Modern Greek Vocab Flashcards
the valley
η κοιλάδα
famous
διάσημος
the bull fighter
ο ταυρομάχος
the bullfight
η ταυρομαχία
exceptional (excellent unusual)
εξαιρετικός
the spelling
η ορθογραφία
to fight
πιάνομαι στα χέρια
to tell on (to intend, split)
μαντατεύω
the foam (cream)
ο αφρός
the half term
το ημιχρόνιο
admin (bureaucratic)
γραφειοκρατικός
to annoy (exasperate)
εκνευρίζω
wet
βρεγμένος
superior (excellent)
υπέροχος
active (effective)
ενεργός
the sales (as in January Sales)
οι εκπτώσεις
the cleaning fluid
το καθαριστικό
the nappy
η πάνα
το condition, disentangle
ξεμπερδεύω
cracked
ραγιασμένος
to creak
τρίζω
the jackels
τα τσακάλια
to howl
ουρλιάζω
hostile
εχθρικός
horrible
απαίσιος
untidy
ακατάστατος
tasteless (unseasoned, dull)
άνοστος
dull
μουντός
the mermaid
η γοργόνα
she surprised him
του έκανε έκπληξη
generous
γενναιόδωρος
incurable
ανίατος
To roughen (to turn nasty, to get angry)
αγριεύω
really (exactly)
καθαντό
to guard (protect)
φυλάγω
low ceilinged
χαμηλοτάβανος
helpful, (convenient. useful)
εξυπηρετικός
the place (part)
το μέρος
well cared for
περιποιημένος
to match (to pair, equal)
ταιριάζω
it’s not fitting (proper)
δεν ταιριάζει
indignant
αγαναχτισμένος
smiling
γελαστός
continuous future tense
συνεχής μέλλοντας
the imperative (case)
η προστακτική (γρ)
light (bright, clear)
φωτεινός
the hearth (home, fireplace, furnace, kiln, focus, centre)
η εστία
we enjoyed ourselves
έγινε πλάκα
the space
το κενό
eternal
αιώνιος
to erect (to stand up prick up put up)
στήνω
deserted
ερημική
the swimsuit
το μαγιό
the belt, (strip, band, lane as in a lane on a motorway)
η λωρίδα
the marsh, (bog, fen)
ο βάλτος
the old shoes
τα παλιοπάπουτσα
interesting
ενδιαφέρων
tidy (person)
νοικοκυρεμένος
perfect
τέλειος
ugly
άσχημος
overwhelming, (crushing, oppressive, gloomy)
καταθλιπτικός
unimportant (obscure)
άσημος
neglected, (untidy)
απεριποίητος
faulty
ελατωματικός
the satchel
η σάκα
the cherry (sour cherry)
το βύσσινο
the velvet
το βελούδο
manly, (brave)
ανδρειωμένος
to spend the summer
παραθερίζω
the girlfriend, (mistress)
η φιλενάδα
smiling
χαμογελαστός
the beater, (pestle)
το κόπανο
the gold
η χρυσή
the frame
η κορνίζα
the portrait
το κάδρα
stuffed
ταριχεμέννος
the wildcat, the tiger
το καπλάνι, η τίγρη
I am cold
έχω πούντα
to become friends again
ξαναμονοιάζω
too expensive, (not for our purpose)
δεω είναι για το βαλάντιο μας
mass media
μέσα μαζικής, ενημέρωσης
the internet
το διαδίκτιο
Written
γραπτός
fixed
καρφωτό
to gesture, (signal, nod)
γνεύω, γνέφω, νεύω
the fly
η μύγα
the mussel
το μύδι
the fools
οι χαζοί
the hillside
η πλαγιά
to scratch
γρατσουνίζω
the scratch
το γρατσούνισμα
the ravine
το λαγκάδα
the bush
ο θάμνος
the wastepaper basket
το καλάθι αχρήστων
the food
τα φαγώσιμα
the pot hole, (cavity, hollow, pit)
η γούβα
to shape, (mould, form)
σχηματίζω
to perform, (portray, represent, pretend to be)
παριστάνω
the affectation, (mannerism)
το νάζι
once in a blue moon
στη χάση και στη φέξη
exactly the same
ολοίδιος
to grunt, (squeak)
γρυλλίζω
to turn to stone
μαρμαρώνω
to come to an aggreement
συνεννοούμαι
