Ch. 24 + 25 Vocab Flashcards
ἄγω
I lead, bring, arrest (*ἀγ)
(ἦγον), ἄξω, ἤγαγον, -, -, ἤχθην
αἷμα, -ατος, τό
blood (*αἱματ)
ἕκαστος, -η, -ον
each, every (*ἑκαστο)
ἱμάτιον, -ου, τό
garment, cloak (*ἱματιο)
ὄρος, ὄρους, τό
mountain, hill (*ὀρο)
ὑπάγω
I depart (ὑπ·*αγ)
(ὑπῆγον), -, -, -, -, -
φοβέομαι
I fear (*φοβε)
(ἐφοβούμην), -, -, -, -, ἐφοβήθην
χαίρω
I rejoice (*χαρ)
(ἔχαιρον), -, -, -, -, ἐχάρην
αἰτέω
I ask, demand (*αἰτε)
(ᾔτουν), αἰτήσω, ᾔτησα, ᾔτηκα, -, -
Double accusative (person asked and thing asked for)
μᾶλλον
more, rather
When μᾶλλον is used with ἤ, ἤ is usually translated “than,” not “or.”
μαρτυρέω
I bear witness, testify (*μαρτυρε)
(ἐμαρτύρουν), μαρτυρήσω, ἐμαρτύρησα, μεμαρτύρηκα, μεμαρτύρημαι, ἐμαρτυρήθην