companion9 Flashcards
obesity
παχυσαρκία
devoid
άδειος
issue
δίνω
adolescent
έφηβος
culprit
ένοχος
endorse
υποστηρίζω
lend one’s voice to
υποστηρίζω έμπρακτα και δημόσια
impose
επιβάλλω
levy
εισφορά
hard wired
προγραμματισμένος
scarce
σπάνιος
still
μη ανθρακούχος
malnutrition
υποσιτισμός
hypertension
υπέρταση
coronary altery
στεφανιαία αρτηρία
cardiovascular
καρδιαγγειακός
blood vessel
αιμοφόρο αγγείο
heamoglobin
αιμοσφαιρίνη
susceptible
ευάλωτος
injection
ένεση
strain
πίεση
fasting
νηστεία
broad
ευρύς
sterile
αποστειρωμένος
nourishment
θρέψη
enzyme
ένζυμο
digest
χωνεύω
gravel
χαλίκι
bolt down
καταβροχθίζω
tuck in
πέφτω με τα μούτρα/ορμώ (στο φαεί)
build up
αυξάνω
bring on
προκαλώ
rash
εξάνθημα
conventionally
συμβατικά
go off sth
δεν μου αρέσει πια
go off
ξυνίζω
misinform
παραπληροφορώ
regrettably
δυστυχώς
gimmick
κόλπο
prevailing
που επικρατεί
conversely
αντίθετα
fraction
κλάσμα
additive
πρόσθετη ουσία
preservative
συντηρητικό
refined
κατεργασμένος
sit uneasily together
δεν ταιριάζουν
belly-laugh
ασυγκράτητο γέλιο
indigenous
ντόπιιος
stodgy
βαρύς & πυχτός
cardiac arrest-inducing
που προκαλεί καρδιακή ανακοπή
muck about
ανακατεύω
accelerating
επιταχυνόμενος
aubergine
μελιτζάνα
fig
σύκο
mundane
συνηθισμένος
sow the seeds
σπέρνω το σπόρο/ξεκινώ
widespread
εκτεταμένος
preserve
συντηρώ
supplement
ένθετο
to speak of
τίποτα το ιδιαίτερο