Workshops And Conversations Flashcards

1
Q

Συνάντηση

A

Meeting

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
2
Q

Ανταγωνισμός

A

Competition

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
3
Q

Εξέλιξη

A

Development/progress

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
4
Q

Κοινό έδαφος

A

Common ground

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
5
Q

Συμμετέχοντες

A

Participants

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
6
Q

Εργαστήριο

A

Workshop

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
7
Q

The aspiring musician

A

Ο επίδοξος μουσικός

Ίσως εννοείς τη λέξη “επίδοξος”. Η λέξη “επίδοξος” σημαίνει “φιλόδοξος” ή “αυτός που ελπίζει ή επιδιώκει να πετύχει κάτι”. Ας δούμε μερικές προτάσεις με αυτή τη λέξη:

  1. Ο επίδοξος συγγραφέας εργάζεται σκληρά για να εκδώσει το πρώτο του βιβλίο.
  2. Η επίδοξη ηθοποιός πέρασε πολλές οντισιόν πριν καταφέρει να πάρει έναν ρόλο.
  3. Ο επίδοξος επιχειρηματίας αναζητά επενδυτές για τη νέα του ιδέα.

Θες να δοκιμάσεις να φτιάξεις κι εσύ μια πρόταση με τη λέξη “επίδοξος”;

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
8
Q

Capture or represent
(Like a feeling)

A

Αποτυπώνω

Φυσικά, ας συζεύξουμε το ρήμα “αποτυπώνω”:

Ενεστώτας:
- εγώ αποτυπώνω
- εσύ αποτυπώνεις
- αυτός/αυτή/αυτό αποτυπώνει
- εμείς αποτυπώνουμε
- εσείς αποτυπώνετε
- αυτοί/αυτές/αυτά αποτυπώνουν

Αόριστος:
- εγώ αποτύπωσα
- εσύ αποτύπωσες
- αυτός/αυτή/αυτό αποτύπωσε
- εμείς αποτυπώσαμε
- εσείς αποτυπώσατε
- αυτοί/αυτές/αυτά αποτύπωσαν

Μέλλοντας:
- εγώ θα αποτυπώσω
- εσύ θα αποτυπώσεις
- αυτός/αυτή/αυτό θα αποτυπώσει
- εμείς θα αποτυπώσουμε
- εσείς θα αποτυπώσετε
- αυτοί/αυτές/αυτά θα αποτυπώσουν

Θες να δούμε κάποια συγκεκριμένη χρήση ή χρόνο;

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
9
Q

Ambitious

A

Φιλόδοξος

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
10
Q

The ambitious businessman

A

Ο φιλόδοξος επιχειρηματίας

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
11
Q

Impressive

The audience speechless
Architecture
The performance

A

Εντυπωσιακός

Καταλαβαίνω. Ας δούμε τη λέξη “εντυπωσιακός”, που σημαίνει “impressive”. Ας δούμε μερικές προτάσεις:

  1. Η παράσταση ήταν εντυπωσιακή και άφησε το κοινό άφωνο.
  2. Το νέο κτήριο έχει εντυπωσιακή αρχιτεκτονική.
  3. Το ηλιοβασίλεμα στην παραλία ήταν πραγματικά εντυπωσιακό.

Θες να δοκιμάσεις να φτιάξεις κι εσύ μια πρόταση με τη λέξη “εντυπωσιακός”;

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
12
Q

Emotions/feelings

A

Συναισθήματα

Φυσικά! Η λέξη “συναισθήματα” σημαίνει “emotions” στα αγγλικά. Ας δούμε μερικές προτάσεις:

  1. Τα συναισθήματα που ένιωσα κατά τη διάρκεια της ταινίας ήταν έντονα.
  2. Η μουσική μπορεί να προκαλέσει διάφορα συναισθήματα.
  3. Είναι σημαντικό να εκφράζουμε τα συναισθήματά μας με ειλικρίνεια.

Θες να δημιουργήσεις κι εσύ μια πρόταση με τη λέξη “συναισθήματα”;

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
13
Q

Right now, We’re getting dressed to go outside.

A

“Τώρα ντυνόμαστε για να βγούμε έξω.”

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
14
Q

We need to get dressed.

A

Πρέπει να ντυθούμε.

