Module 2 - Learning Theories Flashcards
Θεωριες μαθησης
- ΜΑΘΗΣΗ – Ορισμός
- Θεωρίες Μάθησης
- Χρησιμότητα της γνώσης των Θεωριών Μάθησης
- Σχολές Συμπεριφοράς - Συνειρμικές – Συμπεριφοριστικές
Θεωρίες - Γνωστικές Θεωρίες Μάθησης - Διάμεσες
- Κοινωνικογνωστικές θεωρίες
Μάθηση
- Η μάθηση που αποτελεί τον κύριο στόχο και τη βασική
επιδίωξη κάθε διδασκαλίας, έχει γίνει αντικείμενο μελέτης
από ψυχολόγους, παιδαγωγούς, φυσιολόγους, βιολόγους,
γιατρούς κ.λπ. - Υπάρχουν πολλές και διαφορετικές απόψεις για τον
ορισμό της μάθησης (Ματσαγγούρας, 2002:163) - Άλλοι αναφέρονται στις ενέργειες που κάποιος κάνει για
να μάθει, άλλοι στα αποτελέσματα των ενεργειών αυτών,
άλλοι κάνουν λόγο για πολύπλοκη ψυχοβιολογική
λειτουργία, ενώ άλλοι μιλούν για μηχανικές συνδέσεις
μεταξύ ερεθισμάτων και αντιδράσεων (Φλουρής,
1984:28).
Μάθηση
- Gagné: Μάθηση είναι η διαδικασία που υποβοηθάει τους
οργανισμούς να τροποποιήσουν ή να αλλάξουν τη
συμπεριφορά τους σε ένα σχετικά σύντομο χρονικό
διάστημα και με έναν μάλλον μόνιμο τρόπο, έτσι ώστε η
ίδια τροποποίηση ή αλλαγή να μη χρειασθεί να συμβεί σε
κάθε νέα ανάλογη περίπτωση (Φλουρής, 1984). - Με τη λειτουργία της μάθησης αποκτούνται από τα άτομα
ποικίλες δυνατότητες για την εκτέλεση των διαφόρων
πράξεων και την ανάπτυξη πολύμορφων δραστηριοτήτων. - Η αλλαγή ή η τροποποίηση γίνεται αντιληπτή, αφού θα
είναι σε θέση να εκτελεί ορισμένες πράξεις που δεν
μπορούσε να κάνει προηγουμένως. Το αποτέλεσμα αυτό
οφείλεται σε διαδικασίες που συμβαίνουν στο εσωτερικό
του κάθε ατόμου που μαθαίνει.
Μάθηση
- Οι εσωτερικές διεργασίες της μάθησης επηρεάζονται
τόσος από εσωτερικούς (η νοημοσύνη του ατόμου, η
συναισθηματική του κατάσταση, η ιδιοσυγκρασία του, οι
τρόποι μάθησης οι άμεσες εμπειρίες του και οι γνώσεις
του), όσο και από εξωτερικούς παράγοντες (οι συνθήκες
μέσα στις οποίες πραγματοποιείται η μάθηση, το ίδιο το
προς μάθηση υλικό, οι υποβοηθητικές ενέργειες του
δασκάλου κ.λπ.) - Για να πραγματοποιηθεί η μάθηση είναι απαραίτητο να
υπάρχουν δύο άτομα, από τα οποία το ένα γνωρίζει και
το άλλο αγνοεί. Ο ρόλος του πρώτου είναι να μεταδώσει
στο δεύτερο τη γνώση κι εκείνο να τη δεχτεί.
Μάθηση
- Δίνεται η δυνατότητα στον μαθητή να παράγει κι αυτός
γνώση και όχι μόνο να τη δέχεται, πράγμα που σημαίνει
ότι γίνεται από τον μαθητή δημιουργική αξιοποίηση των
όσων μαθαίνει στο σχολείο ή αλλού για την ικανοποίηση
των αναγκών του - Η διδασκαλία είναι μια συστηματική και οργανωμένη
διαδικασία, η οποία επιδιώκει να υλοποιήσει
συγκεκριμένους στόχους που αφορούν άμεσα στα ίδια τα
άτομα, που διδάσκονται και έμμεσα ολόκληρο το
κοινωνικό σύνολο, στο οποίο ανήκουν - Έχει ως σκοπό την απόκτηση διαφορετικών δυνατοτήτων
από τον μαθητή που θα τον καταστήσουν ικανό να
ανταποκριθεί στις ανάγκες της ζωής
Θεωρείες Μάθησης
Εμπειρισμός - Θετικός Ρεαλισμός - Ερβατιανισμός –> 18-19ο αιώνας
Ερβατιανισμός - Συμπεριφορισμός
1900-1960
Νεοσυμπεριφορισμός - Διδακτικός Σχεδιασμός - Γνωστικές Θεωρίες –> 1960 - 1970
Εποικοδομισμός - Κοινωνικοπολιτισμικές - Κοινωνικογνωστικές Θεωρίες –> 1970 - Σήμερα
Θεωρίες Μάθησης
- Από το 1920 μέχρι και το 1970, ο χώρος της ψυχολογίας,
ιδιαίτερα στις Η.Π.Α., κυριαρχείται από τη συνειρμική
ψυχολογία και τις συνειρμικές – συμπεριφοριστικές
θεωρίες. - Συνειρμικές, γιατί στηρίζονται στη συνειρμική
ψυχολογία, σύμφωνα με την οποία η μάθηση είναι
