B: 6-10 Flashcards
18 degrees celsius
18 βαθμούς Κελσίου
two-day (adj)
diήμερος, -ή, -ό
sports type, the
άθλημα, το
sport, the
άθληση, η
wind, the
άνεμος, ο
rise, the
άνοδος, η
unstable
άστατος, -η, -ο
plenty
άφθονος, -ή, -ό
arrival, the
άφιξη, η
uncooked, the
άψητο, το
ground, the
έδαφος, το
emphasis, the
έμφαση, η
tension, the
ένταση, η
insect, the
έντομο, το
strong/intense
έντονος, -η, -ο
mild
ήπιος, -α, -ο
air, the
αέρας, ο
clear
αίθριος, -η, -ο
waterproof
αδιάβροχος, -η, -ο
weakness, the
αδυναμία, η
not be able to
αδυνατώ
motionless (adj)
ακίνητος, -η, -ο
unsuitable (adj)
ακατάλληλος, -η, -ο
even when
ακόμα και
salt shaker, the
αλατιέρα, η
fox, the
αλεπού, η
alcoholic (adj)
αλκοολικός, -ή, -ό
aluminimum
αλουμίνιο, το
alphabet, the
αλφάβητο, το
Oh boy
Αμάν πια
need, the
ανάγκη, η
memory, the
ανάμνηση, η
to discover
ανακαλύπτω
to recycle
ανακυκλώνω
recycling, the
ανακύκλωση, η
to breathe
αναπνέω
eastern (adj)
ανατολικός, -ή, -ό
unhealthy (adj)
ανθυγιεινός, -ή, -ό
opener, the
ανοιχτήρι, το
light-coloured (adj)
ανοιχτόχρωμος, -η, -ο
to bear
αντέχω
contrary to…
αντίθετα από
sunscreen, the
αντηλιακό, το
manly (adj)
αντρικός, -ή, -ό
to be worth it
αξίζω
by heart
απ’ έξω
to address oneself to
απευθύνω σε
simple future, the
απλός μέλλοντας, ο
to spread
απλώνω
uncultured (adj)
απολίτιστος, -η, -ο
completely
απολύτως
to remove
απομακρύνω
leftovers, the
απομεινάρια, τα
Dunstabzugshaube, die
απορροφητήρας, ο
effective (adj)
αποτελεσματικός, -ή, -ό
to make up
αποτελώ
to avoid
αποφεύγω
as of tomorrow
από αύριο
from now on
από εδώ και πέρα
from time to time
από καιρό σε καιρό
thin
αραιός, -ά, -ό
(green) peas, the
αρακάς, ο
I’m getting sick
αρρωσσταίνω
sick (one), the
αρρωστιάρης, -άρα, -άρικο
to whitewash
ασβεστώνω
a lighting happens
αστράφτει
lightning, the
αστραπή, ο
occupation, the
ασχολία, η
atmosphere, the
ατμόςφαιρα, η
court, the
αυλή, η
to extend
αυξάνω
weight, the
βάρος, ο
cotton (adj)
βαμβακερός, -ή, -ό
to be bored
βαριέμαι
heavy
βαριός, -ά, -ό
royal
βασιλικός, -ή, -ό
to improve
βελτιώνω
pacing, the
βηματισμός, ο
industrial
βιομηχανικός, -ή, -ό
comfortable (adj)
βολικός, -ή, -ό
north, the
βοριάς, ο
to dive
βουτάω
to boil
βράζω
it rains
βρέχει
it darkens/becomes evening
βραδιάζει
evening (adj)
βραδινός, -ή, -ό
boiled (adj)
βραστός, -ή, -ό
hoarse (adj)
βραχνός, -ή, -ό
to make sth dirty
βρομίζω
it thunders
βροντάει
thunder, the
βροντή, η
rain, the
βροχή, η
rainy
βροχεμένος, -η, -ο
Northern (adj)
βόρειος, -ά, -ό
to bend
γέρνω
diary products, the
γαλακτοκομία, η
blue eyed (one), the
γαλανομάτης, -άρα, -άρικο
to fill
γεμίζω
stuffed (bellpepper), the
γεμιστό, το
more generally (adv)
γενικότερα
to give birth
γεννώ
related to taste (adj)
γευστικός, -η, -ο