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
15
Q

New trend in sustainable transport

A

νέα τάση στις βιώσιμες (οικολογικές)
μεταφορές

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
16
Q

The reduction

A

Η μείωση

How well did you know this?
1
Not at all
2
3
4
5
Perfectly
17
Q

The reduction

A

Η μείωση

18
Q

To search

A

Αναζητώ

19
Q

To breathe

A

Αναπνέω

20
Q

To withstand
(I’m holding up)
(Surviving)

A

Αντέχω

21
Q

To accept

A

Αποδέχομαι

22
Q

To prove (oneself)

A

Αποδεικνύω

23
Q

To enjoy

A

Απολαμβάνω

24
Q

To fire (from a job)

A

Απολύω
Θα σε απολύσω

25
Q

To refuse

A

Αρνούμαι

26
Q

To march

A

Βαδίζω

27
Q

To baptize
(But also to christen or to name)

A

Βαφτίζω

However, we wouldn’t use this to refer to naming our kid.

Η λέξη “βαφτίζω” σημαίνει “βαπτίζω” και χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει το τελετουργικό της χριστιανικής βάπτισης. Συγκεκριμένα, αναφέρεται στην τελετή κατά την οποία κάποιος δέχεται το χριστιανικό όνομα και γίνεται μέλος της Εκκλησίας μέσω της εμβάπτισης ή ραντισμού με νερό.

Συμφραζόμενα:

1.	Θρησκευτικό Τελετουργικό:
•	Παράδειγμα: “Ο ιερέας βαφτίζει το παιδί στην εκκλησία.”
•	Σε αυτό το συμφραζόμενο, η λέξη “βαφτίζω” αναφέρεται στην τελετή της βάπτισης που πραγματοποιείται από έναν ιερέα σε μια εκκλησία.
2.	Μεταφορική Χρήση:
•	Παράδειγμα: “Ο κόσμος τον βάφτισε ‘ήρωα’ για τις γενναίες πράξεις του.”
•	Σε αυτή την περίπτωση, η λέξη “βαφτίζω” χρησιμοποιείται μεταφορικά για να δηλώσει την ονοματοδοσία κάποιου ή κάτι λόγω συγκεκριμένων χαρακτηριστικών ή πράξεων.
3.	Καθημερινή Ομιλία:
•	Παράδειγμα: “Αποφασίσαμε να βαφτίσουμε το κατοικίδιό μας ‘Φίδι’.”
•	Εδώ, η λέξη “βαφτίζω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη του να δίνεις όνομα σε ένα κατοικίδιο ή σε κάποιο αντικείμενο.

Περισσότερα Παραδείγματα:

•	“Η τελετή της βάπτισης ήταν πολύ όμορφη και συγκινητική.”
•	“Οι γονείς αποφάσισαν να βαφτίσουν το παιδί τους με το όνομα του παππού.”

Η λέξη “βαφτίζω” λοιπόν έχει κυρίως θρησκευτική σημασία, αλλά μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί μεταφορικά ή σε καθημερινή ομιλία για να δηλώσει την πράξη της ονοματοδοσίας.

28
Q

To go out

A

Βγαίνω

29
Q

To bring out
To take off
To put out
Draw meaning from

A

Βγάζω

Η λέξη “βγάζω” είναι ένα πολύπλευρο ρήμα στα ελληνικά που μπορεί να έχει πολλές διαφορετικές χρήσεις και νοήματα ανάλογα με το συμφραζόμενο. Ας δούμε μερικά παραδείγματα και συμφραζόμενα:

