Chapter 19 Flashcards
1
Q
ζάω [ἔζων], ζήσω, ἔζησα, -, -, -
A
I live
2
Q
Ἰουδαῖος, -αία, -αῖον
A
adj: Jewish; noun: a Jew
3
Q
βασιλεύς, -έως, ὁ
A
king
4
Q
προσκυνέω [προσεκύνουν], προσκυνήσω, προσεκύνησα, -, -, -
A
I worship
5
Q
μείζων
A
greater
6
Q
Ἰσραήλ, ὁ
A
Israel
7
Q
καρπός, -οῦ, ὁ
A
fruit, result, crop
8
Q
ὅλος, -η, -ον
A
adj: whole, complete; adv: entirely
9
Q
Ἰουδαία, -ας, ἡ
A
Judea
10
Q
γεννάω, γεννήσω, ἐγέννησα, γεγέννηκα, γεγέννημαι, ἐγεννήθην
A
I beget, give birth to, produce