
(relative pronoun - who, that, which, whose)
που
437
(relative pronoun - who, which)
o οποίος, η οποία, το οποίο
438
repeat!
επαναλαμβάνετε
439
same
ίδιος, -α, -ο
440
sight
θέαμα (το)
441
since (because)
αφού
442
soft drink, soda, refreshment
αναψυκτικό (το)
443
stone
πέτρα (η)
444
strong; possible
δυνατός, -ή, -ό
445
subject
θέμα (το)
446
sunrise
ανατολή του ήλιου (η)
447
sunset
δύση του ήλιου (η)
448
telegram
τηλεγράφημα (το)
449
telegraph office
τηλεγραφείο (το)
450
telephone call
τηλεφώνημα (το)
451
the most ...
ο/η/το πιο ...
452
the same (as)
το ίδιο (με)
453
the Sun rises
ο ήλιος ανατέλλει
454
the Sun sets
ο ήλιος δύει
455
tired
κουρασμένος, -η, -o
456
tomato
ντομάτα (η), also τομάτα
457
tooth
δόντι (το)
458
top
κορυφή (η)
459
truth
αλήθεια (η)
460
unfortunately
δυστυχώς
461
university
πανεπιστήμιο (το)
462
university student (m.)
φοιτητής (ο)
463
university student (f.)
φοιτήτρια (η)
464
useful
χρήσιμος, -η, -ο
465
view
θέα (η)
466
weak, thin, slim; impossible
αδύνατος, -η, -ο
467
west (noun)
δύση (η)
468
while
σαν (+ past cont.)
469
young man
νέος (ο)
470
young woman
νέα (η)
471
younger
πιο μικρός
472
acquaintance (male)
γνωστός (ο , < γνωστός, -ή, -ό)
473
afternoon's
απογευματινός, -ή, -ό
474
again, once again
ξανά
475
agreement
συμφωνία (η)
476
aim, intention
σκοπός (ο)
477
Alexandria
Αλεξάνδρεια (η)
478
Amazon River
Αμαζόνιος (ο)
479
ask
παρακαλώ (L8)
480
astronaut
αστροναύτης (ο/η, g.pl. -ών)
481
Attica
Αττική (η)
482
autumn's
φθινοπωρινός, -ή, -ό
483
baby, infant
βρέφος (το)
484
before (+ NC subj.)
προτού
485
before (+ NC subj.); formerly (+ impf.)
πριν
486
big/large-bodied
μεγαλόσωμος, -η, -ο
487
body
σώμα (το)
488
bookstore
βιβλιοπωλείο (το)
489
Brazil
Βραζιλία (η)
490
bus stop
στάση (του λεωφορείου, η)
491
button
κουμπί (το)
492
by mistake, mistakenly
κατά λάθος
493
Cairo
Κάιρο (το, gen. Καΐρου)
494
candle
κερί (το)
495
candy, sweets
γλυκά (τα)