  1. Αφαίρεση/Απομάκρυνση:
    • Παράδειγμα: “Βγάζω τα παπούτσια μου όταν μπαίνω στο σπίτι.”
    • Σε αυτό το πλαίσιο, “βγάζω” σημαίνει να αφαιρώ κάτι από πάνω μου ή από κάποια θέση.
  2. Παραγωγή/Δημιουργία:
    • Παράδειγμα: “Η εταιρεία βγάζει νέα προϊόντα κάθε χρόνο.”
    • Εδώ, “βγάζω” σημαίνει να παράγω ή να δημιουργώ κάτι.
  3. Κέρδος/Οικονομικό Όφελος:
    • Παράδειγμα: “Από αυτή τη δουλειά, βγάζω καλά χρήματα.”
    • Σε αυτήν την περίπτωση, “βγάζω” αναφέρεται στο κέρδος ή το εισόδημα που προέρχεται από κάποια δραστηριότητα.
  4. Φωτογραφία:
    • Παράδειγμα: “Μου αρέσει να βγάζω φωτογραφίες στη φύση.”
    • Εδώ, “βγάζω” σημαίνει να τραβάω φωτογραφίες.
  5. Εξαγωγή/Εξαίρεση:
    • Παράδειγμα: “Βγάζω τον σκουπιδοτενεκέ έξω κάθε βράδυ.”
    • Σε αυτό το πλαίσιο, “βγάζω” σημαίνει να εξάγω κάτι έξω από ένα χώρο.
  6. Κατανόηση/Συμπέρασμα:
    • Παράδειγμα: “Από τα λεγόμενά του, βγάζω το συμπέρασμα ότι είναι ειλικρινής.”
    • Εδώ, “βγάζω” σημαίνει να καταλήγω σε κάποιο συμπέρασμα ή κατανόηση.
  • “Βγάζω τα γυαλιά μου πριν κοιμηθώ.”
  • “Βγάζουμε βόλτα τον σκύλο κάθε απόγευμα.”
  • “Το νέο μας προϊόν θα βγει στην αγορά τον επόμενο μήνα.”
  • “Βγάζω τα σκουπίδια έξω κάθε βράδυ.”
  • “Από τη συζήτηση, βγάζω το συμπέρασμα ότι συμφωνούμε όλοι.”

Η λέξη “βγάζω” είναι ιδιαίτερα χρήσιμη και πολυχρηστική στην καθημερινή ομιλία, καθώς μπορεί να περιγράψει πολλές διαφορετικές ενέργειες και καταστάσεις.

30
Q

To knock down or demolish

A

Γκρεμίζω

Η λέξη “γκρεμίζω” σημαίνει “κατεδαφίζω” ή “καταστρέφω” κάτι, συνήθως μια δομή ή ένα κτίριο. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη της καταστροφής ή της απομάκρυνσης μιας δομής από την αρχική της θέση. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί μεταφορικά για να δηλώσει την καταστροφή ή την κατάρρευση μιας κατάστασης ή μιας ιδέας.

  1. Κατεδάφιση Κτιρίου:
    • Παράδειγμα: “Η παλιά αποθήκη γκρεμίστηκε για να χτιστεί ένα νέο συγκρότημα κατοικιών.”
    • Εδώ, “γκρεμίζω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη της κατεδάφισης ενός κτιρίου.
  2. Κατάρρευση Κατάστασης ή Ιδέας:
    • Παράδειγμα: “Η απότομη πτώση της αγοράς γκρέμισε τα όνειρά τους για επενδύσεις.”
    • Σε αυτή την περίπτωση, “γκρεμίζω” χρησιμοποιείται μεταφορικά για να περιγράψει την καταστροφή μιας προσδοκίας ή μιας ελπίδας.
  • Φυσική Κατεδάφιση:
    • “Η παλιά γέφυρα γκρεμίστηκε από την κυβέρνηση για να κατασκευαστεί μια νέα και ασφαλέστερη.”
    • Σε αυτό το συμφραζόμενο, “γκρεμίζω” χρησιμοποιείται για να αναφέρει την κατεδάφιση μιας γέφυρας.
  • Μεταφορική Χρήση:
    • “Η αποκάλυψη της αλήθειας γκρέμισε τις ψευδαισθήσεις που είχαν για τον φίλο τους.”
    • Εδώ, “γκρεμίζω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την κατάρρευση των ψευδαισθήσεων.
  • Καταστροφή Σχεδίων:
    • “Ο σεισμός γκρέμισε τα σχέδια τους για μια ειρηνική ζωή.”
    • Σε αυτήν την πρόταση, “γκρεμίζω” χρησιμοποιείται για να δηλώσει την καταστροφή των σχεδίων και των προσδοκιών λόγω ενός φυσικού φαινομένου.

Η λέξη “γκρεμίζω” είναι πολύ χρήσιμη για να περιγράψει την καταστροφή, την κατεδάφιση ή την κατάρρευση τόσο σε κυριολεκτικό όσο και σε μεταφορικό επίπεδο.

31
Q

To lend

A

Δανείζω

32
Q

To last
To endure

A

Διαρκώ

33
Q

To have fun or to entertain

A

Διασκεδάζω

Η λέξη “διασκεδάζω” σημαίνει “to have fun” ή “to entertain” στα αγγλικά και χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη της απόλαυσης, της ψυχαγωγίας και της ευχαρίστησης.