meal, the
γεύμα, το
taste, the
γεύση, η
to throw out
για πέταμα
For when are you interested
Για πότε ενδιαφέρεστε
waiter, the
γκαρσόν, ο
to whine
γκρινιάζω
whiner, the
γκρινιάρης, -ρα, -ρικο
to slip
γλιστράω
piglet, the
γουρουνόπουλο, το
glass, the
γυαλί, το
(sports) court, the
γύπεδο, το
finger, the
δάχτυλο, το
major, the
δήμαρχος, ο/η
I am not crazy about…
Δεν τρελαίνομαι
duration, the
διάρκεια, η
nutritionist, the
διαιτολόγος, ο/η
to maintain
διατηρώ
nutrition, the
διατροφή, η
dietician, the
διατροφολόγος, ο/η
otherwise
διαφορετικά
to disagree with someone
διαφωνώ με κάποιον
to teach
διδάσκω
justification, the
δικαιολογία, η
next door (adj)
διπλανός, -η, -ο
action, the
δράση, η
refreshing
δροσερός, -ή, -ό
cool (weather), the
δροσιά, η
possible
δυνατόν
possibility, the
δυνατότητα, η
Western (adj)
δυτικός, -ή, -ό
dosis, the
δόση, η
oneself
εαυτός, -ή, -ό
brain, the
εγκέφαλος, ο
to give up
εγκαταλείπω
national (adj)
εθνικός, -ή, -ό
news, the
ειδήσεις, οι
expert, the
ειδικός, ο/η
this one
εκείνος, -η, -ο
church, the
εκκλησία, η
exquisite
εκλεκτός, -ή, -ό
amazing (adj)
εκπληκτικός, -ή, -ό
to express
εκφράζω
olive oil, the
ελαιόλαδο, το
interests, the
ενδιαφέροντά, τα
update, the
ενημέρωση, η
to mean
εννοώ
equally
εξίσου
to save
εξοικονομώ
saving, the
εξοικονόμηση, η
adjective, the
επίθετο, το
repetition, the
επανάληψη, η
rechargable
επαναφορτιζόμενος, -η, -ο
to influence
επηρεάζω
burden, the
επιβάρυνση, η
Finally
επιτέλους
intonation, the
επιτονισμός, ο
season, the
εποχή, η
factory, the
εργοστάσιο, η
tag, the
ετικέτα, η
sensitive
ευαίσθητος, -η, -ο
responsibility, the
ευθύνη, η
do you have any plans on …?
εχέις κανένα σχέδιο την
dizziness, the
ζαλάδα, η
ham, the
ζαμπόν, το
confectioner, the (m)
ζαχαροπλάστης, ο
confectioner, the (f)
ζαχαροπλαστίσσα, η
pastry shop, the
ζαχαροπλαστείο, το
to warm up
ζεσταίνω
jealous (one), the
ζηλιάρης, άρα, -άρικο
baked goods, the
ζυμαρικά, τα
force, the
ζόρι, το
the temperature will go up
η θερμοκρασία θα ανέβει
the temperature will go down
η θερμοκρασία θα πέσει
the temperature will go up to
η θερμοκρασία θα φτάσει τους…
elderly, the
ηλικιμένος, -η, -ο
sunlight, the
ηλιοφάνεια, η
calmness, the
ηρεμία, η
calory, the
θερμίδα, η
temperature, n
θερμοκρασία, η
warm
θερμός, -ή, -ό
positive
θετικός, -ή, -ό
especially
ιδίως
special (adj)
ιδιαίτερος, -η, -ο
strong (adj)
ισχυρός, -ή, -ό
(garbage) container, the
κάδος, ο
coal oven, the
κάρβουνα, τα
inhabitant, the
κάτοικος, ο/η
win, the
κέρδος, ο
danger, the
κίνδυνος, ο
to burn
καίω
quarrel, the
καβγάς, ο
sorrow, the
καημός, ο
cleanliness, the
καθαρότητα, η
sitting
καθιστικός, -ή, -ό
delay, the
καθυστέρηση, η
as of tomorrow
καθώς
as (you know)
καθώς (ξέρετε)