αποτέλεσμα της δημιουργίας συνειρμών μεταξύ
διαφορετικών στοιχείων της εμπειρίας. - Συμπεριφοριστικές, γιατί η εστίαση της προσοχής και
της επιστημονικής μελέτης επικεντρώνεται στην εμφανή
παρατηρήσιμη συμπεριφορά (behavior) - Συνειρμικές – συμπεριφοριστικές θεωρίες μάθησης
Βασικές θέσεις:
– Η μάθηση είναι διαδικασία αλλαγής συμπεριφοράς που
προκύπτει ως αποτέλεσμα επαναλαμβανόμενων
εμπειριών
– Ο μόνος τρόπος για να μελετήσουμε τη μάθηση είναι
η παρατήρηση της συμπεριφοράς, που εκδηλώνεται
με την εκτέλεση κάποιου έργου
– Η μάθηση προϋποθέτει μια απάντηση-αντίδραση σε
κάποιο ερέθισμα - Κυριότεροι εκπρόσωποι θεωρούνται οι Pavlov, Watson,
Thorndike, Hull κ.ά. - Πιο σύγχρονοι εκπρόσωποι θεωρούνται οι Gates,
Stephens, Guthrie, Skinner, Spence και Bandura (Bigge,
1999:29). - Οι εκπρόσωποι των συνειρμικών-συμπεριφοριστικών
θεωριών διακρίνονται σε «πρώιμους συμπεριφοριστές»
και «νεοσυμπεριφοριστές» - Οι γνωστικές θεωρίες δίνουν έμφαση στις διαδικασίες
σκέψης και μάθησης. - Έχουν τις ρίζες τους στην ψυχολογία Gestalt ή αλλιώς
μορφολογική ψυχολογία, θεμελιωτές της οποίας είναι οι
Γερμανοί ψυχολόγοι (σχολή του Βερολίνου) Wertheimer,
Koffka, Kohler με την ενορατική/διορατική μάθηση - Οφείλουν πολλά τόσο στη γνωστική θεωρία του πεδίου
του Γερμανού Lewin, όσο και στην εμπρόθετη-σκόπιμη
μάθηση και τους νοητικούς χάρτες, που αποτελεί θεωρία
του Αμερικανού ψυχολόγου Tolman - Ο Εποικοδομισμός εστιάζει την προσοχή του στον
ενεργητικό ρόλο του μαθητή σε ό,τι αφορά στη
διαδικασία της οικοδόμησης και στη διαμόρφωση της
αντίληψης για τον κόσμο. - Τα βασικά εκπαιδευτικά εργαλεία είναι οι εμπειρίες, οι
αλληλεπιδράσεις μεταξύ δασκάλου και μαθητή και οι
αλληλεπιδράσει μεταξύ μαθητών. - Οι δύο κύριοι εκπρόσωποι του Εποικοδομισμού είναι ο
Piaget και ο Vygotsky. Ο Piaget είναι ο εκφραστής του
Γνωστικού Εποικοδομισμού και ο Vygotsky του
Κοινωνικού Εποικοδομισμού. - Κοινωνικογνωστικές θεωρίες μάθησης: άλλοι
επιστήμονες, έχουν υποστηρίξει μια κοινωνικοκεντρική
θεώρηση της ανάπτυξης, με βάση την οποία τονίζεται ο
ρόλος που παίζουν οι κοινωνικοπολιτιστικοί παράγοντες
στη γένεση της γνώσης και την πορεία μάθησης και
ανάπτυξης του ατόμου. - Πρόκειται για μια σύγχρονη κατεύθυνση που είναι γνωστή
ως κοινωνικοπολιτιστική προσέγγιση, κατά την οποία η
προσωπική σκέψη οικοδομείται με βάση την κοινωνική
αλληλοεπικοινωνία.
Χρησιμότητα της γνώσης των θεωριών
μάθησης
- Είναι χρήσιμη και απαραίτητη τόσο η γνώση, όσο και η
εφαρμογή τους. - Ο δάσκαλος κάνει χρήση πολλών πηγών, στις οποίες
συμπεριλαμβάνονται οι διάφορες αρχές και θεωρίες της
μάθησης, οι απόψεις για τον προγραμματισμό της
διδασκαλίας, καθώς επίσης και πρακτικές γνώσεις για την
αντιμετώπιση της διδασκαλίας. - Η ποικιλία των καταστάσεων της μάθησης που
χαρακτηρίζουν τη διδασκαλία καθιστά δύσκολη, αν όχι
αδύνατη, τη δημιουργία μιας συγκεκριμένης θεωρίας που
να προβλέψει μια ανάλογη «φόρμουλα» γενικής
εφαρμογής για όλες τις διδακτικές καταστάσεις.
Χρησιμότητα της γνώσης των θεωριών
μάθησης
- Η γνώση και κατανόηση των αρχών και των θεωριών της
μάθησης υποβοηθάει το δάσκαλο στα παρακάτω σημεία:
– Στον σχεδιασμό ή τον προγραμματισμό των
μαθημάτων . (Τι είδους μάθηση ή δυνατότητα
επιδιώκει; Ποιες συνθήκες θα είναι ευνοϊκές για τη
διδασκαλία;)
– Στη διεξαγωγή της διδασκαλίας . (Ενημέρωση για τις
πιθανές εναλλακτικές προσεγγίσεις της διδασκαλίας.
