my words Flashcards
üstesinden gelmek
πετυχαίνω, καταφέρνω,
ξεπερνώ εμπόδιο
evlat edinmek
υιοθετώ
eser kalmamak
δεν υπάρχει καμμία ένδειξη
tutuklamak
συλλαμβάνομαι
takdir etmek
- εκτιμώ, 2. επικροτώ
sahiplenmek
οικειοποιούμαι
çatışmak
συγκρούμαι -
αλληλοπαθές
öbür taraf
η άλλη πλευρά
olasılık
πιθανότητα, ενδεχόμενο
haysiyet
αξιοπρέπεια
katkı sağlamak
συνεισφέρω
öncelik vermek
δίνω προτεραιότητα
yönelmek
κατευθύνομαι
küreselleşmek
παγκοσμιοποιούμαι
kılık kıyafet
εξωτερική εμφάνιση
saldırı
επίθεση
saldırganlaşmak
γίνομαι επιθετικός
kapsamak
περιέχω, περιλαμβάνω
kararlılık
αποφασιστικότητα
ima etmek
υπαινίσσομαι
güdülenmek
υποκινούμαι, έχω κίνητρο
barışçıl
ειρηνικός
temelini atmak
βάζω τα θεμέλια
ayak uydurmak
- συμβαδίζω,
2. προσαρμόζομαι
savunmak
υπερασπίζομαι, προφυλάσσω
esasında
στην πραγματικότητα
kuşak çatışması
σύγκρουση γενεών
katlanmak
αντέχω, υπομένω,
inkâr etmek
- αρνούμαι, απαρνούμαι,
2. διαψεύδω
çekinmek
- δειλιάζω, φοβάμαι, 2. διστάζω,
ντρέπομαι
nimet
- αγαθό, 2. ευτυχία, 3. ευεργεσία
anayasaya aykırı
αντισυνταγματικός
kaynaklanmak
- πηγάζω, 2. προέρχομαι
istekte bulunmak
- έχω την επιθυμία για κάτι,
2. ζητώ
benimsemek
- ενστερνίζομαι, υιοθετώ,
2. οικειοποιούμαι
-e oranla
σε σύγκριση
με
yansıtmak
αντικατοπτρίζω
uygar seviyesi
πολιτισμικό επίπεδο
ilham vermek
εμπνέω
bilinçlenmek
συνειδητοποιώ
hasılı
με λίγα λόγια, τελικά
sineye çekmek
ανέχομαι, υπομένω
teslimiyet
υποταγή
kanaat getirmek
καταλήγω σε μια άποψη
kısıtlamak
περιορίζω
olgu
παράγοντας
tarihî şahsiyet
ιστορική προσωπικότητα
küreselleşme
παγκοσμιοποίηση
ıslahat
μεταρρύθμιση
şiddet mağduru
θύμα της βίας
işkence
βασανιστήριο, μαρτύριο
örgütlenmek
οργανώνομαι
cinsiyet
φύλο
ilgi odağı oldu
έγινε το κέντρο της προσοχής
yana olmak
ευνοω
e düşer
εναπόκειται
hırs
φιλοδοξία
en gelişkin
most advanced
refah içinde
in prosperity
ya doğrudan doğruya ya da dolaylı
είτε άμεσα είτε έμμεσα
tespit etmek
determine
karara bağlamak
αποφασίζω ότι
cinsel saldırı
σεξουαλική επίθεση
maruz kalan
εκτεθειμένος
istismar etmek
εκμετάλλευομαι
ehemmiyet
σημασία, σπουδαιότητα
cinsiyet ayrımı
φυλετική διάκριση
mülk
ιδιοκτησία, περιουσία
zümre
τάξη, κατηγορία, στρώμα
değinmek
θίγω (θεμα)