  1. Απόλαυση/Ψυχαγωγία:
    • Παράδειγμα: “Διασκεδάζω πολύ όταν βγαίνω με τους φίλους μου.”
    • Σε αυτό το πλαίσιο, “διασκεδάζω” σημαίνει ότι απολαμβάνω τον χρόνο που περνώ με τους φίλους μου και ψυχαγωγούμαι.
  2. Διοργάνωση Ψυχαγωγικών Δραστηριοτήτων:
    • Παράδειγμα: “Διασκεδάζω τους καλεσμένους μου με παιχνίδια και μουσική.”
    • Εδώ, “διασκεδάζω” σημαίνει ότι διοργανώνω δραστηριότητες που ψυχαγωγούν άλλους ανθρώπους.
  3. Γενική Ευχαρίστηση:
    • Παράδειγμα: “Διασκεδάζω να διαβάζω βιβλία.”
    • Σε αυτή την περίπτωση, “διασκεδάζω” σημαίνει ότι βρίσκω ευχαρίστηση και χαρά στο διάβασμα.
  • Απόλαυση/Ψυχαγωγία:
    • “Πήγαμε σε ένα φεστιβάλ και διασκεδάσαμε πάρα πολύ.”
    • Εδώ, “διασκεδάζω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ευχαρίστηση και την ψυχαγωγία που προσφέρει το φεστιβάλ.
  • Διοργάνωση Ψυχαγωγικών Δραστηριοτήτων:
    • “Ο κλόουν διασκέδασε τα παιδιά με τα αστεία του.”
    • Σε αυτή την πρόταση, “διασκεδάζω” σημαίνει ότι ο κλόουν έκανε τα παιδιά να γελούν και να περνούν καλά.
  • Γενική Ευχαρίστηση:
    • “Διασκεδάζω να μαθαίνω νέα πράγματα κάθε μέρα.”
    • Εδώ, “διασκεδάζω” σημαίνει ότι βρίσκω χαρά και ενδιαφέρον στη μάθηση.

Η λέξη “διασκεδάζω” είναι πολύ χρήσιμη για να περιγράψει την πράξη της απόλαυσης και της ψυχαγωγίας, είτε για τον εαυτό μας είτε για τους άλλους.

34
Q

To corrupt
To bribe

A

Η λέξη “διαφθείρω” σημαίνει “to corrupt” ή “to bribe” στα αγγλικά και χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη της ηθικής ή υλικής διαφθοράς κάποιου ατόμου ή συστήματος.

  1. Ηθική Διαφθορά:
    • Παράδειγμα: “Η εξουσία μπορεί να διαφθείρει ακόμα και τους πιο έντιμους ανθρώπους.”
    • Σε αυτό το πλαίσιο, “διαφθείρω” σημαίνει την ηθική αλλοίωση και εκφυλισμό ενός ατόμου λόγω εξουσίας ή επιρροής.
  2. Υλική Διαφθορά/Δωροδοκία:
    • Παράδειγμα: “Ο αξιωματούχος διαφθείρεται με χρήματα για να κλείσει τα μάτια σε παράνομες δραστηριότητες.”
    • Εδώ, “διαφθείρω” σημαίνει την πράξη της δωροδοκίας, όπου κάποιος δέχεται χρήματα ή δώρα για να κάνει κάτι παράνομο ή ανήθικο.
  3. Γενική Διαφθορά:
    • Παράδειγμα: “Η συνεχής χρήση βίας διαφθείρει την κοινωνία.”
    • Σε αυτή την περίπτωση, “διαφθείρω” σημαίνει τη γενική αλλοίωση της ηθικής ή της τάξης μιας κοινωνίας ή ενός συστήματος.
  • Ηθική Διαφθορά:
    • “Η εξουσία μπορεί να διαφθείρει ακόμα και τους πιο έντιμους ανθρώπους.”
    • Εδώ, “διαφθείρω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ηθική αλλοίωση που μπορεί να προκύψει από την κατάχρηση εξουσίας.
  • Υλική Διαφθορά/Δωροδοκία:
    • “Ο αξιωματούχος διαφθείρεται με χρήματα για να κλείσει τα μάτια σε παράνομες δραστηριότητες.”
    • Σε αυτή την πρόταση, “διαφθείρω” σημαίνει την πράξη της δωροδοκίας και της παρανομίας.
  • Γενική Διαφθορά:
    • “Η συνεχής χρήση βίας διαφθείρει την κοινωνία.”
    • Εδώ, “διαφθείρω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη γενική αλλοίωση και εκφυλισμό της κοινωνίας λόγω της βίας.