swear (an oath) (imperative)
ορκιστείτε
on our honour
λόγω τιμής
(out of the way, apart,) aside
παράμερα
the belly
η κοιλιά
the musician
ο μουσικός
to cure, (heal)
γιατρεύω
to be cured
γιατρεύομαι
stuffed (animals) (embalmed)
βαλσαμωμένος
rubbish (talk)
σαχλαμάρες
the globe (geographic)
η υδρόγειος
self taught
διδαχθείσες κατ’οίκον
outdoor
υπαίθριος
(country,) rural
εξοχικός
the countryside
η εξοχή
to grow, (propagate, sow)
σπείρω, σπέρνω
the calico
το τσίτι
to coax, (treat gently)
καλοπιάνω
as though
σαματίς, σάμπως
the lid, (cover, cap of a pen)
το καπάκι
the bottom, (sole, floor)
o πάτος
in the middle
καταμεσίς
we’ll certainly go
και θα παραπάμε
to worship, (kneel, genuflect, adore)
προσκυνώ
to pull (drag)
σέρνω
the straw bag (or basket)
το τεμπίλι
to descend, (go down hill)
κατηφορίζω
(the grace, affectation,) flirtation, playfulness
τo σκέρτσα
proud (swanky, strutting, swaggering)
κορδωμένος, κορδωτός
to become ‘unsad’, (to get over it)
ξελυπώ (Θα ξελυπηθείς)
the longing, (yearning)
η λαχτάρα
my stomach is rumbling
η κοιλιά μου παίζει ταμπουρά
they didn’t need a lot of asking
δεν ήθελαν και πολλά παρακάλια
the (large, shallow) baking dish
το ταψί
to dare
τολμώ
the spiral staircase
η στριφογυριστή σκαλίτσα
timidly, (faintheartedly)
δειλός
wide open
διάπλατος
the crutch
το δεκανίκι
the dash rush motivation
η ορμή
to (put on oath,) swear
ορκίζω
the knot
ο φιόγκος
the steering wheel, (flounce)
το βολάν
to thrust, (force, bury, hide)
χώνω
the accent system
το πολυτονικό, μονοτονικό σύστημα
mockingly
κοροϊδευτικά
the rosewater
το τριανταφυλλόνερο
the rose
το τριαντάφυλλο
the rosemary
το δεντρολίβανο
the Geranium
το γεράνι
to bring to life
ανασταίνω
the eyesight
η όραση
the hearing
η ακούη
unwilling
απρόθυμος
the warp (as in warp and weft)
το στημόνι
the apple blossom
η μηλέα
the plants, (veg)
τα φυτά
the pear blossom
η αχλαδέα
to (reside,) stay
διαμένω
the journalism
η δημοσιογραφία
to confide, (trust, accredit)
διαπιστεύομαι
devoted
αφοσιωμένος
to keep company
κρατάω συντροφία
to speak highly of
επαινώ
the consul
ο πρόξενος
we will be accepted
θα δεχόμαστε
το patch, (mend / to make up, make friends)
μπαλώνω
the stepmother
η μητριά
the trickster (cheat)
η ζαβολιάρα
to wrinkle (to out, to pucker)
σουφρώνω
the capsule
το καψούλι
corset with bones, (wires)
κορσέ με μπανέλες
the (smokestack,) funnel, (chimney)
το φουγάρο
the entreaties, (coaxing),
τα παρακάλια
indirect
έμμεσα
rich
φραγκάτος
to plough
οργώνω
the common mortals
οι κοινοί θνητοί
instead of, against
αντί
the exploitation
η εκμετάλλευση
sad, (grievous, doleful)
θλιβερός
the bunch
το τσαμπί
sown
σπαρμένος
the vine
το κλήμα
to uproot
ξερριζώνω
to flourish, (thrive)
ακμάζω
to be logical, (sensible)
λογικεύομαι
the highlights (in hair), (gleams, glints)
οι ανταύγειες
to scold, (tell off)
κατσαδιάζω
to bury, (keep secret, hide)
κουκουλώνω
he somersaulted
πήρε κουτρούβαλα
vexed, (harrassed)
φουρκισμένη
the donor, (sponsor)
ο χορηγός
available, (disposable, free)
διαθέσιμος
to demand, (require)
απαιτώ
the confederation
η ομοσπονδία
to strain, (filter, pleat)
σουρώνω