CHAPTER 6 Flashcards
1
Q
inadvertebly
A
καταλαθος
2
Q
slip of the tongue
A
σαρδαμ
3
Q
dread
A
φοβαμαι
4
Q
overwhelming
A
αφορητος (so difficult you are unable to do it)
5
Q
memorize
A
απομνημονευω
6
Q
word for word
A
λεη προς λεξη
7
Q
recall
A
ανακληση στη μνημη
8
Q
prodigious
A
εντυπωσιακος
9
Q
virtuosity
A
δεξιοτεχνια (great skill at performing)
10
Q
infancy
A
βρεφικη ηλικια
11
Q
confound
A
μπερδευω
12
Q
establish
A
διαπιστωνω
13
Q
manifest itself
A
εκδηλωνεται
14
Q
stem from
A
πηγαζω απο
15
Q
break into
A
ξεσπαω (begin suddenly)
16
Q
spontaneous
A
αυθορμητος
17
Q
dexterity
A
επιδεξιοτητα
18
Q
lapse
A
σφαλμα
19
Q
purely
A
εντελως
20
Q
conjecture
A
υποθεση
21
Q
utter
A
προσφερω (say)
22
Q
analogy
A
αναλογια
23
Q
noticeable
A
ευδιακριτος
24
Q
derive from
A
προερχομαι απο
25
momentary
στιγμιαιος
26
elude
διαφευγω (escape the understanding of)
27
visually impaired
με προβληματα ορασης
28
intimidating
τρομακτικος
29
insight
αντιληψη
30
severely
σοβαρα
31
intensity
ενταση
32
shade
αποχρωση
33
harsh
δυσαρεστος
34
compulsive
ψυχαναγκαστικος
35
verbal
προφορικος
36
considering
λαμβανοντας υπ'οψην
37
inevitable
αναποφεκτος
38
interference
παρεμβαση
39
illuminate
διαφωτιζω
40
storage
αποθηκευση
41
profound
βαθυς
42
regardless of
ανεξαρτητα απο
43
activate
ενεργοποιω
44
supress
καταπνιγω
45
selection
επιλογη
46
bathtub
μπανιερα
47
initial
αρχικος
48
prominent
ευδιακριτος
49
identical
πανομοιοτυπος
50
phonology
φωνολογια
51
revolution
1. εξεγερση 2.επανασταση
52
tendency
ταση
53
resolution
λυση
54
in accordance with
συμφωνα με
55
contend
υποστηριζω (claim)
56
unintentionally
κατα λαθος
57
subconcious
υποσεινηδητος
58
curse
καταρα
59
Freudian slip
φροϊδικο ολισθημα (κατι π λεω καταλαθος αλλα φανερωνει αυτο π σκεφτομαι)
60
account for
δικαιολογω
61
outdated
ξεπερασμενος
62
cognitive
γνωστικος
63
perform
εκτελω
64
autism
αυτισμος
65
spectrum
ποικιλια
66
in parallel with
παραλληλα με
67
repetitive
επαναλαμβανομενος
68
in a world of my own
στον κοσμο μου
69
innate
εμφυτος
70
scope
αντικειμενο, πεδιο
71
phenomenal
πρωτοφανης
72
so-called
λεγομενος
73
all the more remarkable
ακομα πιο εντυπωσιακος
74
instruction
εκπαιδευση
75
renowned
ξακουστος
76
intricate
περιπλοκος
77
speculate
υποθετω
78
overcompensate
do more than is necessary
79
in response
ως αποτελεσμα
80
reason
υποστηριζω με επιχειρηματα
81
volume
ογκος
82
sensory
αισθητικος
83
overload
υπερφορτωση
84
withdraw
αποσυρομαι
85
to the exclusion of
αποκλειοντας κατι αλλο
86
coupled with
σε συνδυασμο με
87
assessment
αξιολογηση
88
highly
εξαιρετικα
89
gifted
χαρισματικος
90
impairment
εξασθενηση, μειωση
91
invariably
σταθερα
92
retrieval
ανακτηση
93
theorize
διατυπωνω θεωρια
94
capability
ικανοτητα
95
alteration
αλλαγη
96
strengthen
δυναμωνω
97
underutilize
κανω ανεπαρκη χρηση
98
erratic
ασταθης (unpredictable)
99
withold
αποκρυπτω
100
interpretation
ερμηνεια
101
attribute
αποδιδω
102
impulsive
αυθορμητος
103
instinctive
ενστικτωδης
104
enumerate
απαριθμω
105
elaborate
αναπτυσσω λεπτομερως
106
initiate
ξεκινω
107
rebellion
επανασταση
108
imprisonment
φυλακιση
109
arouse
εξαπτω (awaken)
110
repress
καταπνιγω
111
acclaimed
αναγνωρισμενος
112
notorious
διαβοητος
113
disreputable
κακοφημος