Πώς θα υλοποιηθούν αυτές ;)
– Στην εκτίμηση του υλικού που μαθεύτηκε . (Τι είναι
ικανοί οι μαθητές να πράξουν; Τι περίμεναν να
μάθουν;)
Χρησιμότητα της γνώσης των θεωριών
μάθησης
- Καθοδηγεί τις βασικές δραστηριότητες του δασκάλου
στον προγραμματισμό και στον συντονισμό της
διδασκαλίας. - Υποβοηθάει στον καθορισμό μιας πορείας στη διδασκαλία,
στη λήψη διδακτικών αποφάσεων και επιλογών και στην
τοποθέτηση σε σειρά προτεραιότητας των διδακτικών
ενεργειών του δασκάλου.
– Ο δάσκαλος αποφεύγει τις ενέργειες που δεν
προωθούν τη μάθηση,
– υιοθετεί τη στάση και την προδιάθεση που του
χρειάζεται, για να προχωρήσει σε δραστηριότητες που
ενισχύουν και εμπεδώνουν τη μάθηση
Η αρχιτεκτονική της διδασκαλίας
- Ο προσδιορισμός των συνθηκών (εσωτερικών και
εξωτερικών). - Πρέπει να γίνεται προσεκτικά και πάντοτε πριν ο μαθητής
εμπλακεί με την κατάσταση της μάθησης. - Θα λαμβάνει υπόψη του τις δυνατότητες που έχει ο
μαθητής πριν από τη μάθηση και αυτές που αποκτά μετά
τη μάθηση.
– Από ποιο σημείο αρχίζει ο μαθητής και προς ποια
κατεύθυνση οδηγείται;
– Ποιες είναι οι συγκεκριμένες δυνατότητες μάθησης και
ποιο είναι το επόμενο αντικείμενο μάθησης, που ο
μαθητής πρέπει να κατακτήσει;
Η διευθέτηση της μάθησης:
– Πώς είναι δυνατό να δημιουργηθούν κίνητρα στον
μαθητή, για να αρχίσει τη μάθηση, αλλά και να τη
συνεχίσει;
– Πώς θα ενεργοποιηθούν και θα κατευθυνθούν το
ενδιαφέρον, η προσοχή και η όλη γενικά προσπάθεια
του μαθητή;
* Όλες οι ερωτήσεις είναι γενικές και αναφέρονται στη
διευθέτηση της μάθησης.
* Οι ερωτήσεις αυτής της μορφής απαιτούνται σε
οποιοδήποτε σύστημα μάθησης που αποβλέπει στην
αποτελεσματική προώθησή της.
Η διεξαγωγή της διδασκαλίας
- Η διδασκαλία γίνεται με βάση τις συνθήκες μάθησης, που
απαιτούνται για τον συγκεκριμένο στόχο ή έργο της
μάθησης. - Συνεπώς, η διδασκαλία δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια
λεπτομερής διευθέτηση των συνθηκών και των
παραγόντων της μάθησης που βρίσκονται στο εξωτερικό,
ως προς τη μάθηση, επίπεδο. - Οι συνθήκες αυτές πρέπει να διευθετούνται με εξελικτικό
τρόπο, αφού ληφθούν υπόψη οι προηγούμενες
δυνατότητες του μαθητή, οι τρόποι συγκράτησης των
δυνατοτήτων αυτών και άλλοι παράγοντες.
Η διεξαγωγή της διδασκαλίας:
- Πρέπει να αποβλέπουν όχι μόνο στην αφομοίωση, αλλά
και στους τρόπους ανάκλησης, συγκράτησης και
μεταφοράς σε παρόμοιες καταστάσεις. - Στόχος του δασκάλου δηλαδή δεν πρέπει να είναι να
υποβοηθήσει τον μαθητή να μάθει κάτι που θα
επιβεβαιωθεί με το να κάνει ο μαθητής μια ανταπόκριση
προς αυτόν. - Αντίθετα, όλες οι ενέργειες του δασκάλου πρέπει να
γίνονται με σκοπό να υποστηρίζουν τη διαδικασία της
προσοχής και της αντίληψης, άλλοτε να ενεργοποιούν τη
στρατηγική της κωδικοποίησης των πληροφοριακών
στοιχείων και άλλοτε να παρέχουν «νύξεις» ή οδηγίες, για
να ενισχύσουν τη συγκράτηση ή την ανάκληση ή τη
μεταφορά μιας νέας δεξιότητας, γνώσης ή δυνατότητας.
