paradigmi Flashcards
αγγέλλω
αγγελώ, ήγγειλα, ήγγελκα, ήγγελμαι, ηγγέλθην, annunciare
άγω
άξω, ήγαγον, ήχα, ήγμαι, ήχθην, condurre
αιρέω
αιρήσω, είλον, ήρηκα, ήρημαι, ηρέθην, prendere
αίρω
αρώ, ήρα, ήρκα, ήρμαι, ήρθην, sollevare
αισθάνομαι
αισθήσομαι, ησθόμην, / , ήσθημαι, / , percepire
ακούω
ακούσομαι, ήκουσα, ακήκοα, ήκουσμαι, ηκούσθην, sentire
αλίσκομαι
αλώσομαι, εάλων|ήλων, εάλοκα, / , / , essere preso
αμαρτάνω
αμαρτήσομαι, ήμαρτον, ημάρτηκα, ημάρτημαι, ημαρτήθην, sbagliare
αναλίσκω
αναλώσω, ανήλωσα, ανήλωκα, ανήλωμαι, ανηλώθην, spendere
άρχω
άρξω, ήρξα, ήρχα, ήργμαι, ήρχθην, iniziare
αυξάνω
αυξήσω, ηύξησα, ηύξεκα, ηύξημαι, ηυξήθην, accrescere
αφικνέομαι
αφίξομαι, αφικόμην, / , αφίγμαι, / , giungere
βαίνω
βήσομαι, έβησα|έβην, βέβηκα, / , / , andare
βάλλω
βαλώ, έβαλον, βέβληκα, βέβλημαι, εβλήθην, gettare
βούλομαι
βουλήσομαι, / , / , βεβούλημαι, εβουλήθην, volere
γαμέω
γαμώ|γαμήσω, εγάμησα, γεγάμηκα, γεγάμημαι, εγαμήθην, sposare
γηράσκω
γηράσω, εγήρασα, γεγήρακα, / , / , invecchiare
γίγνομαι
γενήσομαι, εγενόμην, γέγονα, γεγένημαι, εγενήθην, essere|nascere|diventare
γιγνώσκω
γνώσομαι, έγνων, έγνωκα, έγνωσμαι, εγνώσθην, conoscere
γράφω
γράψω, έγραψα, γέγραφα, γέγραμμαι, εγράφθην|εγράφην, scrivere
δάκνω
δήξομαι, έδακον, δέδηχα, δέδηγμαι, εδήχθην, mordere
δείδω
δείσω, έδεισα, δέδοικα, / , / , temere
δείκνυμι
δείξω, έδειξα, δέδειχα, δέδειγμαι, εδείχθην, mostrare
δέχομαι
δέξομαι, εδεξάμην, / , δέδεγμαι, εδέχθην, accettare
δέω
δήσω, έδησα, δέδεκα, δέδεμαι, εδέθην, legare
δέω|δέομαι
δεήσω, εδέησα, δεδέηκα, δεδέημαι, εδεήθην, bisognare|chiedere
διδάσκω
διδάξω, εδίδαξα, δεδίδαχα, δεδίδαγμαι, εδιδάχθην, insegnare
δίδωμι
δώσω, έδοκα, δέδωκα, δέδομαι, εδόθην, dare
δοκέω
δόξω|δοκήσω, έδοξα|εδόκησα, δεδόκηκα, δέδογμαι, εδόχθην, sembrare
εάω
εάσω, είασα, είακα, είαμαι, ειάθην, permettere
εγείρω
εγερώ, ήγειρα, εγήγερκα|εγρήγορα, εγήγερμαι, ηγέρθην, svegliare
εθέλω
(ε)θελήσω, εθέλησα, ηθέληκα|τεθέληκα, / , / , volere
εθίζω
εθίσω, είθισα, είθικα, είθισμαι, ειθίσθην, abituarsi
ελπίζω
ελπίσω, ήλπισα, ήλπικα, ήλπισμαι, ηλπίσθην, sperare
έπομαι
έψομαι, εσπόμην, / , / , / , seguire
εργάζομαι
εργάσομαι, ειργασάμην, / , είργασμαι, ειργάσθην, lavorare
έρχομαι
ελεύσομαι, ήλθον, ελήλυθα, / , / , andare
εσθίω
