UNIT 4 Flashcards
1
Q
swarm
A
σμηνος
2
Q
predator
A
αρπακτικο
3
Q
nocturnal
A
νυχτοβιο
4
Q
offspring
A
απογονος
5
Q
pollen
A
γυρη
6
Q
fall prey to
A
πεφτω θυμα
7
Q
prevalent
A
κοινος, διαδεδομένος
8
Q
plummet
A
πεφτω κατακορυφα
9
Q
drain
A
στραγγιζω
10
Q
residue
A
καταλοιπο,
11
Q
feat
A
κατορθωμα
12
Q
conspicuous
A
εμφανης
13
Q
sheer
A
αποκρημνος
14
Q
slope
A
πλαγια
15
Q
dense
A
πυκνος
16
Q
intense
A
εντονος
17
Q
give off
A
εκπεμπω
18
Q
hand down
A
κληροδοτω
19
Q
implement
A
εφαρμοζω, θετω σε ισχυ
20
Q
renowned
A
περιβοητος, ονομαστος
21
Q
sleek
A
λειος, στιλπνος
22
Q
rigid
A
ακαμπτος
23
Q
interlinked
A
συνδεδεμενος
24
Q
flesh
A
σαρκα
25
invertebrate
ασπονδυλο ζωο
26
segmented
τεμαχισμενος
27
gnaw
τρωω, ροκανιζω
28
herbivore
φυτοφαγο ζωο
29
reptile
ερπετο
30
omnivore
παμφαγο
31
carnivore
σαρκοφαγο ζωο
32
rodent
τρωκτικο
33
primate
πρωτευον θηλαστικο
34
moist
υγρος
35
tight
στενος, σφιχτος
36
soothe
μαλακωνω
37
encase
περικλειω σε θηκη συνηθως για προστασια
38
entrap
παγιδευω
39
envision
οραματιζομαι
40
conceive
συλλαμβανω μια ιδεα
41
nutrition
διατροφη
42
malnutrition
υποσιτισμος
43
scarcity
σπανιοτητα
44
soil
εδαφος, χωμα
45
consult
συμβουλευω, συμβουλευομαι
46
device
εξαρτημα, κομματι εξοπλισμου
47
remedy
θεραπεια
48
composition
συνθεση
49
berry
μουρο
50
pesticide
παρασιτοκτονο, γεωργικο φαρμακο που σκοτωνει τα παρασιτα
51
renovation
ανακαινιση
52
vegetation
βλαστηση
53
food chain
τροφικη αλυσιδα
54
wholeheartedly
ολοψυχα, με ενθουσιασμο
55
indigenous
ιθαγενης, ντοπιος
56
intimidate
φοβιζω απειλω
57
purely
εντελως
58
municipality
δημος , περιφερεια
59
intercept
σταματω καποιον η κατι πριν φτασει στον προορισμο του, αναχαιτιζω
60
airborne
μεταφερομενος με τον αερα
61
particle
κοκκος, μοριο
62
fall into disrepair
γινεται σαραβαλο, δεν μπορει να επισκευαστει
63
give off
εκπεμπω
64
hand down
κληροδοτω
65
implement
εφαρμοζω, θετω σε ισχυ
66
renowned
περιβοητος, ονομαστος
67
sleek
λειος, στιλπνος
68
rigid
ακαμπτος
69
interlinked
συνδεδεμενος
70
flesh
σαρκα
71
invertebrate
ασπονδυλο ζωο
72
segmented
τεμαχισμενος
73
gnaw
τρωω, ροκανιζω
74
herbivore
φυτοφαγο ζωο
75
reptile
ερπετο
76
omnivore
παμφαγο
77
carnivore
σαρκοφαγο ζωο
78
rodent
τρωκτικο
79
primate
πρωτευον θηλαστικο
80
moist
υγρος
81
tight
στενος, σφιχτος
82
soothe
μαλακωνω
83
encase
περικλειω σε θηκη συνηθως για προστασια
84
entrap
παγιδευω
85
envision
οραματιζομαι
86
conceive
συλλαμβανω μια ιδεα
87
nutrition
διατροφη
88
malnutrition
υποσιτισμος
89
scarcity
σπανιοτητα
90
soil
εδαφος, χωμα
91
consult
συμβουλευω, συμβουλευομαι
92
device
εξαρτημα, κομματι εξοπλισμου
93
remedy
θεραπεια
94
composition
συνθεση
95
berry
μουρο
96
pesticide
παρασιτοκτονο, γεωργικο φαρμακο που σκοτωνει τα παρασιτα
97
renovation
ανακαινιση
98
vegetation
βλαστηση
99
food chain
τροφικη αλυσιδα
100
wholeheartedly
ολοψυχα, με ενθουσιασμο
101
indigenous
ιθαγενης, ντοπιος
102
intimidate
φοβιζω απειλω
103
purely
εντελως
104
municipality
δημος , περιφερεια
105
intercept
σταματω καποιον η κατι πριν φτασει στον προορισμο του, αναχαιτιζω
106
airborne
μεταφερομενος με τον αερα
107
particle
κοκκος, μοριο
108
fall into disrepair
γινεται σαραβαλο, δεν μπορει να επισκευαστει