Η διεξαγωγή της διδασκαλίας:
- Ο προγραμματισμός και η διεξαγωγή της διδασκαλίας
έχουν άμεσες καθώς και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις
(στη μαθησιακή διαδικασία σε ψυχονοητικές λειτουργίες
του ατόμου) - Μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην παλιά και τη νέα
θεώρηση της σχέσης της μάθησης και της διδασκαλίας. - Παλιά αντίληψη: απομνημονευτική λειτουργία και παροχή
ορισμένων γνώσεων, που οι μαθητές όφειλαν να
συγκρατήσουν στη μνήμη τους για ένα ορισμένο χρονικό
διάστημα (αναπαραγωγή, επανάληψη) - Σύγχρονες ψυχοπαιδαγωγικές έρευνες: ενεργοποιεί και
καλλιεργεί την κρίση, την ικανότητα επίλυσης
προβληματικών καταστάσεων, αποκλίνουσας και
δημιουργικής σκέψης και λήψης αποφάσεων
Σχολες συμπεριφορας
- Σχολές Συμπεριφοράς
Συνειρμικές - Συμπεριφοριστικές Θεωρίες - ΠΡΩΙΜΟΙ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΤΕΣ
– I.P. PAVLOV (1849-1936)
– J.B. WATSON (1878 - 1958)
– Ε. THORNDIKE (1874 – 1949)
Από τον Αριστοτέλη….στον 20ο αι.
- Οι συμπεριφοριστικές θεωρίες
– άρχισαν να αναπτύσσονται στις αρχές του 20ου αι.,
– πρωτοξεκίνησαν από τον 19ο αι., όταν o Pavlov, το
1927, διατύπωσε τις αρχές της κλασικής ρύθμισης της
συμπεριφοράς - Kατά τον Αριστοτέλη, όταν ορισμένα γεγονότα
συνέβαιναν ταυτόχρονα και επανειλημμένα, έτειναν να
συσχετίζονται στον νου του ανθρώπου, έτσι ώστε η
εμφάνιση του ενός να συνεπάγεται στον νου και την
εμφάνιση του άλλου. - Ο Αριστοτέλης αναφέρθηκε σε αυτό το συνειρμικό
φαινόμενο στη θεωρία του για τη μνήμη και ο Pavlov το
κατοχύρωσε επιστημονικά
Pavlov (1849 – 1936)
Βιογραφία
- Η αρχική του εκπαίδευση πραγματοποιήθηκε σε
εκκλησιαστικό σχολείο και αργότερα σε θεολογικά
σεμινάρια - Ξεκίνησε τις σπουδές του στην φυσιολογία και σε άλλες
φυσικές επιστήμες και τις ολοκλήρωσε στην Ιατρική και
Χειρουργική ακαδημία - Το 1883 έλαβε το ντοκτορά του: υπήρχε μια
αντανακλαστική διάρθρωση στην λειτουργία της καρδιάς
και της κυκλοφορίας - «Πειραματική Φυσιολογία και Ψυχοπαθολογία των
ζώων»: όρισε την εξαρτημένη αντανακλαστική αντίδραση
και άλλα αντανακλαστικά, και έδειξε πως ένα εξαρτημένο
αντανακλαστικό μπορεί να θεωρηθεί σαν μια στοιχειώδες
ψυχολογική και φυσιολογική διαδικασία
Pavlov
- Διερεύνησε τον τρόπο με τον οποίο δημιουργούνται
πνευματικές συσχετίσεις στον νου, καθώς και τους
τρόπους με τους οποίους ενδυναμώνονται ή εξασθενούν - Το βιοφυσιολογικό πρότυπο μάθησης αποτελεί την
επιστημονική αφετηρία του Συμπεριφορισμού. - Η σειρά των διαφόρων πειραματικών ερευνών για τη
λειτουργία της πέψης των ζώων έδωσε αφορμή για τη
συστηματική ενασχόληση με τα θεωρητικά και
μεθοδολογικά προβλήματα στην έρευνα της μαθησιακής
διαδικασίας - Τέθηκε σε επιστημονική βάση ένα στοιχειώδες
βιοφυσιολογικό πρότυπο της μάθησης
Βιοφυσιολογικό πρότυπο μάθησης
- Κεντρικό στοιχείο είναι το αντανακλαστικό
(reflex) που δίνει την απάντηση του
οργανισμού με τη βοήθεια του κεντρικού
νευρικού συστήματος σε εσωτερικά και
εξωτερικά ερεθίσματα, για να διατηρείται κατ’
αυτόν τον τρόπο η συνεχής ισορροπία του
οργανισμού με το περιβάλλον του. - Αυτά τα αντανακλαστικά είναι αυτόματες,
βιολογικά έμφυτες προκαθορισμένες