Η λέξη “διαφθείρω” είναι πολύ χρήσιμη για να περιγράψει τις διάφορες μορφές διαφθοράς και ηθικής αλλοίωσης, είτε πρόκειται για άτομα, συστήματα ή κοινωνίες.

35
Q

To narrate
To tell a story
To recount

A

Διηγούμαι

Η λέξη “διηγούμαι” σημαίνει “to narrate” ή “to tell a story” στα αγγλικά και χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη της αφήγησης ή της διήγησης μιας ιστορίας ή ενός γεγονότος.

  1. Αφήγηση Ιστορίας:
    • Παράδειγμα: “Ο παππούς μου διηγείται ιστορίες από την παιδική του ηλικία.”
    • Σε αυτό το πλαίσιο, “διηγούμαι” σημαίνει την αφήγηση ιστοριών ή γεγονότων από το παρελθόν.
  2. Αναφορά Γεγονότων:
    • Παράδειγμα: “Η μαρτυρία του μάρτυρα διηγείται τα γεγονότα του ατυχήματος.”
    • Εδώ, “διηγούμαι” σημαίνει την περιγραφή και αναφορά συγκεκριμένων γεγονότων.
  3. Αφήγηση σε Γραπτό Κείμενο:
    • Παράδειγμα: “Το βιβλίο διηγείται την ιστορία ενός νεαρού αγοριού που ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο.”
    • Σε αυτή την περίπτωση, “διηγούμαι” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την αφήγηση μιας ιστορίας μέσα από γραπτό κείμενο.
  • Αφήγηση Ιστορίας:
    • “Ο παππούς μου διηγείται ιστορίες από την παιδική του ηλικία κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ.”
    • Εδώ, “διηγούμαι” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη της αφήγησης προσωπικών ιστοριών από τον παππού.
  • Αναφορά Γεγονότων:
    • “Η μαρτυρία του μάρτυρα διηγείται τα γεγονότα του ατυχήματος με ακρίβεια.”
    • Σε αυτή την πρόταση, “διηγούμαι” σημαίνει την περιγραφή των γεγονότων όπως τα είδε ο μάρτυρας.
  • Αφήγηση σε Γραπτό Κείμενο:
    • “Το βιβλίο διηγείται την ιστορία ενός νεαρού αγοριού που ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο για να βρει τον χαμένο του πατέρα.”
    • Εδώ, “διηγούμαι” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την αφήγηση της ιστορίας μέσα από το βιβλίο.

Η λέξη “διηγούμαι” είναι πολύ χρήσιμη για να περιγράψει την πράξη της αφήγησης, είτε πρόκειται για προφορική είτε για γραπτή αφήγηση, και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλά διαφορετικά πλαίσια για να δώσει έμφαση στην περιγραφή των γεγονότων ή των ιστοριών.

36
Q

To escape (from a dangerous situation or from the doldrums of everyday life)

A

Η λέξη “δραπετεύω” σημαίνει “to escape” στα αγγλικά και χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη της απόδρασης ή της διαφυγής από έναν περιορισμένο ή επικίνδυνο χώρο ή κατάσταση.