έδομαι, έφαγον, εδήδοκα, εδήδε(σ)μαι, ηδέσθην, mangiare
ευρίσκω
ευρήσω, εύρον, ηύρηκα|εύρηκα, ηύρημαι|εύρημαι, ευρέθην, trovare
έχω
έξω|σχήσω, έσχον, έσχηκα, έσχημαι, εσχέθην, avere
ζεύγνυμι
ζεύξω, έζευξα, / , έζευγμαι, εζεύχθην|εζύγην, aggiogare
ηγέομαι
ηγήσομαι, ηγησάμην, / , ήγημαι, ηγήθην, conduco|penso
θάπτω
θάψω, έθαψα, / , τέθαμμαι, εθάφθην|ετάφην, seppellire
θνήσκω
θανούμαι, έθανον, τέθνηκα, / , / , morire
ίημι
ήσω, ήκα, είκα, είμαι, είθην, inviare
ίστημι
στήσω, έστησα|έστην, έστηκα, έσταμαι, εστάθην, collocare
καλέω
καλέσω, εκάλεσα, κέκληκα, κέκλημαι, εκλήθην, chiamare
κάμνω
καμούμαι, έκαμον, κέκμηκα, / , / , stancarsi
κελεύω
κελεύσω, εκέλευσα, κεκέλευκα, κεκέλευσμαι, εκελεύσθην, ordinare
κλαίω
κλαύσομαι|κλαυσούμαι, έκλαυσα, / , κέκλαυ(σ)μαι, εκλαύσθην, piangere
κλέπτω
κλέψω, έκλεψα, κέκλοφα, κέκλεμμαι, εκλέφθην|εκλάπην, rubare
κλίνω
κλινώ, έκλινα, κέκλικα, κέκλιμαι, εκλίθην|εκλίνην, piegare
κρίνω
κρινώ, έκρινα, κέκρικα, κέκριμαι, εκρίθην, giudicare
κρύπτω
κρύψω, έκρυψα, κέκρυφα, κέκρυμμαι, εκρύφθην|εκρύβην, nascondere
κτείνω
κτενώ, έκτανον, έκτονα, έκταμαι, / , uccidere
λαγχάνω
λήξομαι, έλαχον, είληχα, είληγμαι, ελήχθην, ottenere in sorte
λαμβάνω
λήψομαι, έλαβον, είληφα, είλημμαι, ελήφθην, prendere
λανθάνω
λήσω, έλαθον, λέληθα, λέλησμαι, / , nascondersi
λέγω
ερώ, είπον, είρηκα, είρημαι, ελέχθην|ελέγην|ερρήθην, dire
λείπω
λείψω, έλιπον, λέλοιπα, λέλειμμαι, ελείφθην, lasciare
μανθάνω
μαθήσομαι, έμαθον, μεμάθηκα, μεμάθημαι, / , imparare
μάχομαι
μαχήσομαι|μαχούμαι, εμαχεσάμην, / , μεμάχημαι, / , combattere
μείγνυμι
μ(ε)ίξω, έμειξα, μέμειχα, μέμιγμαι, εμ(ε)ίχθην|εμίγην, mescolare
μέλλω
μελλήσω, εμέλλησα, / , / , / , stare per
μιμνήσκω
μνήσω, έμνησα, / , μέμνημαι, εμνήσθην, ricordare
νομίζω
νομίσω, ενόμισα, νενόμικα, νενόμισμαι, ενομίσθην, credere
οίχομαι
οιχήσομαι, / , ώχηκα|ώχωκα, ώχημαι, / , andarsene
όλλυμι
ολέσω|ολώ, ώλεσα|ωλόμην, ολώληκα|όλωλα, / , / , distruggere
οράω
όψομαι, είδον, εώρακα|όπωπα|οίδα, εώραμαι, ώφθην, vedere
οφείλω
οφελήσω, ώφελον, ωφείληκα, / , / , essere debitore
οφλισκάνω
οφλήσω, ώφλησα, ώφληκα, / , / , essere debitore
πάσχω
πείσομαι, έπαθον, πέπονθα, / , / , soffrire
πείθω
πείσω, έπεισα, πέπεικα|πέποιθα, πέπεισμαι, επείσθην, convincere
πέτομαι