αντιδράσεις του οργανισμού σε κάθε είδος
εσωτερικού ή εξωτερικού ερεθίσματος. - Τα ποικίλα ερεθίσματα επενεργούν στα
αισθητήρια όργανα και η διέγερση
μεταφέρεται και αξιοποιείται στον εγκέφαλο
και στον νωτιαίο μυελό. - Η κεντρική διέγερση μεταβιβάζεται στην περιφέρεια και
κινητοποιεί τους μυϊκούς ιστούς, τους τένοντες και τους
αδένες του οργανισμού κι έτσι προκαλούνται οι
αντιδράσεις του οργανισμού, όπως είναι το φτέρνισμα, το
τίναγμα του γονάτου, το τράβηγμα του χεριού σε κάτι
ζεστό, ο βήχας και άλλα - Η κεντρική διέγερση μεταβιβάζεται στην περιφέρεια και
κινητοποιεί τους μυϊκούς ιστούς, τους τένοντες και τους
αδένες του οργανισμού κι έτσι προκαλούνται οι
αντιδράσεις του οργανισμού, όπως είναι το φτέρνισμα, το
τίναγμα του γονάτου, το τράβηγμα του χεριού σε κάτι
ζεστό, ο βήχας και άλλα - Ύστερα από κάποιο χρονικό διάστημα διαπίστωσε ότι ο
σκύλος παρουσίαζε έκκριση σιέλου και στα βήματα του
φύλακα που έφερνε την τροφή, που ουσιαστικά ήταν ένα
ουδέτερο και άσχετο ερέθισμα. - Ο Pavlov μελέτησε στη συνέχεια την τυχαία αυτή
διαπίστωση της επανειλημμένης χωροχρονικής
συνάφειας του ουδέτερου ερεθίσματος (όπως είναι
τα βήματα του φύλακα) με το αρχικό φυσικό
ερέθισμα (θέα της τροφής) και την ποσότητα. - Ο Pavlov άρχισε να χτυπά το κουδούνι αμέσως πριν
δώσει φαγητό στον σκύλο. Ο σκύλος σύντομα
συσχέτισε τον ήχο του κουδουνιού με την τροφή
και αυτό είχε ως συνέπεια την έκκριση σάλιου κάθε φορά
που
Βασικές αρχές της εξαρτημένης μάθησης
- Ο Pavlov προχώρησε στους πειραματισμούς του και
διαπίστωσε ότι μπορεί
– να «ξεμάθει» τον σκύλο από αυτό το είδος
συμπεριφοράς (απόσβεση ) και στη συνέχεια
– να τον επαναφέρει σύντομα σε αυτήν (αυτόματη
ανάκτηση ),
– να τον κάνει να συμπεριφέρεται με τον ίδιο τρόπο σε
άλλους ήχους (γενίκευση ) και στη συνέχεια
– να τον μάθει να ξεχωρίζει διαφορετικούς ήχους
(διάκριση ).
Ενδυνάμωση (ενίσχυση) – Απόσβεση
- Ο σκύλος έμαθε να εκκρίνει σάλιο όχι σε μια και μοναδική
παρουσίαση του ήχου και της τροφής, αλλά ύστερα από
αλλεπάλληλες χωροχρονικές συνδέσεις του εξαρτημένου
ερεθίσματος (ήχου) και ανεξάρτητου ερεθίσματος
(τροφής). - Ο βαθμός συνάφειας ονομάζεται ενδυνάμωση και
εξαρτάται από τον αριθμό επαναλήψεων της
ταυτόχρονης παρουσίασης των ερεθισμάτων. Συχνές και
αλλεπάλληλες επαναλήψεις των δύο ερεθισμάτων
οδηγούν στη δημιουργία κι εδραίωση της εξαρτημένης
αντίδρασης. - Η παιδαγωγική σημασία συνίσταται στη δημιουργία ή
εξάλειψη συνειρμών με θετικές ή αρνητικές ενδυναμώσεις
μέσω επαναλήψεων από τον εκπαιδευτικό
Ενδυνάμωση (ενίσχυση) – Απόσβεση
- Αν το εξαρτημένο ερέθισμα (ήχος) επαναλαμβάνεται
πολλές φορές μετά τη μάθησή του και σε σύντομα
χρονικά διαστήματα χωρίς να συνοδεύεται από το
ανεξάρτητο ερέθισμα (τροφή), δηλαδή αν σταματήσει η
διαδικασία της ενδυνάμωσης, τότε η συνάφεια ανάμεσα
στα δύο ερεθίσματα αποδυναμώνεται και τελικά
εξαλείφεται, με αποτέλεσμα το εξαρτημένο ερέθισμα να
χάνει την αποτελεσματικότητά του, να δημιουργεί,
δηλαδή, την εξαρτημένη αντίδραση. - Στο πείραμα ο σκύλος σταματά να παράγει σάλιο μόνο
στο άκουσμα του ήχου. Το φαινόμενο αυτό λέγεται
απόσβεση της σύνδεσης και είναι στην ουσία το
αντίθετο της ενδυνάμωσης (ενίσχυσης).