  1. Απόδραση από Φυλακή ή Περιορισμό:
    • Παράδειγμα: “Οι κρατούμενοι σχεδίασαν να δραπετεύσουν από τη φυλακή τη νύχτα.”
    • Σε αυτό το πλαίσιο, “δραπετεύω” σημαίνει την απόδραση από μια φυλακή ή έναν χώρο περιορισμού.
  2. Διαφυγή από Επικίνδυνη Κατάσταση:
    • Παράδειγμα: “Οι πολίτες δραπετεύουν από την εμπόλεμη ζώνη για να βρουν ασφάλεια.”
    • Εδώ, “δραπετεύω” σημαίνει την πράξη της διαφυγής από μια επικίνδυνη ή απειλητική κατάσταση.
  3. Απόδραση από Καθημερινή Ρουτίνα:
    • Παράδειγμα: “Αγαπώ να διαβάζω βιβλία γιατί με βοηθούν να δραπετεύω από την καθημερινότητα.”
    • Σε αυτή την περίπτωση, “δραπετεύω” χρησιμοποιείται μεταφορικά για να περιγράψει την απόδραση από την καθημερινή ρουτίνα μέσω μιας δραστηριότητας ή ενδιαφέροντος.
  • Απόδραση από Φυλακή ή Περιορισμό:
    • “Οι κρατούμενοι σχεδίασαν να δραπετεύσουν από τη φυλακή τη νύχτα.”
    • Εδώ, “δραπετεύω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την απόδραση από έναν περιορισμένο χώρο όπως μια φυλακή.
  • Διαφυγή από Επικίνδυνη Κατάσταση:
    • “Οι πολίτες δραπετεύουν από την εμπόλεμη ζώνη για να βρουν ασφάλεια.”
    • Σε αυτή την πρόταση, “δραπετεύω” σημαίνει την πράξη της διαφυγής από μια επικίνδυνη κατάσταση όπως μια εμπόλεμη ζώνη.
  • Απόδραση από Καθημερινή Ρουτίνα:
    • “Αγαπώ να διαβάζω βιβλία γιατί με βοηθούν να δραπετεύω από την καθημερινότητα.”
    • Εδώ, “δραπετεύω” χρησιμοποιείται μεταφορικά για να περιγράψει την απόδραση από την καθημερινή ρουτίνα μέσω της ανάγνωσης.

Η λέξη “δραπετεύω” είναι πολύ χρήσιμη για να περιγράψει διάφορες μορφές απόδρασης ή διαφυγής, είτε πρόκειται για φυσική απόδραση από έναν περιορισμένο χώρο, διαφυγή από μια επικίνδυνη κατάσταση, είτε για μεταφορική απόδραση από την καθημερινότητα.

37
Q

To examine or to inspect
(Also refers to exams)

A

Η λέξη “εξετάζω” σημαίνει “to examine” ή “to inspect” στα αγγλικά και χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη της προσεκτικής παρατήρησης, της αξιολόγησης ή της ανάλυσης ενός αντικειμένου, μιας κατάστασης ή ενός ατόμου.

  1. Ιατρική Εξέταση:
    • Παράδειγμα: “Ο γιατρός εξετάζει τον ασθενή για να βρει την αιτία των συμπτωμάτων του.”
    • Σε αυτό το πλαίσιο, “εξετάζω” σημαίνει την προσεκτική παρατήρηση και ανάλυση της κατάστασης της υγείας ενός ασθενούς από έναν γιατρό.
  2. Εκπαιδευτική Εξέταση:
    • Παράδειγμα: “Οι μαθητές θα εξεταστούν στα μαθηματικά την επόμενη εβδομάδα.”
    • Εδώ, “εξετάζω” σημαίνει τη διαδικασία αξιολόγησης των γνώσεων ή δεξιοτήτων των μαθητών μέσω ενός τεστ ή μιας εξέτασης.
  3. Προσεκτική Παρατήρηση ή Ανάλυση:
    • Παράδειγμα: “Οι επιστήμονες εξετάζουν τα δείγματα στο εργαστήριο.”
    • Σε αυτή την περίπτωση, “εξετάζω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την προσεκτική παρατήρηση και ανάλυση δειγμάτων ή δεδομένων από επιστήμονες.
  4. Αξιολόγηση Κατάστασης:
    • Παράδειγμα: “Η επιτροπή εξετάζει τις προτάσεις για τη νέα πολιτική.”
    • Εδώ, “εξετάζω” σημαίνει την προσεκτική αξιολόγηση και ανάλυση των προτάσεων από μια επιτροπή.
  • Ιατρική Εξέταση:
    • “Ο γιατρός εξετάζει τον ασθενή για να βρει την αιτία των συμπτωμάτων του.”
    • Εδώ, “εξετάζω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την προσεκτική παρατήρηση της κατάστασης της υγείας από τον γιατρό.
  • Εκπαιδευτική Εξέταση:
    • “Οι μαθητές θα εξεταστούν στα μαθηματικά την επόμενη εβδομάδα.”
    • Σε αυτή την πρόταση, “εξετάζω” σημαίνει την αξιολόγηση των γνώσεων των μαθητών μέσω μιας εξέτασης.
  • Προσεκτική Παρατήρηση ή Ανάλυση:
    • “Οι επιστήμονες εξετάζουν τα δείγματα στο εργαστήριο.”
    • Εδώ, “εξετάζω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την προσεκτική ανάλυση δειγμάτων από επιστήμονες.
  • Αξιολόγηση Κατάστασης:
    • “Η επιτροπή εξετάζει τις προτάσεις για τη νέα πολιτική.”
    • Σε αυτή την πρόταση, “εξετάζω” σημαίνει την προσεκτική αξιολόγηση των προτάσεων από την επιτροπή.

