my words Flashcards
1
Q
üstesinden gelmek
A
πετυχαίνω, καταφέρνω,
ξεπερνώ εμπόδιο
2
Q
evlat edinmek
A
υιοθετώ
3
Q
eser kalmamak
A
δεν υπάρχει καμμία ένδειξη
4
Q
tutuklamak
A
συλλαμβάνομαι
5
Q
takdir etmek
A
- εκτιμώ, 2. επικροτώ
6
Q
sahiplenmek
A
οικειοποιούμαι
7
Q
çatışmak
A
συγκρούμαι -
αλληλοπαθές
8
Q
öbür taraf
A
η άλλη πλευρά
9
Q
olasılık
A
πιθανότητα, ενδεχόμενο
10
Q
haysiyet
A
αξιοπρέπεια
11
Q
katkı sağlamak
A
συνεισφέρω
12
Q
öncelik vermek
A
δίνω προτεραιότητα
13
Q
yönelmek
A
κατευθύνομαι
14
Q
küreselleşmek
A
παγκοσμιοποιούμαι
15
Q
kılık kıyafet
A
εξωτερική εμφάνιση
16
Q
saldırı
A
επίθεση
17
Q
saldırganlaşmak
A
γίνομαι επιθετικός
18
Q
kapsamak
A
περιέχω, περιλαμβάνω
19
Q
kararlılık
A
αποφασιστικότητα
20
Q
ima etmek
A
υπαινίσσομαι
21
Q
güdülenmek
A
υποκινούμαι, έχω κίνητρο
22
Q
barışçıl
A
ειρηνικός
23
Q
temelini atmak
A
βάζω τα θεμέλια
24
Q
ayak uydurmak
A
- συμβαδίζω,
2. προσαρμόζομαι
25
savunmak
υπερασπίζομαι, προφυλάσσω
26
esasında
στην πραγματικότητα
27
kuşak çatışması
σύγκρουση γενεών
28
katlanmak
αντέχω, υπομένω,
29
inkâr etmek
1. αρνούμαι, απαρνούμαι,
| 2. διαψεύδω
30
çekinmek
1. δειλιάζω, φοβάμαι, 2. διστάζω,
| ντρέπομαι
31
nimet
1. αγαθό, 2. ευτυχία, 3. ευεργεσία
32
anayasaya aykırı
αντισυνταγματικός
33
kaynaklanmak
1. πηγάζω, 2. προέρχομαι
34
istekte bulunmak
1. έχω την επιθυμία για κάτι,
| 2. ζητώ
35
benimsemek
1. ενστερνίζομαι, υιοθετώ,
| 2. οικειοποιούμαι
36
-e oranla
σε σύγκριση
| με
37
yansıtmak
αντικατοπτρίζω
38
uygar seviyesi
πολιτισμικό επίπεδο
39
ilham vermek
εμπνέω
40
bilinçlenmek
συνειδητοποιώ
41
hasılı
με λίγα λόγια, τελικά
42
sineye çekmek
ανέχομαι, υπομένω
43
teslimiyet
υποταγή
44
kanaat getirmek
καταλήγω σε μια άποψη
45
kısıtlamak
περιορίζω
46
olgu
παράγοντας
47
tarihî şahsiyet
ιστορική προσωπικότητα
48
küreselleşme
παγκοσμιοποίηση
49
ıslahat
μεταρρύθμιση
50
şiddet mağduru
θύμα της βίας
51
işkence
βασανιστήριο, μαρτύριο
52
örgütlenmek
οργανώνομαι
53
cinsiyet
φύλο
54
ilgi odağı oldu
έγινε το κέντρο της προσοχής
55
yana olmak
ευνοω
56
e düşer
εναπόκειται
57
hırs
φιλοδοξία
58
en gelişkin
most advanced
59
refah içinde
in prosperity
60
ya doğrudan doğruya ya da dolaylı
είτε άμεσα είτε έμμεσα
61
tespit etmek
determine
62
karara bağlamak
αποφασίζω ότι
63
cinsel saldırı
σεξουαλική επίθεση
64
maruz kalan
εκτεθειμένος
65
istismar etmek
εκμετάλλευομαι
66
ehemmiyet
σημασία, σπουδαιότητα
67
cinsiyet ayrımı
φυλετική διάκριση
68
mülk
ιδιοκτησία, περιουσία
69
zümre
τάξη, κατηγορία, στρώμα
70
değinmek
θίγω (θεμα)