Αυτόματη επαναφορά (ανάκτηση)
- Το φαινόμενο αυτό είναι σχετικό με την απόσβεση, γιατί
ο Pavlov θεωρεί ότι η αντίδραση που έχει αποσβεστεί
επανεμφανίζεται μετά από ένα χρονικό διάστημα χωρίς
ενδυνάμωση του δεσμού των ερεθισμάτων, δηλαδή
παράγει σάλιο χωρίς την εμφάνιση της τροφής, αλλά
μόνο με τον ήχο. - Φαίνεται ότι δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί καθολική
απόσβεση της εξαρτημένης αντίδρασης, αλλά η
ενδυνάμωση (ενίσχυση) εξακολουθεί να δρα κατά
κάποιον λανθάνοντα τρόπο, έως ότου μια ευνοϊκή
περίπτωση να επαναφέρει τη μαθημένη αντίδραση
(λανθάνουσα μάθηση)
Αυτόματη επαναφορά (ανάκτηση)
- Για να εξαφανιστεί πλήρως μια εξαρτημένη αντίδραση
πρέπει να ακολουθήσουν αλλεπάλληλες διαδοχικές
αποσβέσεις. - Η απόσβεση μιας αντίδρασης είναι αρκετά δύσκολη, όταν
υπάρχει μερική ή σταδιακή ενδυνάμωση. Επίσης σε
περιπτώσεις συναισθηματικών αντιδράσεων, αντιστέκο-
νται στην απόσβεση και εξαλείφονται πολύ δύσκολα. - Η παιδαγωγική σημασία της απόσβεσης και της
αυθόρμητης επαναφοράς της αντίδρασης είναι σπουδαία,
γιατί εκπαιδευτικοί και γονείς μπορούν αγνοώντας με
συνέπεια μια ανεπιθύμητη συμπεριφορά του παιδιού, να
επιτύχουν την εξάλειψή της, όπως θα δούμε εκτενέστερα
και στον Skinner
Γενίκευση – Διάκριση
- Η γενίκευση του εξαρτημένου ερεθίσματος είναι το
φαινόμενο σύμφωνα με το οποίο η εξαρτημένη
αντίδραση δεν προκαλείται μόνο από το εξαρτημένο
ερέθισμα με το οποίο έχει συνδεθεί αρχικά, αλλά κι από
άλλα όμοια με αυτό εξωτερικά ερεθίσματα - Στην περίπτωση του πειράματος με τον σκύλο, ο σκύλος
έμαθε να αντιδρά με έκκριση σάλιου όχι μόνο στον
συγκεκριμένο ήχο αλλά σε κάθε άλλο παρόμοιο ήχο ή
ακόμα και σε παραλλαγές του ήχου - Οι έρευνες του Pavlov αλλά και μεταγενέστερων
ερευνητών έδειξαν ότι η γενίκευση των εξαρτημένων
ερεθισμάτων είναι πιο μεγάλη και πιο
αποτελεσματική όσο τα νέα ερεθίσματα είναι όμοια
με το αρχικό εξαρτημένο ερέθισμα
Γενίκευση – Διάκριση
- Η διάκριση είναι διαφοροποίηση των ερεθισμάτων και
είναι φαινόμενο ακριβώς το αντίθετο της γενίκευσης. - Στο πείραμα με τον σκύλο, παρουσιάστηκαν ποικίλα
ερεθίσματα και κάθε φορά ενισχυόταν με τροφή μόνο
ένας ήχος συγκεκριμένης έντασης. Τότε ο σκύλος
παρουσίασε την εξαρτημένη αντίδραση μόνο στα ειδικά
ερεθίσματα που δέχτηκαν την ενίσχυση. - Ενώ τα άλλα ερεθίσματα που δε δέχτηκαν την αντίδραση
εξασθένησαν. Δηλαδή, το ζώο έμαθε να διακρίνει και να
επιλέγει τα ερεθίσματα για την εξαρτημένη αντίδραση. - Και τα δύο φαινόμενα αλληλοσυμπληρώνονται και
παίζουν σπουδαίο ρόλο στη μεταβίβαση της μάθησης, η
οποία κατέχει επίσης βασική θέση στην εκπαιδευτική
διαδικασία
Συνοψίζοντας…
- Ο Pavlov παρατήρησε ότι το άτομο ή ο οργανισμός
– σε ένα μη ελεγχόμενο ερέθισμα απαντά με μια μη
ελεγχόμενη αντίδραση/απάντηση
– σε ένα ελεγχόμενο ερέθισμα απαντά με μια
ελεγχόμενη αντίδραση/απάντηση,
– μπορεί να εξαλείψει με ευκολία αυτό το είδος της
συμπεριφοράς (απόσβεση)
– μπορεί να επανέλθει σε αυτήν με την ίδια ευκολία
(αυτόματη ανάκτηση)
– μπορεί να συμπεριφέρεται με τον ίδιο τρόπο σε
παρεμφερή ερεθίσματα (γενίκευση)
– μπορεί να ξεχωρίζει τα παρεμφερή ερεθίσματα στο
μυαλό του (διάκριση)
J.B. WATSON (1878-1958)
- Έγραψε μια εργασία πάνω στη σχέση που υπάρχει μεταξύ
της συμπεριφοράς του λευκού ποντικού και της
ανάπτυξης του νευρικού συστήματος. - «Η ψυχολογία όπως την βλέπει ο συμπεριφοριστής»:
πρότεινε την ιδέα μιας αντικειμενικής μελέτης της
συμπεριφοράς - Έβλεπε την ψυχολογία, ως την μελέτη των πράξεων των
ανθρώπων με την ικανότητα να προβλέπει και να ελέγχει
τις πράξεις αυτές - Θεωρούσε ότι τα παιδιά έχουν τρεις βασικές
συναισθηματικές αντιδράσεις: τον φόβο, την οργή και
την αγάπη - Εισήγαγε στην Ψυχολογία το πρότυπο της εξαρτημένης