Η λέξη “εξετάζω” είναι πολύ χρήσιμη για να περιγράψει διάφορες μορφές προσεκτικής παρατήρησης, ανάλυσης και αξιολόγησης σε διάφορα πλαίσια, από την ιατρική και την εκπαίδευση μέχρι την επιστημονική έρευνα και την αξιολόγηση πολιτικών ή προτάσεων.

38
Q

To encourage

A

Ενθαρρύνω

Η λέξη “ενθαρρύνω” σημαίνει “to encourage” στα αγγλικά και χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη της ενίσχυσης της αυτοπεποίθησης, της στήριξης ή της παρότρυνσης κάποιου ατόμου να συνεχίσει μια προσπάθεια ή να προσπαθήσει κάτι νέο.

  1. Παρότρυνση και Στήριξη:
    • Παράδειγμα: “Οι γονείς ενθαρρύνουν τα παιδιά τους να επιδιώκουν τα όνειρά τους.”
    • Σε αυτό το πλαίσιο, “ενθαρρύνω” σημαίνει να στηρίζω και να ενθαρρύνω κάποιον να ακολουθήσει τα όνειρα και τους στόχους του.
  2. Αύξηση Αυτοπεποίθησης:
    • Παράδειγμα: “Ο δάσκαλος ενθαρρύνει τους μαθητές να συμμετέχουν στην τάξη.”
    • Εδώ, “ενθαρρύνω” σημαίνει να ενισχύω την αυτοπεποίθηση κάποιου για να συμμετέχει και να προσπαθεί περισσότερο.
  3. Κίνητρο και Προτροπή:
    • Παράδειγμα: “Ο προπονητής ενθαρρύνει την ομάδα του να δώσει τον καλύτερο εαυτό της στον αγώνα.”
    • Σε αυτή την περίπτωση, “ενθαρρύνω” σημαίνει να δίνω κίνητρο και να προτρέπω κάποιον να προσπαθήσει περισσότερο και να επιτύχει.
  • Παρότρυνση και Στήριξη:
    • “Οι γονείς ενθαρρύνουν τα παιδιά τους να επιδιώκουν τα όνειρά τους.”
    • Εδώ, “ενθαρρύνω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την στήριξη και παρότρυνση των παιδιών από τους γονείς.
  • Αύξηση Αυτοπεποίθησης:
    • “Ο δάσκαλος ενθαρρύνει τους μαθητές να συμμετέχουν στην τάξη και να εκφράζουν τις απόψεις τους.”
    • Σε αυτή την πρόταση, “ενθαρρύνω” σημαίνει την ενίσχυση της αυτοπεποίθησης των μαθητών από τον δάσκαλο.
  • Κίνητρο και Προτροπή:
    • “Ο προπονητής ενθαρρύνει την ομάδα του να δώσει τον καλύτερο εαυτό της στον αγώνα.”
    • Εδώ, “ενθαρρύνω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την προτροπή και το κίνητρο που δίνει ο προπονητής στην ομάδα του.

Η λέξη “ενθαρρύνω” είναι πολύ χρήσιμη για να περιγράψει την πράξη της στήριξης, της παρότρυνσης και της ενίσχυσης της αυτοπεποίθησης κάποιου, είτε πρόκειται για προσωπικό είτε για επαγγελματικό πλαίσιο.

39
Q

To unite or to join

A

Η λέξη “ενώνω” σημαίνει “to unite” ή “to join” στα αγγλικά και χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη της σύνδεσης ή της ένωσης δύο ή περισσότερων πραγμάτων, ατόμων ή ιδεών.

