Stamtijden A 1-40 Flashcards
1
Q
aor. act. ἄγω
A
ἤγαγον
2
Q
aor. med. ἄγω
A
῎χθην
3
Q
perf. med. ἄγω
A
ἦγμαι
4
Q
fut. act. ἄγω
A
ἄξω
5
Q
aor. act. αἱρέω
A
εἶλον
6
Q
aor. med. αἱρέω
A
ἧρέθην
7
Q
perf. act. αἱρέω
A
ᾕρηκα
8
Q
perf. med. αἱρέω
A
ᾕρημαι
9
Q
fut. act. αἱρέω
A
αἱρήσω
10
Q
aor. act. αἰθάνομαι
A
ᾐσθόμεν
11
Q
perf. act. αἰθάνομαι
A
ᾔσθημαι
12
Q
fut. act. αἰθάνομαι
A
αἰσθήσομαι
13
Q
aor. act. ἀκούω
A
ἤκουσα
14
Q
perf. act. ἀκούω
A
ἀκήκοα
15
Q
fut. act. ἀκούω
A
ἀκούσομαι
16
Q
aor. act. ἀλίσκομαι
A
ἐάλων / ἥλων
17
Q
perf. act. ἀλίσκομαι
A
ἑάλωκα / ἥλωκα
18
Q
fut. act. ἀλίσκομαι
A
ἀλώσομαι
19
Q
aor. act. ἀν-αλίσκω
A
ἀν-ήλωσα
20
Q
perf. act. ἀν-αλίσκω
A
ἀν-ήλωκα
21
Q
fut. act. ἀν-αλίσκω
A
ἀν-αλώσω
22
Q
aor. med. ἀν-αλίσκω
A
ἀν-ηλώθην
23
Q
perf. med. ἀν-αλίσκω
A
ἀν-ήλωμαι
24
Q
aor. act. ἀλλάττω
A
ἤλλαξα
25
aor. med. ἀλλάττω
ἠλλάγην
26
aor. act. ἀπ-αλλάττω
ἀπ-ήλλαξα
27
perf. act. ἀπ-αλλάττω
ἀπ-ήλλαχα
28
fut. act. ἀπ-αλλάττω
ἀπ-αλλάξω
29
aor. med. ἀπ-αλλάτομαι
ἀπ-ηλλάγην
30
perf. med. ἀπ-αλλάττομαι
ἀπ-ήλλαγμαι
31
fut. med. ἀπ-αλλάττω
ἀπαλλαγήσομαι,
ἀπαλλάξομαι
32
aor. act. ἀρμαρτάνω
ἥμαρτον
33
aor. med. ἀρμαρτάνω
ἡμαρτήθην
34
perf. act. ἀρμαρτάνω
ἡμάρτηκα
35
perf. med. ἀρμαρτάνω
ἡμάρτημαι
36
fut. act. ἀρμαρτάνω
ἁμαρτήσομαι
37
aor. act. ἀποδιδράσκω
ἀπέδραν
38
perf. act. ἀποδιδράσκω
ἀποδέδρακα
39
fut. act. ἀποδιδράσκω
ἀποδράσομαι
40
aor. med. ἀπ-εχθάνομαι
ἀπ-ηχθόμην
41
perf. med. ἀπ-εχθάνομαι
ἀπ-ήχθημσι
42
fut. med. ἀπ-εχθάνομαι
ἀπ-εχθήσομαι
43
aor. act. ἀποθνήσκω
ἀπέθανον
44
perf. act. ἀποθνήσκω
τέθνηκα
45
fut. act. ἀποθνήσκω
ἀποθανοῦμαι
46
aor. act. ἀποκτείνω
ἀπέκτεινα
47
perf. act. ἀποκτείνω
ἀπέκτονα
48
fut. act. ἀποκτείνω
ἀποκτενῶ
49
aor. act. ἀπόλλυμι
ἀπώλεσα
50
perf. act. ἀπόλλυμι
ἀπολώλεκα
51
fut. act. ἀπόλλυμι
ἀπολῶ
52
aor. med. ἀπόλλυμαι
ἀπωλόμην
53
perf. med. ἀπόλλυμαι
(ἀπ)όλωλα
54
fut. med. ἀπόλλυμαι
άπολοῦμαι
55
aor. act. ἀφικνέομαι
ἀφικόμην
56
perf. act. ἀφικνέομαι
ἀφῖγμαι
57
fut. act. ἀφικνέομαι
ἀφίξομαι
58
aor. act. ἀποβαίνω
ἀπέβην
59
perf. act. ἀποβαίνω
ἀπο-βέβηκα
60
fut. act. ἀποβαίνω
(ἀπο)-βήσομαι
61
aor. act. βάλλω
ἔβαλον
62
aor. med. βάλλω
ἐβλήθην
63
perf. act. βάλλω
βέβληκα
64
perf. med. βάλλω
βέβλημμαι
65
fut. act. βάλλω
βαλῶ
66
aor. med. βούλομαι
ἐβουλήθην
67
perf. med. βούλομαι
βεβούλημαι
68
fut. med. βούλομαι
βουλήσομαι
69
aor. act. γαμέω
ἔγημα
70
perf. act. γαμέω
γεγάμηκα
71
fut. act. γαμέω
γαμῶ
72
aor. med. γαμοῦμαι
ἐγημάμην
73
perf. med. γαμοῦμαι
γεγάμημαι
74
fut. med. γαμοῦμαι
γαμοῦμαι
75
aor. med. γίγνομαι
ἐγενμην
76
perf. med. γίγνομαι
γέγονα, γεγένημαι