αντανακλαστικής μάθησης, - Θεωρείται ο ιδρυτής της νέας ψυχολογικής σχολής, της
Ψυχολογίας της Συμπεριφοράς (Behaviorism) - Επηρεάστηκε από τις μελέτες του Pavlov, από τις
έρευνες του Thorndike και από την ψυχαναλυτική θεωρία
του Freud - Αντιπαρατίθεται στη Δομική Ψυχολογία που επικρατεί
στις Η.Π.Α. στις αρχές του 20ου αι. (Κολιάδης, 1991:67). - Υποστήριζε ότι η μέθοδος της ενδοσκόπησης (δηλαδή της
αυτοπαρατήρησης) δεν οδηγεί σε αντικειμενικά αλλά σε
υποκειμενικά συμπεράσματα - Επισημαίνει ότι το αντικείμενο της νέας Ψυχολογικής
Σχολής, της Σχολής του Συμπεριφορισμού, είναι η
μελέτη της παρατηρήσιμης και έκδηλης
συμπεριφοράς του ανθρώπου με τη βοήθεια
κατάλληλων οργάνων και όχι η έρευνα των
ενσυνείδητων διεργασιών με τη μέθοδο της
ενδοσκόπησης, που υιοθετούσε ως τότε η Δομική
Ψυχολογία. - Διαφοροποιείται και στην επιλογή των
υποκειμένων προς μελέτη. Ενώ η Δομική Ψυχολογία
επέλεγε μόνο ενήλικα άτομα που ήταν σε θέση να
περιγράψουν τις ενδοσκοπικές παρατηρήσεις τους και τα
εσωτερικά τους βιώματα, απέκλειε άτομα μικρής ηλικίας,
επειδή δεν είχαν την ικανότητα αυτή. - Ο Watson, λοιπόν, θεωρεί ότι τόσο τα ζώα όσο και τα
μικρά παιδιά προσφέρονται ιδιαίτερα για παρατήρηση της
συμπεριφοράς τους, διότι από τη μια πίστευε ότι είναι
ευκολότερη η παρατήρησή τους και από την άλλη η
μελέτη της συμπεριφοράς τους πίστευε ότι είναι
απλούστερη. - Βέβαια, δεν περιορίζει τις μελέτες του στα ζώα και τα
παιδιά, αλλά αρχίζει από αυτά και προχωρεί στη μελέτη
των ενηλίκων. - Ο Watson εξέδωσε πολλά βιβλία, στα οποία διατυπώνει
τις θέσεις του σχετικά με τον συμπεριφορισμό και τις
βασικές θεωρητικές θέσεις του για τη μάθηση - Η κύρια συνεισφορά του σε αυτόν έγκειται στην ιδέα για
σκόπιμη και συστηματική αλλαγή της
συμπεριφοράς. Αυτή ονομάστηκε τροποποίησης της
συμπεριφοράς και αποτελεί για τον Watson την ουσία
της μάθησης. - Με εξαίρεση τις απλές μορφές συμπεριφοράς, όλες οι
υπόλοιπες μορφές συμπεριφοράς είναι μια σειρά από
εξαρτημένες αντιδράσεις, η καθεμία από τις οποίες γίνεται
ερέθισμα για την επόμενη - Ο Watson πιστεύει ότι όλη η συμπεριφορά του ατόμου
είναι αποτέλεσμα μάθησης, ακόμη και οι σκέψεις και τα
συναισθήματά του, όπως είναι οι αντιδράσεις-απαντήσεις
του ατόμου στα διάφορα φυσικά και εξαρτημένα
ερεθίσματα, ανάλογα με τις συνδέσεις που
δημιουργούνται κάθε φορά σύμφωνα με το μηχανιστικό
σχήμα ερέθισμα- αντίδραση/απάντηση. - Οι σχέσεις ερεθίσματος-απάντησης είναι το πιο
πιθανόν να μονιμοποιηθούν, εάν επαναλαμ-
βάνουμε πολλές φορές το δεσμό ερέθισμα -
απάντηση.
Παράδειγμα:
- Ένας μαθητής στην προσπάθειά του να λύσει ένα
πρόβλημα κάνει πολλές ενέργειες, έως ότου βρει τη
σωστή απάντηση - Οι μη επιτυχημένες τείνουν να μην επαναλαμβάνονται, με
τελικό αποτέλεσμα την αύξηση των επιτυχών
απαντήσεων, έως ότου δημιουργηθεί ένας σωστός
δεσμός ερεθίσματος-απάντησης - Ο Watson έδωσε μεγάλη έμφαση στην εξάσκηση και
στην επανάληψη, καθώς και στη μελέτη των
φυσιολογικών αντιδράσεων. Επεξεργάστηκε το
μαθησιακό μοντέλο της κλασικής εξαρτημένης-
αντανακλαστικής μάθησης. - Με το μοντέλο αυτό μπορούν να ερμηνευτούν απλές και
κατώτερες μορφές της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Παράδειγμα
- Από πειράματα που έκανε σε νεογέννητα παιδιά κατέληξε
στο συμπέρασμα ότι μόνο οι συγκινησιακές αντιδράσεις
φόβου, οργής και αγάπης είναι κληρονομικές και
μπορούν να εκδηλωθούν πολύ νωρίς με έναν απότομο και
οξύ κρότο (φόβος), την ανάσχεση των κινήσεων του
σώματος (οργή) και το ψηλάφισμα των γεννητικών
οργάνων (αγάπη, αντίστοιχα). - Κύρια ασχολία του, θα λέγαμε ότι ήταν η εκμάθηση και η
απομάθηση συναισθηματικών αντιδράσεων και ειδικότερα
των φοβικών αντιδράσεων, σε πειράματα που έκανε με
τον μικρό Albert.