πετήσομαι|πτήσομαι, επτόμην|έπτην, / , / , / , volare
πίνω
πίομαι, έπιον, πέπωκα, / , επόθην, bere
πλέω
πλεύσομαι|πλευσούμαι, έπλευσα, πέπλευκα, πέπλευσμαι, επλεύσθην, navigare
πνέω
πνεύσομαι|πνευσούμαι, έπνευσα, πέπνευκα, πέπνυμαι, επνεύσθην, soffiare
πράσσω
πράξω, έπραξα, πέπραγα|πέπραχα, πέπραγμαι, επράχθην|επράγην, fare
πυνθάνομαι
πεύσομαι, επυθόμην, / , πέπυσμαι, / , informarsi
ρέω
ρεύσομαι|ρευσούμαι, έρρευσα, ερρύηκα, / , ερρύην, scorrere
ρίπτω
ρίψω, έρριψα, έρριφα, έρριμμαι, ερρίφθην|ερρίφην, gettare
σημαίνω
σημανώ, εσήμηνα, σεσήμαγκα, σεσήμασμαι, εσημάνθην, segnalare
σπένδω
σπείσω, έσπεισα, έσπεικα, έσπευσμαι, εσπείσθην, libare
στέλλω
στελώ, έστειλα, έσταλκα, έσταλμαι, εστάλθην|εστάλην, mandare
στρέφω
στρέψω, έστρεψα, έστροφα, έστραμμαι, εστρέφθην|εστράφην, volgere
σώζω
σώσω, έσωσα, σέσωκα, σέσω(σ)μαι, εσώθην, salvare
ταράσσω
ταράξω, ετάραξα, τετάραχα, τετάραγμαι, εταράχθην, sconvolgere
τάσσω
τάξω, έταξα, τέταχα, τέταγμαι, ετάχθην|ετάγην, ordinare
τείνω
τενώ, έτεινα, τέτακα, τέταμαι, ετάθην, tendere
τέμνω
τεμώ, έταμον, τέτμηκα, τέτμημαι, ετμήθην, tagliare
τίθημι
θήσω, έθηκα, τέθηκα, τέθειμαι, ετέθην, porre
τίκτω
τέξομαι, έτεκον, τέτοκα, τέτεγμαι, ετέχθην, generare
τίνω
τίσω, έτισα, τέτεικα, τέτισμαι, ετ(ε)ίσθην, pagare
τρέπω
τρέψω, έτρεψα, τέτροφα, τέτραμμαι, ετρέφθην|ετράπην, volgere
τρέφω
θρέψω, έθρεψα, τέτροφα, τέθραμμαι, εθρέφθην, nutrire
τρέχω
δραμούμαι, έδραμον, δεδράμηκα, / , / , correre
τυγχάνω
τεύξομαι, έτυχον, τετύχηκα, / , / , ottenere in sorte
υπισχνέομαι
υποσχήσομαι, υπεσχóμην, / , υπέσχημαι, / , promettere
φαίνω
φανώ, έφηνα, πέφαγκα|πέφηνα, πέφασμαι, εφάνθην|εφάνην, mostrare
φέρω
οίσω, ήνεγκον, ενήνοχα, ενήνεγμαι, ηγέχθην, portare
φεύγω
φεύξομαι|φευξούμαι, έφυγον, πέφευγα, / , / , fuggire
φθάνω
φθήσομαι, έφθασα|έφθην, έφθακα, / , / , prevenire
φθείρω
φθερώ, έφθειρα, έφθαρκα, έφθαρμαι, εφθάρην, distruggere
φυλάσσω
φυλάξω, εφύλαξα, πεφύλαχα, πεφύλαγμαι, εφυλάχθην, custodire
φύω
φύσω, έφυσα|έφυν, πέφυκα, / , / , generare
χαίρω
χαρήσω, εχαίρησα, κεχάρηκα, κεχάρημαι, εχάρην, godere
χέω
χέω, έχεα, κέχυκα, κέχυμαι, εχύθην, versare
ψεύδω
ψεύσω, έψευσα, έψευκα, έψευσμαι, εψεύσθην, mentire
ωθέω
ώσω, έωσα, / , έωσμαι, εώσθην, spingere
πίπτω
πεσούμαι, έπεσον, πέπτωκα, / , / , cadere