Adjectifs/Adverbes Flashcards
(être) prêt/e
(είμαι) ετοιμος/η/ο
préféré/e
αγαπιμένος/η/ο
également (aussi)
επίσις
seulement
μονο
ensemble
μαζί
peut-être
ίσως / μήπος (question)
exactement
ακριβώς
maintenant
τώρα
encore
ακομα
facile / difficile
ευκολος/η/ο - δυσκολος/η/ο
nouveau / vieux
νεος/α/ο - αρχαϊος/α/ο
bon / mauvais
καλος/η/ο - κακος/η/ο
important (quelqu’un)
σπουδαίος/α/ο
devant / derrière
μπρουστά στο - πισω άπο
premier/ère - dernier/ère
πρώτος/η/ο - τελευταίος/α/ο
haut / gros / âgé
μεγάλος/η/ο
petit/jeune
μικρό/ή/ό
grand / petit
ψηλός/ή/ό - κοντός/ή/ό
beau / moche
όμορφος/η/ο (ωραιος/α/ο) - άσχημος/η/ο
intelligent / stupide
έξυπνος/η/ο - ηλίθιος/α/ο
chaud/froid
ζεστός/ή/ό - κρύος/α/ο
nouveau/jeune - vieux
νέος/α/ο - παλιός/ά/ό
nouveau (chose)
καιούργιος/ια/ιο
plein / vide
γεμάτος/η/ο - άδειος/α/ο
propre/sale
καθαρός/ή/ο - βρώμικος/η/ο
rapide / lent
γρήγορος/η/ο - αργός/ή/ό
cher / bon marché
ακριβός/ή/ό - φτηνός/ή/ό
ouvert / fermé
ανοικτός/ή/ό - κλείσος/η/ο
(être) fatigué
είμαι κουρασμενος/η
(être) en forme
(είμαι) σε φόρμα
Normalement
καννονικά
Vite (adverbe)
γρήγορα
Bientôt
σύντομα
Jamais
ποτέ + δεν
Presque jamais
σχεδόν ποτέ
Rarement
Σπάνια
De temps en temps
καπού καπού
πότε πότε
καμιά φορά
μερικές φορές
Plusieurs fois
Πολλές φορές
Souvent
Συχμά
Généralement
Συνήθως
Presque toujours
Σχεδόν πάντα
Toujours
Πάντα
Sauf
Εκτός από
Tard/lentement
αργά
Tôt
νωρίς
Tranquille
ήσυχος-η-ο
Bruyant
Θόρυβος-η-ο
confortable
άνετος,η,ο
tout / rien
όλα / τίποτα (τίποτε)
quelque chose
κάτι
quelqu’un / personne
κάποιος / καμιά
tout le monde
όλοι
autant
όσο - όσες
prochain(e) / dernier (e)
επομένο (η) - περασμένο (η)
mince (la taille)
λεπτός-ή-ό
gros(se)
παχύς-ιά-ύ
gras(se)
χονδρός-ή-ό
près / loin
κοντά / μακριά
Lumineux / sombre
Φωτεινό/σκοτεινό
large
φαρδύς (masc) - φαρδιά (fém) - δαρδύ (nt)
étroit
στενός - ή - ό
(être) cassé
σπασμένος-η-ο
intéressant / ennuyant
ενδιαφέρων / βαρετός-η-ο
fatiguant
κουραστικός-η-ο
célèbre
διάφημος-η-ο
poli
ευγενικός-ή-ό
gratuit
δωρεάν
riche
πλούσιος-α-ο
pauvre
φτωχός-ή-ό
meilleur
καλύτερος-η-ο
bas
χαμηλός-ή-ό
désert (sans personne)
έρημος-η-ο
salé
αλμυρός-ή-ό
important (quelque chose)
σημαντικός-ή-ό
qui fait grossir
παχυνιτικός-ή-ό
drôle
αστείος - α- ο
triste (personne)
λυπημένος-η-ο
immédiatement
αμέσως
impossible
αδύνατον
heureusement/malheureusement
ευστυχώς/δυστυχώς
probablement
μάλλον
(Être) fâché
θυμιμένος-η-ο
Avoir peur
Είμαι φοβισμένος-η-ο
public
δημόσιος-α-ο
κρατικός-η-ο
privé
ιδιωτικός-ή-ό
surtout
εδικά
faux
πλαστός-ή-ό
obligatoire
υποχρεωτικός-ή-ό
content
χαρουμένος-η-ο
plusieurs (plethore)
πλήθος
agréable / désagréable
ευχάριστος-η-ο / δυσάρεστος-η-ο
nécessaire
απαραίτητος-η-ο
possible:
1) sans qualifier un nom
2) qualifiant un nom
1) δυνατόν
2) πιθανός-η-ο
utile / inutile
χρήσιμος-η-ο / άχρηστος-η-ο
sûr (sécurité)
ασφαλής
dangereux
επικίνδυνος-η-ο
horrible
φρικτός-η-ο
Malade
άρρωστος-η-ο
Populaire
δημοφιλής-ής-έ
interdit
απαγορευμένος-η-ο
sinon/autrement
αλλιώς
accidentellement
καταλάθος
rangé
τακτοποιημένος-η-ο
personnel / impersonnel
προσωπικός-η-ο / απρόσωπος-η-ο
patient
υπομονετικός-η-ο
Curieux
Περιεργός-ή-ό
Étrange
Παράξενος-η-ο
Différent
διαφορετικός-ή-ό
triste (quelque chose de triste)
θλιβερός-ή-ό
stressé/e
αγχωμένος-η-ο
la majorité
τς περισότερα
Curieux-se
περίεργος-η-ο
effrayant
τρομακτικός-η-ο
Stressant
αγχωτικός-η-ο
Frustrant
απογοητευτικός-η-ο
Potable
πόσιμος-η-ο
flexible
εύελικτος-η-ο
illégal
παράνομος-η-ο
légal
νόμιμος-η-ο
mignon/onne
γκλυκούλα
non-stop
συνέχεια