Συνοψίζοντας…
- συνέβαλε στην αντικειμενοποίηση των μεθόδων της
ψυχολογίας - τόνισε την επίδραση των περιβαλλοντικών παραγόντων
στην ανθρώπινη εξέλιξη - επεξεργάστηκε το μαθησιακό μοντέλο της κλασικής
εξαρτημένης μάθησης - Οι «αυστηρές αντιλήψεις του Watson για τη μηχανιστική
και αυτοματική ερμηνεία της συμπεριφοράς, οδήγησαν
στη δημιουργία του άκρατου συμπεριφορισμού, τις
αδυναμίες του οποίου προσπάθησαν να ξεπεράσουν οι
μεταγενέστεροι συμπεριφοριστές, όπως ο Skinner, ο Hull,
ο Tolman κ.ά.» (Κολιάδης, 1991:82). - Ο Skinner διαφοροποιείται διατυπώνοντας την άποψη ότι
όλη η συμπεριφορά κυβερνάται από τις συνέπειές της,
δηλ. από το τι συμβαίνει μετά από μια ενέργεια,
τονίζοντας ότι η πιο σημαντική συνέπεια μιας απάντησης-
συμπεριφοράς είναι η ενίσχυση (reinforcement)
Τρεις βασικοί νόμοι μάθησης:
- Ο νόμος της συχνότητας και του πρόσφατου και η αρχή
της υποκατάστασης - Ο νόμος της γενίκευσης του ερεθίσματος
- Ο νόμος της απομάθησης συναισθηματικών αντιδράσεων
Ο νόμος της συχνότητας και του
πρόσφατου και η αρχή της υποκατάστασης
- Όσο πιο πρόσφατο είναι ένα ερέθισμα και όσο πιο πολλές
φορές επαναληφθεί προκαλώντας την ίδια αντίδραση,
τόσο καλύτερες προϋποθέσεις υπάρχουν και αυξάνεται η
πιθανότητα να επαναληφθεί η αντίδραση, δηλ. να
πραγματοποιηθεί η μάθηση - Ένα ουδέτερο ερέθισμα, αν συνδεθεί συνειρμικά με ένα
φυσικό ερέθισμα, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να
προκαλέσει την ίδια αντίδραση που προκαλεί και το
φυσικό ερέθισμα. Για να πάρει όμως το ουδέτερο
ερέθισμα τη θέση του φυσικού ερεθίσματος, δηλαδή να
γίνει υποκατάσταση απαιτείται κάποια μορφή
ενδυνάμωσης του δεσμού (ενίσχυση).
Ο νόμος της γενίκευσης του ερεθίσματος
- Όταν η εξαρτημένη αντίδραση δεν προκαλείται μόνο από
το εξαρτημένο ερέθισμα με το οποίο έχει συνδεθεί, αλλά
και από άλλα παρόμοια με αυτό, εξαρτημένα ερεθίσματα.
Ο νόμος της απομάθησης συναισθηματικών
αντιδράσεων
- Η απομάθηση δηλ. η εξάλειψη συναισθηματικών
αντιδράσεων μπορεί να πραγματοποιηθεί είτε με την
απόσβεση είτε με την αντι-εξάρτηση . - Με την απόσβεση δεν ενισχύεται η σύνδεση του
φυσικού και του ουδέτερου ερεθίσματος και με την
πάροδο του χρόνου η σύζευξη χαλαρώνει και
εξαφανίζεται. - Με την αντι-εξάρτηση το υποκείμενο μαθαίνει να
αντιδρά με καινούριο τρόπο στο υποκατάστατο ερέθισμα,
όπου το υποκατάστατο ερέθισμα που προξενεί το φόβο,
συνδέεται με ένα θετικό ερέθισμα και προκαλεί θετική
αντίδραση.
Skinner
- Νεοσυμπεριφορισμός
– Guthrie
– Hull
– Skinner
C. Hull (1884 – 1952)
- Ο Hull έκανε την προπτυχιακή του έρευνα στον
πανεπιστήμιο του Michigan (1913) και έλαβε το Ph. D.
του από το πανεπιστήμιο του Wisconsin το 1918. Πέρασε
το μεγαλύτερο μέρος της επαγγελματικής του
σταδιοδρομίας στο Ινστιτούτο Ψυχολογίας στο
πανεπιστήμιο Yale - Μεγάλη επιρροή στις σκέψεις του Hull άσκησαν οι
έρευνες του Pavlov, του Darwin, του Thorndike και του
Tolman. - Τον ενδιέφερε η ύπνωση
- Θεωρία περί μείωσης της επιθυμίας
- Ο δεσμός της επιθυμίας με τον στόχο της επιθυμίας είναι
ένα είδος ενίσχυσης (ενισχυτική θεωρία μάθησης)
C. Hull (1884 – 1952)
- Είναι ένας από τους σημαντικότερους συμπεριφοριστές
θεωρητικούς της μάθησης - Προσπάθησε να συνθέσει μια ενιαία και περιεκτική θεωρία
γα τη μάθηση, η οποία να στηρίζεται στα πλεονεκτήματα
των προκατόχων θεωρητικών και ταυτόχρονα να
αποφεύγει πολλά από τα αδύνατά τους σημεία - Υποστηρίζει ότι η σύνδεση των ερεθισμάτων δεν
συνδέεται άμεσα και ευθέως με τις αντιδράσεις, αλλά ότι
μεσολαβεί ο οργανισμός (ενδιάμεσες μεταβλητές ). - Μια πλήρης συμπεριφορά ξεκινά με ένα ερέθισμα και στη
συνέχεια οι διαδικασίες του οργανισμού επιδρούν και
διαμορφώνουν την αντίδραση με την οποία
ολοκληρώνεται η συμπεριφορά