Ch2 12/2/13 page 51-55 Flashcards
επεκτείνω
extend
όριο, βαθμός, σημείο
extent
εκτεταμένος
extensive
επέκταση
extension
αντιμετωπίζω
handle
ύφεση
recession
αποφαστιστικός
decisive
αισθητός, εμφανής
noticeable
επιπρόσθετος
additional
προπαρασκευαστικός
preparatory
εισαγωγικός
introductory
ανακάμπτω
recover
ανακτήσιμος
recoverable
ασθενικό άτομο
weakling
1 ωριμάζω 2 ώριμος
mature
1 χρηματοδότηση 2 οικονομία, τα οικονομικά, η επιστήμη ή το σύστημα διαπραγμάτευσης, χορήγησης και διαχείρισης του χρήματος κράτους ή επιχείρησης
finance
τα οικονομικά, πηγές/πόροι χρηματοδότησης
finances
χύνω
spill
προθεσμία, διορία
deadline
πολιτική, τακτική
policy
ανταμείβω
reward
βολικός
convenient
πιέζω
press
πιστός
loyal
ανεπανόρθωτος, που δεν μπορεί να διορθωθεί
irreparable
αναντικατάστατος
irreplaceable
ανεπανόρθωτος, που δεν επανακτάται
irretrievable
ακαταμάχητος, ακατανίκητος
irresistible
διαμέρισμα (τρένου), κουπέ
compartment
ίδρυμα
establishment
αριθμός των ατόμων που παρευρίσκονται κάπου
attendance
ισάξια
equally
σημαντικά
substantially
υπόλογος
accountable
οικονομικά προσιτός
affordable
που μπορεί να επιτευχθεί
achievable
αποδεκτός
acceptable
πειστικός
persuasive
πειθώ
persuasion
που δείχνει σεβασμό
respectful
αξιοσέβαστος
respectable
υπόληψη
respectability
που νοιάζεται για τους άλλους
caring
συμβολίζω
symbolize
αναποτελεσματικός
ineffective
αποτελεσματικότητα
effectiveness