114
dingy
αθλιος/βρομικος
115
obscure
κρυβω
116
conceal
συγκαλυπτω/κρυβω
117
confide in
εκμυστηρευομαι
118
lining
φοδρα
119
divulge
αποκαλυπτω/γνωστοποιω
120
inconspicuous
που περναει απαρατηρητος
121
imperceptible
αμυδρος/ ανεπαισθητος (subtle)
122
elucidate
διευκρινιζω
123
inexplicable
ανεξηγητος
124
baffle
περιπλεκω
125
greatly
παρα πολυ
126
strongly
εντονα
127
tremendously
τρομερα
128
immensely
παρα πολυ, εξαιρετικα
129
progressively
προοδευτικα, σταδιακα
130
serially
τμηματικα, σε συνεχειες
130
consecutively
συνεχομενα
131
somewhat
καπως
132
outright
εντελως, καθαρα
133
altoghether
εντελως
134
truly
αληθινα
135
hugely
παρα πολυ, εξαιρετικα
136
hotly
με παθος, οργισμενα
137
exclusively
αποκλειστικα
138
exceptionally
απιστευτα, εξαιρετικα
139
excessively
υπερβολικα
140
deeply
βαθια
141
staunchly
σθεναρα, εντονα
141
powerfully
δυναμικα
142
infinitely
κατα πολυ, απειρως
143
endlessly
ατελειωτα
143
entirely
εντελως
144
utterly
εντελως, απολυτα
145
radically
ριζικα (to a great extent)
145
extensively
εκτενως, σε μεγαλο βαθμο
145
virtually
σχεδον, ουσιαστικα
145
rather
αρκετα, καπως
146
with regard to
σχετικα με
147
in the case of
στην περιπτωση
148
in the event that
σε περιπτωση που
149
prior to
πριν απο
149
in view of
λαμβανοντας υποψη
150
doodle
σχεδιαζβ αφηρημενα
151
alert
σε εγρηγορση
151
dull
βαρετος
151
daydream
ονειροπολω
152
little did I know
δεν ειχα ιδεα
153
no way
με τιποτα
154
the last thing I need
το τελευταιο πραγμα που χρειαζομαι
154
try as I might
οσο και αν προσπαθησα
155
strange as it may seem
οσο περιεργο και αν φαινεται
155
simultaneously
ταυτοχρονα
156
multitasking
η ενασχοληση με πολλα πραγματα ταυτοχρονα
156
apparently
απο οτι φαινεται
157
board
διοικητικο συμβουλιο
158
itinerary
δρομολογιο (ταξιδιωτικο)
158
tuition
διδακτρα
159
debt
χρεος
160
fill somebody in on something
ενημερωνω καποιον για κατι
160
cross my mind
περναει απο το μυαλο μου
161
get a move on
βιαζομαι
161
pin my hopes on
εναποθετω τις ελπιδες μου σε
161
let my hair down
χαλαρωνω
162
pay off
απιδιδω
163
from time to time
ποτε-ποτε
164
every now and then
ποτε-ποτε
165
every so often
καθε τοσο
166
suburban
προαστιακος
167
residential
αστικος
167
résume
βιογραφικο
168
private sector
ιδιωτικος τομεας
168
admission
εισοδος
169
major
ειδικευση
170
enrollment
εγγραφη
170
soft skills
κοινωνικες και προσωπικες διεξιοτητες
171
chunk
φραση
171
in any case
σε καθε περιπτωση
171
decay
αποσυνθεση, φθορα
172
recruit
αναζητω καποιον για εργασια
172
undegraduate
προπτυχιακος
173
higher education
ανωτατη εκπαιδευση
174
subject of heated debate
θεμα που προκαλει εντονη διαφωνια
174
matter of personal preference
ζητημα προσωπικης ζητησης
175
from the outset
απο την αρχη
176
narrow down
περιοριζω
176
flexibility
ευελιξια, προσαρμοστικοτητα
177
defer
αναβαλλω
177
vocational training
επαγγελματικη εκπαιδευση
178
workforce
εργατικο δυναμικο
179
compulsary
υποχρεωτικος
179
personal circumstances
προσωπικη κατασταση
180
accademically inclined
που εχει ακαδημαικη κλιση
180
short-sighted decision
κοντοφθαλμη αποφαση
181
legislation
νομοθεσια
181
well-educated
μορφωμενος
182
mandatory
υποχρεωτικος
183
well-rounded
ευρυς
183
acquire
αποκτω
183
maturity
ωριμοτητα