77
fut. med. γίγνομαι
γενήσομαι
78
aor. act. γιγνώσκω
ἔγνων
79
perf. act. γιγνώσκω
ἔγνωκα
80
aor. med. γιγνώσκω
ἐγνώσθην
81
perf. med. γιγνώσκω
ἔγνωσμαι
82
fut. act. γιγνώσκω
γνώσομαι
83
aor. act. γράφω
ἔγραψα
84
aor. med. γράφω
ἐγράφην
85
perf. act. γράφω
γέγραφα
86
perf. med. γράφω
γέγραμμαι
87
fut. act. γράφω
γράψω
88
aor. act. δάκνω
ἔδακον
89
aor. med. δάκνω
ἐδήχθην
90
perf. med. δάκνω
δέδηγμαι
91
fut. act. δάκνω
δήξομαι
92
perf. act. ἔδεισα
δέδοικα
93
aor. act. δέω
ἐδέησα
94
perf. act. δέω
δεδέηκα
95
fut. act. δέω
δεήσω
96
aor. med. δέομαι
ἐδεήθην
97
perf. med. δέομαι
δεδέημαι
98
fut. med. δέομαι
δεήσομαι
99
aor. act. δεῖ
ἐδέησε
100
perf. act. δεῖ
δεδέηκε
101
fut. act. δεῖ
δεήσει
102
aor. act. δέρω
ἔδειρα
103
perf. med. δέρω
δέδαρμαι
104
fut. act. δέρω
δερῶ
105
aor. act. διαφθείρω
διεφθείρα
106
perf. act. διαφθείρω
διέφθαρκα
107
fut. act. διαφθείρω
διαφθερῶ
108
aor. med. διεφθείρομαι
διεφθάρην
109
perf. med. διεφθείρομαι
διέφθαρμαι
110
fut. med. διεφθείρομαι
διαφαρήσομαι
111
aor. act. δίδωμι
ἔδωκα
112
aor. med. δίδωμι
ἐδόθην
113
perf. act. δίδωμι
δέδωκα
114
perf. med. δίδωμι
δέδομαι
115
fut. act. δίδωμι
δώσω
116
aor. act. δοκέω
ἔδοξα
117
fut. act. δοκέω
δόξω
118
aor. act. δοκεῖ
ἔδοξε
119
perf. act. δοκεῖ
δέδοκται
120
fut. act. δοκεῖ
δόξει
121
aor. med. δύναμαι
ἐδυνήθην
122
perf. med. δύναμαι
δεδύνημαι
123
fut. med. δύναμαι
δυνήσομαι
124
aor. med. δύομαι
ἔδυν
125
perf. med. δύομαι
δέδυκα
126
aor. act. ἐγείρω
ἤγειρα
127
fut. act. ἐγείρω
ἐγερῶ
128
aor. med. ἐγείρομαι
ἠγρόμην
129
perf. med. ἐγείρω
ἐγρήγορα
130
aor. act. (ἐ)θέλω
ἠθέλησα
131
perf. act. (ἐ)θέλω
ἠθέληκα
132
fut. act. (ἐ)θέλω
(ἐ)θέλησω
133
fut. act. εἰμί
ἐσομαι
134
aor. act. ἔρχομαι
ἧλθον
135
perf. act. ἔρχομαι
ἐλήλυθα
136
fut. act. ἔρχομαι
εἶμι
137
aor. act. ἐλαύνω
ἤλασα
138
aor. med. ἐλαύνω
ἠλάθην
139
fut. act. ἐλαύνω
ἐλῶ
140
aor. med. (ἐφ)έπομαι
ἐφ-εσπόμην
141
fut. med. (ἐφ)έπομαι
(ἐφ)έψομαι
142
aor. act. ἐρωτάω
ἠρόμην
143
perf. act. ἐρωτάω
ἠρώτηκα
144
fut. act. ἐρωτάω
ἐρήσομαι
145
aor. med. ἐρωτάω
ἠρωτήθην
146
perf. med. ἐρωτάω
ἠρώτημαι
147
aor. act. ἐσθίω
ἔφαγον
148
perf. act. ἐσθίω
ἐδήδοκα
149
fut. act. ἐσθίω
ἔδομαι
150
aor. act. εὐρίσκω
ηὖρον
151
aor. med. εὐρίσκω
ηὐρήθην
152
perf. act. εὐρίσκω
ηὔρηκα
153
perf. med. εὐρίσκω
ηὔρημαι
154
fut. act. εὐρίσκω
εὐρήσω
155
aor. act. ἔχω
ἔσχον
156
perf. act. ἔχω
ἔσχηκα
157
fut. act. ἔχω
ἔξω
158
aor. med. ἀνέχομαι
ἠνεσχόμην
159
fut. med. ἀνέχομαι
ἀνέξομαι
160
aor. med. ὑπισχνέομαι
ὑπεσχόμην
161
perf. med. ὑπισχνέομαι
ὑπεσχήμαι
162
fut. med. ὑπισχνέομαι
ὑποσχήσομαι