  1. Φυσική Σύνδεση:
    • Παράδειγμα: “Ο τεχνικός ενώνει τα καλώδια για να λειτουργήσει η συσκευή.”
    • Σε αυτό το πλαίσιο, “ενώνω” σημαίνει την φυσική σύνδεση δύο ή περισσότερων αντικειμένων.
  2. Κοινωνική ή Ομαδική Ένωση:
    • Παράδειγμα: “Οι εθελοντές ενώθηκαν για να καθαρίσουν το πάρκο.”
    • Εδώ, “ενώνω” σημαίνει την συνένωση ατόμων για έναν κοινό σκοπό ή δράση.
  3. Συμβολική ή Ιδεολογική Ένωση:
    • Παράδειγμα: “Η ειρήνη ενώνει τους λαούς όλου του κόσμου.”
    • Σε αυτή την περίπτωση, “ενώνω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ένωση ιδεών, λαών ή ιδεολογιών.
  • Φυσική Σύνδεση:
    • “Ο τεχνικός ενώνει τα καλώδια για να λειτουργήσει η συσκευή.”
    • Εδώ, “ενώνω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη της φυσικής σύνδεσης των καλωδίων από τον τεχνικό.
  • Κοινωνική ή Ομαδική Ένωση:
    • “Οι εθελοντές ενώθηκαν για να καθαρίσουν το πάρκο.”
    • Σε αυτή την πρόταση, “ενώνω” σημαίνει την συνένωση των εθελοντών για έναν κοινό σκοπό.
  • Συμβολική ή Ιδεολογική Ένωση:
    • “Η ειρήνη ενώνει τους λαούς όλου του κόσμου.”
    • Εδώ, “ενώνω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ένωση των λαών μέσω της ειρήνης.

Η λέξη “ενώνω” είναι πολύ χρήσιμη για να περιγράψει διάφορες μορφές σύνδεσης ή ένωσης, είτε πρόκειται για φυσική σύνδεση αντικειμένων, κοινωνική συνένωση ατόμων, είτε για συμβολική ένωση ιδεών ή λαών.

40
Q

To chat

A

Η λέξη “κουβεντιάζω” σημαίνει “to chat” ή “to talk” στα αγγλικά και χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη της ανεπίσημης συζήτησης ή της ομιλίας μεταξύ δύο ή περισσότερων ατόμων.

  1. Φιλική Συζήτηση:
    • Παράδειγμα: “Κάθε απόγευμα κουβεντιάζουμε με τους γείτονες στον κήπο.”
    • Σε αυτό το πλαίσιο, “κουβεντιάζω” σημαίνει την ανεπίσημη και φιλική συζήτηση μεταξύ φίλων ή γειτόνων.
  2. Ελαφριά Συζήτηση:
    • Παράδειγμα: “Κουβεντιάζουμε για τον καιρό και τις τελευταίες ειδήσεις.”
    • Εδώ, “κουβεντιάζω” σημαίνει την συζήτηση για ελαφριά θέματα όπως ο καιρός ή οι ειδήσεις.
  3. Ανταλλαγή Ιδεών ή Πληροφοριών:
    • Παράδειγμα: “Οι συνάδελφοι κουβεντιάζουν για το νέο πρότζεκτ στο γραφείο.”
    • Σε αυτή την περίπτωση, “κουβεντιάζω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ανταλλαγή ιδεών ή πληροφοριών μεταξύ συναδέλφων.
  • Φιλική Συζήτηση:
    • “Κάθε απόγευμα κουβεντιάζουμε με τους γείτονες στον κήπο.”
    • Εδώ, “κουβεντιάζω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την φιλική συζήτηση μεταξύ γειτόνων.
  • Ελαφριά Συζήτηση:
    • “Κουβεντιάζουμε για τον καιρό και τις τελευταίες ειδήσεις.”
    • Σε αυτή την πρόταση, “κουβεντιάζω” σημαίνει την συζήτηση για ελαφριά θέματα.
  • Ανταλλαγή Ιδεών ή Πληροφοριών:
    • “Οι συνάδελφοι κουβεντιάζουν για το νέο πρότζεκτ στο γραφείο.”
    • Εδώ, “κουβεντιάζω” χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ανταλλαγή ιδεών ή πληροφοριών μεταξύ συναδέλφων.

Η λέξη “κουβεντιάζω” είναι πολύ χρήσιμη για να περιγράψει την ανεπίσημη συζήτηση ή την ελαφριά ομιλία μεταξύ ατόμων, είτε πρόκειται για φιλικές συζητήσεις, είτε για ανταλλαγή πληροφοριών και ιδεών.

41
Q

The Setup

A

Εγκατάσταση (του εξοπλισμού)